Ναι μεν Κορωνοϊός αλλά… μην ξεχνάμε και τον Κυτταρομεγαλοϊό

Πάνε πολλοί μήνες τώρα που όλη η επιστημονική κοινότητα ανά την υφήλιο αλλά και απλοί άνθρωποι έχουν στρέψει κατ’ αποκλειστικότητα την προσοχή και το ενδιαφέρον τους στην πορεία της πανδημίας που έχει προκαλέσει ο γνωστός πλέον σε όλους μας κορωνοϊός SARS-CoV-2.
Δικαιολογημένα θα έλεγα βλέποντας τον μέχρι σήμερα απολογισμό σε αθώες ανθρώπινες ζωές που αφήνει πίσω της η πανδημία. Ένας αόρατος εχθρός όπως συχνά αναφέρεται από τα ΜΜΕ που ταρακούνησε τα θεμέλια των κοινοτήτων όλων των κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων, όλων των συστημάτων υγείας και δημιούργησε γόνιμο έδαφος για την εμφάνιση όψιμων παρενεργειών κυρίως στη ψυχική υγεία των ανθρώπων.
Μήπως όμως το μονοπώλιο του κορωνοϊού που έχει κλέψει την παράσταση μειώσει την ενημέρωση του κόσμου απέναντι σε άλλες διαχρονικές απειλές όπως είναι το κάπνισμα, η χρήση απαγορευμένων ουσιών, η κατάχρηση αλκοόλ;
Μήπως εμείς οι λεγόμενοι επαγγελματίες υγείας πρέπει να κρατήσουμε σε εγρήγορση τους συνανθρώπους μας απέναντι και σε άλλους αόρατους εχθρούς που μπορούν δυνητικά να πλήξουν συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες;
Σαν επαγγελματίας υγείας έρχομαι, ευτυχώς όχι συχνά, αντιμέτωπος με τις επιπλοκές της ενδομήτριας λοίμωξης από κυτταρομεγαλοϊό, o λεγόμενος CMV στα δικά μας πηγαδάκια, από τον αγγλικό όρο CytoMegaloVirus. Ένας ιός που όπως και οι περισσότεροι ιοί που κυκλοφορούν ανάμεσά μας επιφέρει ήπια συμπτώματα λοίμωξης του αναπνευστικού στον υγιή πληθυσμό ή μπορεί τις περισσότερες φορές να διαδράμει εντελώς αθόρυβα. Αποβάλλεται για μεγάλο χρονικό διάστημα στα ούρα των μικρών παιδιών κυρίως της προσχολικής εκπαίδευσης αλλά και με το σάλιο.
Οι υποψήφιες μητέρες είναι μία ομάδα υψηλού κινδύνου ειδικά αυτές που έρχονται σε στενή επαφή με τον παιδικό πληθυσμό. Ο κυτταρομεγαλοϊός όταν πλήξει το έμβρυο κυρίως στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης μπορεί να επιφέρει σοβαρές επιπλοκές συχνότερα στο νευρικό σύστημα, στην όραση αλλά και στην ακοή. Αποτελεί μία από τις συχνότερες αιτίες νευροαισθητήριας βαρηκοΐας και παιδικής κώφωσης επηρεάζοντας έτσι την ομαλή ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού. Η έρευνα έχει στραφεί στην ανεύρεση ενός αποτελεσματικού εμβολίου που θα λύσει οριστικά το συγκεκριμένο σοβαρό υγειονομικό πρόβλημα χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους όπως η τεχνική mRNA με ενθαρρυντικά μέχρι σήμερα αποτελέσματα. Μέχρι τότε όμως εμείς οι επαγγελματίες υγείας έχουμε την ευθύνη της πρωτογενούς πρόληψης. Δηλαδή της σωστής ενημέρωσης των ειδικών πληθυσμιακών ομάδων όπως είναι οι έγκυες, ώστε να αποφεύγουν την επαφή και με αυτό τον αόρατο εχθρό που παρά τα σοβαρά προβλήματα που δημιουργεί έχει ξεφύγει από τα φώτα της δημοσιότητας.
Το πλύσιμο των χεριών με σαπούνι και νερό για 15-20 δευτερόλεπτα, ειδικά μετά την αλλαγή πάνας, τη σίτιση ή το σκούπισμα της μύτης ενός μικρού παιδιού, η αποφυγή επαφής με το σάλιο όταν φιλάμε ένα παιδί, η αποφυγή κοινής χρήσης τροφίμων ή σκευών που χρησιμοποιούνται από παιδιά αποτελούν απλά αλλά σημαντικά μέτρα πρωτογενούς πρόληψης. Έτσι με αυτό τον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί η μείωσης της συχνότητας της ενδομήτριας λοίμωξης από τον κυτταρομεγαλοϊό που σύμφωνα με το CDC (Center for Disease Control) αφορά ένα κάθε 200 νεογέννητα ενώ περίπου ένα στα πέντε από αυτά που έχουν ενδομήτρια λοίμωξη θα εμφανίσουν τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές που προαναφέρθηκαν, τη νευροαισθητήρια βαρηκοΐα, τις διαταραχές όρασης και τα νευρολογικά προβλήματα.

Προτεινόμενα άρθρα