Τρίτη, 19 Μαρτίου, 2024

Ρεμβασμός Αποκορωνιώτικου Εσπερινού

Η χρονιά στον Αποκόρωνα ξεκίνησε κι εκείνη τη χρονιά, εν έτει 19… από το Καρύδι. Εδώ, βλέπετε, στο Μοναστήρι του Άη Γιώργη προσήλθαν την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, επί την ηλίου δύσιν, οι άνθρωποί του, για να λειτουργήσουν και να λειτουργηθούν, ν’ ανταλλάξουν ευχές, ν’ ακουμπήσουν τις ματιές τους στις παλαιϊκές πέτρες, ν’ ανάψουν τα κεριά της όποιας επιθυμίας τους στα μανουάλια των προσδοκιών τους, να πάρουν το κομμάτι που τους αναλογούσε από την αποκορωνιώτικη πίτα…

Τα σύννεφα είχαν κατέβει χαμηλά για να ενώσουν τον ουρανό και τη γη εκείνο το δειλινό. Τα έβλεπα, όντας δίπλα στο ψαλτήρι, απ’ το παράθυρο της εκκλησίας, ενώ οι ψάλτες ανέσυραν τα ωραία ελληνικά φωνήεντα από το “Κατευθυνθήτω η προσευχή μου”, και σκεφτόμουν πόσο κοντά, δίπλα- δίπλα, είναι εν τέλει το θείο και το ανθρώπινο. Αν ήμουν έξω, θα το τολμούσα το δίχως άλλο. Ν’ απλώσω, λέει, το χέρι μου και να πάρω ένα κλαδάκι σύννεφο. Ένα τόσο δα κλαδάκι, γέννημα της γης, κατοίκημα τ’ ουρανού, αποκούμπι του νου σ’ ώρες δύσκολες για τη χρονιά που άρχιζε. Το ίδιο, λέει, θα έκαναν, εκτός από μένα και όλοι οι άλλοι που ήταν μέσα στο εκκλησάκι και στις αυλές του Αγίου. Ναι! Το σπερνό θα είχε σίγουρα τελειώσει και ο τόπος θα πρόσφερε το ουράνιο και γήινο μαζί δώρο του. Ένα κλαδάκι σύννεφο, μια ιδέα βροχής, αυτό που είχε εκείνη την ώρα.
«Αυτή, λοιπόν, είναι η δική του βασιλόπιτα», συμπέρανα στην αχνοβολή του ιλαρού φωτός, που εκείνη τη στιγμή ανυμνούσαν εν χορώ, άπαντες οι εν τω ναώ ευρισκόμενοι, με πρώτο τον Επίσκοπο της Επαρχίας Ειρηναίο Αθανασιάδη. Η δική του βασιλόπιτα, μια βασιλόπιτα – σύννεφο. Ή ένα σύννεφο – βασιλόπιτα, που το είδα, όπως μου φάνηκε, να μπαίνει απ’ την πόρτα, να αραιώνει και να περιρρέει τον χώρο, κι εντέλει να πυκνώνει και να γίνεται βασιλόπιτα κανονική και ν’ αναμένει το κόψιμό της μπροστά απ’ το τέμπλο, τον διαμελισμό της σε τόσα κομμάτια όσοι οι παρόντες και οι απόντες, οι προαπελθόντες και οι επερχόμενοι, οι κατοικούντες εν τη γη και διψώντες τον ουρανό, οι ευρισκόμενοι στον ουρανό και επισκεπτόμενοι τη γη…

Η χρονιά στον Αποκόρωνα ξεκινούσε τότε από το μοναστήρι του Άη Γιώργη, στο Καρύδι. Περαστικός τις προάλλες στη φαντασία μου, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, από ‘κει. Κρατώντας ένα κλαδάκι σύννεφο… Ρεμβασμός Αποκορωνιώτικου Εσπερινού.

Και… στα πεταχτά

«Ο Μέγας Αθανάσιος είχε για δάσκαλό του, τον Άγιο Αντώνιο, φύλακα άγγελό του.// Ο βίος τους ενάρετος, μας παραδειγματίζει,/ μια προσευχή σε όλους μας, υγεία να χαρίζει». Του Αγίου Αντωνίου χθες, του Αγίου Αθανασίου σήμερα. Μεγάλη η Χάρη και των δύο, να ‘ναι καλά η Νεκταρία Θεοδωρογλάκη για τις μαντινάδες της. Χρόνια πολλά στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες. Και του Άη Θυμώτη, όπως λένε τον Άγιο Ευθύμη στο Μπρόσνερο, μεθαύριο, 20 του Γενάρη με το καλό… Χρόνια πολλά και σε σας, Ευθύμηδες και Ευθυμίες.
Ευθυμείτε!

Μικρή το δέμας -ένα τετρασέλιδο, μικρού σχήματος, όλο κι όλο- αλλά «ουκ εν τω πολλώ το ευ, αλλά εν τω ευ το πολύ», ωστόσο. Για το εφημεριδάκι με τίτλο «η εφημερίδα μας, με τα νέα μας», που επιμένει να κυκλοφορεί κάθε τρεις μήνες ο Σύλλογος Κισσαμιτών Αττικής, τα παραπάνω. Πιστό στο ραντεβού με τους αναγνώστες του και το 186ο τεύχος των τριών τελευταίων μηνών της περασμένης χρονιάς. Να ‘ναι καλά οι φίλοι Κισσαμίτες της Αττικής που επιμένουν να μου τη στέλνουν και να μαθαίνω τα νέα τους. Και βέβαια να διαβάζω λίαν αξιόλογα κείμενα, όπως αυτό που έγραψε ο τ. πρόεδρος του Συλλόγου, πρέσβης ε.τ. Βασίλης Σημαντηράκης με τίτλο “Το παρατσούκλι και οι συνέπειες του”.

Μέχρι και ψυγειάκι αγόρασαν, λέει, στην Ντάουνινγκ Στριτ για τα κορωνοπάρτι τους κάθε Παρασκευή, κατά τη διάρκεια του λοκντάουν που είχε επιβληθεί στη Βρετανία, οι εργαζόμενοι στην πρωθυπουργική κατοικία. Με τις ευχές του Μπόρις Τζόνσον, και πολλές φορές και με την παρουσία του, οι περίφημες “Παρασκευές του… ξεδώματος”. Σιγά που δεν θα είχαν δροσερά τα ποτά τους, τα κρασιά τους, τις μπίρες τους και τα ουίσκι τους. Για τους άλλους οι περιορισμοί… Κάτι σάπιο υπάρχει και στο Βασίλειο της Ιγγλετέρας ή είναι η ιδέα μου;

«Το είδα το φεγγαράκι, το είδα,/ είναι σίγουρο πως ήταν αυτό!// Έστεκε Σόλωνος και θλίψης γωνία/ απέναντι σ’ ένα μικρό ανώνυμο δρόμο,/ που βγάζει ίσια στην Πλατεία Προσφυγιάς!…/ “Ανάγκης”, την έλεγαν παλιά,/ αλλά μετονομάστηκε στην εποχή μας…/ Εκεί έστεκε με τα χαρτομάντηλα στα χεράκια του,/ και φαίνονταν καθαρά στο πρόσωπο του,/ κάτι εικαστικά σημάδια “εξπρεσιονισμού”,/ στο χρώμα του γραφίτη…// Σαν τα διαβάζει ο Λαός,/ λέει πως το φεγγάρι έχει νερό!/ Θα βρέξει λοιπόν!/ Ναι! θα βρέξει δάκρυ…// Τον πιο Άγιο Όμβρο!». Το ποίημα “Το φεγγαράκι” της Φωτεινής Εμμ. Σεγρεδάκη (Από την ποιητική συλλογή “Οινοχόος”, εκδ. “Χανιώτικα νέα”, Κίσσαμος 2021).


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα