Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024

Οι άνθρωποι πίσω από τους τίτλους και τις αράδες

Eνας ζωντανός οργανισμός η εφημερίδα, ένας οργανισμός που δεν σταματάει ποτέ 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα. Για να βρίσκεται σε κάθε σπίτι των Χανίων, σε κάθε περίπτερο, σε όλες τις γειτονιές, στο πιο απομακρυσμένο χωριό, συμβάλλουν και συνέβαλλαν όλα αυτά τα χρόνια πολλές δεκάδες άνθρωποι. Από τους πιεστές, τους διανομείς, τους εισπράκτορες, τους ανθρώπους πίσω από τα στοιχεία και τη λινοτυπική παλιότερα, τα κομπιούτερ σήμερα… Με αυτούς τους αφανείς στυλοβάτες ανοίγουμε κουβέντα στο πλαίσιo της επετείου των 50 ετών από την πρώτη κυκλοφορία των “Χανιώτικων Νέων”.


Αριθμός φύλλου 4…

«Πρέπει να ήταν αριθμός φύλλου 4 των “Χανιώτικων νέων”» μας λέει ο λινοτύπης των “Χ.Ν.” Νίκος Δαλαμβέλας κάνοντας μια νοερή αναδρομή στην πρώτη μέρα που εργάστηκε στα “Χανιώτικα νέα” αλλά και στα πρώτα βήματα της εφημερίδας, σε δύσκολες εποχές…
«Ηταν Δεκέμβρης του ’67 όταν με είχε φωνάξει ο Γιάννης ο Γαρεδάκης. Με ήξερε γιατί πριν από τη Δικτατορία είχα ξεκινήσει να δουλεύω στον Κήρυκα Χανίων κι όταν έκλεισε πήγα στην Εθνική Φωνή του Βολουδάκη. Με ειδοποίησε ο Γιάννης και μου λέει: “έμαθα ότι είσαι καλός μάστορας. Ελα, σε παρακαλώ, γιατί δεν μπορούμε να δουλέψουμε την λινοτυπική μηχανή. Θα έρθεις να αναλάβεις;”.
Του λέω: “Θα έρθω”.
Ετσι γνωρίστηκα με τον Γιάννη και πήγα στα “Χανιώτικα νέα”. Εκεί δούλευα μέχρι που επήγα στρατιώτης, δηλαδή μέχρι Αριθμό φύλλου 380. Εκατσα έναν χρόνο.
Θυμάμαι τότε πως ήμουν εγώ, ο Ξενοφών ο Πρας, ο Βασίλης ο Ψαλιδάκης, ο Γιώργος ο Μαρουλοσηφάκης και άλλοι».

ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ… ΕΡΩΤΙΚΗ
«Μετά τον Στρατό εμπήκα τεχνικός στις αθηναϊκές εφημερίδες Νέα, Καθημερινή, Ελευθεροτυπία. Το ’88 πήρα σύνταξη από την Καθημερινή. Αλλά με τη μηχανική είχα έρωτα… Εγώ τη λινοτυπική που τυπώνονταν τα “Χανιώτικα νέα” το ’67, την οποία βλέπετε στο Μουσείο Τυπογραφίας, μπορώ να τη λύσω και να την ξαναδέσω. Αν πω ότι μηχανή έχει 100.000 ρέγουλες, είναι λίγο… αν δεν την ρεγουλάρεις σωστά, δεν δουλεύει. Ζημιές, υπήρχαν αλλά όταν ήξερες να τις φτιάξεις, δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Οταν ο Γιάννης μου τηλεφώνησε και μου είπε για τη λινοτυπική που είναι στο Μουσείο κι αν θέλω να έρθω να το δω, με το που μπήκα από την πόρτα και την είδα από μακρυά του λέω:
– “Την βλέπεις; Την βλέπεις ότι τρέμει;”.
– Μου λέει: “τι τρέμει;”
– “Με τρέμει… Μόνο που με είδε με τρέμει. Γιατί ξέρει ότι στα χέρια μου δεν γλυτώνει. Θα τη φτιάξω”.
Τώρα δεν υπάρχουν μηχανικοί. Αν υπάρχουν 1-2 μηχανικοί ακόμη στην Ελλάδα».

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΦΥΛΛΑ ΚΑΙ Η ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ
«Θυμάμαι εκείνες τις μέρες, ο Κρίστιαν Μπάρναρντ έκανε την πρώτη εγχείρηση ανοικτής καρδιάς στον κόσμο και όλοι αγωνιούσαν εάν θα ζήσει ή δεν θα ζήσει ο ασθενής. Ηταν από πιο σημαντικά γεγονότα εκείνης της εποχής και από τις πρώτες ειδήσεις της εφημερίδας. Ηταν δύσκολες εποχές. Δικτατορία, ερχόταν υποχρεωτικά και κάνανε λογοκρισία στο φύλλο της εφημερίδας. Ενας υπολοχαγός των ΛΟΚ ερχότανε, διάβαζε όλη την εφημερίδα που μας έβαζε να του την τυπώσουμε πρόχειρα και υπέγραφε ότι ήταν σωστά όλα ή όχι. Εάν διαφωνούσε έλεγε: “αυτό βγάλτε το”. Για μένα δεν ήταν διπλή δουλειά αλλά για εκείνους που έφτιαχναν στο μάρμαρο τις σελίδες ήταν πρόβλημα!»

ΣΑΝ ΑΔΕΡΦΙΑ
«Ολοι στην εφημερίδα ήμασταν πολύ ενωμένοι. Σαν αδέρφια. Ο ένας πρόσεχε τον άλλον. Ο Γιάννης ήταν πάντα κύριος σε όλα του. Εκείνες τις ημέρες που ήμουν εκεί, είδα να είναι μαζί του και μια κοπελίτσα, μελαχρινούλα, ψηλή, αδύνατη. Ηταν η Ελένη, το κορίτσι του, που έμελλε να γίνει η μετέπειτα γυναίκα του. Τη θυμάμαι από τότε, πάντα δίπλα του. Στα γραφεία στην Κορωναίου. Εμείς ήμασταν στο τυπογραφείο στο Πανελλήνιο.
Ηταν δύσκολες εποχές. Δεν υπήρχανε λεφτά. Τρέχανε ο πατέρας και η μάνα του, τα αδέρφια του να βοηθήσουν τον Γιάννη. Κατοστάρικο, κατοστάρικο, σιγά-σιγά… Επουλήσανε και ένα οικόπεδο τότε για να κρατηθεί η εφημερίδα. Και εμείς από κοντά, του συμπαρασταθήκαμε τότε και προσωπικά χαίρομαι σήμερα που το αναγνωρίζει. Τώρα που τα “Χανιώτικα νέα” συμπλήρωσαν μισό αιώνα ζωής, θα ήθελα να του ευχηθώ η εφημερίδα να ζήσει χίλια χρόνια, γιατί το αξίζει. Εγώ είμαι πάρα πολύ περήφανος που υπήρξα μέλος αυτής της οικογένειας. Και τον Γιάννη τον αγαπώ, όχι γιατί είναι ο Γαρεδάκης ο δημοσιογράφος αλλά γιατί ήταν αδερφός, πραγματικός».


Τυπώνοντας γράμμα – γράμμα
Οι άνθρωποι πίσω από τους τίτλους και τις αράδεςΕμαθε την τέχνη της τυπογραφίας στη σχολή που είχε ιδρύσει στο Καστέλι ο μητροπολίτης τότε Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίος Γαλανάκης. “Ψήθηκε” στη δουλειά στο τυπογραφείο “Καλλιτεχνικό” στην Αθήνα και πέρασε για πρώτη φορά την πόρτα των τυπογραφείων των “Χ.ν.” τον Δεκέμβριο του 1979. Ο κ. Κώστας Βερυκάκης γυρίζει πίσω το ρολόι του χρόνου, στα πρώτα χρόνια που εργάστηκε ως τυπογράφος. Είχε δει στην εφημερίδα μια αγγελία ότι ζητείται τυπογράφος.
«Επιασα δουλειά την 1η Δεκεμβρίου του 1979. Τα τυπογραφεία τότε ήταν στην οδό Περίδου. Εκεί συνάντησα τους Βασίλη Ψαλίδη, Δημήτρη Αλευράκη, Γιώργο Ξυφανταράκη, Ανδρέα Κουφουδάκη, Γιώργο Μαρουλοσηφάκη, Σπυριδούλα Σφιγγάκη, Μιχάλη Γρηγοράκη κ.ά.
Η δουλειά ήταν σκληρή, δύσκολη», σημειώνει ο κ. Βερυκάκης. «Μπαίναμε μέσα 5 το απόγευμα και δεν ήξερες τι ώρα ακριβώς θα βγεις. Μπορεί 12 μπορεί και 1», θυμάται.

ΝΥΧΤΟΚΑΜΑΤΟ
Η εργασία του τυπογράφου ήταν ιδιαίτερα απαιτητική τότε. Ενα – ένα διάλεγε τα γράμματα για να σχηματιστούν η λέξεις, οι προτάσεις, τα κείμενα.
«Από τη δουλειά δεν έλειπαν οι εντάσεις. Δεν είναι ότι ο τυπογράφος κουράζεται τόσο σωματικά, όσο ότι υπάρχει μεγάλη πίεση χρονική», σχολιάζει ο κ. Κώστας και προσθέτει πως εκείνη την εποχή οι επικοινωνίες δεν ήταν τόσο εύκολες και γρήγορες όπως σήμερα. Αυτό είχε σαν συνέπεια η διαδικασία να καθυστερεί σημαντικά όταν περίμεναν κάποια είδηση από την Αθήνα ή άλλες περιοχές εκτός Χανίων. «Στην εφημερίδα όλα είναι αλυσίδα. Αν για παράδειγμα καθυστερούσε ο δημοσιογράφος τότε καθυστερούσε ο διορθωτής, ο λινοτύπης και ο πιεστής, οπότε αργούσε και η διανομή των εφημερίδων. Ενα άλλο στοιχείο ως προς τις απαιτήσεις ήταν ότι η δουλειά στην εφημερίδα δεν σήκωνε αναβολές και “λούφα”. Πρέπει να βγει το φύλλο πάση θυσία. Πέρα από αυτό, πολλές φορές χρειαζόταν να δουλέψεις και τα πρωινά γιατί όλα τα γράμματα που χρησιμοποιούσες για να τυπώσεις έπρεπε να μπουν στη θέση τους για να τα έχεις ξανά το βράδυ να κάνεις τη δουλειά σου», συμπληρώνει ο κ. Κώστας.
Το κυριότερο όμως ήταν και είναι ότι ο τυπογράφος λόγω του ό,τι εργάζεται νύχτα “χάνεται” από την οικογένεια: «Το ωράριο του τυπογράφου σε σκοτώνει. Ο παντρεμένος χάνει την οικογένειά του. Αυτός ήταν και ο λόγος που εγκατέλειψα την τυπογραφία διότι η γυναίκα δούλευε το πρωί και κι εγώ το βράδυ. Ηρθε μια μέρα που το παιδί μου δεν με γνώριζε! Επρεπε λοιπόν να αλλάξω δουλειά».

ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Οι εργασιακές συνθήκες στην εφημερίδα ήταν πολύ καλές. «Η διεύθυνση ήταν πάντα συνεπής. Τα ένσημά μας, ο μισθός μας, όλα», αναφέρει ο κ. Κώστας. Παρά τις δυσκολίες της δουλειάς ή ίσως και λόγω αυτών, το κλίμα μέσα στην εφημερίδα ήταν καλό και δημιουργήθηκαν ισχυρές φιλίες, κουμπαριές αλλά και οικογένειες. «Ημασταν πολύ αγαπημένοι μεταξύ μας. Κατ’ αρχάς στο τυπογραφείο ήμασταν όλοι του πιοτού και της παρέας και πολλές φορές μετά τη δουλειά, αργά το βράδυ, βγαίναμε για ένα ποτηράκι», σχολιάζει ο κ. Κώστας φέρνοντας στον νου του τους παλιούς συναδέλφους του. Την ίδια περίοδο γνώρισε τη γυναίκα του που εργαζόταν εκείνη την περίοδο στο τμήμα της διαχείρισης.
Τον ρωτάμε τι χρειάζεται να έχει κάποιος για να ακολουθήσει το επάγγελμα του τυπογράφου: «Ο,τι κάνει ο άνθρωπος πρέπει να το αγαπήσει για να έχει αποτέλεσμα. Κι εμείς τότε αγαπούσαμε τη δουλειά μας».

ΤΟ “ΧΟΥΙ” ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ
Στην πορεία της εξέλιξης της τυπογραφίας ήρθαν τα κλισέ και η λινοτυπία άρχισε να φεύγει σιγά-σιγά. Η μετάβαση δεν ήταν καθόλου εύκολη για τους τυπογράφους. Ο κ. Κώστας το ’83 έφυγε από τα “Χ.ν.”, στη συνέχεια εργάστηκε στον “Αγώνα” και το καλοκαίρι του 1986 εγκατέλειψε το επάγγελμα για να κερδίσει περισσότερο χρόνο για την οικογένεια. Παρέμεινε φανατικός αναγνώστης της εφημερίδας. «Από όταν δούλεψα τότε στο τυπογραφείο δεν πέρασε μέχρι σήμερα καμία ημέρα που να μην πάρω και να διαβάσω εφημερίδα. Εχω μανία με αυτό!», υπογραμμίζει.
Για έναν τυπογράφο, όμως, η εφημερίδα δεν είναι μόνο μια πηγή ενημέρωσης αλλά κι ένας λόγος που τον κάνει να αισθάνεται περήφανος. «Φυσικά και κάθε φορά που παίρναμε ένα τυπωμένο φύλλο στα χέρια μας αισθανόμασταν περήφανοι. Σου είπα και πριν ότι αγαπούσαμε τη δουλειά μας. Η τυπογραφία ήταν η μητρική μου δουλειά και την αγαπάω ακόμα. Αυτός είναι κι ο λόγος που διαβάζω ακόμα εφημερίδα. Θέλω να πιάνω το φύλλο!».


Διαχείριση με… διπλωματία

«Ηλθα παιδί, 18 ετών και συνταξιοδοτήθηκα 30 χρόνια μετά, με 3 παιδιά» λέει η κα Σπυριδούλα, από τους βασικούς συντελεστές της εφημερίδας για χρόνια. Αρχικά στη λινοτυπική και στη φωτοσύνθεση, μετά στη Διαχείριση και στη Διαφήμιση.
«Στα “Χ.Ν.” βρέθηκα το 1978. Μάθαινα τότε τη λινοτυπική δουλεύοντας σε μια άλλη εφημερίδα που κυκλοφορούσε τότε τη “Χανιώτικη Ελευθεροτυπία” και περνώντας έξω από τα γραφεία των “Χ.Ν.” είχα δει τον συγχωρεμένο τον Γιώργο Ξυφανταράκη και του είπα πως αν ζητάνε κάποιον για τη λινοτυπική να με έχουν υπόψιν τους. Ετυχε να ήθελαν εκείνη την εποχή και με ειδοποίησαν. Αρχικά δοκιμαστικά και γρήγορα με κράτησαν ως χειρίστρια στη λινοτυπική» θυμάται η συνομιλήτρια μας.
Η λινοτυπική ήταν ένα δύσκολο σε χειρισμό μηχάνημα. Τα κείμενα γράφονταν στο πληκτρολόγιο και τα γράμματα αποτυπώνονταν σε μεταλλικά στοιχεία σχηματίζοντας λέξεις και φράσεις. Στη συνέχεια τα στοιχεία αυτά έπρεπε να λιώσουν, να γίνουν πάλι υγροποιημένο μέταλλο. «Αν είχες κάνει κάποιο ορθογραφικό λάθος δεν ήταν κόπος να κάνεις τη διόρθωση. Αν όμως είχε γίνει μεγάλη παράλειψη έπρεπε να βγάλεις ολόκληρο σχεδόν το κείμενο! Τότε είχαμε 3 λινοτυπικές, δούλευα εγώ και ο Ξυφανταράκης και πολλές φορές βοηθούσε και ο δημοσιογράφος ο Ανδρέας Κουφουδάκης. Υπήρχαν φορές που κολλούσε το μέταλλο, έπρεπε να ανοίξεις της μηχανή για να ξεκολλήσει. Και μια φορά την εβδομάδα έπλενα όλα τα γράμματα τα μεταλλικά με βενζίνη, τα καθάριζα, τα άπλωνα να στεγνώσουν και τα επανατοποθετούσα ένα – ένα στο μηχάνημα! Δύσκολες εποχές. Είχαμε δίπλα μας οι χειριστές ένα κουτί γάλα εβαπορέ και πίναμε ως αντίδοτο στο αντιμόνιο, γιατί το μέταλλο είχε αντιμόνιο που είναι δηλητήριο».
Επειτα ήλθε η εποχή της “φωτοσύνθεσης” που η δουλειά απλοποιήθηκε αρκετά και ακολούθησαν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές.

ΑΠΗΧΗΣΗ
Η απήχηση της εφημερίδας και τη δεκαετία του ’70, του ’80 τεράστια, όπως θυμάται η κα Σπυριδούλα. «Υπήρχε τότε μεγάλος ανταγωνισμός με τον “Κήρυκα” αλλά τα “Χανιώτικα Νέα” ήταν πάντα πολύ πιο μπροστά στην προτίμηση του κόσμου. Ηταν και καλή εφημερίδα και δεν ήταν συνδεδεμένη με ένα πολιτικό πρόσωπο, έγραφε για όλους και για όλα. Τα καλά λόγια του κόσμου και η αναγνώρισή του ήταν μεγάλη ικανοποίηση για μας» τονίζει, συμπληρώνοντας τις πολύ καλές σχέσεις μεταξύ των εργαζομένων της εποχής. «Οι σχέσεις μας ήταν άριστες! Κάθε Σάββατο όταν τέλειωνε η δουλειά πηγαίναμε όλοι μαζί στου Μαρματάκη στα “Μπακαλιαράκια”, τρώγαμε, πίναμε το κρασί μας, κάναμε την πλάκα μας. Πολλές φορές μαζί με τον κ. Γιάννη Γαρεδάκη πηγαίναμε σε ταβέρνες να διασκεδάζουμε όλοι μαζί. Ηταν πολύ καλό το κλίμα τότε» αναφέρει.
Από τα μεγάλα γεγονότα της εποχής η κα Σπυριδούλα θυμάται χαρακτηριστικά την έκρηξη του “Πανορμίτη” στη Σούδα. «Είχα έλθει εκτάκτως να βοηθήσω εκείνη την ημέρα γιατί γινόταν χαμός και θυμάμαι ότι μου υπαγόρευε το κείμενο με το ρεπορτάζ ο ίδιος ο κ. Γιάννης για να προλάβουμε να τυπώσουμε».

Ο ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΝΕΚΡΟΣ
Οταν γέννησε το πρώτο παιδί της το 1990 η κα Αρώνη μετακινείται στη διαχείριση, στο τμήμα που έχει την ευθύνη για τη διαφήμιση, τις αγγελίες και τα κοινωνικά. «Πλέον με το παιδί δεν μπορούσα να εργάζομαι τα βράδια. Ετσι πέρασα στη διαχείριση καθώς είχε φύγει και μια κοπελιά που ήταν εκεί, η Γεωργία Πιακουλάκη» σημειώνει. Στα χαρακτηριστικά της κας Σπυριδούλας η πολύ καλή διάθεση, το χιούμορ, η ευγένεια και οι πολύ στενές προσωπικές σχέσεις με όλους τους πελάτες, συνεργάτες της εφημερίδας. Μπορεί κάποιος να ερχόταν να διαμαρτυρηθεί στην εφημερίδα δικαίως ή αδίκως, με κόσμιο ή και όχι τόσο ωραίο τρόπο, αλλά έχοντας μιλήσει με την κα Σπυριδούλα, αποκλείεται να μην έφευγε ικανοποιημένος και ευχαριστημένος!
«Η συντριπτική πλειοψηφία των αναγνωστών, των διαφημιζόμενων, των ανθρώπων που έβαζαν αγγελίες μάς αγαπούσε, είχαμε άριστη σχέση μαζί τους. Χαρακτηριστικά θυμάμαι πως κάθε χρόνο στις 12 Δεκεμβρίου ημέρα της ονομαστικής μου εορτής το γραφείο μου γέμιζε από δώρα. Λουλούδια, γλυκά, ό,τι θέλεις. Υπήρχαν βέβαια και τα προβλήματα, κάτι όμως ανθρώπινο γιατί με τόσες χιλιάδες διαφημίσεις, κοινωνικά, αγγελίες είναι αδύνατον να μην υπάρξει ένα λάθος, μια παράλειψη» επισημαίνει.
Χαρακτηριστικά θυμάται ένας λάθος σε ένα μνημόσυνο.
«Μας είχαν φέρει μια φωτογραφία για να μπει για ένα μνημόσυνο. Στη φωτογραφία φαίνονταν δύο πρόσωπα ένας ζωντανός και ο πεθαμένος. Στη φωτογραφία όμως είχαν γράψει το όνομα του εκλιπόντος πίσω από το πρόσωπο του ζωντανού και όχι του νεκρού. Ηταν δικό τους λάθος! Ετσι λοιπόν θεωρήσαμε ότι αυτός για τον οποίο γινόταν το μνημόσυνο ήταν αυτός που το όνομά του ήταν γραμμένο στην πίσω πλευρά. Στην εφημερίδα λοιπόν στο μνημόσυνο μπήκε η φωτογραφία του ζωντανού! Καυγάς, φασαρία, ήλθαν εδώ οι συγγενείς του και παραλίγο να μας δείρουν!» λέει.

ΚΑΤΣΟΥΝΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΚΟΜΠΙΟΥΤΕΡ
Ενα άλλο περιστατικό που θυμάται έντονα ήταν αυτό του συνδρομητή που δεν έπαιρνε ποτέ την εφημερίδα του.
«Ηταν ένας συνδρομητής μας στην Ηρώων Πολυτεχνείου. Σε αυτόν τον άνθρωπο λες και γίνονταν επίτηδες είτε ξεχνούσε ο διανομέας να του πάει εφημερίδα ή του την έκλεβαν πριν την πάρει. Ηλθε λοιπόν την πρώτη ημέρα με μια κατσούνα στα γραφεία και ήθελε όλα να τα κάνει άνω κάτω. Διαμαρτυρίες, φωνές. Λίγες ημέρες πέρασαν και τον βλέπω να πλησιάζει φουριόζος πάλι. “Αααα” του λέω “ήλθατε! Δεν σας έστειλα εφημερίδα σήμερα για να έλθετε να μας πείτε μια καλημέρα και να σας δούμε από κοντά”. Εκτοτε δεν ξανάκανε φασαρία! Οποτε δεν έβρισκε την εφημερίδα ερχόταν στα γραφεία, μας καλημέριζε και την έπαιρνε! Σε άλλο περιστατικό ήταν ένας επιχειρηματίας νυκτερινού κέντρου που είχε έλθει έξω φρενών γιατί δεν του είχαν βάλει τη διαφήμιση την ημέρα που ήθελε! Ηταν εξαγριωμένος και κρατούσε μια κατσούνα με την οποία ρίχνει μια στο κομπιούτερ στο οποίο καθόταν η συνάδελφος τότε η Σπυριδούλα Μαθιουδάκη και το διάλυσε! Ακόμα λέει η συνάδελφος πως τότε γλύτωσε από του χάρου τα δόντια».

ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΠΙΝ ΛΑΝΤΕΝ
Λίγο μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης το 2001 και η “Αλ Κάιντα” στέλνει σε υπηρεσίες στις ΗΠΑ ταχυδρομικούς φακέλους όπου μέσα υπήρχε σκόνη με βάκιλο του άνθρακα που προκαλεί δηλητηρίαση. Αυτή η πρακτική έδωσε αφορμή σε ορισμένους καλοθελητές να κάνουν τις φάρσες τους. «Πήγα στο ταχυδρομείο και πήρα την αλληλογραφία μας και την έφερα στα γραφεία των δημοσιογράφων για να τη δει ο Ανδρέας Κουφουδάκης. Ανοιγε λοιπόν τους φακέλους και βλέπουμε και ένα φάκελο που έγραφε απ’ έξω “Μπιν Λάντεν”, “Αλ Κάιντα”, δεν θυμάμαι ακριβώς. Λέμε κάποια πλάκα μας κάνουν, ανοίξαμε το φάκελο είδαμε τη σκόνη δεν δώσαμε σημασία αλλά μετά κουβεντιάζοντας μεταξύ μας ανησυχήσαμε. Μιλήσαμε με το Νοσοκομείο και μας είπαν ότι καλού-κακού θα πρέπει να κάνουμε μια εξέταση αίματος. Πήγαμε λοιπόν 4-5 άτομα από την εφημερίδα που είχαμε πιάσει το φάκελο στο Νοσοκομείο. Για κακή μου τύχη έπεσα σε μια καινούργια νοσοκόμα που δεν ήξερε να πάρει αίμα, πάλευε μισή ώρα να με τρυπήσει, με τρυπούσε, με ξανατρυπούσε, φλέβα δεν έβρισκε! “Φεύγω!” της λέω “δεν αντέχω άλλο. Αν δεν με δηλητηριάσει ο Μπιν Λάντεν θα με πεθάνεις εσύ!”»

ΠΩΛΕΙΤΑΙ… ΓΥΠΑΕΤΟΣ
«Αλλο πάλι περιστατικό όταν κάποιος έβαλε μια αγγελία ότι πουλάει γυπαετό. Παλιά τότε, δεν ξέραμε εμείς ότι ήταν είδος που κινδύνευε με εξαφάνιση. Ερχεται την επομένη η Ασφάλεια να κάνει ανακρίσεις γιατί και πώς δημοσιεύτηκε αυτό το πράγμα, ποιος έβαλε την αγγελία! Επίσης υπήρχε θέμα με τις εκδιδόμενες γυναίκες. Γιατί έβαζαν διάφοροι αγγελίες συγκαλυμένες. Εφερναν λοιπόν μια αγγελία ότι νεαρή κυρία προσφέρει υπηρεσίες κατ’ οίκον και πίσω από αυτό ήταν κάποιο κύκλωμα που εξέδιδε γυναίκες. Και βέβαια θυμάμαι και τους πολιτικούς. Κάθε φορά μετά τις εκλογές τι τραβούσαμε για να εισπράξουμε τα χρήματα που μας όφειλαν από τις διαφημίσεις! Πονεμένες ιστορίες γιατί όλοι ήθελαν να βάλουν τις διαφημίσεις τους αλλά μετά ήταν πολλοί που δεν ήταν συνεπείς και δεν ήθελαν να πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους» δηλώνει!
Και ο επίλογος δικός της. «Μακάρι να ήμουν νεότερη και να μπορώ να ξαναδουλέψω. Βγήκα στη σύνταξη το 2009 και έκτοτε αφοσιώθηκα στην οικογένεια μου. Πάντως την επαφή μου δεν την έχω χάσει με την εφημερίδα. Περνάω συχνά να πω μια καλημέρα στον κ. Γιάννη στην κα Λίλη στους άλλους συναδέλφους παλιούς και νεότερους» καταλήγει.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 στη διανομή και στην είσπραξη της εφημερίδας ο Λευτέρης Σηφάκης.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 στη διανομή και στην είσπραξη της εφημερίδας ο Λευτέρης Σηφάκης.

Διανομέας παντός καιρού!
«Πρωτοδούλεψα στα “Χ.Ν.” στα 1985-1986 όταν ζητούσαν διανομέα. Με δανεικό μηχανάκι τότε από τον Ανδρέα τον Σφιγγάκη μοίραζα εφημερίδες πόρτα-πόρτα στο κέντρο. Ξεκινούσα αξημερώτα αμέσως μετά το τύπωμα. Για κάποιον που αγαπάει τον ύπνο, αυτή η δουλειά δεν είναι και η καλύτερη αλλά προσωπικά δεν τον πολυαγαπώ επομένως δεν είχα ποτέ πρόβλημα. Το μαξιλάρι δεν με… πλάκωσε ποτέ όλα αυτά τα χρόνια» είναι τα λόγια του Λευτέρη Σηφάκη που ακόμα και σήμερα συνεχίζει να εργάζεται στη διανομή εφημερίδων και στην είσπραξή τους.
Τη δεκαετία του ’80 η εφημερίδα έβγαινε σε 12 σελίδες και το κυριακάτικο φύλλο σε 8. «Πώς έκανα τη διανομή; Εβαζα τις εφημερίδες σε μια μεγάλη σακούλα και τις είχα μπροστά μου στο μηχανάκι. Μετά το τέλος της διανομής ξεκινούσα εισπράξεις για δύο ημέρες τα περίπτερα, τις υπόλοιπες τιμολόγια κ.λπ. Τα τελευταία χρόνια με αυτοκίνητο μοιράζω και εισπράττω μόνο από περίπτερα» λέει ο Λευτέρης που λόγω του πράου χαρακτήρα του είναι αγαπητός πολύ τόσο στους περιπτεράδες όσο και στους συναδέλφους του.

ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΔΙΑΝΟΜΕΑ
Σκυλιά σε αυλές και πεζοδρόμια, λάδια στους δρόμους, μεθυσμένοι οδηγοί αποτελούν τους μεγαλύτερους εχθρούς του διανομέα! «Σκυλιά παλιότερα με το μηχανάκι με είχαν κυνηγήσει ουκ ολίγες φορές! Αλλά ποτέ δεν με φόβισαν. Περισσότερο επικίνδυνη ήταν η οδήγηση. Πρέπει να ανέβεις σε πεζοδρόμια, να κινηθείς μέσα στη νύχτα. Γι’ αυτό και είχα και αρκετά ατυχήματα ευτυχώς τα περισσότερα ήταν με υλικές ζημιές. Μια φορά παραμονή Πρωτοχρονιάς ενώ έκανα διανομή με το αυτοκίνητο και ήμουν σταματημένος έπεσε πάνω μου ένας μεθυσμένος οδηγός και πετάχτηκα στην άλλη άκρη της καμπίνας. Είχα πάει στο νοσοκομείο γιατί είχε ματώσει το στόμα μου και φοβήθηκα μήπως είχα κάτι εσωτερικό. Ευτυχώς το αίμα ήταν από τα δόντια έτσι δεν ήταν κάτι σοβαρό. Οταν η δουλειά σου ξεκινάει στις 3 τα ξημερώματα καταλαβαίνεις ότι δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να κυκλοφορείς έτσι Χειμώνα-Καλοκαίρι! Μετά πάλι όταν κάνω την είσπραξη έχει ξημερώσει και έχει ξεκινήσει η κίνηση στην πόλη. Αντε να κινηθείς το Καλοκαίρι ειδικά στο κέντρο των Χανίων Ιούλιο και Αύγουστο! Τα τελευταία 2 χρόνια βέβαια με τα κολονάκια του Δήμου και τα γραψίματα έχουμε διευκολυνθεί πολύ οι επαγγελματίες» .
Η οικογένεια του Λευτέρη έχει συνηθίσει τον τρόπο δουλειάς του και τα δύσκολα ωράρια. «Η γυναίκα μου έχει ένα άγχος πάντα να με δει να γυρνάω, ειδικά παλιά που δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα. Εχει συνηθίσει όμως. Βέβαια να σου πω ότι η κοινωνική ζωή περιορίζεται όταν κάνεις τέτοια δουλειά. Πολλές φορές έχω φύγει από τραπέζι, από γιορτή, από γάμο γιατί από τη στιγμή που ξυπνάω στις 3 πρέπει να κοιμηθώ ένα τετράωρο από τις 11 για να έχω δυνάμεις. Ειδικά παλιά όταν ήμουν νέος αρκετές φορές έχω φύγει από γάμο, έχω πάει σπίτι τη γυναίκα μου και πάω στη δουλειά κατευθείαν. Παλιότερα που πήγαινα στον Αποκόρωνα, στις Καλύβες που έπρεπε να βγω στην εθνική οδό, ήταν φορές που σταματούσα στον δρόμο για 5-10 λεπτά για να ξεκουραστώ λίγο πριν συνεχίσω.

ΚΛΟΠΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ
Εχοντας δουλέψει πάνω από τρεις δεκαετίες ο Λευτέρης ξέρει κάθε περίπτερο, μίνι μάρκετ, μπακάλικο σε όλο τον Δήμο Χανίων και όχι μόνο. «Παρά την κρίση και τις δυσκολίες, οι άνθρωποι είναι συνεπείς στις πληρωμές τους και σπάνια έχουμε κάποιο πρόβλημα. Το πιο μεγάλο θέμα ήταν η κλοπή εφημερίδων και δεν λέω να κλέψει κάποιος 1-2 εφημερίδες από το πακέτο που αφήνω έξω από το περίπτερο. Θυμάμαι να έχουν κλέψει και ένα πακέτο 50 φύλλων από ένα περίπτερο στην πλατεία 1866 και 10 εφημερίδες από ένα άλλο! Και σε αυτήν την περίπτωση είναι σίγουρα δολιοφθορά δεν παίρνει ο άλλος 10 φύλλα για να το διαβάσει το κάνει επίτηδες! Εχουν κλέψει εφημερίδες που μετά τις βρήκα σκορπισμένες στη γειτονιά» θυμάται.  Αλλα περιστατικά αφαίρεσης εφημερίδας έχουν την… πλάκα τους. «Ηταν ένα μανάβικο στη Μ. Μπότσαρη που του άφηνα για να πουλήσει καθημερινά 5 εφημερίδες. Οταν το πρωί άνοιγε το μαγαζί και έβλεπε το πακέτο που του είχα αφήσει έλειπε πάντα μια εφημερίδα. Αυτό γινόταν καθημερινά για πολύ καιρό.
Με ρώτησε λοιπόν μια μέρα ο ιδιοκτήτης τι ώρα ακριβώς αφήνω το πακέτο και έμεινε όλη τη νύχτα στο μαγαζί παραμονεύοντας. Έπιασε λοιπόν τον ένοχο που “βουτούσε” την εφημερίδα και τον έβαλε να πληρώσει τις χαμένες εφημερίδες δύο μηνών. Ο ίδιος πάλι ιδιοκτήτης μου έλεγε ότι στο απέναντι καφενείο ο διανομέας έβαζε την εφημερίδα κάτω από την πόρτα. Ε ένας ηλικιωμένος εκεί περνούσε κάθε ξημέρωμα πριν ανοίξει το καφενείο, είχε μαζί του ένα σύρμα το έβαζε κάτω από την πόρτα τραβούσε την εφημερίδα και την έπαιρνε. Φαντάσου τώρα να έχεις πάνω σου ένα σύρμα και να πηγαίνεις κάθε πρωί να παίρνεις την εφημερίδα από τον καφετζή για να μην δώσεις 80 λεπτά! Ο διανομέας πάντα άφηνε την εφημερίδα, ο καφετζής πάντα δεν την έπαιρνε γιατί του την είχαν κλέψει με αυτόν τον τρόπο!».
Ρωτάμε τον Λευτέρη για τις περιπτώσεις όπου η εφημερίδα ξεπούλησε, έδωσε όλα τα φύλλα. «Πάντα όταν υπάρχει ένα τοπικό γεγονός η εφημερίδα φεύγει πάρα πολύ, δεν μένει ποτέ. Αυτό συμβαίνει και σήμερα παρά του ότι είναι αναρτημένη και στο internet, παρά την κρίση. Και βέβαια τα φύλλα του Σαββάτου και της Παρασκευής με τα κοινωνικά, αλλά και της Δευτέρας με τα αθλητικά. Γενικά πάντα σε μεγάλα γεγονότα αλλά και σε θέματα που αποκάλυπτε η εφημερίδα, η κίνησή της αυξάνονταν ακόμα περισσότερο. Γενικά επειδή έχω πάει και σε άλλα μέρη της Ελλάδας και βλέπω και εκεί τις εφημερίδες δεν υπάρχει σύγκριση με τα “Χ.Ν.”, αυτό μπορεί να το διαπιστώσει ο οποιοσδήποτε. Καμιά φορά ο κόσμος διαμαρτύρόταν όταν ακρίβαινε η τιμή της, χωρίς όμως να την κόβει. Για τα πολιτικά βλέπω ότι τη διαβάζει όλος ο κόσμος ανεξάρτητα των πιστεύω αφού όλοι βρίσκουν πράγματα που τους ενδιαφέρουν».

Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΠΗΡΕ ΤΗ ΜΗΧΑΝΗ
Τρακαρίσματα με τη συμμετοχή άλλων (κλασσικά Μάρκου Μπότσαρη και Ζυμβρακάκηδων), φασαρίες και ξύλο μεταξύ Αμερικάνων στη Χατζ. Γιάνναρη αλλά και ζευγαράκια να απολαμβάνουν τον έρωτα ξημερώματα στο παλιό λιμάνι χωρίς να ενοχλούνται από όσους περνούν από μπροστά τους, είναι μερικά από αυτά που έχει συναντήσει ο έμπειρος διανομέας και εισπράκτορας. Ο ίδιος δεν θα ξεχάσει ποτέ ένα συμβάν στα μέσα της δεκαετίας του ’90. «Πήγαινα στο “Μοναστήρι” στο παλιό λιμάνι να κάνω είσπραξη και είχε τρομερή φουρτούνα 8-9 μποφόρ. Είχα αφήσει το μηχανάκι πιο πέρα και πήγαινα με τα πόδια. Οταν γύρισα μετά από λίγα λεπτά το μηχανάκι είχε εξαφανιστεί! Εμεινα στήλη άλατος έψαχνα να δω μήπως το είχε πάρει κάποιος και όντως το είχε πάρει… το κύμα και το είχε πετάξει σε απόσταση 50 μ. στο Γιαλί Τζαμί! Ευτυχώς δεν είχε πάθει μεγάλη ζημιά. Πάντως ακόμα και με μεγάλες κακοκαιρίες φροντίζαμε η εφημερίδα να πάει παντού. Ακόμα και το 2004 όταν είχε χιονίσει μέσα στην πόλη, θα το θυμάστε, το είχε στρώσει δεν μπορούσα να πάω στη δεξαμενή του Αγ. Ιωάννη γιατί η Ηγ. Γαβριήλ ήταν μέσα στα χιόνια. Χρειάστηκε να ανέβω σε κάποιο ύψος στην Παπαναστασίου για να καταφέρω από εκεί να φτάσω στον Αγ. Ιωάννη».
Τα τελευταία λόγια είναι πάλι του Λευτέρη… «Είμαι σίγουρος ότι η εφημερίδα θα γιορτάσει ακόμα πολλές επετείους ακόμα και όταν εμείς έχουμε φύγει. Να ’ναι καλά όσοι δουλεύουν στην εφημερίδα, αυτοί που κρατάνε το τιμόνι της, ο κ. Γιάννης, η κα Λίλη, τα νέα τα παιδιά που έχουν πάρει τα ηνία έτσι ώστε να συνεχίζουμε να ενημερώνουμε τους Χανιώτες και όχι μόνο!».


ΜΑΝΩΛΗΣ Α. ΓΑΡΕΔΑΚΗΣ: «Ο Τύπος θα επιβιώσει»
«Ηταν Φεβρουάριος του 2007 όταν ο ιδρυτής της εφημερίδας Γιάννης Γαρεδάκης, αποφάσισε να προχωρήσουμε σε αναβάθμιση του μηχανολογικού και κτηριακού εξοπλισμού, στο τυπογραφείο των “Χανιώτικων νέων”, στο Βιοτεχνικό Πάρκο. Τότε ανέλαβα το νέο πιεστήριο της εφημερίδας το οποίο έχει δυναμική εκτύπωσης 30.000 περίπου εφημερίδες 64 σελίδων μέσα σε μία ώρα», θυμάται ο Μανώλης Α. Γαρεδάκης, σημερινός εκδότης των “Χανιώτικων νέων” και εξηγεί: «Πριν είχαμε λιγότερες σελίδες, οι ταχύτητες και οι χρόνοι παραγωγής δεν διέφεραν κατά πολύ, όμως αυτό που ουσιαστικά επιτεύχθηκε με την αγορά νέου πιεστηρίου ήταν ότι αυξήσαμε κυρίως τις έγχρωμες σελίδες σε μία εκτύπωση, κάτι το οποίο σημαίνει για εμάς χαμηλότερο κόστος και αισθητική αναβάθμιση του εντύπου».

ΤΥΠΩΜΑ ΣΕ ΠΑΛΙΟ ΚΑΙ ΝΕΟ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟ
«Το στήσιμο του νέου πιεστηρίου δεν ήταν καθόλου εύκολο, περάσαμε αρκετές δύσκολες καταστάσεις με υψηλό χρηματικό κόστος και μεγάλο ρίσκο. Πρόκειται για μια μεγάλη σε μέγεθος μηχανή, η οποία έχει αυξημένες απαιτήσεις και θέλει καλούς τεχνίτες και εμπειρία. Μας πήρε αρκετό χρονικό διάστημα να εγκαταστήσουμε σωστά την μηχανή και να μπει σε γραμμή παραγωγής. Παράλληλα όσο στήναμε και για περίπου ένα με ενάμιση χρόνο, δουλεύαμε παράλληλα και το παλιό πιεστήριο καθημερινά. Προχωρούσαμε στην κύρια παραγωγή του φύλλου, την ημερήσια έκδοση του στο παλιό πιεστήριο κατά 60-70% και επιλεκτικά κάποιες ημέρες τυπώναμε τις εκδόσεις στο καινούργιο πιεστήριο. Οταν τα επίπεδα παραγωγής στο νέο πιεστήριο βελτιώνονταν και εξελίσσονταν στο επιθυμητό αποτέλεσμα, ελαττώναμε την παραγωγή από το παλαιό πιεστήριο και βάζαμε την έκδοση της εφημερίδας στο καινούργιο. Ζημιές και… λαχτάρες ήταν και είναι συνήθη φαινόμενα, αφού ζημιές, υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντα».

ΟΙ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ
«Οι τυπογράφοι συνήθως πιάνουν δουλειά αργά το απόγευμα μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, αναλόγως το πότε θα κλείσει η σύνθεση του φύλλου. Βέβαια υπάρχουν φορές όπου έχουμε ανατροπές λόγω έκτακτων, σοβαρών, ειδησεογραφικών γεγονότων. Για παράδειγμα τα τελευταία χρόνια θυμάμαι δύο χαρακτηριστικές. Μία περίπτωση, ήταν όταν μετά τις 12.30 με 1 τα ξημερώματα ενώ ουσιαστικά είχε ολοκληρωθεί η εκτύπωση του ημερήσιου φύλλου, βγήκε ο πρωθυπουργός της χώρας και έκανε διάγγελμα για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Οπότε ό,τι είχε εκτυπωθεί αναγκαστικά πετάχτηκε όλο στην ανακύκλωση. Αλλαξε η πρώτη σελίδα, όλες οι σχετικές σελίδες με πολιτικές ειδήσεις και όποια σελίδα ήταν σχετική με το θέμα και εκτυπώσαμε πάλι από την αρχή τον αντίστοιχο αριθμό φύλλων! Το ίδιο είχε γίνει και με το πραξικόπημα στην Τουρκία, το οποίο επειδή έγινε βραδινές ώρες, αναγκαστικά τυπώσαμε έκτακτο παράρτημα».
«Σήμερα η Τεχνολογία εξελίσσεται ραγδαία, τόσο στον χώρο των εκτυπώσεων όσο και στον χώρο της σύγχρονης παραγωγής, γενικότερα. Αυτό που διαπιστώνει κάποιος, βλέποντας την ιστορία και την εξέλιξη της Τυπογραφίας από τους πρώτους αιώνες μέχρι την ψηφιακή εποχή, είναι μια τρομερή εξέλιξη, μια μεγάλη αλλαγή η οποία είναι αναγκαία και απαραίτητη. Δεν μπορούμε να μην την ακολουθήσουμε. Πιστεύω ότι ο Τύπος θα αντέξει. Eάν υπάρχει καλή οργάνωση, μια δυνατή ομάδα ανθρώπων -όπως είναι και η δική μας- και παρακολουθώντας τις εξελίξεις, ο Τύπος μπορεί να συνυπάρχει με την ψηφιακή πληροφόρηση».


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα