Σάββατο, 27 Ιουλίου, 2024

Ο σουλατσαδόρος και ο τοκιστής

Για την παλιά εποχή οι σηµερινοί ηλικιωµένοι όπου βρεθούν συνέχεια δηλώνουν ότι δεν θέλουν να την αναφέρει κανείς στην παρέα του αλλά ούτε και στα όνειρα τους δεν επιθυµούν να την βλέπουν γιατί έρχονται στην µνήµη τους όλα τα βαριά βιώµατα που έχουν περάσει από µικρά παιδιά και µεγάλοι που γίνανε.

Μερικοί στην παρέα που το ξεχνούν και όταν αρχίσουν να αναφέρουν γεγονότα που περάσανε αµέσως οι άλλοι τους σταµατούν γιατί θα τους χαλάσει το κέφι που έχουν και για να µπορούν να ανοίξει η όρεξη τους για ότι προκύψει αργότερα να το ευχαριστηθούν.
Μετά από λίγο ένας πήρε τον λόγο και είπε στην παρέα του. Αν κάποιος της παρέας µας αναφέρει κάποιο δικό του βίωµα εγώ αµέσως θα φύγω. Προσπαθώ να ξεχάσω τα δικά µου και θα φορτώσω το κορµί µου και όλων των άλλων; Έτσι το τηρήσανε και λέγανε όλοι µόνο αν είχανε κάποιο χαρούµενο για να χαρούν και να γελάσουν αλλά και να το συγκρίνουν µε αυτά της νέας εποχής που είναι καλύτερα.

Σχεδόν οι ίδιοι ήτανε κάθε φορά που κάνανε την συνάντησή τους σε γνωστό προάστιο της πόλης µας και σε γνωστό στέκι που συχνάζουνε κα άλλοι ηλικιωµένοι και µικρότερης ηλικίας για να περάσει η ώρα τους αφού έχουν σταµατήσει να εργάζονται λόγω ηλικίας.
Στην πρόσφατη συνάντηση που κάνανε µετά από λίγη ώρα ο κύριος Μανούσος Θ. πήρε τον λόγο και είπε για ένα γάµο που είχε γίνει στην γειτονιά του πριν δύο χρόνια που ο γαµπρός ήτανε λίγο συγγενείς του αλλά πριν λίγες ηµέρες έµαθε ότι χωρίσανε για λόγους οικονοµικούς και αµέσως πρόσθεσε: Αυτά που συµβαίνουν στην τωρινή εποχή, στην δική µας δεν γινότανε. Πιστεύω ότι ο γάµος µε το προξενιό που γινότανε στην εποχή µας ήταν καλύτερα και δεν χαλούσε ποτέ. Σήµερα δεν ρωτούν καθόλου τους γονείς τους και µόνοι τους χωρίζουν. Εκείνη την ώρα πάλι θυµήθηκε για ένα γάµο ιδιαίτερης σηµασίας που είχε το ίδιο αποτέλεσµα του χωρισµού και είπε ακριβώς: όπως είπα στην εποχή µας ο γάµος γινότανε µόνο µε προξενιό και µε απαγωγή αν δεν δίνανε την κοπελιά οι γονείς της και όλοι είχανε τις επιτυχίες τους.

Αν κάποιος είχε αποτυχία δεν χωρίζανε αλλά το κρατούσανε µυστικό για να µην γίνουν σχόλια στα σόγια τους. Αφού έχουµε χρόνο και για να περάσει η ώρα µας θα σας πω για ένα προξενιό που είχε γίνει και παντρεύτηκε από το χωριό µας ένας νέος που το θυµάµαι πολύ καλά γιατί ήτανε οι γονείς του φίλοι µου και γείτονές µου: ο γαµπρός είχε βάλλει στο µάτι µια κοπελιά από την µικρή της ηλικία από το διπλανό χωριό που ήτανε όµορφη και πλούσια. Όταν γύρισε από το στρατό είπε στον πατέρα του το γεγονός και ότι είναι καιρός να παντρευτεί. Ο πατέρας του δέχτηκε και αµέσως κάλεσε τον προξενητή και τον ενηµέρωσε για το προξενιό που θα αναλάβει για τον ίδιο και του είπε: Γιώργο θα πας στο χωριό που είναι δίπλα µας, στο σπίτι του Παναγιώτη Κ. και θα ζητήσεις την κόρη του την Χαρίκλεια για εµένα. Πράγµατι πήγε το βράδυ και κτύπησε την πόρτα του σπιτιού και όταν άνοιξε µπήκε µέσα και είπε στους γονείς της ότι ήρθα για προξενιό για την κόρη σας, την Χαρίκλεια για τον χωριανό µου και φίλο µου Μανώλη Τ. µετά από το κέρασµα που κάνανε του είπανε ότι θα το σκεφτούµε και έλα αύριο το βράδυ να σου απαντήσουµε.

Την άλλη µέρα πήγε κεφάτος ο προξενητής να πάρει την απάντηση και αντίκρισε καλοστρωµένο τραπέζι µε µπόλικο κρέας και κρασί. Από αυτό κατάλαβε ότι θα πάρει θετική απάντηση. Τρώγοντας και πίνοντας είπε ο πατέρας της: Εγώ θα την δώσω την κοπελιά µου στον Μανώλη και µε όλη την προίκα και τα λεφτά που της αναλογούνε αλλά θέλω να περάσει καλά µαζί του γιατί αλλιώς εσύ θα έχεις ευθύνες µαζί µου αν αποτύχει. Όµως θέλω να µου πεις και τι δουλειά κάνει ο γαµπρός για να καταλάβω αν περάσει καλά στα χέρια του.
Αυτός του απάντησε ότι είναι ο καλύτερος Σουλατσαδόρος και τοκιστής στο χωριό µας. Μόλις άκουσε καλά το τελευταίο: τοκιστής ενθουσιάστηκε ότι θα τοκίζει τα λεφτά που θα του δώσει και θα γίνει πλούσιος γρήγορα. Φύγε αµέσως του είπε να του πεις ότι δέχοµαι και παρουσία σου να τα πούµε όλα µε την οικογένειά του και να ορίσουµε γρήγορα κα τον γάµο.
Έγινε ο γάµος πήρε την προίκα και τα λεφτά και ζούσανε στο σπίτι του γαµπρού. Ο γαµπρός όµως είχε πολλά χρέη και µε τα λεφτά της προίκας σιγά-σιγά τα ξεχρέωσε για να µην το καταλάβει η γυναίκα του και µείνανε λίγα για να περνούν. Όµως και αυτά σε ένα χρόνο τελειώσανε και δεν είχανε να τρώνε. Το έµαθε ο πατέρας της Χαρίκλειας και αµέσως έστησε µποσκάδα στον προξενητή έξω από το σπίτι του για να τον κτυπήσει για τα ψέµατα που του είπε αλλά τυχαία περνούσε ο χωροφύλακας και τον έκανε τσακωτό και τον πήγε στον Σταθµάρχη. Από εκεί και µετά είπε δεν έµαθα τι απόγινε. Αυτά είχα να σας πω και φύγανε όλοι για τα σπίτια τους.
Τελειώνοντας για όσα αναφέραµε για τους γάµους της παλιάς εποχής έχουµε ακόµα να προσθέσουµε για τους νέους µας που έρχονται σήµερα να ανοίξουν τις δικές τους οικογένειες. Πρώτα να σκέπτονται τα παιδιά τους και µετά εµάς που θέλουµε όταν θα φύγουµε από την ζωή να είµαστε ευχαριστηµένοι και ότι οι κόποι µας δεν πήγανε χαµένοι. Αφού κάνουνε αυτή τη σκέψη δεν θα χωρίζουνε ποτέ.

* Ο Γιάννης Τσακπίνης είναι Συνταγµατάρχης (Π.Β.) ε.α.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα