Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024

«Η ιστορία της νεότερης επιστήμης – Μία επισκόπηση»

Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2014, σελ. 505
Το πολύ ενδιαφέρον αυτό βιβλίο των καθηγητών του Πανεπιστημίου του Belfast και του Πανεπιστημίου του Aberystwyth αφορά την ιστορία της νεότερης επιστήμης όπου γίνεται  αναφορά σε πληθώρα θεμάτων κατηγοριοποιημένα σε δύο ενότητες.
Στην πρώτη ενότητα με τίτλο «Επεισόδια από την ανάπτυξη της επιστήμης», περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων θέματα από τη φυσική, τη χημεία, τη βιολογία, τη γενετική, την οικολογία κ.ά. Στη δεύτερη ενότητα με τίτλο «Θέματα από την ιστορία της επιστήμης», περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων θέματα όπως Επιστήμη και θρησκεία, Επιστήμη και τεχνολογία, Επιστήμη και ιατρική, Επιστήμη και πόλεμος, Επιστήμη και φύλο κ.ά.
Οι συγγραφείς αναφέρονται μόνο στην ιστορία της νεότερης επιστήμης όπως αυτή αναπτύχθηκε με την επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα, χωρίς να αναφέρονται στη φυσική φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων, τη σημαντική συμβολή του Ισλάμ, το οποίο μετέφρασε και διατήρησε και διεύρυνε τα επιστημονικά επιτεύγματα των αρχαίων Ελλήνων (Είναι γνωστό πως ο Αυγουστίνος και ο Θωμάς ο Ακινάτης διέδωσαν τις απόψεις του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη στη Μεσαιωνική Ευρώπη) και τα οποία διαδόθηκαν στη Μεσαιωνική Ευρώπη για να συμβάλουν αργότερα στην επιστημονική επανάσταση. Παράλληλα σε μία άλλη περιοχή του πλανήτη, στην Κίνα, αναπτύχθηκε η επιστήμη και η φιλοσοφία σε άλλη όμως κατεύθυνση από αυτή που αναδύθηκε στη Δύση. Ο κινεζικός πολιτισμός πριν τον 17ο αιώνα δημιούργησε σημαντικά επιστημονικά επιτεύγματα και εφευρέσεις (πυξίδα, πυρίτιδα κ.ά.) αρκετά νωρίτερα από τους Ευρωπαίους.
Συνεπώς η νεότερη επιστήμη, όπως αυτή αναπτύχθηκε στην Ευρώπη τον 17ο αιώνα, εμπεριέχει σε κάποιο βαθμό και τα επιστημονικά επιτεύγματα άλλων πολιτισμών.
Η δημιουργία της επιστημονικής επανάστασης στην Ευρώπη τον 17ο αιώνα είχε διττό χαρακτήρα. Αφενός είχε τους πρωταγωνιστές της όπως τον Κοπέρνικο, τον Καρτέσιο, τον Γαλιλαίο, τον Κέπλερ, τον Νεύτωνα κ.ά., οι οποίοι έκαναν μεγάλες ανακαλύψεις και θεωρούνται οι πατέρες της νεότερης επιστήμης. Αφ’ ετέρου οι επιστήμονες της εποχής αυτής ανέπτυξαν την επιστημονική μέθοδο, μία νέα μέθοδο δημιουργίας αξιόπιστης γνώσης ριζικά διαφορετικής από τη μέθοδο που είχε αναπτυχθεί στην αρχαία Ελλάδα.
Η ριζική διαφοροποίηση της νέας αυτής επιστημονικής μεθόδου όπως έλεγε ο Αγγλος φιλόσοφος Φάνσις Μπέικον έγκειται στην πραγματοποίηση πειραμάτων για την εξαγωγή συμπερασμάτων και τη δημιουργία νέας γνώσης σε αντιδιαστολή με την παραχθείσα γνώση στην αρχαία Ελλάδα που βασιζόταν κυρίως στην παθητική παρατήρηση της φύσης, τη διατύπωση υποθέσεων και μοντέλων.
Οι απαρχές της ιστορίας της επιστήμης σύμφωνα με τους συγγραφείς εμφανίζονται στον 18ο αιώνα, όταν στοχαστές του διαφωτισμού προσπάθησαν να αποτινάξουν τις προκαταλήψεις του παρελθόντος και να θεμελιώσουν την κοινωνία σε καλύτερες βάσεις. Αργότερα τον 19ο αιώνα στοχαστές, όπως ο Ουίλιαμ Χιούελ και ο Ιμανουέλ Καντ υποστήριξαν ότι η γνώση δεν δημιουργείται παθητικά με την παρατήρηση της φύσης, αλλά ενεργητικά μέσω πειραμάτων και παρατηρήσεων όπου ελέγχονται, επιβεβαιώνονται ή απορρίπτονται οι νέες υποθέσεις.
Σημαντική συμβολή στη μελέτη της νεότερης επιστήμης είχαν τον 20ο αιώνα οι απόψεις του Καρλ Πόπερ, ο οποίος το 1959 στο έργο του «Η λογική της επιστημονικής ανακάλυψης» διατύπωσε την άποψη ότι η επιστήμη θα πρέπει να διαχωριστεί από τις άλλες ανθρώπινες διανοητικές δραστηριότητες (θρησκεία, φιλοσοφία κ.ά.) καθώς οι επιστημονικές απόψεις υπόκεινται σε διαρκή έλεγχο και στην πιθανότητα διάψευσής τους. Η ιστορία της επιστήμης κατά τον Κ. Πόπερ είναι γεμάτη παραδείγματα που δείχνουν ότι μία θεωρία μπορεί να θεωρείται σωστή για πολλές δεκαετίες, αλλά αργότερα να αποδειχθεί λανθασμένη (όπως π.χ. η υπονόμευση της Νευτώνειας Φυσικής από τον Αϊνστάιν). Σύμφωνα με τον Κ. Πόπερ μια θεωρία η οποία δεν προσφέρει τη δυνατότητα διάψευσής της δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν μια επιστημονική θεωρία (αλλά πιθανώς σαν μια θρησκευτική δοξασία ή σαν μία φιλοσοφική θεώρηση).
Συνεπώς οι τρέχουσες επιστημονικές θεωρίες στο μέλλον θα καταρριφθούν και είναι σήμερα αποδεκτές προσωρινά καθώς αποτελούν τον καλύτερο τρόπο που έχομε για να ερμηνεύσουμε τα πειραματικά δεδομένα και τα φαινόμενα γύρω μας.
Μια τελείως διαφορετική άποψη για την εξέλιξη και την ιστορία της επιστήμης διατυπώθηκε λίγο αργότερα (1962) από τον Τόμας Κουν στο βιβλίο του «Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων». Ο Κουν σε αντιδιαστολή με τον Πόπερ υποστήριξε ότι οι επιτυχείς επιστημονικές θεωρίες εδραιώνονται σαν το «παράδειγμα» της επιστημονικής δραστηριότητας σε ένα πεδίο και αυτό το κυρίαρχο παράδειγμα διδάσκεται και διαμορφώνει νέους επιστήμονες. Συνεπώς, αφού αυτό το κυρίαρχο παράδειγμα είναι αποδεκτό από παλιούς και  νέους επιστήμονες και καθώς το χτίσιμο επιστημονικών σταδιοδρομιών βασίζεται σε αυτό, είναι μάλλον δύσκολο να διαψευστεί ή τουλάχιστον λίγοι επιστήμονες ενδιαφέρονται να το καταρρίψουν.
Εάν όμως το κυρίαρχο παράδειγμα σταδιακά δεν είναι σε θέση να ερμηνεύσει τα νέα πειραματικά δεδομένα, αναγκαστικά η επιστημονική κοινότητα θα το απορρίψει και θα το αντικαταστήσει με ένα νέο «κυρίαρχο παράδειγμα» που θα είναι πλέον ικανό να ερμηνεύει τα υπάρχοντα πειραματικά δεδομένα. Η αντικατάσταση, λοιπόν, του παλιού «κυρίαρχου επιστημονικού παραδείγματος» με ένα νέο συνιστά κατά τον Κουν μία επιστημονική επανάσταση.
Οι σύγχρονοι επιστήμονες έχουν πλέον συνηθίσει την ιδέα ότι είναι αναγκαία η οικονομική στήριξη για τη προώθηση της επιστήμης και μάλιστα ορισμένες φορές με τεράστια ποσά και συνήθως τα πρακτικά ζητήματα διαμορφώνουν τις προτεραιότητες των ερευνητών και των επιστημόνων. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα 2/3 των ερευνητικών κονδυλίων σήμερα προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα, συνεπώς αυτός είναι που διαμορφώνει και τις προτεραιότητες της επιστημονικής έρευνας. Αυτό συνέβαινε βέβαια και στο παρελθόν, αλλά σε μικρότερο βαθμό καθώς εξαίρετοι ερευνητές δούλευαν χέρι – χέρι με κατασκευαστές μηχανών και εταιρείες και αναμιγνύονταν ενεργά στην επίλυση πρακτικών προβλημάτων.
Το πόνημα αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για διάφορους κλάδους επιστημόνων και έχει το πλεονέκτημα ότι τα διάφορα κεφάλαια του μπορούν να διαβαστούν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο ανάλογα με τα ενδιαφέροντα του καθενός.

*Ο κ. Γιάννης Βουρδουμπάς διδάσκει στο Τ.Ε.Ι. Κρήτης και είναι επιστημονικής συνεργάτης του Μ.Α.Ι.Χ.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα