Τρίτη, 30 Απριλίου, 2024

Για ποια γυναικεία φορεσιά

7ο μέρος
Η Βενετσιάνα Αικατερίνη των Μεδίκων (1519-1589) ήταν η πρώτη που επέβαλε στις κυρίες της αυλής της στη Γαλλία κατά το 16ο αι. να φορούν κυλόττα και έδωσε το έρεισμα για την άποψη ότι αυτό το κομμάτι ρούχου ως εσώρουχο πέρασε από την Ιταλία στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Φαίνεται ότι αυτό που ονομάζουμε γυναικεία κυλόττα ή αλλιώς κοντή γυναικεία βράκα έως κάτω από το γόνατο εμφανίστηκε και η χρήση της γενικεύθηκε παράλληλα με το κολέτο. Πρόκειται για δύο κομμάτια ρούχου της γυναικείας ένδυσης τα οποία βρίσκονται σε άμεση συνάφεια εξαιτίας του τρόπου στολισμού τους, δηλαδή της δαντέλλας. Κατά το 17ο αι. ταυτόχρονα λοιπόν με το κολέτο θα πρέπει να ήρθε από τη Βενετία στη βενετοκρατούμενη Κρήτη και η κοντή βράκα.
Η βράκα που έφτανε έως κάτω από τα γόνατα διατηρήθηκε έως και τα τέλη του 19ου αι. Από τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αι. έχουμε πλέον περιγραφές και για βράκες που καλύπτουν τους αστραγάλους. Κατά την ίδια περίοδο, στα τέλη του 18ου αι., ο Jacques Grasset de Saint Sauveur κάνει λόγο για βράκα που φτάνει έως κάτω από το γόνατο ενώ ο Claude-Etienne Savary κάνει λόγο για βράκα που καλύπτει τους αστραγάλους. Οι δύο τύποι θα πρέπει να συνυπήρχαν ήδη από τα μέσα του 18ου αι. και καθόλη τη διάρκεια του 19ου αι. Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε για τους λόγους που οδήγησαν κάποιες γυναίκες να φορέσουν μακρύτερες βράκες από το συνηθισμένο.
Ενδεχομένως λόγοι πρακτικοί ή μιμητισμού, δηλαδή οι γυναίκες μιμούμενες τον μουσουλμανικό τρόπο ένδυσης υιοθέτησαν ένα νέο στοιχείο και στη  συνεχεία το αφομοίωσαν και δημιούργησαν κάποιο τοπικό ύφος, όλα αυτά όμως αποτελούν προσωπικές εκτιμήσεις των εκάστοτε ερευνητών! Πάντως επικρατούσα άποψη των περιηγητών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν μας τα σχόλια τόσο των προαναφερθέντων όσο και του Franz Wilhelm Sieber αλλά και του Robert Pashley οι οποίοι επισκέφθηκαν το νησί κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. είναι ότι η μακριά βράκα (αλλά και η κοντή κατά τον Grasset) έλκει την καταγωγή της από την επίδραση της οθωμανικής κατάκτησης. Την ίδια άποψη φαίνεται να συμμερίζονται και οι μετέπειτα ερευνητές. Αποτελεί άποψη της έρευνας ότι η κοντή βράκα πρέπει να ήλθε στη Κρήτη από τη Δύση ενώ η μακριά αποτελεί μεταγενέστερη επίδραση που οφείλεται στην οθωμανική κυριαρχία στο νησί.
Γεγονός πάντως είναι ότι κατά τον 19ο αι. όσο παραγκωνίζονταν τα κεντημένα μεσόφορα φουστάνια και τη θέση τους κάτω από τις σάρτζες και τις κούδες έπαιρναν τα πουκάμισα, μέσα από αυτά οι γυναίκες φορούσαν πλέον μακριές βράκες. Θα μπορούσε να θεωρηθεί λογική μία τέτοια εξέλιξη καθώς οι γυναίκες είχαν συνηθίσει σε περισσότερα του ενός επίπεδα ρουχισμού. Η μακριά βράκα εκτός από εσώρουχο καλείται τώρα να παίξει και το ρόλο εσώφορου ενδύματος κυρίως λόγω του υφάσματός της.
Οι βράκες κατασκευάζονται από ύφασμα βαμβακερό του αργαλειού ή στην καλύτερη περίπτωση από ύφασμα λινό του αργαλειού, όχι όμως από λεπτότερα υφάσματα όπως για παράδειγμα μετάξι. Στη μέση έδεναν με τσικούρι ή τσικουροβάσταγο, ένα κορδόνι που περνούσε μέσα από την τσικουργιάστρα, το κανάλι μέσα στο οποίο κινούνταν το τσικούρι. Οι ποδαρές της κάθε μπατζάκας έσφιγγαν κάτω από τα γόνατα ή γύρω από τους αστραγάλους πάλι με λεπτά τσικούρια, κορδονάκια, δημιουργώντας φούσκα πάνω από τη γάμπα ή στον αστράγαλο, στην περίπτωση της κοντής βράκας τα τσικούρια λειτουργούσαν και ως καλτσοδέτες.
Ο στολισμός της βράκας μπορεί να γινόταν με κέντημα στην εξωτερική πλευρά τής κάθε μπατζάκας όπως οι κοντές βράκες που ανήκουν στη συλλογή Sandwith και χρονολογούνται από τον 18ο αι. για τις οποίες ο Roderick Taylor έχει διατυπώσει την άποψη ότι απηχούν περσικές επιρροές ορμώμενος από τη θέση, την κολονάτη διάταξη και το άνθινο μοτίβο του κεντήματος. Πριν συνεχίσουμε αξίζει η παρατήρηση ότι κατά τον συγκεκριμένο ερευνητή ό,τι θεωρείται τουρκική επίδραση στην πραγματικότητα έχει περσικές καταβολές και μάλιστα μπορεί να είχε μεταφερθεί στο νησί ακόμη και πριν την εδραίωση της οθωμανικής κυριαρχίας στην Κρήτη.
Η βράκα μπορεί επίσης να στολιζόταν με κέντημα γύρω από την κάθε μπατζάκα σε περίπτωση που το πουκάμισο άφηνε ελαφρώς να αποκαλύπτεται η φούσκα της. Ενδιαφέρον αποτελεί η μαρτυρία της Αννης Αποστολάκη όπως τη διασώζει η Ευαγγελία Φραγκάκι ότι οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν ολοκέντητες μπάντες παρόμοιες με τους ποδόγυρους των κεντητών φουστανιών τους τις οποίες έραβαν πάνω στις μπατζάκες της βράκας τους ανάλογα με την περίσταση. Από αυτή τη συνήθεια που δεν ήταν καθόλου πρακτική προέκυψαν βράκες από μεταξωτό ύφασμα με κεντητές μπατζάκες και βράκες με απλούστερο στολισμό για καθημερινή χρήση.
Οι πρώτες φοριόνταν πάνω από τις δεύτερες στις εξαιρετικές περιστάσεις της ζωής των γυναικών. Οι υστερότερες πάντως ήταν στολισμένες μόνο με δαντέλλες, ενώ εκείνες που φορέθηκαν κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. ήταν όλο και κοντύτερες, πάνω από το γόνατο, είχαν ελεύθερες μπατζάκες και ήταν στολισμένες στο γυροπόδι με δαντέλλες ή άλλο κέντημα του συρμού.
Δυστυχώς οι βράκες καθώς αποτελούσαν ρούχο καθημερινής χρήσης δεν θεωρήθηκαν από τις γυναίκες που τις χρησιμοποιούσαν άξιες να σωθούν και αυτό βέβαια ισχύει για όλα τα ρούχα που επείχαν θέση εσωρούχου. Στις συλλογές των μουσείων θα βρούμε κομμάτια που ανήκουν συνήθως στην τελευταία περίοδο χρήσης των αντίστοιχων ρούχων και στα οποία η επίδραση της αστικοποιημένης μόδας είναι εμφανής.
Μεγάλη σημασία πάντως έχει να συνειδητοποιήσουμε ότι η βράκα είτε κοντή είτε μακριά φτιαχνόταν κατά την περιγραφή της Ευαγγελίας Φραγκάκι από αλύπητο ύφασμα (δηλαδή δεν τσιγκουνεύονταν οι γυναίκες το ύφασμα) και ότι μία μακριά βράκα χωρούσε μισό γομάρι στάρι…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα