Κυριακή, 19 Μαΐου, 2024

Τα μαύρα χάλια

Συνήθως αυτοί που έχουνε τεράστια σωματική διάπλαση και φοβερή δύναμη, έχουνε και καλή καρδιά και σπανίως κάνουνε χρήση των φοβερών προσόντων τους για κακό.
Το αντίθετο ακριβώς συνέβαινε με το Ρίγκο τον Τσώνη, ένα εικοσπεντάχρονο ανθρωπόμορφο κτήνος από τη Χαράδρα του Νομού Χανίων.
Με ύψος δυο μέτρα, βάρος εκατό τριάντα κιλά, τεράστιες πλάτες, μπράτσα με δύναμη εμβόλου ατμομηχανής και με φοβερή εκρηκτικότητα και ελαστικότητα παρά το βάρος του, είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος της επαρχίας της Κατσικοψαλιδιάς, γιατί ήτανε και κακός και εριστικός άνθρωπος.
Και σαν να μην του φτάνανε τα σωματικά του προσόντα, είχε θέσει στην υπηρεσία του και τα μαχαίρια και τα κουμπούρια και τα τουφέκια και τα πολυβόλα, γι’ αυτούς που δεν μπορούσε να τους πλησιάσει.
Μια μέρα, που τα έπινε στο σπίτι του μοναχός του, μέθυσε, άρπαξε μια καραμπίνα και άρχισε να πυροβολεί όποιον έβλεπε, σε όποια απόσταση και να βρισκότανε, με αποτέλεσμα να τραυματίσει ελαφρά πέντε ανθρώπους και σοβαρά μόνο…. ένα. Οι σχετικά μικρές απώλειες, οφείλονταν στο ότι οι άνθρωποι ξέρανε πως ο Ρίγκο είναι τρελός και κακούργος και μόλις άρχισε να πυροβολεί, το βάζανε στα πόδια και γίνονταν….λαγοί.
Η Αστυνομία έστειλε τις ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ, γιατί κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να τον συλλάβει και μετά τα κρατητήρια και τον Εισαγγελέα, τον κλείσανε Φυλακή.
Στη Φυλακή μέσα ο Ρίγκο, επειδή έβλεπε τους άλλους κρατούμενους σαν κουνούπια, άρχισε να τσακώνεται μαζί τους και να δέρνει τους πιο μικροκαμωμένους, ενθαρρυμένος και από την στάση των φυλάκων, που τον φοβούνταν και δεν του λέγανε τίποτα…
Σε λίγες μέρες είχε γίνει το φόβητρο όλων σχεδόν των κρατουμένων, γιατί και όσους κρατουμένους δεν είχε χτυπήσει, τους είχε φοβερίσει, δείχνοντάς τους τα δόντια του ή χτυπώντας στο έδαφος δυνατά τα πόδια του, δήθεν ότι τους κυνηγούσε όταν το βάζανε στα πόδια…
Φυσικά, δεν είχε βρεθεί κανείς που να του αντισταθεί ή να μην το βάλει στα πόδια….
Ο Γιώργος ο Μπαλής, ένας συμπαθητικός κρατούμενος μέτριων διαστάσεων από τη Θεσσαλονίκη, που εργαζότανε στα μαγερεία και δεν είχε συναντηθεί ποτέ με το Ρίγκο, γιατί οι κρατούμενοι του μαγειρείου βρίσκονται όλη τη μ έρα έξω από τα κάγκελα, πήγε μ ία μ έρα να πάρει κάτι από το κελί το υ.
Στην πόρτα του κελιού στεκότανε ο Ρίγκο. Ο Μπαλής τον παρακάλεσε ευγενέστατα να παραμερίσει για να μπει και ο Ρίγκο το θεώρησε μεγάλη προσβολή.
Του πατέρα σου είναι μωρέ τουτονέ το μέρος και με ζυγώνεις (διώχνεις), του είπε…. άγρια.
Θέλω να πάρω το τρανζίστορ μου, του είπε ήρεμα ο Σαλονικιός.
Σήκω φύγε να μη σε κατασκοτώσω στο ξύλο, του είπε άγρια το κτήνος…
Σε παρακαλώ, φεύγα να μπω στο κελί μου, του ξανάπε με σοβαρότητα ο ΣΕΦ και τον έσπρωξε ελαφρά.
Ο Γολιάθ λύσσαξε από το κακό του και σήκωσε το δεξί του χέρι και το κατέβασε με δύναμη προς τα μούτρα του Δαυίδ…. Όμως… το τεράστιο χέρι, δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό του, γιατί σαν αστραπή το αριστερό χέρι του Μπαλή το σταμάτησε στη μέση της διαδρομής και το δεξιό έδωσε μια φοβερή γροθιά στη μύτη του αγριανθρώπου. Στη συνέχεια, αφού απελευθερώθηκε το αριστερό χέρι του Σαλονικιού, από την αποστολή της πρώτης στιγμής, άρχισε ένα τέτοιο γρονθοκόπημα στα μούτρα του “Εριστικού”, που δεν θα μπορούσε να το συλλάβει κανένας γυμνός… οφθαλμός. Σε κλάσματα του δευτερολέπτου, ο Ρίγκο είχε δεχτεί πάνω από δέκα γροθιές στη μύτη και τα μάτια και σε λιγότερα από δέκα δευτερόλεπτα, πάνω από εκατό, στα μάτια, τη μύτη και το σαγόνι.
Το ξάφνιασμα του Παλιανθρώπου και οι αστραπιαίες γροθιές στα μάτια που τον τυφλώσανε και τον ζαλίσανε, δεν του δώσανε κανένα περιθώριο να αντιδράσει και γι’ αυτό παραδόθηκε “έρμαιο” στον αντίπαλό του, που συνέχισε να τον σφυροκοπά μέχρι που έπεσε κάτω αναίσθητος…
Στο γραφείο του Διευθυντή, που μεταφέρανε σηκωτό το Ρίγκο μόλις συνήλθε, διαπιστώθηκε, πως ο Μπαλής δεν ήτανε ούτε παλαιστής, ούτε πυγμάχος, αλλά αθλητής του στίβου, που κάποτε έτρεχε στα 100 μέτρα και κέρδιζε μάλιστα και τον Παπαγεωργόπουλο…
Επειδή οι μάρτυρες κρατούμενοι και υπάλληλοι, που σκόπιμα δεν προλάβανε να επέμβουνε… ήτανε όλοι κατά του δαρμένου, που στο μεταξύ είχε γίνει αγνώριστος από το πρήξιμο και το μελάνιασμα, δεν έβλεπε καθόλου και του είχανε φύγει και τέσσερα μπροστινά δόντια, δεν επιβλήθηκε καμιά τιμωρία στο Σαλονικιό που γύρισε στη δουλειά του σαν ήρωας και λυτρωτής…
Εσένα τι να σε κάνω; ρώτησε το Ρίγκο ο Διευθυντής; θέλεις να σε στείλω στο Νοσοκομείο;
-Όχι – όχι, όχι στο Νοσοκομείο…
Γιατί όχι στο Νοσοκομείο;
Γιατί θα με δούνε οι γνωστοί μου, θα το μάθουνε οι εχθροί μου, θα με πάρουνε οι εφημερίδες και οι τηλεοράσεις και δεν θα μπορώ να κυκλοφορήσω στην κοινωνία, όταν αποφυλακιστώ…
-Τότετι θα γίνει;
Κλείσε με στο Πειθαρχείο…
Γιατί στο Πειθαρχείο;
Πρώτα πρώτα για να μη με βλέπουνε οι κρατούμενοι να χαίρονται και να ντρέπομαι. Ύστερα για να με περιποιηθούνε οι φύλακες μέχρι να ξεμπλαβίσω και τέλος γιατί δεν μπορώ να σου εγγυηθώ, πως αν βρω τον εχθρό μου στον ύπνο ή ξέγνοιαστο, δεν θα τον πνίξω….
Και έγινε το θέλημα του Τσώνη και τον κλείσανε στο Πειθαρχείο και σε λίγες μέρες ήρθανε να του κάνουνε επισκεπτήριο ο πατέρας του και η μάνα του και δεν βγήκε να τους δει… για να μη δούνε τα μαύρα του τα χάλια…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα