Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Ιστορικό Αφιέρωμα: Ο αγώνας του Ελευθέριου Βενιζέλου για τη διάσωση της Συνθήκης των Σεβρών

Οι πρώτοι δραματικοί μήνες μετά την εκλογική του ήττα τον Νοέμβριο του 1920

 

Με αφορμή την επέτειο του θανάτου του Ελευθερίου Βενιζέλου (18 Μαρτίου 1936) και την τέλεση του ετήσιου μνημοσύνου την προσεχή Κυριακή στον Προφήτη Ηλία, στον τάφο στον οποίο αναπαύεται ο μεγάλος πολιτικός, επιχειρώ μία σταχυολόγηση δημοσιευμάτων του ελληνικού και διεθνούς Τύπου, που περιγράφουν τις δραματικές εξελίξεις που ακολούθησαν το πρώτο διάστημα μετά την εκλογική ήττα του την 1η Νοεμβρίου 1920. Οι δημοσιογραφικές περιγραφές και τα ιστορικά τεκμήρια που παρατίθενται έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όχι μόνο διότι από αυτά προκύπτει το τεράστιο πολιτικό κενό που δημιουργήθηκε μετά την αποχώρηση του Κρητικού πολιτικού από την πρωθυπουργία, αλλά και διότι ξεπηδά ανάγλυφο το προσωπικό δράμα και η αγωνία του Βενιζέλου εξαιτίας της αδιέξοδης πολιτικής των αντιπάλων του, που τώρα είχαν αναλάβει την εξουσία και με τις επιλογές τους υπονόμευαν την παρουσία της Ελλάδας στη Μικρά Ασία και οδηγούσαν τη χώρα στην καταστροφή.
Ν.Π.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος με τον βασιλιά Αλέξανδρο στο Παναθηναϊκό Στάδιο κατά τον εορτασμό για
την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. Ο απροσδόκητος θάνατος του Αλέξανδρου τον Οκτώβριο του 1920
μετέβαλε εντελώς τις πολιτικές ισορροπίες και τους σχεδιασμούς του Βενιζέλου.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη Νίκαια, λίγο μετά την ήττα του στις εκλογές του 1920. Εικονίζονται (από αριστερά): Γεώργιος Καφαντάρης, Εμμανουήλ Ρέπουλης, Βενιζέλος, ο δήμαρχος Νίκαιας και Σπυρίδων Σίμος, ιδιοκτήτης της εφημερίδας Πατρίς.

Η μισή Ελλάδα πενθεί και η άλλη μισή πανηγυρίζει

Το μεσημέρι της Κυριακής 1ης Νοεμβρίου 1920 δημοσιογράφοι επισκέφθηκαν τον Βενιζέλο στο σπίτι του. Τον βρήκαν μόνο στο γραφείο του να τακτοποιεί διάφορα έγγραφα. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές κομματικές συνήθειες, ο Βενιζέλος δεν είχε μεταβάλει το σπίτι του σε εκλογικό σαλόνι. Χωρίς την παραμικρή αγωνία για το αποτέλεσμα προτίμησε να τακτοποιήσει κάποιες εκκρεμότητες και να μην χάσει την ευκαιρία να βυθιστεί στη μελέτη ενός φιλολογικού έργου που μόλις είχε κυκλοφορήσει. Ένας δημοσιογράφος υπέκυψε στον πειρασμό και τον ρώτησε:
– Τι νέα έχετε κύριε Πρόεδρε διά τας εκλογάς;
– Δεν γνωρίζω τίποτε, απάντησε με ένα πλατύ χαμόγελο. Ετοιμάζω τα χαρτιά μου. Σε λίγες μέρες φεύγω πάλι στο εξωτερικό και θα είμαι πάλι εδώ, όταν θα αρχίσουν οι εργασίες της Βουλής. Πηγαίνω να σας φέρω την Πόλη (σ.σ. εκείνες τις ημέρες οι Βρετανοί είχαν σχεδόν αποδεχθεί την πρόταση του Βενιζέλου για δημιουργία δύο νέων κρατών: της Κωνσταντινούπολης και του Πόντου).
Το βράδυ στις 8 η σκηνή επαναλήφθηκε. Ο δημοσιογράφος έσπευσε και πάλι στο σπίτι του Βενιζέλου και γεμάτος αγωνία τον ρώτησε αν είχε νεότερα.
Όχι, είπε. Το μόνο που γνωρίζω είναι ότι οι εκλογές διεξήχθησαν χωρίς επεισόδια.

Μέχρι εκείνη την ώρα στο εκλογικό κέντρο του κόμματος των Φιλελευθέρων στην Αθήνα επικρατούσε απόλυτη αισιοδοξία για μεγάλη νίκη. Όμως, λίγο αργότερα, όταν οι κάλπες ανοίχθηκαν έκρυβαν αληθινούς κεραυνούς. Τα μηνύματα από όλη τη χώρα ήταν απογοητευτικά. Το κόμμα των Φιλελευθέρων υφίστατο μια καταστροφική ήττα.
Τα προγνωστικά για το αποτέλεσμα των εκλογών είχαν διαψευσθεί παταγωδώς. Οι πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων στην Αθήνα, οι ανταποκριτές των μεγαλύτερων εφημερίδων του κόσμου, οι κορυφαίοι παράγοντες των Φιλελευθέρων, όλοι είχαν πέσει έξω στις προβλέψεις τους. Ορισμένοι υπουργοί και οι εκδότες των βενιζελικών εφημερίδων αναχώρησαν από το εκλογικό κέντρο για να αναγγείλουν στον πρωθυπουργό τα δυσάρεστα νέα. Ανάμεσά τους ο Σπύρος Σίμος και ο Δημήτριος Λαμπράκης από την «Πατρίδα», ο Σπύρος Νικολόπουλος από το «Έθνος», ο Ανδρέας Καβαφάκης από τον «Ελεύθερο Τύπο». Άκουσε την αποτυχία ατάραχος και με ένα ελαφρό μειδίαμα. Έμεινε ψύχραιμος, σοβαρός, σε σημείο που άρχισε να παρηγορεί ο ίδιος τους κάτωχρους από τη θλίψη επισκέπτες του.
Γύρω στα μεσάνυχτα κάποιοι από τους φίλους του Βενιζέλου εξέφρασαν την ελπίδα ότι η ψήφος των στρατιωτών στην Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία, θα μπορούσε να φέρει τη νίκη. Την πρόταση αυτή την απέρριψε αμέσως λέγοντας: «Εφόσον ο αστράτευτος λαός της Παλαιάς Ελλάδος δεν ενέκρινε την πολιτικήν μου, δεν δικαιούμαι πλέον να εξαρτήσω την παραμονήν μου εις την εξουσίαν εκ της ψήφου του μετώπου».
Την άλλη μέρα το πρωί το σπίτι του γέμισε από απελπισμένους οπαδούς του, που αγωνιούσαν για τις αποφάσεις του. Στο μεταξύ στην Αθήνα είχαν ξεσπάσει βίαιες ταραχές. Χιλιάδες αντιβενιζελικοί είχαν ξεχυθεί στους δρόμους πανηγυρίζοντας την νίκη. Δύο παπάδες τέλεσαν κηδείες∙ στα φέρετρα ήταν τοποθετημένες μούμιες με απαίσιο κιτρινόμαυρο χρώμα. Ταυτόχρονα ένας μητροπολίτης καθισμένος ανάποδα σε ένα άλογο κυκλοφορούσε ανάμεσα στο έξαλλο πλήθος. Ο Βενιζέλος δεχόταν ισχυρές πιέσεις να μην παραδώσει την εξουσία και να προχωρήσει σε πραξικόπημα. Η απάντησή του ήταν ένας ύμνος στη λαϊκή κυριαρχία:
«Επαναστάτησα κατά ηγεμόνων και βασιλέων υπέρ των δικαιωμάτων του λαού. Αλλά επανάστασιν κατά του Λαού ούτε διενοήθην ποτέ, ούτε θέλω να ακούσω».
Ταυτόχρονα έστειλε τηλεγραφική διαταγή στον αρχιστράτηγο Παρασκευόπουλο στη Σμύρνη καλώντας τον στρατό να σεβασθεί τη λαϊκή ετυμηγορία.

Η εκλογική ήττα του Ελευθερίου Βενιζέλου τον Νοέμβριο του 1920 και η άνοδος στην εξουσία των αντιβενιζελικών ανέτρεψε βίαια τους συμμαχικούς δεσμούς της Ελλάδας με τους Αγγλογάλλους.

Αμέσως μετά ζήτησε από τον ναύαρχο Κουντουριώτη, που μετά τον θάνατο του βασιλιά Αλέξανδρου εκτελούσε χρέη αντιβασιλέως, να προτείνει στον Δημήτριο Ράλλη, τον αρχαιότερο από τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης να αναλάβει πρωθυπουργός. Η πανσπερμία των αρχηγών της αντιπολίτευσης, 16 αρχηγοί, συσκέφθηκαν και αποφάσισαν να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας υπό έναν όρο: να φύγει ο Βενιζέλος από την Ελλάδα. Ο ηττημένος δημιουργός της Μεγάλης Ελλάδος δεν δίστασε ούτε στιγμή. Αποφάσισε να πάρει τον δρόμο της εξορίας. Πίστευε ότι έτσι θα βοηθούσε στην ομαλή μεταβίβαση της εξουσίας στους αντιπάλους του. Άρχιζε η αντίστροφη μέτρηση.
Την Τρίτη 3 Νοεμβρίου το βράδυ ο Στέφανος και η Πηνελόπη Δέλτα επισκέφθηκαν τον Βενιζέλο στο σπίτι του. Αντίκρισαν ένα θέαμα αποκαρδιωτικό.

Αθήνα, Δεκέμβριος 1920. Χιλιάδες Αθηναίοι πανηγυρίζουν την επιστροφή του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου στην ελληνική πρωτεύουσα.

Οι υπουργοί έμοιαζαν με βαρυπενθούντες συγγενείς και έκλαιγαν με αναφιλητά. Ανάμεσά τους ο Βενιζέλος, «ίσιος, αλύγιστος έστεκε σα δέντρο που το δέρνει η φουρτούνα και που δε λυγά». Ο Στέφανος Δέλτας, με έκδηλη αγωνία, τον ρώτησε: «Μας εγκαταλείπετε αλήθεια, κ. Πρόεδρε; Φεύγετε;». Ο Βενιζέλος απάντησε: «Δεν σας εγκαταλείπω, με πειράζει να το πιστεύετε, ούτε θα έφευγα ποτέ. Ας μην είμαι και βουλευτής. Είμαι πολεμιστής». Αμέσως μετά, με μια γοργή κίνηση, τους έδειξε επιστολή του νέου πρωθυπουργού Δημητρίου Ράλλη, ο οποίος θα ορκιζόταν την επομένη: του ζητούσε να φύγει αμέσως από την Ελλάδα, διότι στους δρόμους συνεχίζονταν οι ταραχές, οι Κρητικοί αγριεμένοι απειλούσαν με εξέγερση και ο ίδιος δήλωνε αδυναμία να επιβάλει την τάξη και να κυβερνήσει τη χώρα.
«Βενιζέλος: “Είμαι συντριμμένος, δεν έχω πια δυνάμεις ν’ αντιπαλαίσω· είχα σχηματίσει τ’ όνειρο πως ο ελληνικός λαός μ’ ακολουθεί…”.
Πηνελόπη Δέλτα: “Θα γυρίσετε, κύριε Πρόεδρε! Ο λαός αυτός ο ίδιος θα σας φωνάξει σε έξι μήνες”.
Βενιζέλος: “Σ’ έξι μήνες, κυρία Δέλτα, θα έχουν επέλθει τέτοιες καταστροφές, που θα είναι ανεπανόρθωτες…”».
Λίγο πριν αναχωρήσει απηύθυνε διάγγελμα, στο οποίο με γενναιότητα αποδεχόταν το εκλογικό αποτέλεσμα: «καταλείπων την αρχήν και την πολιτικήν σκηνήν επιθυμώ να απευθυνθώ προς τον ελληνικόν λαόν […] δια να τον βεβαιώσω ότι ουδεμίαν πικρίαν δοκιμάζω δια την ψήφον της Κυριακής». Όμως την ώρα της αναχώρησης από το σπίτι του οι συγκινητικές εκδηλώσεις εκατοντάδων φίλων και θαυμαστών του, που είχαν κατακλύσει τους γύρω δρόμους, βάρυναν τον πληγωμένο ψυχικό του κόσμο. Η αταραξία του κάμφθηκε, η ωχρότητα κάλυψε το πρόσωπό του και τα μάτια του γέμισαν δάκρυα. Η Πηνελόπη Δέλτα, που έζησε από κοντά τις θλιβερές εκείνες στιγμές, με αγανάκτηση θα καυτηριάσει την υποκρισία και τη δολιότητα του ελληνικού λαού που δεν είχε διστάσει να ρίξει μαύρο στην κάλπη.

Κατά τη συνήθειά του κατέβηκε τη σκάλα του σπιτιού του με τη γνωστή ορμητικότητα. Αναχαιτίσθηκε όμως από το πλήθος που είχε περικυκλώσει το σπίτι. Αμέσως άπλωσε το χέρι του για να τους χαιρετήσει. Το χέρι που ήταν ακόμη πληγωμένο από τις σφαίρες του σταθμού της Λυών και που προηγουμένως είχε υπογράψει τη συνθήκη των Σεβρών. Την ίδια ώρα στην πρωτεύουσα τα πανηγύρια δεν έλεγαν να κοπάσουν. Με κανιβαλικές εκδηλώσεις ο αθηναϊκός λαός πανηγύριζε την πτώση του «τυράννου».
Στον Πειραιά είχε αγκυροβολήσει η θαλαμηγός «Νάρκισσος». Την είχαν νοικιάσει η Έλενα Σκυλίτση και ο Εμμανουήλ Μπενάκης. Με αυτή θα ταξίδευαν στο εξωτερικό ο Βενιζέλος συνοδευόμενος από στενούς φίλους και συνεργάτες του. Το απόγευμα της 4ης Νοεμβρίου, περιστοιχισμένος από τη φρουρά του, επιβιβάσθηκε στη θαλαμηγό. Τα τελευταία του λόγια προς τους λιγοστούς φίλους, που είχαν πάει να τον αποχαιρετήσουν, ήταν: «Σαν κακούργοι φεύγουμε».

Το θλιβερό ταξίδι προς την εξορία

Οι συνταξιδιώτες, για να ελαφρύνουν τη βαριά ατμόσφαιρα, συνεννοήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού να αποφύγουν τις πολιτικές συζητήσεις. Ο Βενιζέλος, που προσπαθούσε να φαίνεται απαθής, τους άκουγε διαβάζοντας τη βιογραφία του Αβραάμ Λίνκολν. Ο «Νάρκισσος» είχε μόλις βγει από τα ελληνικά νερά και ο Βενιζέλος, αφήνοντας προς στιγμήν το βιβλίο του, απευθύνθηκε στον Εμμανουήλ Ρέπουλη: «Πρέπει να προσπαθώ να κρύβω και την οδύνην μου […]. Τι να κάμω και τι να λέω. Αγωνίζομαι να φαίνομαι και απαθής. Αλλά μπορείς να είσαι απαθής, όταν βλέπεις να κινδυνεύει όλο αυτό το οικοδόμημα; Πώς να σκέφτεσαι τίποτε άλλο; Πώς να φύγει ο νους σου από αυτό;».
Μια θύελλα, με τα τεράστια κύματα που σηκώθηκαν, υποχρέωσε το πλοίο να αγκυροβολήσει στη Μεσσήνη της Σικελίας. Η μελαγχολία τους μεγάλωσε. Οι ιταλικές εφημερίδες αντιμετώπιζαν χαιρέκακα την ήττα του Βενιζέλου. Ο ελληνικός λαός, έγραφαν, αποφάσισε ότι το βάρος της Μεγάλης Ελλάδας ήταν δυσανάλογο για τους ώμους του. Ο Βενιζέλος απευθύνθηκε και πάλι στον Ρέπουλη: «Θυμάσαι όταν σε ρωτούσα αν θα μπορέσει ο τόπος αυτός να φέρει αυτό το φορτίο… Τους κακούργους, τους κακούργους, τί έκαμαν! […] Αν τουλάχιστον είχαν την σύνεσιν να μη φέρουν τον Κωνσταντίνο».
Η ζωή στον ακινητοποιημένο «Νάρκισσο» έμοιαζε με μαρτύριο. Ο Βενιζέλος αισθανόταν σαν θηρίο στο κλουβί. Κατέφυγε πάλι στον Ρέπουλη και άρχισε να του μεταφράζει, από τα αγγλικά, αποσπάσματα της βιογραφίας του Λίνκολν. Η κακοκαιρία εξακολουθούσε να μαίνεται και έτσι, έπειτα από πέντε ημέρες βασανιστικής παραμονής στο πλοίο, ο Βενιζέλος και η συνοδεία του αποφάσισαν να ταξιδέψουν σιδηροδρομικώς μέχρι τη Νίκαια. Μολονότι σε ολόκληρη τη διαδρομή έβρεχε ασταμάτητα και είχε πολύ κρύο, στους ενδιάμεσους σταθμούς πολλοί Ιταλοί, κάτω από τα υπόστεγα και κρατώντας ομπρέλες, περίμεναν υπομονετικά να δουν τον άνθρωπο που τόσο απρόσμενα έστελναν στην εξορία οι Έλληνες. Ο Βενιζέλος, κατάκοπος, δεν θέλησε να εμφανιστεί μπροστά τους. Εκείνοι όμως, σιωπηλοί, όταν το τρένο αναχωρούσε, εκδηλώνοντας τον θαυμασμό τους, έβγαζαν τα καπέλα τους για να τον αποχαιρετήσουν.
Έφτασαν επιτέλους στη Νίκαια το βράδυ της 12ης Νοεμβρίου. Για τον Βενιζέλο δεν υπήρχε περιθώριο ανάπαυλας και φυγής από τα βαριά συναισθήματα που πλάκωναν την ψυχή του. Εντωμεταξύ, ηγέτες και απλοί άνθρωποι, απ’ όλο τον κόσμο, τον κατέκλυζαν με μηνύματα συμπάθειας και συμπαράστασης. Ο Λόιντ Τζορτζ, τρεις μέρες μετά τις εκλογές, του τηλεγράφησε: «Ταράχθηκα και λυπήθηκα με το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών. Με έκανε να απελπισθώ, σχεδόν, για τη δημοκρατία».
Ο Βενιζέλος είχε ανάγκη από ανάπαυση και γαλήνη. Όμως όταν έφθασε στη Νίκαια διαπίστωσε αμέσως ότι αυτό ήταν αδύνατο. Πολυάριθμοι Έλληνες από την Ιταλία και τη Γαλλία είχαν συρρεύσει στην πόλη, ενώ δεκάδες δημοσιογράφοι και έκτακτοι απεσταλμένοι των μεγαλύτερων εφημερίδων του κόσμου τον πολιορκούσαν για μια συνέντευξη. Δεν υπέκυψε στις αφόρητες πιέσεις. Είχε αποφασίσει να παραμείνει σιωπηλός για να μην παρεμβάλει προσκόμματα στους διαδόχους του. Ξαφνικά εξαφανίστηκε βρίσκοντας καταφύγιο στη «Βίλα Αστόρια» του Ζερβουδάκη. Δεν κατάφερε όμως ούτε εκεί να ησυχάσει.

Οι Βρετανοί ζητούν τη βοήθειά του

Την ανάπαυσή του διέκοψε η απροσδόκητη άφιξη του Ουίνστον Τσόρτσιλ, που ήταν υπουργός Στρατιωτικών στη βρετανική κυβέρνηση. Τα νέα που του έφερε ήταν δυσάρεστα: η εκλογική ήττα του Βενιζέλου και η επάνοδος του βασιλιά Κωνσταντίνου στην Ελλάδα είχαν προκαλέσει την οργή της αγγλικής κοινής γνώμης, γεγονός που δεν επέτρεπε στο Λονδίνο να συνεχίσει τη φιλελληνική πολιτική που είχε ακολουθήσει την εποχή του Βενιζέλου. Λίγο διάστημα μετά ειδικός απεσταλμένος του Βρετανού πρωθυπουργού Λόιντ Τζορτζ προσκόμισε επιστολή με την οποία προσκαλούσε τον Βενιζέλο να τον συναντήσει στο Παρίσι και του ζητούσε να τον βοηθήσει για να μπορέσει και αυτός να συντρέξει αποτελεσματικά την Ελλάδα. Ήδη, έπειτα από επιμονή των Γάλλων και των Ιταλών για αναθεώρηση της συνθήκης των Σεβρών, επρόκειτο σε έναν μήνα να συγκληθεί νέα διάσκεψη κορυφής στο Λονδίνο με μοναδικό θέμα τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Ο Βενιζέλος ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου κατάπληκτος άκουσε τον Βρετανό πρωθυπουργό να ζητά από τον Έλληνα ηγέτη να παρέμβει στα μεγάλα δημοσιογραφικά συγκροτήματα της Βρετανίας για να προλάβει τη μεταστροφή τους εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων. Ο Λόιντ Τζορτζ παραδέχθηκε ότι δεν μπορούσε να έρθει σε αντίθεση με την κοινή γνώμη που δεν μπορούσε να χωνέψει την επάνοδο στον θρόνο του φιλογερμανού βασιλιά Κωνσταντίνου.
Ο Βενιζέλος ανταποκρίθηκε στην έκκληση του Βρετανού πρωθυπουργού και ταξίδεψε στο Λονδίνο όπου παρέμεινε για μια εβδομάδα. Στη διάρκεια της παραμονής του συναντήθηκε με τους εκδότες των κορυφαίων βρετανικών εφημερίδων. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Είχε κερδίσει ξανά, σε λίγες ημέρες, την εύνοια του αγγλικού Τύπου. Ο Βενιζέλος είχε προσφέρει μια απρόσμενη βοήθεια στους εχθρούς του στην Αθήνα, οι οποίοι απομονωμένοι διεθνώς αναζητούσαν απεγνωσμένα τρόπο να δραπετεύσουν από τη «φυλακή» στην οποία οι ίδιοι είχαν καταδικάσει τους εαυτούς τους.
Ο Λόιντ Τζορτζ επέμεινε στον Βενιζέλο να προσπαθήσει να επηρεάσει τους Γάλλους ηγέτες, διότι εκεί η κοινή γνώμη, περισσότερο από ό,τι στην Αγγλία, ήταν απολύτως εχθρική κατά της Ελλάδας. Την επαύριον του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με εκατομμύρια θύματα, η επάνοδος του φιλογερμανού Κωνσταντίνου είχε προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων και είχε δώσει προσχήματα στις δυνάμεις που ήταν αντίθετες με την παρουσία της Ελλάδας στη Μικρά Ασία. Εξάλλου οι Γάλλοι δεν είχαν λησμονήσει ότι αυτοί που κυβερνούσαν τώρα την Ελλάδα, με την ανοχή του Κωνσταντίνου, είχαν σφαγιάσει 70 Γάλλους ναύτες στους δρόμους των Αθηνών το 1916.

Χωρίς επίσημη ιδιότητα διεξάγει απελπισμένο αγώνα για τη διάσωση της συνθήκης των Σεβρών

Ένα πρωινό του Ιανουαρίου 1921 ο Βενιζέλος έφθασε στο Παρίσι. Αποβιβάσθηκε στον σταθμό της Λυών, εκεί όπου μετά τον διπλωματικό θρίαμβο των Σεβρών ελληνικά χέρια είχαν αποπειραθεί να τον δολοφονήσουν. Ανάμεσα στο παρισινό πλήθος, χωρίς συνοδούς και φρουρά, κρατώντας μια βαλίτσα επιβιβάσθηκε σε ταξί και κατευθύνθηκε στο ξενοδοχείο «Μαζεστίκ», όπου κατέλυσε σε ένα δωμάτιο του πέμπτου ορόφου. Στη Γαλλία ήδη, από τις 11 Ιανουαρίου, διεξαγόταν διάσκεψη κορυφής, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη μια σταυροφορία κατά της Ελλάδας με πρωταγωνιστές φανατικούς κληρικόφρονες και ισχυρούς τραπεζικούς κύκλους, που είχαν σοβαρά οικονομικά συμφέροντα στην Οθωμανική Τράπεζα. Μέχρι πριν από λίγους μήνες ο Βενιζέλος, όσο ήταν ακόμα πρωθυπουργός, με τη βοήθεια της γαλλικής ηγεσίας, είχε ξεπεράσει με επιτυχία τις αντιδράσεις των κύκλων αυτών. Τώρα όμως οι γαλλικές διαθέσεις είχαν μεταβληθεί ριζικά. Ο ίδιος, τώρα πια, ήταν ένας απλός ιδιώτης με εχθρική τη γαλλική κοινή γνώμη και με σύσσωμο τον γαλλικό Τύπο να εξαπολύει μύδρους κατά της Ελλάδας εξαιτίας της παρουσίας του Κωνσταντίνου στην Αθήνα. Τα περιθώρια για τον εξόριστο ηγέτη ήταν ασφυκτικά.
Ο Γάλλος πρωθυπουργός Αριστίντ Μπριάν, που τον δέχθηκε αμέσως, του εξήγησε ότι εξαιτίας των σφοδρών αντιδράσεων της κοινής γνώμης δεν είχε περιθώρια για άσκηση ευνοϊκής πολιτικής προς την Ελλάδα. Ο Βενιζέλος αντέτεινε ότι δεν ήταν δυνατόν να καταδικασθεί η χώρα του με αφορμή το άτυχο εκλογικό αποτέλεσμα της 1ης Νοεμβρίου και ότι σε κάθε περίπτωση η συνθήκη των Σεβρών δεν αποτελούσε μονομερή πράξη της Ευρώπης υπέρ των ελληνικών αξιώσεων, αλλά ήταν ο καταστατικός χάρτης της επίλυσης του Ανατολικού ζητήματος. Ο Έλληνας ηγέτης, μετά και από μια δεύτερη συνομιλία με τον Μπριάν, άρχισε να αισιοδοξεί. Μάλιστα ο Γάλλος πρωθυπουργός του έδωσε ραντεβού στη νέα διάσκεψη κορυφής στο Λονδίνο. Η αισιοδοξία αυτή του Βενιζέλου ενισχύθηκε έπειτα από συνάντηση που είχε με τον τέως πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Ραϊμόν Πουανκαρέ, ο οποίος σύντομα θα αναλάμβανε πρωθυπουργός. Για τη συνάντηση αυτή ο Πουανκαρέ έγραψε ένα άρθρο στη Revue des deux Mondes (Επιθεώρησις των Δύο Κόσμων) τον Φεβρουάριο του 1921: «Μη φαντασθείτε ότι στην προσεχή διάσκεψη του Λονδίνου οι απεσταλμένοι της σημερινής Ελλάδας θα καταφέρουν να στηρίξουν τα ελληνικά συμφέροντα. Αυτοί θα είναι εκεί, διότι έτσι ορίζει το πρωτόκολλο και η εθιμοτυπία. Στα παρασκήνια η Ελλάδα θα έχει κάποιον άλλο δικηγόρο πολύ επίφοβο για τους Τούρκους […] Ο υπέροχος αυτός πολιτικός άνδρας ουδέποτε άλλοτε υπήρξε συνεπέστερος προς τον εαυτό του παρά την παταγώδη εκλογική του αποτυχία […] Και δεν έχει στο εξής άλλη σκέψη παρά μόνο πως θα συγχωρήσει τον τόπο του για να διατηρήσει όλα όσα του είχε εξασφαλίσει».
Ο Βενιζέλος, μετά από τις συνομιλίες του με τον Βρετανό πρωθυπουργό και με τους Γάλλους ηγέτες, έστειλε επιστολή, στις 17 Ιανουαρίου, στον πρωθυπουργό Δημήτριο Ράλλη στην Αθήνα με την οποία τον ενημέρωνε για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο Βρετανός πρωθυπουργός στο Λονδίνο, για τη μεταστροφή της Γαλλίας και για τον κίνδυνο αναθεώρησης της συνθήκης των Σεβρών. Ο Δημήτριος Ράλλης, παρά το μίσος του κατά του Βενιζέλου, αντέδρασε με γενναιότητα και πρότεινε στο υπουργικό συμβούλιο να ανατεθεί η εκπροσώπηση της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις στον Βενιζέλο. Αυτό ήταν και το τέλος της πολιτικής του σταδιοδρομίας. Ο Δημήτριος Γούναρης, που ήταν υπουργός Στρατιωτικών, αντέδρασε με σφοδρότητα καθαιρώντας τον γηραιό Ράλλη από πρωθυπουργό.
Η πολυκέφαλη ηγεσία των αντιβενιζελικών αποφάσισε να αναθέσει την πρωθυπουργία στον Νικόλαο Καλογερόπουλο. Αυτό σήμαινε ότι ένας μέτριος πολιτικός αναλάμβανε να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην κρίσιμη διάσκεψη κορυφής στο Λονδίνο. Το έργο αυτό ήταν αναμφίβολα πολύ βαρύ για τους ώμους του. Ανίδεος κυριολεκτικά ομολογούσε ενώπιον των δημοσιογράφων ότι δεν είχε διαβάσει τη συνθήκη των Σεβρών. Πριν να φθάσει στο Λονδίνο πέρασε πρώτα από το Παρίσι. Κατάπληκτες οι ηγεσίες της Αγγλίας και της Γαλλίας τον άκουσαν να υβρίζει τον Βενιζέλο και να χρησιμοποιεί γλώσσα πεζοδρομίου εναντίον του.
Στο μεταξύ ο Λόιντ Τζορτζ είχε συμφωνήσει με τον Βενιζέλο να παραμείνει στο Λονδίνο σε όλη τη διάρκεια της συνόδου κορυφής, ώστε να βοηθήσει από το παρασκήνιο την ελληνική υπόθεση. Και ο Βενιζέλος αναχώρησε και πάλι για το Παρίσι όπου συναντήθηκε ξανά με τον Γάλλο πρωθυπουργό. Ο Μπριάν, μολονότι διστακτικός, δεσμεύθηκε να τηρήσει μετριοπαθή στάση απέναντι στις ελληνικές θέσεις.
Την επόμενη μέρα συνάντησε ένα δοκιμασμένο φίλο της Ελλάδας, τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών Μπερτελώ. Ο κορυφαίος αυτός Γάλλος διπλωμάτης είχε στηρίξει στο παρελθόν αποφασιστικά τον Βενιζέλο στις διπλωματικές του μάχες και τώρα ήταν έτοιμος να το επαναλάβει. Ακολούθησε νέα συνομιλία με τον Πουανκαρέ, την οποία ο τέως πρόεδρος της Γαλλίας κατέγραψε στην Επιθεώρηση των δύο κόσμων τον Μάρτιο 1921: «Η δαιμόνια ικανότητα του κ. Βενιζέλου, που ασκήθηκε προς όφελος της πατρίδας του, κατόρθωσε να κερδίσει και πάλι τη βρετανική κυβέρνηση σε θέσεις ευμενείς υπέρ της Ελλάδος».

Η αντιβενιζελική κυβέρνηση και η ιταλική ηγεσία ματαιώνουν τη συμμετοχή του Βενιζέλου στη διάσκεψη του Λονδίνου
Το διεθνές κύρος του Βενιζέλου παρέμενε αλώβητο και οι επαφές του με κορυφαίους Γάλλους και Άγγλους πολιτικούς έτειναν να μετριάσουν το αρνητικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί σε βάρος της Ελλάδας. Την ίδια ώρα όμως στην Αθήνα οι φιλοβασιλικές εφημερίδες είχαν εξαπολύσει ένα κύμα συκοφαντίας κατηγορώντας τον Βενιζέλο ότι δρούσε υπονομευτικά κατά της Ελλάδας. Ταυτόχρονα στον ιταλικό Τύπο είχε ξεκινήσει μια λυσσώδης εκστρατεία κατά της συμμετοχής του Έλληνα ηγέτη στην επικείμενη διάσκεψη κορυφής. Ο κόμης Σφόρτσα, που ήταν τώρα υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας και καθοδηγούσε την εκστρατεία, δεν ξεχνούσε ότι εξαιτίας του Βενιζέλου οι Ιταλοί είχαν χάσει τη Σμύρνη. Η ιταλική διπλωματία είχε ένα φοβικό σύνδρομο απέναντι στον Βενιζέλο και τον θεωρούσε ως τον πλέον επικίνδυνο αντίπαλο για τις φιλοδοξίες της Ρώμης στην Ανατολική Μεσόγειο. Ήταν τέτοια η ανησυχία που είχε προκληθεί, ώστε σε συνεδρίαση της ιταλικής Βουλής υποβλήθηκε επερώτηση κατά πόσο ήταν νόμιμη η συμμετοχή του Βενιζέλου στη διάσκεψη κορυφής.
Στο μεταξύ ο Βενιζέλος επανήλθε στο Λονδίνο και συνάντησε αμέσως τον Βρετανό πρωθυπουργό, τον οποίο ενημέρωσε για τις επαφές του στο Παρίσι και για τη διαφαινόμενη βελτίωση του κλίματος υπέρ των ελληνικών θέσεων. Ταυτόχρονα αφίχθηκε στη βρετανική πρωτεύουσα ο κόμης Σφόρτσα, αποφασισμένος να εκτοπίσει από τις διαπραγματεύσεις τον επίφοβο Έλληνα αντίπαλο. Ο πονηρός Ιταλός έθεσε αμέσως θέμα νομιμοποίησης του Βενιζέλου. Και ο Βρετανός πρωθυπουργός, που προήδρευε στη διάσκεψη κορυφής, υποχρεώθηκε να ζητήσει από τον Βενιζέλο να βρει, έστω κατ’ επίφαση, έναν νομικοφανή τρόπο για να συμμετάσχει στη διάσκεψη. Ο Κρητικός πολιτικός δεν δίστασε ούτε στιγμή. Προθυμοποιήθηκε να συμμετάσχει είτε ως συμπληρωματικό μέλος της ελληνικής αποστολής είτε ως απλός τεχνικός σύμβουλος. Ο Λόιντ Τζορτζ ικανοποιημένος από τη λύση που είχε βρεθεί έδωσε εντολή στην αγγλική διπλωματία να ειδοποιήσει τον πρωθυπουργό Καλογερόπουλο να καλέσει τον Βενιζέλο να συμμετάσχει στην ελληνική αντιπροσωπεία ως τεχνικός σύμβουλος.
Ο αχυράνθρωπος, που εκπροσωπούσε την Ελλάδα ως πρωθυπουργός σε μια τόσο κρίσιμη διάσκεψη, ζήτησε την έγκριση του Γούναρη στην Αθήνα για τη συμμετοχή του Βενιζέλου στη διάσκεψη. Η απάντηση ήταν αρνητική. Για μια ακόμα φορά η μισαλλοδοξία και ο φθόνος είχαν υπερκεράσει το εθνικό συμφέρον.
Η διάσκεψη ξεκίνησε στις 11 Φεβρουαρίου 1921 (ν.η.) χωρίς τον Βενιζέλο. Οι αντιπρόσωποι του Κεμάλ έθεσαν ζήτημα ελληνικότητας της Θράκης και της Ιωνίας παρουσιάζοντας στατιστικές, που είχαν καταρριφθεί από τον Βενιζέλο πριν από την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών. Η ελληνική αντιπροσωπεία, διαπράττοντας γκάφα ολκής, επικαλέσθηκε δικές της στατιστικές, που δεν συμφωνούσαν με αυτές που είχε προσκομίσει παλαιότερα ο Βενιζέλος. Την αντίφαση αυτή την αντιλήφθηκε αμέσως ο Σφόρτσα, ο οποίος κρατούσε μαζί του τους στατιστικούς πίνακες του Βενιζέλου. Η πρόταση του Ιταλού, που έγινε δεκτή από τη διάσκεψη, ήταν η κατάρτιση ειδικής επιτροπής για τον έλεγχο των αντιτιθέμενων στατιστικών. Στην πραγματικότητα είχε γίνει το πρώτο βήμα για την αναθεώρηση της συνθήκης των Σεβρών. Ο Καλογερόπουλος αντιλήφθηκε αργά τη μεγάλη του γκάφα και αρνήθηκε να συμφωνήσει στον σχηματισμό ειδικής επιτροπής για τη μελέτη των στατιστικών. Το επιχείρημά του προκάλεσε τη θυμηδία των συνέδρων: δεν είχε εντολές από την Αθήνα και ήταν πρωθυπουργός με περιορισμένη εντολή. Η γελοιοποίηση της ελληνικής αντιπροσωπείας ολοκληρώθηκε όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός προσπαθώντας να αποδείξει την ελληνικότητα της Ιωνίας έφερε ως επιχείρημα τη γέννηση του Ομήρου και της Σαπφούς στην ιωνική γη.

Διπλωματική πανωλεθρία

Ο Βενιζέλος έμεινε για λίγο ακόμα στο Λονδίνο, όπου πληροφορήθηκε από στελέχη του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών την απόφαση της διάσκεψης για αναθεώρηση της συνθήκης των Σεβρών. Οι αγωνιώδεις προσπάθειές του να αποτρέψει τις δυσάρεστες αυτές εξελίξεις είχαν πρωτίστως υπονομευθεί από την ελληνική πλευρά. Οι πρωθυπουργοί της Βρετανίας και της Γαλλίας είχαν επενδύσει πολλές ελπίδες στη συμμετοχή του Βενιζέλου στη διάσκεψη. Πίστευαν ότι η παρουσία του Έλληνα ηγέτη θα κατασίγαζε τις σφοδρές αντιδράσεις που είχαν προκληθεί στην κοινή γνώμη των χωρών τους. Η μισαλλοδοξία της βασιλικής παράταξης και η πονηριά των Ιταλών είχαν καταφέρει να εξουδετερώσουν το μόνο διπλωματικό χαρτί που διέθετε η Ελλάδα σε μια τόσο κρίσιμη διάσκεψη.
Η άφιξη του Γούναρη στο Λονδίνο για να υποστηρίξει τον αδύναμο Καλογερόπουλο χειροτέρεψε την ελληνική θέση. Η ελληνική πλευρά, αντίθετα με τις συμβουλές του Βενιζέλου, απέρριψε ειρηνευτικό σχέδιο των Άγγλων που προέβλεπε αυτονομία της Σμύρνης (με πολίτευμα παρεμφερές με εκείνο της Κρητικής Πολιτείας) και διασφάλιση της Ανατολικής Θράκης για την Ελλάδα. Θα προτιμήσει τον πόλεμο στα βάθη της Μικράς Ασίας. Ο Γούναρης, μάλιστα διαβεβαίωνε τους Άγγλους ότι ο ελληνικός στρατός ήταν σε θέση να διαλύσει τις κεμαλικές δυνάμεις και να φτάσει στη Σεβάστεια και το Ερζερούμ μέσα σε τρεις μήνες.
Για τα αποτελέσματα της διάσκεψης του Λονδίνου, ο Πουανκαρέ έγραψε και πάλι ένα άρθρο στην Επιθεώρηση των δύο κόσμων τον Απρίλιο 1921: «[Οι αντίπαλοι του Βενιζέλου] ήλπιζαν να βρουν στο Λονδίνο την ίδια υποδοχή της οποίας ετύγχανε ο πολιτικός άνδρας τον οποίο ανέτρεψαν και τον διαδέχθηκαν […] Υπερασπίσθηκαν με πολλή ατζαμοσύνη την υπόθεση την οποία ο Βενιζέλος είχε υπερασπισθεί με εξαιρετική επιδεξιότητα και γι’ αυτό είχε κερδίσει. Ο κ. Βενιζέλος άλλοτε είχε προσαγάγει στατιστικές, είχε επικαλεσθεί τους εθνολογικούς λόγους, είχε επιμονή για τους πόθους των πληθυσμών. Οι νέοι διαπραγματευτές της Ελλάδος, για να υπερασπισθούν τα δίκαια της χώρας τους, επικαλέσθηκαν στα σοβαρά τις σκιές του Ομήρου και της Σαπφούς».
Οι ειδήσεις για την διπλωματική πανωλεθρία της Ελλάδας στη διάσκεψη του Λονδίνου συντάραξαν τον Βενιζέλο. Όταν έφθασε στο Παρίσι είπε σε φίλους του που τον περίμεναν εκεί: «Ευρισκόμεθα ενώπιον τραγωδίας του Αισχύλου».
Η εικόνα του τρόμαξε τους φίλους του. Σκυθρωπός και θλιμμένος ζήτησε να δει αμέσως τον Ρέπουλη. Τον παρακάλεσε να τηλεγραφήσει στις αθηναϊκές εφημερίδες την οριστική και αμετάκλητη απόφασή του να αποσυρθεί από την πολιτική. Στην ψυχή του μεγάλου εκείνου ανθρώπου είχε επέλθει ισχυρός κλονισμός. Βαθιά απογοητευμένος έβλεπε να καταρρέει το έργο του χωρίς να μπορεί να το στηρίξει. Οι αντίπαλοί του τυφλωμένοι από το μίσος τους αρνήθηκαν να δεχθούν τη βοήθειά του. Με τις αποφάσεις τους οδηγούσαν τη χώρα στον όλεθρο. Η κατεστραμμένη Ελλάδα θα τον θυμηθεί και θα τον καλέσει ξανά να τη βοηθήσει μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

ΠΗΓΕΣ (ενδεικτική παράθεση):
– Εφημερίδες Πατρίς, Ελεύθερος Τύπος, Times, Daily Telegraph, Daily Express, Νοέμβριος 1920-Μάρτιος 1921.
– Revue des deux Mondes, Φεβρουάριος-Απρίλιος 1921.
– Πηνελόπη Σ. Δέλτα, Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος, Ημερολόγιο-Αναμνήσεις-Μαρτυρίες-Αλληλογραφία, επιμ. Π. Α. Ζάννας, Αθήνα 1978.
– Εμμανουήλ Ρέπουλης, Κείμενα (Επιστολές, Άρθρα, Ομιλίες), Δήμος Κρανιδίου 2001.
– Νικόλαος Εμμ. Παπαδάκης (Παπαδής), Ελευθέριος Βενιζέλος, ο άνθρωπος, ο ηγέτης – Βιογραφία, Εθνικό Ίδρυμα «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» – Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2017.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα