Δευτέρα, 17 Ιουνίου, 2024

Διήγημα: Πρόβα στον καθρέπτη

Τι µπορεί να βρει κανείς όταν γυρίζει µόνος στους δρόµους;
Μα σίγουρα, δεν µπορεί να βρει τίποτα.
Οι φίλοι του δεν τον άφηναν πια να γυρίζει µόνος στους δρόµους.

Όλο τους έλεγε «Αφήστε µε, έχω σχέδιο, θα τη βρω!»
Κι όταν τον ρώταγαν «ποια» δεν ήξερε τι να τους απαντήσει.
Κάθε απόγευµα, µετά που τελείωνε από τη δουλειά έπαιρνε τους δρόµους χωρίς προορισµό.
Κάθε βράδυ που γύρναγε αποκαµωµένος σπίτι του τηλεφώναγαν οι φίλοι του (όλοι οι φίλοι του…) και τον ρώταγαν «τη βρήκες;»
Και απαντούσε µε ένα ξερό “ΟΧΙ”.
Αυτό συνεχιζόταν για µέρες, για εβδοµάδες, για µήνες.
Ποτέ δεν έβρισκε καµία και τίποτα.
Ούτε καν ένα πενηνταράκι στον δρόµο.
Κάθε µέρα, κάθε βράδυ, η ίδια κουβέντα, η ίδια πικρή γεύση της απογοήτευσης.
Τα Σαββατοκύριακα του φαινόταν πιο βαριά.
Όλοι ήταν µε τις οικογένειές τους, µε τους φίλους τους, πήγαιναν εκδροµές και ο Τζο έπαιρνε βαριεστηµένος τους δρόµους και έψαχνε…
Ούτε αυτός ξέρει πια τι ψάχνει.
Σιγά-σιγά τα τηλεφωνήµατα των φίλων -µετά τους πρώτους έξι µήνες- άρχισαν να αραιώνουν.
Στο τέλος τον εγκατέλειψαν όλοι.
Κανείς δεν του τηλεφωνούσε τα βράδια µετά που επέστρεφε στο σπίτι από την απογευµατινή του βόλτα.
Τώρα ήταν τελείως µόνος.
Και κανέναν δεν έβρισκε στους δρόµους και το τηλέφωνο του έπαψε να χτυπά.
Στη δουλειά του δεν έβγαζε κουβέντα.
Ήταν πολύ τυπικός.
Πήγαινε, έκανε τη δουλειά του και έφευγε.
∆εν µιλούσε σχεδόν ποτέ.
Το µεσηµέρι στο σπίτι του δεν µιλούσε µε κανέναν, το απόγευµα έβγαινε και έψαχνε και το βράδυ δεν του τηλεφωνούσαν πια οι φίλοι του.
Αυτήν την εβδοµάδα ήταν ζήτηµα θεού, αν είχε πει τρεις κουβέντες.
Άρχισε το µεσηµέρι εκείνου του Σαββάτου να µιλά µόνος στον καθρέπτη, γιατί αισθανόταν ότι είχε αρχίσει να ξεχνά να µιλά.
Έκανε πρόβες στον καθρέπτη τα φωνήεντα και τα σύµφωνα και κατόπιν προσπαθούσε να σχηµατίσει λέξεις και προτάσεις.
Μετά από ώρα κάτι κατάφερε στον καθρέπτη.
Αισθάνθηκε πολύ καλύτερα και ετοιµάστηκε να βγει την απογευµατινή του βόλτα για να ψάξει να τη βρει.
Ειλικρινά αισθανόταν πολύ καλύτερα να πει δυο λέξεις στον καθρέπτη.
Θυµόταν απ’ έξω και τη φράση «Τι κάνεις; Πώς είσαι σήµερα;»
Ετοιµάστηκε για την απογευµατινή του βόλτα πολύ γρήγορα.
Άρχισε να επαναλαµβάνει συνέχεια τη φράση που είχε αποστηθίσει στον καθρέπτη και να µετρά πόσες φορές µπορούσε να την πει.
«1, 2, 3, 4, 5, 6…».
«Τι κάνεις; Πώς είσαι σήµερα;»
Βγήκε πανευτυχής στον δρόµο και άρχισε να ψάχνει, αλλά δεν ήξερε τι έψαχνε να βρει.
Τώρα και µόνο τώρα, µετά από 8 µήνες, εκείνο το απόγευµα του Σαββάτου συνειδητοποίησε ότι δεν ήξερε τι έψαχνε να βρει.
Αυτό τον σόκαρε
«Ποιος είµαι, πού πάω, τι ψάχνω;»
Συνέχισε όµως να περπατά στον δρόµο χωρίς προορισµό.
Μάλλον ήταν σε σοκ, γιατί ήξερε τι έψαχνε να βρει.
Πήγε να πει τη φράση που είχε αποστηθίσει στον καθρέπτη, την είχε ξεχάσει κι αυτή.
Εκεί, τότε, στη µέση του δρόµου, αισθάνθηκε πραγµατικά πολύ µόνος.
Σταµάτησε να περπατά.
∆ίψασε, ήθελε να πιει νερό.
Ξαφνικά έχασε τον προσανατολισµό του.
∆εν ήξερε προς τα πού να πάει για να αναζητήσει λίγο νερό.
Έµεινε όρθιος “µαρµαρωµένος” στη µέση του πεζοδροµίου.
Ούτε πάνω, ούτε κάτω πήγαινε. Έµεινε εκεί απλά όρθιος και “µαρµαρωµένος”.
Οι άνθρωποι χαρούµενοι περνούσαν από γύρω του.
Και αυτός είχε µείνει εκεί.
Του φάνηκε ότι είχε ξεχάσει να µιλά.
Προσπάθησε να µιλήσει σε έναν περαστικό, να ζητήσει βοήθεια αλλά δεν τα κατάφερε να σχηµατίσει τη λέξη.
Τον έλουσε κρύος ιδρώτας.
∆ίπλωσε τα πόδια του και κάθισε κάτω στο πεζοδρόµιο.
Σε 5 λεπτά περνά µια παρέα από νέα, όµορφα κορίτσια.
Φοιτήτριες φαίνονταν.
Τον κοιτά η ξανθιά, τον είδε να έχει δακρύσει, κοντοστάθηκε απ’ την παρέα της και του λέει:
«Το µωρό µου γιατί κλαίει; Έχασε τη µαµά του;»
Και συνέχισε τον δρόµο της…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα