Σάββατο, 11 Μαΐου, 2024

Ο Κράξτον από τον Πόρο στα Χανιά

Γράφει δρ Γιάννης Σουλιώτης*

Ο Τζον Κράξτον έκανε το παρθενικό του ταξίδι στον Πόρο όταν ήταν 23 ετών, χάρη στον Patrick Leigh Fermor, που τον παρότρυνε να επισκεφτεί το νησί του Δημοσθένη, όπου, στην ηρεμία και στο ιδιαίτερο λαμπρό του φως, θα μπορούσε να αφοσιωθεί στη ζωγραφική του.
Ο Πόρος, υπήρξε όχι μόνο τόπος περισυλλογής, ανάπαυσης, διασκέδασης, αλλά και πηγή έμπνευσης, γι’ αυτό και τα έργα του Κράξτον φέρουν ανεξίτηλα τα χρώματα και τα αρώματα του νησιού.
Έτσι το έργο του είναι γεμάτο φως ελληνικό –Ποριώτικο, νεκρές φύσεις με ψάρια, γάτες, ψαράδες, βοσκούς, καθώς επίσης ελληνικά βουκολικά τοπία, φάρμες, σπίτια και ζώα, όπως κατσίκες που τρέχουν σαν χαμένες ανάμεσα σε λουλούδια.
Θαμπωμένος από «το θάμβος του λευκού» των ναυτών του Προγυμναστηρίου, όπως άλλοτε, ο διάσημος Γιάννης Τσαρούχης, δε σταμάτησε να τους ζωγραφίζει καθισμένους στις ταβέρνες ή χορεύοντας το ζεϊμπέκικο.
Ανάμεσά τους κι ένας Κρητικός για χάρη του οποίου θα εγκαταλείψει τον Πόρο και θα πάει να εγκατασταθεί στη λεβεντογένα Κρήτη.
Το 1951, σχεδίασε τα σκηνικά και τα κοστούμια για τη παράσταση Δάφνις και Χλόη του Ραβέλ που ανέβηκε στο Covent Garden, σε χορογραφία του Frederick Ashton με τη Margot Fonteyn ‒ τα κύρια στοιχεία των οποίων θυμίζουν την Ποριώτικη φύση.
Το 1963, ο Κράξτον παρουσιάζει την ίδια του δουλειά στην Αθήνα στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
Ας μη λησμονούμε ότι ο Άγγλος καλλιτέχνης έφθασε στον Πόρο μια δύσκολη εποχή.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος μόλις είχε τελειώσει και έτσι ο Πόρος ήταν η γη της επαγγελίας για να πάει πιο πέρα την τέχνη του και να γευθεί τις χαρές της νεανικής του ζωής μακριά από τη μιζέρια και τη δυστυχία που άφηνε ο πόλεμος πίσω του .
Η αλήθεια είναι ότι στον Πόρο ανακάλυψε επίσης νέα χρώματα και πώς «να είναι ένα πραγματικό άτομο», γνώρισε όμως και «πραγματικούς ανθρώπους, πραγματικά παράθυρα-πραγματικό ήλιο πάνω απ’ όλα»….
Τόσο μεγάλος κι αληθινός ήταν ο ενθουσιασμός του και η αγάπη του για την Ελλάδα που συνήθιζε να λέει:
«Σε μια ζωή πραγματικότητας η φαντασία μου πραγματικά δουλεύει. Νιώθω σαν μετανάστης στο Λονδίνο∙ στυμμένος σαν λεμόνι»!!
Το φως του Πόρου, γνωστό για την ένταση και τη διαφάνεια του, είχε καταλυτική επίδραση στην ψυχοσύνθεσή του, όπως διαλαλούσε ασταμάτητα.
Η περίοδος της Ελλάδας στο έργο του κατακλύζεται από φωτεινά χρώματα.
Σε μια συνέντευξη του το 1967, δήλωσε με έμφαση και ειλικρίνεια:
«Έχω ζήσει και ταξιδέψει πολύ στην Ελλάδα. Έχω γοητευτεί από τη χώρα και τους ανθρώπους της, χάρη σε μια αμοιβαία αγάπη, μια φυσική ευημερία και τον τρόπο που η προσωπική μου φιλοσοφία φαίνεται να έχει συγγένεια με την ελληνική φιλοσοφία, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο».
Είμαι βέβαιος, ότι αποχαιρετώντας τον Πόρο, θα είπε όπως, κάποτε, ο φίλος του Σεφέρης:
«Τη μεγάλη γαλήνη που αισθανόμουν τώρα τελευταία, τα πρωινά, εδώ, δεν ξέρω αν θα την ξανάβρω»!!

