Του Γ. ΟυντρΑκη
Είχα μια πατρίδα· μα την άφησα για να πάω να δουλέψω στο εξωτερικό. Είχα πτυχία πολλά, όνειρα… της τηλεόρασης, φιδίσια γλώσσα και μπαμπακούλη νοικοκύρη.
Είχα μια πατρίδα· υποσημείωση στα σχολικά βιβλία, αμέτρητα σφηνάκια στις καλοκαιρινές διακοπές, οθόνη του κομπιούτερ γεμάτη δυστυχία.
Είχα, όπως σου πα πτυχία πολλά· και η πατρίδα μου… δεν είχε τοίχο για να τα κρεμάσω.
Είχα, σου λέω, μια πατρίδα·
πεισιθάνατη και των ´μεγάλων δημοσιογραφικών αποκαλύψεων´.
Τα ?μαθα όλα τα αίσχη τους.
Και τώρα, θέλω να φύγω μακριά…
Είχα μια πατρίδα· κορνίζα του Κολοκοτρώνη στις σχολικές αίθουσες. Αποκριάτικη στολή, χαβαλέ και μπουγέλο τις κρίσιμες ώρες της ενδοσκόπησης.
Τώρα… την έχασα!
Είχα μια πατρίδα, που την μπέρδεψα με πατερούλη – εργοδότη, κρατικοδίαιτο ´μπιμπερό´. Πάρτυ με επιδόματα.
Είχα μια πατρίδα, που ποτέ δεν μου μίλησε κανένας γι? αυτήν.
Τώρα θα τη μετατρέψω σε… Ακαπούλκο.
Για τις πλούσιες θερινές διακοπές.
Άκου να σου πω· κι αν είχες μια πατρίδα μην την αφήσεις· δώσε, εδώ, μάχη σκληρή!
Ρώτα τους νεκρούς σου…
Κι αν δεν θες να μ? ακούσεις, άκου τη φωνή του τραγουδοποιού: ´Σάκη, παιδί μου, μην πας!´.