∆εν είναι οι θεσµοί απλώς γραφεία και καρέκλες.
∆εν είναι κουστούµια, γραβάτες, σφραγίδες, υπογραφές και πρωτόκολλα.
∆εν είναι φωτογραφίες σε µισοτελειωµένα ή όχι έργα ή µπροστά από κότερα.
Είναι το πρόσωπο της κοινωνίας µας στον καθρέφτη.
Αν είναι καθαροί, βλέπουµε κι εµείς το πρόσωπό µας καθαρό.
Αν είναι λερωµένοι, τότε γεµίζουµε όλοι σκόνη και καχυποψία.
Γιατί οι θεσµοί κουβαλούν πάνω τους µια ηθική βαρύτητα που ξεπερνάει τη νοµική τους υπόσταση.
Όταν ο πολίτης πιστεύει:
ότι η ∆ικαιοσύνη είναι τυφλή και ίση απέναντί σε όλους, και όχι το όργανο των ισχυρών ή εργαλείο εκδίκησης,
ότι οι Πολιτικοί υπηρετούν την κοινή ζωή και όχι τα προσωπικά τους συµφέροντα
ή τις οµάδες πίεσης
ότι η ∆ηµόσια Υγεία δεν ξεχωρίζει πλούσιο και φτωχό, και δεν είναι εργαλείο κέρδους ή κοινωνικής διάκρισης,
ότι η ∆ηµοσιογραφία αποτελεί πυλώνα της ∆ηµοκρατίας και όχι µηχανισµό προπαγάνδας ή φερέφωνο ισχυρών συµφερόντων,
ότι Εκκλησία υπηρετεί µε αγάπη, πνευµατικότητα και ταπεινότητα,
και δεν συµµετέχει σε παιχνίδια εξουσίας και συναλλαγών,
-τότε ανθίζει η εµπιστοσύνη,
η κοινωνική συνοχή,
η συλλογική αξιοπρέπεια.
Και όλα αυτά µαζί συνιστούν το πολυτιµότερο άυλο κεφάλαιο µιας κοινωνίας: την πίστη των πολιτών στους θεσµούς, την αίσθηση ότι είµαστε δίκαια, ίσα και ασφαλή µέλη µιας κοινότητας που σέβεται τον άνθρωπο και τη ζωή
Χωρίς αυτήν, βουλιάζουµε σε κυνισµό.
Λέµε «όλοι ίδιοι είναι», «τίποτα δεν αλλάζει».
Και τότε δεν αλλάζει στ’ αλήθεια τίποτα.
Κάθε σκάνδαλο που συµµετέχουν θεσµικά όργανα, δεν είναι απλώς µια υπόθεση διαφθοράς.
Είναι µια ρωγµή στη συλλογική µας αξιοπρέπεια.
Κάθε ατιµωρησία δεν είναι «τεχνικό πρόβληµα», είναι προδοσία της ίδιας της κοινωνικής συµφωνίας.
Γι’ αυτό, το ερώτηµα δεν είναι µόνο αν λειτουργούν οι θεσµοί.
Το ερώτηµα είναι αν λειτουργούν µε ήθος.
Γιατί χωρίς ήθος, οι θεσµοί δεν είναι θεµέλια∙ είναι µόνο προσόψεις.
Και οι προσόψεις κάποτε γκρεµίζονται.
Καιρός να ορθώσουµε µαζικά, συντεταγµένα και χωρίς «ναι µεν, αλλά» ανάστηµα.
Απέναντι σε οποιοδήποτε θαρρεί πως παίζει µε τις ζωές µας.