Η άλωση της θεοφύλακτης Κωνσταντινούπολης πριν 570 χρόνια στις 29 Μαΐου 1453, ημέρα Τρίτη επί Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου, απ’ τον Σουλτάνο Μωάμεθ Β΄, εσήμανε την αρχή του τέλους της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το γεγονός έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον παγκόσμιο χριστιανισμό, Καθολικό και Ορθόδοξο.
Η “Αγιά Σοφιά” που χτίστηκε το 537 μ.Χ. έχει χαρακτηριστεί απ’ την UNESCO «μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς» και κανείς τουρκικός παράγοντας δεν τόλμησε ν’ αλλάξει τη θρησκευτικότητα της μέχρι το 2020, όπου ο Ερντογάν με το αυταρχικό καθεστώς που δημιούργησε από τον Αύγουστο του 2014, αφότου έγινε πρόεδρος, άνοιξε τις πύλες του ναού μετατρέποντας το σε τζαμί.
Κατά τη διάρκεια που στον «ναό της του Θεού σοφίας» δεν γίνονταν λειτουργίες, αλλά και μετά τη μετατροπή του σε τζαμί έχει χυθεί πολύ μελάνι γύρω από την άλωση κι έχουν γραφεί πάσης φύσεως κείμενα, μερικά δε δημώδη, ένα εκ των οποίων είναι “Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς”. Το παραθέτω μιας και επικαιροποιήθηκε η άλωση από τον αυταρχικό ηγέτη Ερντογάν, ταυτίζοντας τη νίκη του μ’ αυτήν, επιβεβαιώνοντας την επικράτηση του ερντογανισμού.
Συζήτηση μιας υπερήλικης με τον εγγονό της.
«Τον είδες με τα μάτια σου γιαγιά τον βασιλέα, ή μήπως και σου φάνηκε σαν παραμύθι τάχα;
– Τον είδα με τα μάτια μου, ωσάν και σένα νέα.
Πάω να γενώ εκατό χρονών κι ακόμα το θυμούμαι, σαν να ’ταν χτες μονάχα.
Στην Πόλη, στη Χρυσόπορτα, στον πύργο από κάτω, είν’ ένα σπήλαιο πλατύ στρωμένο σαν παλάτι.
Σαν άγιο παρεκκλήσι μέσ’ στο σκοτάδι το βαθύ
Έν’ άστρο, σαν λυχνάρι, σαν φλόγα μυστική, απ’ τον Θεό αναμμένη, γαλάζια λάμψη χύνει.
Και φέγγει τη λευκόχρωμη του Βασιλέως χάρη, που με κλεισμένα βλέφαρα εξαπλωμένος μένει στην αργυρή του κλίνη.
Και τώρα πια δεν ημπορεί γιαγιάκα να ξυπνήσει;
Ω! ναι. Καιρούς καιρούς σηκώνει το κεφάλι.
Στον ύπνο τον βαθύ και βλέπει αν ήρθε η στιγμή πού ΄χει ο Θεός ορίσει..
Και θάρθει ναί γιαγιάκα μου;
Θά ’ρθει παιδί μου θά ’ρθει
Πότε γιαγιά μου πότε;
Όταν τρανέψεις γιόκα μου κι αρματωθείς και κάνεις τον όρκο της ελευθεριάς εσύ κι όλ’ η νεολαία Να σώσετε τη χώρα.
Κι ο βασιλιάς θα σηκωθεί τη σπάθα του θ’ αδράξει και χτύπα, χτύπα το σπαθί μακριά θα τους πετάξει πίσ’ απ’ την κόκκινη μηλιά και πίσω απ’ τον ήλιο, που πια να μην γυρίσουν».