Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Λαμπεντούζα: Η ιστορία μίας επιζήσασας

Τον περασμένο Οκτώβριο, ένα υπερφορτωμένο πλοιάριο βυθίστηκε ανοιχτά της Λαμπεντούζα στην Ιταλία. 366 άνθρωποι βρήκαν τραγικό θάνατο στα παγωμένα νερά. Αυτή είναι η ιστορία της Φανούς, που επέζησε του ναυαγίου. Είναι μια από τις εκατοντάδες που κάθε χρόνο εγκαταλείπουν την Ερυθραία και ψάχνουν για άσυλο…
Στις 2 τη νύχτα της 3ης Οκτωβρίου, έναν χρόνο πριν, το πλοιάριο που μετέφερε 518 παράνομους μετανάστες έφτανε στον προορισμό του. Τα φώτα του νησιού μέσα στη νύχτα έδειχναν ότι το μακρύ και δύσκολο ταξίδι έφτανε στο τέλος του. Κάθε ένας από τους επιβαίνοντες είχε δώσει 1600 δολάρια “εισιτήριο” για μια καλύτερη ζωή…
Με τη στεριά να απέχει ελάχιστα, οι παράνομοι μετανάστες ξεκίνησαν να προετοιμάζονται για αποβίβαση. Ντύνονταν και μάζευαν τα ελάχιστα υπάρχοντά τους μέσα σε πλαστικές τσάντες. Είχαν περάσει 36 ώρες στη θάλασσα, μέσα σε ένα άβολο ξύλινο σκαρί. Με τις μηχανές σβηστές για να μην γίνουν αντιληπτοί, ο μόνος ήχος ήταν ο παφλασμός των κυμάτων.
Ανάμεσα στο πλήθος η 18χρονη Φάνους, που ταξίδευε με την καλύτερή της φίλη Κισανέτ. Οπως οι υπόλοιποι, είχαν εγκαταλείψει το στρατιωτικό καθεστώς της Ερυθραίας. Η Φάνους είχε πληρώσει τους λαθρεμπόρους για να την περάσουν στην Ευρώπη, όπου και θα αναζητούσε άσυλο. Ενιωθε άρρωστη και είχε κλειστοφοβία, και προσπάθησε να κοιμηθεί λίγο στο κατάστρωμα, μέχρι να φτάσουν στην ακτή.
Με τις μηχανές κλειστές, το πλοιάριο ήταν έρμαιο της θάλασσας που είχε ήδη αρχίσει να το πλημμυρίζει. Ο καπετάνιος, θορυβήθηκε από τους τρομαγμένους επιβαίνοντες και προσπάθησε να ξαναβάλει μπρος τη μηχανή. Δεν τα κατάφερε. “Έλουσε” μια κουβέρτα με πετρέλαιο και της έβαλε φωτιά για να τραβήξει την προσοχή όσων βρίσκονταν στις ακτές. Τα όσα επακολούθησαν είναι λίγο πολύ γνωστά: Το πετρέλαιο άρπαξε αμέσως και η φωτιά επεκτάθηκε και στο σκάφος. Προσπαθώντας να αποφύγουν τις φλόγες, οι επιβαίνοντες μαζεύτηκαν σε μια πλευρά του σκάφους. Και εκείνο άρχισε να βυθίζεται. Εκείνοι που βρίσκονταν κάτω από το ντεκ δεν είχαν καμία ελπίδα. Οι υπόλοιποι έπεσαν στην θάλασσα.
Ο Σελομουν, ένας 24χρονος μουσικός κοιμόταν πάνω στο κατάστρωμα. Οσο διαρκούσε το ταξίδι πρόσεχε ένα 4χρονο αγοράκι, του οποίου η μαμά ήταν άρρωστη. «Ξύπνησα από τις κραυγές. Είχα 3-4 δευτερόλεπτα να αντιδράσω προτού το σκάφος αναποδογυρίσει. Οι περισσότεροι έπεφταν στο νερό. Κατάφερα να κρατηθώ και προσπάθησα να σκαρφαλώσω σαν μαϊμού στα συντρίμμια του σκάφους».
Η Φάνους ξύπνησε και προτού προλάβει να συνειδητοποιήσει τί συνέβη, έπεσε στα παγωμένα νερά. Δεν μπορούσε να κολυμπήσει και όλοι τριγύρω ήταν πανικόβλητοι και προσπαθούσαν να επιπλεύσουν. «Ένας με έπιασε από τον λαιμό και προσπάθησε να στηριχτεί επάνω μου. Βυθίστηκα. Τον έσπρωξα και κατάφερα να ξαναβγω στην επιφάνεια. Τελικά κάποιος, πάνω από το αναποδογυρισμένο σκάφος με άρπαξε και σκαρφάλωσα και εγώ».
Ο Σέλομουν προσπαθούσε να σώσει όσους μπορούσε. Κρατιόταν από τη ζώνη του και προσπαθούσαν να επιπλεύσουν. Τελικά η ζώνη του έσπασε και έπεσαν στο νερό. «Πνίγηκαν κρατώντας το παντελόνι μου», λέει.
Με το πλοίο να βυθίζεται, η Φάνους προσπάθησε να κρατηθεί στην επιφάνεια. «Δεν είχα ποτέ μπει στη θάλασσα, είπε, προσπαθούσε να επιπλεύσω κουνώντας χερια και πόδια σαν σκύλος».
Τρείς ώρες μετά, περίπου στις 6 το πρωί, μια ομάδα που γυρνούσε από ψάρεμα άκουσε τις φωνές. Αρχικά νόμιζαν ότι ακούν φώκιες από μακριά, αλλά όσο πλησίαζαν κατάλαβαν ότι επρόκειτο για ανθρώπους. Ναυαγούς που κουνούσαν τα χέρια τους στο νερό περιμένοντας την σωτηρία. Οι ψαράδες είχαν περίπου 150 με 180 ανθρώπους στη θάλασσα. Και αμέσως μια τρομερή σκέψη τους κατέλαβε: δεν θα μπορούσαν ποτέ να τους σώσουν όλους. Σε λίγη ώρα και άλλα σκάφη μπήκαν στην διαδικασία της διάσωσης. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά.
«Ηταν οι μακρύτερες ώρες της ζωής μου», λέει η Φάνους. «Οι διασώστες είδαν τα χέρια μου που κουνιούνταν, αλλά το κεφάλι μου ήταν σχεδόν κάτω από το νερό. Με έσωσαν άντρες του λιμενικού».
Η Φανούς και οι υπόλοιποι διασωθέντες οδηγήθηκαν στο μικρό Νοσοκομείο της Λαμπεντούζα. Από τις 80 γυναίκες στο δουλεμπορικό, μόνο 5 σώθηκαν. Κανένα παιδί μικρότερο των 12 χρόνων δεν επέζησε.
«Θυμάμαι πολύ καθαρά αρκετές σορούς» είπε ένας ναυαγοσώστης «δυο βρέθηκαν αγκαλιασμένοι, σαν να έφευγαν από τη ζωή μαζί. Το τελευταίο πράγμα που έκαναν ήταν να αγκαλιαστούν».
Από τα πρόσφατα στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, για το 2011-2012 περισσότεροι από 2000 άνθρωποι βρήκαν τραγικό θάνατο στη θάλασσα προσπαθώντας να μπουν στην Ευρώπη. Οι αριθμοί αυτοί αυξάνονται κατά δεκάδες κάθε χρόνο.
(ΠΗΓΗ: The Guardian)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα