Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Πότες θα κάμει ξεστεριά

το καινούργιο βιβλίο του ΒΑΓΓΕΛΗ Θ. ΚΑΚΑΤΣΑΚΗ

Με απέραντη ευγνωμοσύνη στην πολυσχιδή προσωπικότητα του Βαγγέλη Κακατσάκη, όπως αναφέρεται στο προλογικό σημείωμα των “Χανιώτικων νέων” στο βιβλίο του “ΠΟΤΕΣ ΘΑ ΚΑΜΕΙ ΞΕΣΤΕΡΙΑ” απευθύνω με πολύ μεγάλη συγκίνηση τα πολλά πολλά μου ευχαριστώ για το υπέροχο καινούργιο βιβλίο του και τον ευγενικό ντου Αγαπητικό χαιρετισμό. Κύριε Βαγγέλη δεν σου κρύβω πως τη χειρονομία σου αυτή τη θεωρώ πολύ τιμητική κι αισθάνομαι υπερήφανος απού με θυμάσαι. Μόνο πως αυτή τη φορά, το καινούργιο σου αυτό πόνημα, που έφτασε στα χέρια μου ημέρες καλοκαιρίας, μου δημιούργησε κάποια μικροπροβλήματα. Γιατί με καθήλωσε στο διάβασμα του. Κι η σύζυγος μου, εμπαινόβγαινε κι εγούζιουντανε πως οι γι αγκινίδες και τα ξινοτρίφυλλα επνίξανε τον κήπο μας, και με στραβοξάνοιγε και μου λεγε: «κι εσύ διαβάζεις μ’ αυτή τη λιακάδα, αμέριμνος».

Κι είναι αλήθεια κ. Βαγγέλη πως από διήγηση των ακουσμάτων απούχες από τη μακαρότισσα τη λάλη σου, τη Στυλιανή, που κοντά στην παρασιά, κείνανα τα ευλοημένα χρόνια, απού καίγουντανε τα πρινοκούτσουρα, εκείνη είχε αναμάσκαλα τη ρόκα κι έκλωθε γή έξενε τα μαλλιά των προβατινώ σας. Την ίδια ώρα όμως ετάιζε τη παιδική σου ψυχή με τούτεσας τσ’ ιστορίες για τα βάσανα και τσοι ταλαιπωρίες τω ραγιάδω προγόνω μας, απού ήτανε ορχομένες από στόμα σε στόμα και στα δικά τση αφθιά. Όπως εκάνανε δα ούλες οι Λαλάδες κι οι γι αληθινές Μανάδες, γιατί κατά τη ταπεινή μου γνώμη, οι γ’ αληθινές μανάδες είναι εκείνες απού γεννούνε, αλλά κι αναθρέφουνε κιόλας κι ετσά εκάνανε τοτεσάς, κι ας ήτανε αναλφάβητες, ήτανε όμως πάνσοφες. Γιατί και πάλι κατά τη γνώμη μου την ταπεινή, εκαθοδηγούντανε από το Θείο δώρο στσοι γυναίκες τη μητρότητα. Και δεν εγεμίζανε μόνο τα στομάχια των κοπελακιώ ντωνε, παρά και τσοι ψυχές τωνε με ιδανικά κι ευαιστησίες. Ετσά να πράμα θεωρώ πως εγίνηκε και με σένα, αγαπητέ Βαγγέλη. Κι εσύ εδά, με την αναγνωρισμένη λογοτεχνική σου αξιοσύνη τσοι προσφέρεις αυτές τσ’ ιστορίες με το βιβλίο σου “ΠΟΤΕΣ ΘΑ ΚΑΜΕΙ ΞΕΣΤΕΡΙΑ.

Ετσά σα μνημόσυνο στσοι ραγιάδες και αγωνιστές κεινονά τω χρόνω “π’ ούλα τα σκιάζ’ η φοβέρα και τα πλακών’ η σκλαβιά” που διαβάζοντας το, θυμήθηκα τα όμορφα διηγήματα των αναγνωστικών μας στο σκολειό, τσοι περιγραφές του Παπαδιαμάντη στα δικά ντου διηγήματα, και τσοι στοχασμούς του Φ. Κόντογλου στα βιβλία ντου, το τραχύ Καπετάν Μιχάλη του Αθάνατου Καζαντζάκη και τσ’ ανάλαφρες περιγραφές στσοι κακοτοπιές τση Μαδάρας, στα πήγαιν’ έλα ντου, στσοι σπερνούς και τσοι λουτρουγιές του μακαριστού πρώτου σου εργοδότη, αν δεν κάνω λάθος, και συντοπίτη σου, και καθηγητή μου στην Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης Ειρηναίου Γαλανάκη, πρώην Μητροπολίτου Κισσάμου και Σελίνου.

Πανάξιε Βαγγέλη Κακατσάκη σε διαβεβαιώ πως με κατασυγκίνησες με το πανέμορφο πόνημα σου “ΠΟΤΕΣ ΘΑ ΚΑΜΕΙ ΞΕΣΤΕΡΙΑ”. Γι’ αυτό και σε παρακαλώ να μου επιτρέψεις να αναντρανίσω το μικιό μου ανάστημα και με τη δύναμη τση φωνής που έχω να σου πω κατά πρόσωπο, Μπράβο μωρέ Βαγγέλη! Απού με το βιβλίο σου αυτό προσφέρεις μια διαλεχτή θροφή στσοι παλιές και καινούργιες γενιές, απού θρέφει συνειδήσεις κι αντρειώνει ιδανικά.

Και βέβαια, το μπράβο απευθύνεται και σε ούλους, που και συ κ. Βαγγέλη αραδιάζεις στο βιβλίο σου, τα ονόματα ντωνε που σου συμπαρασταθήκανε και ιδιαίτερα στην εφημερίδα “Χανιώτικα νέα” που πρωτοπορεί και στηρίζει παρόμοιες πρωτοβουλίες· την οποία κι προσωπικά ευγνωμονώ, γιατί έχω νιώσει τη θαλπωρή τση φιλοξενίας τση και τη ζεστασιά του ενδιαφέροντος τση. Ακόμη όμως από τούτεσας τσ’ ιστορίες βγαίνει το συμπέρασμα πως οι πρόγονοι μας διατηρήσανε ζωντανή την ελπίδα για την Ελευθερία και μείνανε αδούλωτες οι ψυχές τωνε.

Κι είναι ούλα τα διηγήματα σου διαλεχτά κι όμορφα και καταγγέλουνε την προσμονή, την ελπίδα και τη λαχτάρα για Λευτεριά, μα η καμπάνα στο υπόγειο. Με την καμπάνα να χτυπά μια φορά το χρόνο και το θαύμα του παπά Μανώλη, απού με τσ’ ήχους τση έσωσε το χωριό από τον εξισλαμισμό. Μου ‘φερε στο νου και θυμήθηκα την ιστορία τση καμπάνας τσ’ Αγίας Τριάδας που αναφέρω στο βιβλίο μου “Το χωριό μου Χωραφάκια Ακρωτηρίου Χανίων” και στσοι 106-107 σελίδες του. Που στη δεκαετία του 1830 ο Ηγούμενος του Μοναστηριπύ Ιωακείμ Καλαμαρίδης εκμεταλλεύτηκε την εκτίμησε του διοικητή τση Κρήτης, Μουσταφά πασά, ο Γκιριτζής (Κρητικός) και του ζήτηξε κατασκευή καμπάνας για το Μοναστήρι ντου, γιατί τανε απαγορευμένο είδος. Και με την πρωτοβουλία ντου παραγγέλθηκε στην Τεργέστη, για στη Κρήτη ήτανε αδύνατη η κατασκευή τση. Κι όταν τη φέρανε τη ξεφορτώσανε στο λιμανάκι του Τερσανά Χωραφακίων. Κι ύστερα επήγε το πλοίο στο λιμάνι των Χανίων. Κι όταν εσήμανε το πρώτο ακοπυστήκανε με μεγάλη ευχαρίστηση οι ήχοι τση. Απού αιώνες τσοι στερούντανε οι Χρισιανοί. Και μ’ αυτές τσοι σκέψεις λέω να τελειώσω. Το μόνο απού ήθελα να ‘τανε μπορετό, νάχα φωνή σα ντη βροντή απού κάνει τα βουνά κι αντιβοούνε, για ν’ ακουστεί στα αφθιά των αρμοδίων, για ν’ ακούσουνε την άποψη μου. Πως τούτανα τα διηγήματα πρέπει να συμπεριληφθούμε στ’ αναγνωστικά τω σκολειώ. Γιατί με τούτανα τα δασκαλέματα θα ξυπνούνε συνειδήσεις κι αντρειώνουνε ιδανικά και θα ξαστερώσει ο ορίζοντας από τσοι σκουντούφλες και τσοι κατσιφάρες απού θαμπώνουνε τον ελληνικό ορίζοντυα ώρες και φορές. Και το πανάκριβο δώρο τση Λευτεριά, απού βγήκε από τα κόκαλα των Ελλήνων τα ιερά, δε θα κιντυνεύσει να χαθεί ποτές.

Για ‘σενα δα Βαγγέλη και τον οικογενειακό σου περίγυρο οι γι ευκές μου άπειρες κι η γι εκτίμηση μου μεγάλη.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα