Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Συνθήκη της Λωζάνης: Τι ακριβώς έχουν υπογράψει Ελλάδα και Τουρκία

Η Συνθήκη της Λωζάνης ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. Υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Α΄ΠΠ και τη Μικρασιατική εκστρατεία(1919-1922) και συμμετείχαν στη Συνθήκη των Σεβρών, συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη.

Η υπογραφείσα συνθήκη ήταν το αποτέλεσμα της σχετικής διάσκεψης που ξεκίνησε στις 7 Νοεμβρίου 1922 μεταξύ των προαναφερομένων μελών. Στο κείμενο της Συνθήκης συμπεριλαμβάνεται και η Σύμβαση της Λωζάνης που αποτελεί συντομότερο κείμενο και υπογράφηκε νωρίτερα, στις 30 Ιανουαρίου 1923.Κατήργησε τη Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από τη νέα κυβέρνηση της Τουρκίας η οποία διαδέχθηκε τον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης.
Μετά την ήττα του Ελληνικού στρατού στη Μικρασία, προέκυψε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 04 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη,την Ιμβρο και τη Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με τη Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών, η οποία όμως θα έμενε αποστρατιωτικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.
Ένα σημείο διαφωνίας ήταν η καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων από την Ελλάδα, κάτι για το οποίο η τελευταία δήλωνε αδυναμία. Τελικά η Τουρκία δέχθηκε να της αποδοθεί το τρίγωνο του Κάραγατς στη Θράκη, γνωστό και ως Παλαιά Ορεστιάδα, αντί αποζημιώσεων. Τα νησιά Ιμβροςκαι Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες (το 1926 η τουρκική κυβέρνηση ακύρωσε με νόμο αυτή τη διάταξη).Ο Οικουμενικός Πατριάρχης τέλος, έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.

Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατιωτικοποίηση ,συγκεκριμένα («μη εγκατάσταση ναυτικής βάσεως») κάποιων νησιών του Αιγαίου (Λήμνος, Σαμοθράκη, Σάμος, Χίος, Λέσβος, Ικαρία) ,αλλά και βάσει του άθρου 13 επιτρέποντας »Στις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις στα αναφερόμενα νησιά να  καλούν για στρατιωτική υπηρεσία,όσους μπορούν να γυμνάζονται επί τόπου, αλλά και  δύναμη χωροφυλακής και αστυνομίας ανάλογη με αυτήν που υπάρχει σε ολόκληρο το ελληνικό έδαφος.»
Αργότερα με τη Συνθήκη του Μοντρέ, στην οποία η Ελλάδα ήταν συμβαλλόμενο μέρος, η Τουρκία ξαναπέκτησε το δικαίωμα στρατιωτικοποίησης των Στενών, της Ίμβρου, Τενέδου, και αντίστοιχα η Ελλάδα της Λήμνου και Σαμοθράκης.

Συγκεκριμένα με τη Σύμβαση του Μοντρέ, τα συμβαλλόμενα μέρη «απεφάσισαν να αποκαταστήσωσι την παρούσαν Σύμβασιν εις την Σύμβασιν των υπογραφείσαν εν Λωζάνης τη 24η Ιουλίου 1923. Η κατάργηση όλης της Σύμβασης για τα Στενά του 1923, είχε σαν αποτέλεσμα και την κατάργηση των διατάξεων για αποστρατιωτικοποίηση της Λήμνου και της Σαμοθράκης. Η Σύμβαση κυρώθηκε άμεσα από την Ελλάδα (Αναγκαστικός Νόμος 2 της 7ης Αυγούστου 1936).
Ως προς τα Δωδεκάνησα,σύμφωνα με το άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης ,“Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμουμένων νήσων, τουτέστι της Αστυπαλαίας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό της Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου”.
Περαιτέρω, το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (10.12.1947) προβλέπει : «Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λειψών, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον, ως και τας παρακειμένας νησίδας».
Σύμφωνα με το άρθρο 16 της Συνθήκης της Λωζάννης : «Η Τουρκία δηλοί ότι παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί των εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη άτινα κείνται πέραν των προβλεπομένων υπό της παρούσης Συνθήκης ορίων, ως και επί των νήσων, εκτός εκείνων ων η κυριαρχία έχει αναγνωρισθή αυτή δια της παρούσης  Συνθήκης, της τύχης των εδαφών και των νήσων τούτων κανονισθείσης ή κανονισθησομένης μεταξύ των ενδιαφερομένων.

Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουσι τας συνομολογηθείσας ή συνομολογηθησομένας ιδιαιτέρας συμφωνίας μεταξύ της Τουρκίας και των ομόρων χωρών λόγω της γειτνιάσεως αυτών».
Δυνάμει των νομικών αυτών τίτλων, η Ελλάδα ασκεί νομίμως, αδιαλείπτως, εμπράκτως και με ειρηνικό τρόπο την κυριαρχία της επί όλων των νήσων, νησίδων και βραχονησίδων που εμπίπτουν, κατά τα προαναφερόμενα, στο έδαφός της χωρίς να έχει υπάρξει ουδεμία αμφισβήτηση από άλλο κράτος, πλην των αβάσιμων όψιμων αμφισβητήσεων της Τουρκίας

Στις 24 Ιουλίου του 1923, στο Παλέ ντε Ρουμίν της Λωζάννης, εκπρόσωποι οκτώ διαφορετικών εθνών έβαλαν φαρδιά πλατιά την υπογραφή τους κάτω από ένα κείμενο 143 άρθρων. Το κείμενο, μια συνθήκη ειρήνης μεταξύ της Τουρκίας (ως διαδόχου κράτους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) και κρατών που πολέμησαν εναντίον της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και αργότερα (Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ελλάδα, Ρουμανία και Γιουγκοσλαβία, τότε λεγόταν ακόμα Βασίλειο Σέρβων-Κροατών-Σλοβένων), είχε στόχο να βάλει τα πράγματα στη θέση τους στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη, μια περιοχή που βρισκόταν σε γεωπολιτική αναταραχή τα τελευταία χρόνια.
Η Συνθήκη της Λωζάννης, όπως έχουμε συνηθίσει να την λέμε, συμπληρώνει φέτος αισίως 100 χρόνια ζωής. Τα άρθρα της, διατυπωμένα σε διαφορετικούς καιρούς, υπό πολύ διαφορετικές συνθήκες, εξακολουθούν να ισχύουν ακόμα. Με όλες τις αλλαγές και διαφοροποιήσεις που μπορεί να’ χει φέρει αυτός ο ένας αιώνας που μεσολαβεί από την υπογραφή της ως σήμερα. Αποτελεί, πάντως, ένα κείμενο κομβικό για το ελληνικό κράτος και προφανώς κάτι στο οποίο η εγχώρια ειδησεογραφία και επικαιρότητα «σκοντάφτει» πολύ συχνά. Όλο και συχνότερα, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια.
Το κείμενο της Συνθήκης ουσιαστικά αντικατέστησε δύο άλλα κείμενα: Την συνθήκη των Σεβρών του 1920, η οποία είχε μεν υπογραφεί από τους Οθωμανούς, αλλά δεν έγινε δεκτή από το καθεστώς του Κεμάλ. Και την ανακωχή των Μουδανιών (Οκτώβριος 1922), ένα προσωρινό κείμενο για την κατάπαυση του πυρός, ουσιαστικά το τέλος της Μικρασιατικής εκστρατείας με όλα τα ολέθρια αποτελέσματα που γνωρίζουμε για τον ελληνισμό σ’ εκείνους τους τόπους.

Το ξενοδοχείο Beau-Rivage Palace Hotel της Λωζάννης, σημαντικός πόλος κατά τις συζητήσεις και την υπογραφή της Συνθήκης ( Dursun Aydemir/Anadolu Agency/Getty Images)
Περιθώρια για διαφορετικές ερμηνείες
Τι αναφέρει ακριβώς η Συνθήκη της Λωζάννης; Πώς είναι διατυπωμένα τα άρθρα της που μας αφορούν, κάτω από τα οποία βρίσκονται οι υπογραφές της Ελλάδας και της Τουρκίας και μας δεσμεύουν; Να, μια επίκαιρη ερώτηση.


Ο τουρκικός αναθεωρητισμός είναι τελευταία συμπυκνωμένος στην δήλωση «έχετε υπογράψει ότι τα νησιά του Αιγαίου θα είναι αποστρατικοποιημένα, άρα παραβιάζετε τις συμφωνίες». Όπως θα διαπιστώσετε, το κείμενο είναι έτσι διατυπωμένο, ώστε να αφήνει περιθώρια διαφορετικών ερμηνειών. Κι όπως οι γείτονες μας κατηγορούν για παραβιάσεις, με τον ίδιο (και αρκετά πιο σαφή…) τρόπο μπορούμε να στείλουμε πίσω τα όποια βέλη.
Η Συνθήκη, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και την Τουρκία
• Όρισε τα χερσαία σύνορά μας στην περιοχή του Έβρου.
• Όρισε το καθεστώς των νησιών του Βορείου Αιγαίου.
• Επικύρωσε τo προγενέστερο πρωτόκολλο περί ανταλλαγής πληθυσμών και όρισε εξαιρέσεις σ’ αυτόν τον κανόνα.
• Καθόρισε τα δικαιώματα των θρησκευτικών και γλωσσικών μειονοτήτων στις δύο χώρες.
Το ζήτημα είναι να γνωρίζουμε σε τι ακριβώς αναφερόμαστε. Γι’ αυτό το λόγο «απομονώθηκαν» τα άρθρα της Συνθήκης που αφορούν τις δύο χώρες και παρουσιάζονται σ’ αυτό το κείμενο. Όταν γνωρίζεις τι ακριβώς έχεις υπογράψει, τόσο καλύτερα μπορείς να το υπερασπιστείς. Όπου πρέπει.
Διευκρίνιση, απαραίτητη: Το αρχικό κείμενο της Συνθήκης διατυπώθηκε στη γαλλική γλώσσα. Εκεί ανατρέξαμε κυρίως, ώστε να χρησιμοποιήσουμε την πιο ακριβή διατύπωση. Σημαντικός «μπούσουλας», βέβαια, ήταν και η ελληνική μετάφραση (σε γλώσσα καθαρεύουσα), αλλά και οι αγγλικές και τουρκικές μεταφράσεις. Ειδικά σε άρθρα και διατυπώσεις που ακόμα και μία λέξη μπορεί να αλλάξει το νόημα.
Κατ’ αρχάς, ορισμένες διευκρινίσεις.

Με πρώτη απ’ όλες το ότι οι πληρεξούσιοι των κρατών δεν υπέγραψαν ένα κείμενο, αλλά πολύ περισσότερα. Η Συνθήκη αυτή καθ’ εαυτή ήταν το βασικότερο από αυτά, όμως υπήρξαν και διάφορες άλλες συμβάσεις, δηλώσεις και πρωτόκολλα. Άλλες υπογράφονταν από όλες τις χώρες, άλλες μόνο από συγκεκριμένες.
Από την ελληνική πλευρά, οι δύο που υπέγραψαν ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος (ο οποίος τότε δεν είχε κάποιο θεσμικό πολιτικό αξίωμα, γι’ αυτό και στο κείμενο αναφέρεται ως «πρώην Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου») και ο Δημήτριος Κακλαμάνος, τότε πρεσβευτής (κατά το κείμενο «πληρεξούσιος υπουργός») της Ελλάδας στο Λονδίνο.

Ποιο… ελληνοτουρκικό; Στενά και γενοκτονία των Αρμενίων
Η Συνθήκη μπορεί την Ελλάδα και την Τουρκία να τις αφορά άμεσα σε σχέση με τα άρθρα που αφορούν το εδαφικό, πλην όμως στη διεθνή διπλωματία μνημονεύεται κυρίως για δύο άλλους λόγους.


Ο πρώτος είναι ότι έγινε μια πρώτη αποτύπωση στο χαρτί του καθεστώτος των Στενών (τα οποία «έκαιγαν» τις ευρωπαϊκές χώρες κυρίως για το ελεύθερο εμπόριο στη Μαύρη Θάλασσα). Αργότερα, το 1936, υπογράφηκε η Συνθήκη του Μοντρέ («Σύμβαση για το καθεστώς των Στενών» η πλήρης ονομασία της), η οποία ισχύει μέχρι σήμερα.
Ο δεύτερος λόγος είναι το διαβόητο πια συνοδευτικό κείμενο Νο. 8 με τίτλο «Δήλωση περί αμνηστίας». Στις 8 παραγράφους της δήλωσης, οι πληρεξούσιοι όλων των χωρών δέχονται ουσιαστικά την αμνηστία όλων των προσώπων, στρατιωτικών και μη, για την «στρατηγική ή πολιτική διαγωγή» τους στο διάστημα 1η Αυγούστου 1914-20η Νοεμβρίου 1922. Οι δε κυβερνήσεις Τουρκίας και Ελλάδας δέχτηκαν να χορηγήσουν «πλήρη και τέλεια» αμνηστία για όλα τα διαπραχθέντα κακουργήματα ή πλημμελήματα που έγιναν αυτή την περίοδο. Ουσιαστικά, δηλαδή, τα κράτη που υπέγραψαν έκρυψαν κάτω από το χαλί ζητήματα κολοσσιαία, όπως η γενοκτονία των Αρμενίων και των Ποντίων, αλλά και ο βίαιος ξεριζωμός (1)των Μικρασιατών. Κανένα από αυτά τα εγκλήματα δεν κατέληξε ποτέ να εξεταστεί από κάποιο διεθνές δικαστήριο.


(1) …Σημείωση: H Ενωση Βουρλιωτών Μ.Ασίας θεωρεί πως πρόκειται σαφέστατα γιά γενοκτονία,η οποία καθιερώθηκε άλλωστε με ομόφωνη απόφαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου και τιμάται στις 14 Σεπτεμβρίου κάθε έτους.
Τουρκία: Φωνάζει, αν και παραβιάζει.
Όποιος θέλει να μελετήσει τα άρθρα της Συνθήκης που αφορούν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, θα καταλάβει ότι το κείμενο είναι έτσι διατυπωμένο, που να μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε λαστιχένιο μπαλάκι. Ή αλλιώς, η Τουρκία μοιάζει με τον κλέφτη που φωνάζει για να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
Επίκαιρο παράδειγμα: Η Τουρκία όταν αναφέρεται σε παραβίαση της αποστρατικοποίησης των ελληνικών νησιών αναφέρεται στο άρθρο 13. Κι όμως, το συγκεκριμένο άρθρο ουσιαστικά απαγορεύει στην Ελλάδα να εγκαταστήσει ναυτική βάση σε κάποιο από τα νησιά ή να εκτελέσει οχυρωματικά έργα.


Στο εδάφιο 3, αν προσέξετε, αναφέρεται ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις «θα περιοριστούν στο συνηθισμένο αριθμό όσων καλούνται για στρατιωτική υπηρεσία» και θα υπάρχει δύναμη χωροφυλακής και αστυνομίας «ανάλογη με αυτή που υπάρχει σε ολόκληρο το ελληνικό έδαφος». Ποιος είναι αυτός ο «συνηθισμένος αριθμός» και ποια η αναλογία στρατιωτών προς πολίτες σε όλο το ελληνικό έδαφος, που θα πρέπει να ακολουθείται και στα νησιά, είναι κάτι που χωράει πολλή συζήτηση.
Τα δύο κράτη έχουν υπογράψει την ουσιαστική ουδετεροποίηση των συνόρων τους (περιγράφεται ακριβώς μέχρι και ποιος ελαφρύς οπλισμός επιτρέπεται, ενώ απαγορεύεται ρητώς το πυροβολικό) κάτι που καμία από τις δύο δεν τηρεί.
Η Τουρκία έχει δε παραβιάσει κατάφορα άρθρα της Συνθήκης που έχουν να κάνουν με τη ζωή της πολυπληθούς τότε και ισχνής σήμερα ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και την Ίμβρο και την Τένεδο. Οι οποίες, κατά τη Συνθήκη, έπρεπε να χαίρουν αυτόνομου διοικητικού καθεστώτος, που θα προέρχεται από το ντόπιο στοιχείο, μέχρι και οι χωροφύλακες θα έπρεπε να ήταν ντόπιοι! Οι υπερπτήσεις, επίσης απαγορευμένες, είναι καθημερινό φαινόμενο (αν και οι Τούρκοι επιλέγουν να πετούν πάνω από νησιά που δεν αναφέρονται ονομαστικά στη Συνθήκη).
Τέλος, η Συνθήκη αυτή είναι κυρίως «τεχνική». Δηλαδή τα περισσότερα άρθρα της έχουν να κάνουν με οικονομικούς και δημοσιονομικούς όρους, όπως το δημόσιο Οθωμανικό χρέος, θέματα περιουσιών και δικαιωμάτων, μέχρι και ρυθμίσεις για την βιομηχανική, πνευματική και καλλιτεχνική ιδιοκτησία και τους τάφους των στρατιωτών ξένων δυνάμεων που άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή! Λογικό, καθώς ένα από τα μέρη που υπέγραφε (η Τουρκία) ήταν ακόμα στα σπάργανα και έπρεπε να «δεσμευτεί» από τα όσα δέσμευαν και παλαιότερα την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Γι’ αυτό δεν επιχειρήθηκε μια πλήρης μετάφραση της Συνθήκης. Η έρευνα επικεντρώθηκε στις εδαφικές και πληθυσμιακές ρυθμίσεις.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα