Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024

Για ποια γυναικεία φορεσιά

9ο μέρος

Tο θέμα του κεφαλόδεσμου ή κεφαλοκαλύμματος συνεχίζεται με αναφορά στο γαμήλιο κεφαλόδεσμο και κάποια ήθη που τον όριζαν και τον χαρακτήριζαν.

Ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος στους Κρητικούς Γάμους αναφέρεται στο έθιμο της Τσύπας (τσίπα: πολύπτυχο και αραχνοΰφαντο ύφασμα) και του ξετσυ(ι)πώματος της νύφης.
Πρόκειται δηλαδή για την αποκάλυψη του προσώπου της νύφης από τον μνηστήρα της μόνο αφού είχαν οριστικοποιηθεί οι αρραβώνες, πράξη η οποία και τους επισφράγιζε. Κόρη η οποία είχε θεαθεί με ακάλυπτο πρόσωπο από ξένο πριν τον αρραβώνα της εθεωρείτο άτιμη. Ο συγγραφέας σχολιάζει ότι το έθιμο αυτό αλλοιώθηκε από την ιταλική ελευθεριότητα αλλά επιβίωνε στην επαρχία Σελίνου η οποία δεν είχε ροπή προς τον νεωτερισμό!

…άδουν και πλέκουν στεφάνην χρυσήν νομισμάτων αρχαίων, ήντινα κόρη μικρά προς την νύμφην εν ώρα θα φέρει…
Αντώνιος Αντωνιάδης,
Κρητηίς

Αλλο γαμήλιο έθιμο το οποίο φαίνεται να είχε επιβιώσει περισσότερο καθώς αναφέρεται και περιγράφεται από τον Παύλο Βλαστό και τον Γρηγόριο Παπαδοπετράκη στα τέλη του 19ου αι. ήταν η τζόγια.
Η τζόγια χαρακτηρίζεται αρχαϊκωτάτη από τον Βλαστό αλλά στις ημέρες του διατηρείται μόνο στην επαρχία Αποκορώνου, ενώ κατά τον Παπαδοπετράκη έχει ήδη εγκαταλειφθεί στην επαρχία Σφακίων.
Φαίνεται ωστόσο να ήταν ευρύτατα διαδεδόμενη καθώς ο όρος απαντάται σε τραγούδια και σε έργα της κρητικής λογοτεχνίας όπως για παράδειγμα στην Ερωφίλη και τον Ερωτόκριτο.
Η τζόγια, σύμφωνα πάντα με τις περιγραφές, είναι στεφάνι από κορδέλες και λουλούδια το οποίο κατασκευάζεται από γυναίκες πρωτοστέφανες (που είχαν πρώτη φορά παντρευτεί) και μανοκυρουδάτες (που ζούσαν και οι δύο γονείς τους) συγγενείς του γαμπρού.
Κατά την Ευαγγελία Φραγκάκι η πρώτη μορφή της τζόγιας ήταν αλυσιδένια και στην τελευταία φάση της χρήσης της η αλυσίδα αντικαταστάθηκε από κορδέλες και λουλούδια. Πάνω σε αυτό το στεφάνι καρφώνεται η ορμαθιά με τα δώρα, φλουριά ή κοσμήματα, της οικογένειας του γαμπρού και των κουμπάρων προς τη νύφη τα οποία είναι περασμένα σε κόκκινη μεταξωτή κλωστή. Αυτό το στεφάνι μεταφέρεται από τους γαμουλιώτες προς το σπίτι της νύφη πάνω στο κεφάλι δωδεκάχρονου κοριτσιού. Φτάνοντας στο σπίτι της νύφης στήνεται χορός από τη συνοδεία του γαμπρού στον οποίο καλείται να συμμετάσχει και η νύφη, κατά τη διάρκεια αυτού του χορού ο γαμπρός παίρνει τη τζόγια από το κεφάλι του κοριτσιού και την εναποθέτει στο κεφάλι της νύφης. Η τζόγια τοποθετείται επί της νυφικής μπόλιας η οποία αποτελείται από λεπτότατο μεταξωτό ύφασμα. Ενώ κατά τις πηγές το λευκό φαίνεται να είναι το επικρατέστερο χρώμα, ο Βλαστός αναφέρει επίσης το γαλανό και το κόκκινο (…λευκού, ή κυανού, ή ερυθρού χρώματος).  Μετά τη στέψη οι γονείς του γαμπρού δωρίζουν στη νύφη, αν το δώρισμα είναι χρυσό φλουρί τότε και αυτό αναρτάται πάνω στο κεφαλοκάλυμμά της. Ολα αυτά τα δωρίσματα ονομάζονται κολλήματα και ανήκαν αποκλειστικά στη νύφη.

ο καθ’ ένας μια βελόνα εις της νύφης την κορώνα…

Ο λόγος που αναφέρονται όλα τα παραπάνω πέρα από την περιγραφή ενός εξαρτήματος του νυφικού κεφαλόδεσμου είναι γιατί εισάγουν έννοιες όπως π.χ. καρφίδες, βελόνες, κορώνα, εξαρτήματα τα οποία έπαψαν με το πέρασμα του χρόνου να χρησιμοποιούνται, χάθηκαν μάλλον αλλά δίνουν ίσως απαντήσεις σε πρακτικά ζητήματα με τα οποία οι πηγές δεν ασχολούνται.
Αναψηλαφώντας κανείς τη σκέπη της Κρητικιάς συναντά περιγραφές που αναφέρουν μαντήλια τυλιγμένα πάνω από δίχτυ, μαντήλια έως και τρία δεμένα το ένα πάνω από το άλλο να σχηματίζουν κώνο (ο καπαρμάς), τη βαμβακερή μπόλια ή το τσεμπέρι δεμένα ή τυλιγμένα γύρω από το κεφάλι. Αυτές οι περιπτώσεις δε γεννούν την απορία που γεννούν οι περιγραφές για τις αναρριχτές μπόλιες ή τα αναρριχτά μαντήλια: πώς δηλαδή ένα
λεπτότατο ύφασμα που δεν δενόταν μπορούσε να στερεώνεται πάνω στο κεφάλι της γυναίκας; Θα γινόταν λογικά και στην Κρήτη χρήση όπως εξάλλου και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, καρφίδων ή βελόνων οι οποίες θα πρέπει να κρατούσαν τη σκέπη της γυναίκας πάνω σε κάποιο άλλο εξάρτημα ή και στα μαλλιά της. Προς αυτή την κατεύθυνση μας οδηγεί και η χρήση του ρήματος ενεπορπούτο, (ενεπορπούτο εις την κόμην), από τον Ζαμπέλιο.
Θα αποτελούσε ευχή η εύρεση ή έστω η περιγραφή κάποιας τέτοιας βελόνας ή καρφίδας, όπως μπορούμε να μελετήσουμε αντίστοιχα αντικείμενα όταν πρόκειται για άλλες περιοχές.
Στα τελευταία χρόνια χρήσης του κεφαλόδεσμου από τις γυναίκες σύμφωνα με μαρτυρίες φαίνεται ότι γινόταν χρήση του απομεσομπόλιδου, δηλαδή άσπρο τουλουπάνι σε μέγεθος μικρότερο από το εξωτερικό μαντήλι που μάζευε τα μαλλιά και προστάτευε την εξωτερική σκέπη αλλά και πάνω στο οποίο στερεωνόταν το μαντήλι όταν φοριόταν ελεύθερο. Επίσης κατά την ίδια περίοδο πάντα και κατά μαρτυρίες ήταν της μόδας οι πλεξίδες που τυλίγονταν γύρω από το κεφάλι δημιουργώντας ένα στεφάνι πάνω στο οποίο στερεωνόταν ή “τσιτωνόταν” το μαντήλι.
Ο Παπαδοπετράκης μας παραδίδει ότι οι Σφακιανές εσχημάτιζον κορώναν. Με αυτή τη φράση να εννοεί άραγε την καπαστή ή την κορώνα ως επιμετώπιο κόσμημα ή κάποιο τρόπο διευθέτησης των μαλλιών; Κορώνα κατά τον Βλαστό είναι γυναικείο στεφάνι χρυσό και στολισμένο με πετράδια. Καπαστή (η) ή καπαστής (ο) κατά τον ίδιο είναι χρυσό σιρίτι στολισμένο με χάντρες, μαργαριτάρια ή πολύτιμα πετράδια το οποίο τυλιγόταν γύρω από το κεφάλι αφού πρώτα τοποθετούνταν η κορώνα για να τη συγκρατεί.
Αποτελεί προσωπική αίσθηση ότι γίνεται σύγχυση των όρων ανάμεσα στην κορώνα ως επιμετώπιο κόσμημα και στη τζόγια και ότι μάλλον πρόκειται για το ίδιο εξάρτημα.
Στη σύγχυση αυτή συμβάλλουν και οι όροι κορώνη: βόστρυχος στο κέντρο του μετώπου κατά τα αρχαία χρόνια (Κ. Κορρέ), φλόκος: βόστρυχος στο κέντρο του μετώπου κατά την Ενετοκρατία που στολιζόταν με κόσμημα και αντικαταστάθηκε από αλυσίδα όταν η μόδα του πέρασε (Ευ. Φραγκάκι), κούτελο ή κουτελίκι: κατά τους βυζαντινούς χρόνους και κατά την ενετοκρατία: στενή ταινία υφάσματος που τυλιγόταν γύρω από το μέτωπο και ήταν στολισμένη με νομίσματα (Ευ. Φραγκάκι). Θα μπορούσε βέβαια να υποστηριχθεί και η άποψη ότι η τζόγια αποτελούσε το κατεξοχήν νυφικό επιμετώπιο κόσμημα, ενώ όλες οι άλλες απλούστερες μορφές χρησιμοποιούνταν από τις γυναίκες κατά την υπόλοιπη ζωή τους ανάλογα με τις περιόδους και την κοινωνική τους θέση και κατάσταση.
Γεγονός πάντως αποτελεί η ανάγκη για κάποιο εξάρτημα το οποίο θα εφαρμοζόταν κάτω από τη σκέπη της γυναίκας, (καπαστή και αργότερα απομεσομπόλιδο), και πάνω στο οποίο πάλι με τη βοήθεια κάποιου μέσου, (καρφίδες ή βελόνες), αυτό θα στερεωνόταν ώστε να μένει στη θέση του.
Στη διαμόρφωση του κεφαλόδεσμου ρόλο παίζει και η διευθέτηση των μαλλιών, εκτός από τις περιπτώσεις που αυτά μαζεύονταν ολοκληρωτικά από αυτόν.
Η προτίμηση των Κρητικών όπως και όλων των γυναικών στον ελλαδικό χώρο φαίνεται να ήταν διαχρονικά για τις πλεξίδες, στολισμένες ή μη, ριγμένες στην πλάτη. Το πρόσωπο πλαισιωνόταν ήδη από τα βυζαντινά χρόνια και κατά την ενετοκρατία από θυσάνους στους κροτάφους και τούφες βοστρυχωτές που κάλυπταν το μέτωπο, πάντα ανάλογα με το ρεύμα της εποχής. Μόλις προς τα τέλη του 19ου αι. ή στις αρχές του επόμενου φαίνεται να εισήχθη η χωρίστρα στο πλάι χωρίς ωστόσο να αντικαταστήσει τη χωρίστρα στη μέση και η συνήθεια για χαμηλούς κότσους ή το ανέβασμα των πλεξούδων…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα