Βρεθήκαμε στο Ιτζεδίν, την εγκληματική φυλακή των Χανίων, η οποία είναι κτισμένη σ’ έναν λόφο με υψ. 80 μ. στο Καλάμι, 18 χλμ. από την πόλη μας. Ενα ψηλό μπεντένι, ίσως 5 μέτρων, αγκαλιάζει τα διώροφα κτήρια και αγγίζει τα πάντα της φθοράς. Σε κάθε γωνία στέκεται μισογκρεμισμένη και μια σκοπιά. Πολλά διαμερίσματα με πολλά παράθυρα ανοιχτά στον χρόνο και με μισογκρεμισμένα τζάμια που ακροβατούν. Ενα σιωπηλό λησμονημένο κάστρο θα έλεγα που αγναντεύει ακούραστα τον κόλπο της Σούδας. Μέσα σ’ αυτήν την αποσύνθεση του ξύλου και σίδερου αντιλαλεί ο στεναγμός από τον πόνο και ξεστρατίζει η καρδιά σε αμέτρητους παλμούς.
Εδώ βρεθήκαμε το πρωί της 15ης Δεκεμβρίου για να παρακολουθήσομε τη λειτουργία του Αγ. Ελευθερίου. Από τη στιγμή που αντικρίσαμε το τοπίο μάς υποδέχτηκε έξω μια τετράγωνη κρήνη με το όνομα του κτήτορα. Ανατολικά και έξω από τα τείχη είναι κτισμένη η εκκλησία. Ενα φτωχό εκκλησάκι βασιλ. ρυθμού με αγιογραφίες, από τα ίδια τα χέρια των φυλακισμένων. Από τον ίδιο κατάδικο που έχει ζωγραφίσει και το στηθαίο του γυναικωνίτη της Αγ. Παρασκευής Καλυβών. Αν προσέξει κανείς τις εικόνες, έχουν κάτι το ιδιαίτερο από άλλες αγιογραφίες άλλων ναών, ένα ξεχωριστό συναίσθημα του αγιογράφου που σε παραπέμπουν σε άλλες αναζητήσεις.
Η λειτουργία έγινε από τον εφημέριο του χωριού και τους ψάλτες με προσοχή και σεβασμό όπως αρμόζει. Η καμπάνα με το παλιό κουρασμένο σήμαντρο κτυπούσε αργά, ανάλαφρα και θύμιζε τον παλιό καιρό που ήταν το ρολόι στο καθημερινό πρόγραμμα της φυλακής.
Η εκκλησία ήταν κτισμένη μέσα στην αυλή της φυλακής, αλλά εμπόδιζε στις εκδηλώσεις γι’ αυτό την έκτισαν οι φυλακισμένοι σ’ αυτήν τη θέση που είναι τώρα. Τιμήθηκε επάξια με εξαίρετους ύμνους ο Αγ. Ελευθέριος και η μητέρα του και τελείωσε η λειτουργία με το τροπάριο του Αγίου. Ο εφημέριος με ύφος ταπεινό και με χαμόγελο είπε λίγα λόγια για τη ζωή του Αγ. Ελευθερίου και έκανε μια μικρή αναφορά στην ιστορία του τόπου τονίζοντας τα εξής: «Εάν μπορούσε αυτός ο κόσμος ν’ αλλάξει, αν μπορούσε ο καθένας από εμάς να αγαπά και να σέβεται τα δικαιώματα των συνανθρώπων του, όλες οι φυλακές θα μπορούσαν να μείνουν κλειστές. Επειδή όμως δεν μπορούμε αυτό να το πετύχουμε, χρειάζεται πίστη, υπομονή, ψυχραιμία να περάσουμε τους δύσκολους τούτους καιρούς».
Οι προσκυνητές, που μερικοί απ’ αυτούς ήταν συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού των φυλακισμένων, αναζητούσαν πληροφορίες από υπεύθυνο πρόσωπο για τη λειτουργία της φυλακής και για τους ονομαστικούς συγγενείς των. Κάποιος ηλικιωμένος που έζησε τρία και παραπάνω χρόνια μέσα σ’ αυτή τη φυλακή δρασκέλισε τη βαριά πόρτα, κάνοντας τον σταυρό του και βρέθηκε σε έναν ανοιχτό χώρο σαν μικρό παράλλ/μο γήπεδο αγκαλιασμένο από διώροφα κτήρια μπροστά από την πτέρυγα των πολιτικών κρατουμένων.
Αρχισε να διηγείται με λεπτομέρεια τα γεγονότα γύρω από τα ονόματα των φίλων του. Τον περικύκλωσαν γνωστοί και άγνωστοι και όλοι κρεμάστηκαν από τα λόγια του. «Εδώ μέσα βλέπω τη μορφή μου, τα νιάτα μου, τους φίλους μου, εδώ διπλοχαιρετίσαμε τα πάθη της ζωής και τώρα θεριεύει η σιωπή και η μοναξιά. Αυτό το κονάκι της υποταγής, έτσι αποκάλεσε τη φυλακή, μαρτυρά βασανιστήρια, πόνο, πείνα, κρύο, φόβο, φυματίωση, απελπισία και το πιο τρομερό, τον θάνατο. Σ’ αυτόν τον χώρο αυλιζόμαστε και είναι τόπος δακρύων, στεναγμών, αγανάκτησης, αλλά και συμβιβασμός αισθημάτων κι έγινε τόπος παιχνιδιού, τραγουδιού, χορού. Βγάζαμε τις τάβλες από τα κρεβάτια, κάναμε τραπέζια και γιορτάζαμε το Πάσχα με φτώχεια βέβαια και στέρηση, αλλά με θάρρος και ελπίδα. Ετσι καταφέραμε ν’ αντέξουμε, να νιώσουμε ελεύθεροι, να δημιουργηθούμε, να κάνουμε οικογένειες που ακόμα απορώ για την αντοχή μας.
Οι πολιτικοί κρατούμενοι είχαν σπουδαία οργάνωση και στην καθημερινή τους ζωή, αλλά και στις αποφάσεις τους. Μεταξύ αυτών ήταν γιατροί, δικηγόροι, καθηγητές, μηχανικοί και ένας φυσ. ερευνητής όπως και πολλοί τεχνίτες. Ενα Πανεπιστήμιο όπως έλεγα αργότερα. Προσπαθούσαν να μάθουμε όλοι ανάγνωση και γραφή, να κάνουμε φίλο το βιβλίο και μερικοί βγήκαμε στην κοινωνία τέλειοι τεχνίτες. Αυτό που βιώσαμε και ήταν απάνθρωπο ήταν οι εκτελέσεις.
Η πιο σκληρή καρδιά ράγιζε την ώρα που οι θανατοποινίτες μας αποχαιρετούσαν με φιλιά και λόγια: «Αδέλφια αύριο δεν θα ήμαστε μαζί σας, θ’ αφήσουμε όμως την καρδιά μας στην παρέα. Μας έδωσαν χαρτί και μολύβι να γράψουμε λέει την τελευταία μας επιθυμία. Ποια επιθυμία, τα δικαιώματά μας; Αύριο, πριν βγει ο ήλιος θα εκτελεστούμε». Κλείδωσαν έναν – έναν σε ξεχωριστό κελί και μόνο ο Θεός ξέρει τι νύχτα πέρασαν.
Αλλά κι εμείς όλοι μείναμε άυπνοι και μόλις ξεδιαφώτισε στήσαμε το αφτί και κάποια στιγμή ακούστηκε ένας συνεχής πυροβολισμός, ένα γάζωμα από σφαίρες και μετά τρεις ξεχωριστές χαριστικές βολές. Ετσι θάφτηκαν τρεις άντρες με τα δικαιώματά τους.
Το μνημείο υπάρχει ακόμα κάτω από τις φυλακές και κάτω από τον δρόμο που οδηγεί στο Καλάμι. Σ’’ αυτόν τον τόπο της υποταγής και της απαξίωσης ξεχνούσε κι ο ίδιος ο Θεός για να σε δει είπε ο κύριος τελειώνοντας τη διήγησή του.
Στο άλλο μέρος της φυλακής που δεν μπορέσαμε να μπούμε λόγω του ετοιμόρροπου των κτηρίων, ήταν οι ποινικοί κρατούμενοι (σε διώροφα κτήρια στην ίδια διαρρύθμιση), κάτω τα μαγειρεία, οι απομονώσεις και πάνω τα γραφεία. Οι εγκληματικές φυλακές στο Καλάμι, το “Ιτζεδίν”, είναι ένα σπουδαίο ιστορικό μνημείο, ένας σύμβουλος της ζωής και έχω τη γνώμη ότι σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου κι αν ήταν σαν κτήριο θα είχε καλύτερη τύχη.
Τα Χανιώτικα Νέα συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative (JTI) των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, έχοντας συμπληρώσει και δημοσιεύσει την Αναφορά Διαφάνειας. Η Πρωτοβουλία JTI είναι ένα διεθνές πρότυπο και έχει ως στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στα ΜΜΕ μέσω της ανάδειξης και προώθησης της αξιόπιστης δημοσιογραφίας,
Συμμετέχοντας στην πρωτοβουλία αυτή, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να συμβάλλουμε στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και να προάγουμε την αξιοπιστία και την ηθική στη δημοσιογραφία. Με αυτόν τον τρόπο, στηρίζουμε τις βασικές αρχές της ελευθερίας του τύπου και της δημοκρατίας, προσφέροντας στους πολίτες έναν αξιόπιστο πυλώνα πληροφόρησης.