Και έφυγε για τη δεύτερη πατρίδα του την Κρήτη για να δει, πάλι από κοντά πρόσωπα που είχε επιθυμήσει, και που του έλειπαν πολύ: τον βασιλιά Μίνωα, τον El Greco, τον ναύτη, «τον πρώτο Κρητικό» που είχε γνωρίσει στον Πόρο.
Όταν επισκέφθηκε την Κρήτη για πρώτη φορά, αφού είχε ζωγραφίσει αρκετά στον Πόρο το 1946-47, είχε πει ότι «δεν αισθάνομαι πλέον τόσο πολύ Βρετανός. Στην Ελλάδα βρήκα την ταυτότητα του ανθρώπου. Αυτός ο νέος κόσμος με ενέπνευσε καλλιτεχνικά και μου ταίριαξε κοινωνικά και οικονομικά».
Αγάπησε τα Χανιά, γιατί εκεί ένιωσε ότι ήταν σε «μια πόλη με λόγο ύπαρξης». Αλλά και την Κρήτη ολόκληρη που πίστευε ακράδαντα ότι αποτελούσε γι’ αυτόν τη Γη της Επαγγελίας. Γι’ αυτό και του άρεσε να τη διασχίζει με την περίφημη μοτοσικλέτα του Triumph Tiger.
Νομίζω, όμως, ότι πρέπει να σταματήσω εδώ, και ν’ αφήσω κάποιον άλλο να μιλήσει για τον Χανιώτη Κράξτον, που τον γνώρισε από πολύ κοντά, τον μεγάλο Έλληνα, Κρητικό πολιτικό, Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ο οποίος σε μια συνέντευξή του είπε:
«Ο Craxton ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση ανθρώπου. Άγγλος, ο οποίος αγάπησε τα Χανιά πάρα πολύ, αγόρασε -χωρίς να έχει νομικά το δικαίωμα να αγοράσει ακόμη, γιατί ήταν αλλοδαπός- ένα παλιό σπίτι στο λιμάνι, ζούσε τη ζωή του Κρητικού, έκανε πολύ συχνά παρέα με Κρητικούς, μιλούσε καλά τα ελληνικά.
Είχα πάει στο σπίτι του, έκανε γλέντια, καλούσε Κρητικούς, πίναμε κρασί – του άρεσε το καλό ποτό. Ήταν ένας τύπος ταλαντούχος, πολύ έξυπνος, καλός άνθρωπος και ήταν ο κατ’ εξοχήν Εγγλέζος ο οποίος, κάτω από την αλήτικη εμφάνιση ορισμένες φορές έκρυβε έναν άνθρωπο με πολύ μεγάλες ικανότητες και με πολύ μεγάλη αξία.
Όταν πρωτογύρισα μετά την εξορία, μετά την δικτατορία, είχε δημιουργηθεί ένα πρόβλημα με τον Craxton και του είχαν αφαιρέσει το δικαίωμα να μένει στην Ελλάδα. Εγώ, τότε, πήγα στην ΕΥΠ και φυσικά το τακτοποίησα το θέμα, διότι αυτοί τον θεωρούσαν πράκτορα εξαιτίας του ότι είχε πολύ καλές κοινωνικές σχέσεις με τους κατ’ εξοχήν διακεκριμένους Εγγλέζους που έρχονταν.
Ήταν πάντα παρών σε όλα, από τον Δούκα του Kent μέχρι τον τελευταίο χωρικό. Εγώ τον αγαπούσα τον Craxton και ήταν πολύ ανοιχτός και ζεστός, και την αγαπούσε πραγματικά την Κρήτη. Έκανα πολύ ευχάριστη παρέα μαζί του».
Δεν γνωρίζω το πώς και το πόσο έχει τιμηθεί στα Χανιά ο Μεγάλος Άγγλος Ζωγράφος που διάλεξε την πόλη αυτή σαν δεύτερη πατρίδα του, αλλά νομίζω ότι, δέκα τρία χρόνια μετά τον θάνατο του, θα του άξιζε ένα κομμάτι Κρητικής γης, για να ξανακούει τον ήχο της λύρας και τα βήματα των λεβεντόπαιδών της, χορεύοντας τον πεντοζάλη…

*Ο δρ Γιάννης Σουλιώτης είναι συγγραφέας-ποιητής


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα