Σάββατο, 27 Ιουλίου, 2024

Βασίλης Ιγγλεζάκης: «…Πώς ζήσαμε το ξέσπασμα του πολέμου»

Ο Χανιώτης δάσκαλος – 102 ετών σήμερα – θυμάται

«Δεν μπορούσες να φανταστείς, ούτε όμως και να εξηγήσεις αυτό το ξέσπασμα του κόσμου μόλις μαθεύτηκε ότι μας κήρυξαν πόλεμο. Άναψε η πατριωτική φλόγα; Ήταν ένα ξέσπασμα μετά από 4 χρόνια δικτατορίας;». Σε ηλικία 102 ετών σήμερα (γεννήθηκε το 1921) ο κ. Βασίλης Ιγγλεζάκης σεβάσμιος δάσκαλος, από τις σπουδαιότερες μορφές ανθρώπων μιλάει στα “Χ.ν.” για το πώς έζησε ο ίδιος την 28η Οκτωβρίου.

Ο πόλεμος τον βρήκε σπουδαστή στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου . Θυμάται χαρακτηριστικά… «μέναμε σε ένα δωματιάκι ως σπουδαστές με ένα καλό φίλο το Δημήτρη Σμυρλάκη. Ήταν 11:30 τη νύχτα στις 27 Οκτωβρίου Κυριακή βράδυ. Διαβάζαμε και οι δύο και του λέω “Δημήτρη πάω να κοιμηθώ, άντε να ξεκουραστείς και εσύ γιατί αύριο θα έχουμε πόλεμο”. Του το έλεγα μέρες ότι δεν θα πάνε τα πράγματα καλά. “Εδά μου ’γινες και μάντης;” μου λέει και του απαντώ “διαβάζω εφημερίδα από τη Γ΄ τάξη του Γυμνασίου”. Ξέρεις, δεν έτρωγα το κουλούρι στο 1ο Γυμνάσιο Χανίων, το πενηνταράκι που βάστουνα, τό ’σφιγγα και όταν έφευγα από το σχολείο περνούσα από τη Δημοτική Αγορά να πάρω τον “Παρατηρητή” να διαβάσω. Διάβαζα συνέχεια εφημερίδες, ενημερωνόμουν. Τα ξημερώματα 5-6 το πρωί χαλασμός στη γειτονιά! Φασαρία, φωνές, ένας χαμός! “Πόλεμος, μας κτύπησαν οι Ιταλοί” να ακούμε τον κόσμο να φωνάζει, δεν ξέρω αν προλάβαμε να κουμπώσουμε τα ρούχα μας και βγήκαμε και εμείς έξω. Πλημμυρισμένο το Ηράκλειο από κόσμο! Άλλοι να ψέλνουν τον εθνικό ύμνο, άλλοι να λένε ριζίτικα “των αντρειωμένων τα άρματα δεν πρέπει να πουλιούνται” και “το πότε θα κάνει ξαστεριά” και δώστου να φωνάζουν “ζήτω ο πόλεμος”. Λέω στο Δημήτρη “Φαίνεται πως κουζουλάθηκε ο κόσμος. Χειροκροτούμε για τον πόλεμο και δεν ξέρουμε τι μας περιμένει; Μάλλον ξεσπάει ο λαός για τα 4 χρόνια της δικτατορίας” και εκείνος γυρίζει και μου ρίχνει μια “μούτζα”. Πήγαμε στην Ακαδημία, είχαμε διευθυντή τον Μπουρλότο και τον υποδιευθυντή τον Γλύκα, Χιώτες και οι δύο. “Τι λέτε κ. διευθυντά;” ρωτήσαμε. “Τι μας περιμένει παιδιά μου δεν ξέρουμε. Πηγαίνετε τώρα στα δωματιάκια σας να ησυχάσετε και ελάτε την επομένη να δούμε τι θα γίνει”. Πήγαμε την επομένη το πρωί και μας είπαν πως κλείνει η Ακαδημία και να γυρίσουμε στα χωριά μας».

Τρεις ημέρες προσπαθούσε ο κ. Βασίλης και οι άλλοι Χανιώτες να βρουν μέσο να επιστρέψουν Χανιά. Άφαντα τα λεωφορεία και τα άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς. «Ήμασταν σε ένα ταβερνάκι και λέει ο συμφοιτητής μου ο Ανδρέας Φραγκιουδάκης “Ιγγλέζο έλα βρήκα μια καρότσα”. Ήταν ένας χωριανός του με ένα φορτηγό που μας είπε ότι θα μας πάει μέχρι τις Καλύβες. Μας φόρτωσε λοιπόν και κατά τις 11 τα μεσάνυχτα φτάσαμε στις Καλύβες. Πού να βρεις μέσο να φύγεις τέτοια ώρα; “Μην στεναχωριέστε παιδιά θα πάμε σπίτι μου να ξυπνήσω τη μάνα μου” μας λέει ο Ανδρέας και έτσι έγινε πήγαμε 10-12 νομάτοι στο σπίτι του και την επομένη την άλλη μέρα ο καθένας με τον τρόπο του έφτασε στο χωριό του.»
Φτάνοντας στα Ζυμβραγού ήδη 9 άνδρες είχαν στρατευτεί ανάμεσα στους χωριανούς του και ο λοχαγός Ιωάννης Καλογεράκης «λέγανε τότε πως ήταν ο ομορφότερος άνδρας που πέρασε από τη σχολή Ευελπίδων. Παλικάρι σκοτώθηκε στην Αλβανία! Άλλοι τρεις τραυματίσθηκαν ευτυχώς ελαφρά και ο τέταρτος ο Μανώλης Σαριδάκης από τα κρυοπαγήματα του έκοψαν και τα δύο πόδια».

ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ ΟΙ ΜΑΝΕΣ, ΡΩΤΟΥΣΑΝ ΟΙ ΛΑΛΕΣ

Στα Ζυμβραγού όλοι περίμεναν να μάθουν τα νέα από το ραδιόφωνο που είχε ένας εκ των καφετζήδων στο μαγαζί του. «Εκεί ακούγαμε για το στρατό μας, για τις νίκες, γίνονταν χαλασμός και ενθουσιασμός. Περίμεναν οι μανάδες μας στα σπίτια. “Ίντα ακούσατε;” μας ρωτούσαν, οι λάλες μας πάλι έλεγαν “μάθατε τίποτα για τα παιδιά μας;” και αναμεταξύ τους να ρωτάει η μια την άλλη αν πήραν γράμμα από το μέτωπο. Μεγάλη αγωνία! Τη γη την καλλιεργούσαν οι ηλικιωμένοι και όσοι νέοι είχαμε απομείνει. Και τα ζώα μας τα είχαν επιτάξει τότε για τις μεταφορές. Να δεις κάτι συμπτώσεις, όλη η ζωή είναι συμπτώσεις! Είχαμε ένα μουλάρι, το ’χαμε αγοράσει 12.000 δρχ. Μας το είχαν επιτάξει και μετά από καμπόσους μήνες ένας χωριανός ο Κωστής Παπαδάκης στρατιώτης στην Αλβανία σε ένα όρχο με 50 μουλάρια λέει στον υπεύθυνο. “Μώρε τουτονα το μουλάρι είναι Ζυμπραγιανό” και αρχίζει να φωνάζει ο Παπαδάκης “Μίρμο!” Έτσι το είχα ονοματίσει! Και σηκώνεται το μουλάρι και κουνάει το κεφάλι του και όλοι έμειναν με ανοικτό το στόμα. Λίγες ημέρες μετά γλύστρησε σε ένα στενοπόρι και έπεσε σε μια χαράδρα και για να μην βασανίζεται το σκότωσαν το καημένο».
Τότε στα Ζυμβραγού ο συνομιλητής μας θυμάται ότι θα ζούσαν 70 οικογένειες, με 250 άτομα, υπήρχαν τρία καφενεία και ένας μεγάλος αριθμός δασκάλων καθώς «ήταν δασκαλομάνα τα Ζυμβραγού».

ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ΧΩΡΑΦΙΟΥ

«Ήταν 4 Νοέμβρη και μου λέει ο πατέρας μου “αύριο θα πάρεις τη σκαλίδα και ο Γιώργης (ο μικρότερος αδελφός) το σκαπέτι και θα πάτε στο χωράφι. Έχω κάνει σωρούς πέτρες να τους παραμερίσατε και να κάμετε 27 λάκκους γιατί έχω έτοιμες ελιές και θα έλθω να τις φυτέψουμε μετά μαζί αφού τελειώσω το πότισμα του περβολιού.” Κάποια στιγμή ο πατέρας μου, σκάβαμε εμείς και τα χέρια μου ήταν μέσα στα αίματα από τη σκαλίδα Περνούσε ένα συνταξιούχος δάσκαλος Μαυροματάκης μαζί με τον χωριανό μας Ανδρέα Κατάκη. “Γιάννη “ λέει στον πατέρα μου “ ίντα είναι οι δουλειές σου; Δεν βλέπεις το κοπέλι που έστειλες να κάμεις δάσκαλο που σουρώνουνε τα χέρια του αίμα;” και απαντά ο πατέρας μου. “Ε δάσκαλε, έτσα είναι η ζωή άλλοι πάνε στο πόλεμο και πολεμούνε για την πατρίδα, εμείς μείναμε εδώ και κάναμε το πόλεμο του χωραφιού».

Έφτασε η 6η Απριλίου του 1941 όταν οι Γερμανοί επιτέθηκαν και αυτοί κατά της Ελλάδας. Ο κ. Βασίλης ήταν εκείνο το πρωί στην εκκλησία και ο συνομίληκος του Γιώργος Καλογεράκης του έκανε νόημα να πάνε πίσω από το ιερό. “Βασίλη να πάμε στα Χανιά να παρουσιαστούμε στη Μεραρχία να ζητήσουμε να μας πάρουν εθελοντές” ανέφερε. Ήταν δίπλα μας ένα θείος μου -είχε πάρει του πατέρα μου την αδελφή- μας άκουγε και λέει. “Άναψε πάλι το νεανικό το αίμα και είναι αψύ. Ομπρώς θα βάλετε το νου και ύστερα τη κουβέντα! Ακούς ανήψιο;” “Εμείς θα πάμε” απαντώ και την επομένη φύγαμε και ήλθαμε στα Χανιά και πάμε στη Μεραρχία. Παρουσιαστήκαμε σε ένα συνταγματάρχη και του είπαμε πως θέλουμε να καταταγούμε. Τότε μας αγκαλιάζει και τους δυο και μας λέει “να σας φιλήσω και να σας καλοστρατίσω παιδιά! Να πάτε πίσω στα σπίτια σας, δεν ήλθε η ώρα σας».


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα