Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024

Στα χρόνια του κορωνοϊού

Σε μια εποχή “κρίσης” κρίνεται ο άνθρωπος, δηλαδή πόσο αντέχει να φέρει την ανθρωπιά του.

Δεν είναι εύκολο να προκόψεις, όταν μια πανδημία προελαύνει, όταν το κακό εκρήγνυται και σε παίρνει μαζί του. Όταν βλέπεις τους αγαπημένους σου να υποφέρουν, και όταν απειλείσαι κι εσύ από τα ίδια επερχόμενα δεινά.
Δήθεν εν ονόματι του κάθε ταλαίπωρου, άσπλαχνοι ρήτορες της ηθικής εξαπολύουν κατάρες (από την πολυθρόνα τους) προς τους ‘αιτίους’ της συμφοράς, που είναι όλοι οι άλλοι, εκτός από εμάς.
Ωστόσο όλοι το ξέρουμε πως δεν έχουμε και πολλές επιλογές. Είμαστε το ίδιο ένοχοι και το ίδιο αθώοι απέναντι στην κοινή μας φύση. Ταυτόχρονα ο καθένας είναι μόνος, νιώθει μόνος και καλείται μόνος να νικήσει ό,τι γεννά θάνατο.
Τότε αρχίζουν και διακυβεύονται τα αισθήματά μας. Τα δεινά μάς σπρώχνουν είτε στην παραίτηση σε μια αδυσώπητη μοίρα, είτε στο θυμό για την απώλεια της κανονικότητάς μας, ή στην αναζήτηση καταφυγίων που μας βοηθούν να ξεχνούμε το κακό.
‘Σαν έρθει ο θέρος άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό, άλλοι μπερδεύονται μες στ’αγαθά τους, άλλοι ρητορεύουν’. (Γ. Σεφέρης, Τελευταίος Σταθμός).
Μ’ ευκολία μπορούμε να παίρνουμε το ρόλο του αναλυτή, του προφήτη, του αυτόκλητου καθαρτή από το άγος ή του υπερορθοδόξου πιστού, του (εν παροξυσμω ειδωλολατρείας) συνεχώς ‘διαμαρτυρομένου” προκειμένου να μη μεταβληθεί η επιφάνεια των πραγμάτων. Για παράδειγμα, εναντιούμενοι στη χρήση μάσκας ή στην προσαρμογή του τρόπου μετάδοσης της θείας κοινωνίας. Την ίδια όμως ώρα, σωπασμένοι μπροστά σε όσα πραγματικά απαιτούν την έμπρακτη διαμαρτυρία των Χριστιανών, για παράδειγμα, ότι ο άνθρωπος ‘κατάντησε κι αυτός πραμάτεια’ (Γ. Σεφέρης, Τελευταίος Σταθμός)
Ο Θουκυδίδης περιγράφει συγκλονιστικά την ανατροπή που συνέβη στις συνειδήσεις των Αθηναίων κατά το μεγάλο λοιμό και τον εμφύλιο πόλεμο του 430 π.Χ., όταν ο άδικος περνιόταν για δίκαιος και ο συνετός για δειλός.
Μακάρι η πανδημία του κορονοϊού εν έτει 2020, να μη μας οδηγήσει σε παρόμοιες ψυχικές συνθήκες.
Αλλά η καμωσιά του ανθρώπου συνεχίζει να είναι ίδια.
Με τέτοια μυαλά, στο τέλος δε θα ξέρουμε αν θάταν καλύτερο να φαγωθούμε από την αρρώστια, παρά μεταξύ μας. Γιατί λοιμός και λιμός και εμφύλιος πηγαίνουν χέρι χέρι.
Μπροστά σε τέτοιες κρίσιμες καταστάσεις που απειλείται η ζωή, ίσως το μόνο που μας μένει, είναι, καθένας να βάζει πλάτη κατά τη μπόρεσή του, να σηκώνουμε όλοι μαζί την κοινή οδύνη.
Λέει ο Αλμπέρ Καμύ στο αριστούργημά του, ‘Η Πανούκλα’:
Ο Θεός έκανε σήμερα στα πλάσματά του τη χάρη να τα βυθίσει σε μια τέτοια δυστυχία, ώστε θα έπρεπε να ξαναβρούν και να υπερασπιστούν την πιο μεγάλη αρετή, την αρετή του ‘όλα ή τίποτα’ .
Κι αλλού:
‘Αισθάνομαι περισσότερο αλληλέγγυος με τους νικημένους, παρά με τους αγίους’. (μετάφραση Δημήτρη Γιαννόπουλου).
Oπως συχνά συμβαίνει σε αναπάντεχες συμφορές, έτσι και σήμερα, κάποιοι αρνούνται την ύπαρξη του κορονοϊού. Είναι οι πιο φοβισμένοι. Όσοι νιώθουν ν’ απειλούνται από κάτι που τους υπερβαίνει. Τα βάζουν με τους αόρατους δημιουργούς του κακού και δεν διανοούνται καν τη συλλογική μας ευθύνη, που ξεχάσαμε πόσο κανιβαλικά καταναλωτές έχουμε γίνει, πόσο οι διεστραμμένες συμπεριφορές μας απέναντι στη μάνα μας, τη γη, γεννούν διεστραμμένες αρρώστιες: ιούς που μας ξεπερνούν σε εξυπνάδα, και που, όσο προσπαθούμε να τους τιθασσεύσουμε, τόσο αυτοί μας ξεφεύγουν μεταλλασσόμενοι με χίλιες ‘μάσκες’.
Βέβαια, η ζωή του καθενός είναι μία και μοναδική, και τόσο σύντομη, που είναι επόμενο να μην έχει κανείς το χρόνο και το κουράγιο ν’ αλλάξει τη φορά των πραγμάτων.
Αλλά είτε το θέλουμε είτε όχι, σε μια τέτοια κρίση θα βιώσουμε όλοι την εξορία από τη ζωή που ποθήσαμε.
‘Μου λείπεις πολύ παππού, μου λείπεις, αλήθεια σου λέω, σ’ αγαπώ πολύ παππού και μου λείπεις!’,
θρηνεί το μικρό αγοράκι στην Αγγλία, που o παππούς του πέθανε από Covid19.
Ποιος θα μπορέσει, βασιζόμενος στις πολιτικές, θεολογικές, φιλοσοφικές και άλλες βεβαιότητές του, να δώσει απάντηση σ’ αυτό το παιδί;
Ο γιατρός Ριε, μένει ως το τέλος πιστός στη συνείδησή του, που τον σπρώχνει να περιθάλπει τους κατερραγμένους από την αρρώστια.
Ξέρει ότι σχεδόν όλοι στο τέλος θα πεθάνουν από την πανδημία της πανούκλας, ωστόσο συνεχίζει ασταμάτητα το ίδιο έργο κάθε μέρα.
Κάθε μέρα από την αρχή, σαν να μην έχει νικηθεί ποτέ κανείς ασθενής του.
Γι’ αυτόν είναι μονόδρομος να πέσει με τα μούτρα στη δουλειά, στον έμπρακτο αγώνα, χωρίς λεπτό ν’ αποχαυνώνεται μέσα σε θεωρίες και ν’ αναλώνεται με ρητορείες, χωρίς να συντάσσεται με την αγοραία άρνηση και την απελπισία, χωρίς, αν και ‘άθεος’, να εκπίπτει η πίστη του. Αντιτασσόμενος στα όρια που θέλει να επιβάλει ο θάνατος στους συνανθρώπους του, κρατά αμείωτη την ένταση της, άνευ ορίων, ζωής.
Και αυτό, όπως λέει ο ίδιος, το κάνει, ‘όχι από ηρωισμό, αλλά από εντιμότητα’. (Α. Καμύ, ‘Η Πανούκλα’)

*Η Γεωργία Βαμβουνάκη – Ράφαν
είναι φιλόλογος – συγγραφέας


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα