Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

Για να θυμηθούνε οι παλιοί και να μάθουνε οι νεότεροι

Κάμποσα χρόνια είναι περασμένα από τότεσας απού αρχίνιξα να ροζονάρω επαέ στη Γωνιά του Καφενέ. Γεροντάκι εξεκίνησα κι εσιογέρασα ν’ αναστορούμαι τα παλιά και να τ’ αναθιβάνω για όσους γνοιάζονται να τα γροικούνε.

Γιατί εμείς κεινανά τα χρόνια, μα κι ούλες οι γενιές του παλιού καιρού εκρεμομέστανε από τα χείλη τω γερόντω. Γιατί ετσά επιστεύαμε πως εγροικούντανε απ’ αυτά, σοφά λόγια και χρήσιμες συβουλές. Γι’ αυτό και τσοι τριγυρίζαμε τσ’ αργαδινές πότε στο καφενέ και πότε στσ’ αποσπερίδες στα σπίθια μας, κι εξεδιψάζαμε τη περιέργειά μας, με τα λεγόμενά ντωνε.
Γιατί οι καφενέδες κεινουνά του καιρού, δεν ήτανε μόνο τόποι ψυχαγωγίας κι ανάπαψης, αλλά πολλές φορές ελειτουργούσανε και σα σκολειά και τα μόνα μαθήματα απού δεν εγίνουντανε ήτανε η γραμματική και το συνταχτικό κι απόις ούλα τ’ άλλα είχανε τσοι δασκάλους τωνε. Γι’ αυτό κι εγροικούντανε πολλές και διάφορες ιστορίες από τσοι πολέμους και τσοι ξεσηκωμούς, και τα πολλά βάσανα και τσοι κακουχίες από τα χρόνια τση σκλαβιάς. Ώρες πολλές αφιερώνανε να λένε για τσοι δουλειές τση κάθε εποχής. Κι είχανε μεγάλο ενδιαφέρον για τα προβλήματα και τσοι δυσκολίες απου αντιμετωπίζανε κι ήπρεπε από κοινού να γνοιαστούνε για να τσοι ξεπεράσουνε τουτεσάς τσοι δυσκολίες. Ακόμη όμως είχανε μεγάλο ενδιαφέρον στη παράδοση, γι’ αυτό κι ήτανε πάντα ενημερωμένοι.
Γιατί ‘τανε η εποχή απου εξεχωρίζανε οι γι αθρώποι τη καματερή από τη ξάργητα και δε τσοι χαραμίζανε εύκολα τσ’ εργάσιμες μέρες, γιατί τσ’ είχανε ανάγκη. Γι’ αυτό κι ο συχωρεμένος ο μπάρμπα Μιχάλης, ο για πολλά χρόνια ψάλτης του χωριού έλεγε και το πίστευε, «εν τη εργασία και η ζωή». Γιατί το παλιό καιρό η παράδοση ερύθμιζε την κοινωνική ζωή των αθρώπω κείνουνα του καιρού. Εκτός όμως από τα όσα εγροίκουνα στσοι καφενέδες έζιουνα από κοντά από μικιός τσοι δυσκολίες απου αντιμετωπίζανε και με τα βάσανα π’ απαλεύανε και μαζί ντωνε απολάβανα τσοι χαρούμενες συντροφιές στσ’ αποσπερίδες και τσ’ όμορφες παρέες τσοι σκολάδες και στα πανηγύρια.
Κι ύστερα στη καθημερινότητά ντωνε στσ’ αγροτοεργασίες απλωμένοι στ’ αμπέλια σα τουτηνέ την εποχή του τρυγητού. Θέρος, τρύγος, πόλεμος, εγροίκας. Τραγούδια και πειράγματα εγροικούντανε από τσοι τρυγητάδες και μαντινάδες και ριζίτικα ανακατωμένα με τσοι παραινέσεις στα κακαφρούκαστα γαϊδουρομούλαρα από τσοι κουβαλητάδες τω σταφυλιώ στα πατητήρια. Κι ύστερα κι από τα πατητά εβγαίνανε στσ’ ελιές κι εγροίκουντανε στα λιόφυτα οι χαρούμενες εκδηλώσεις από τσοι μαζώχτρες και τσοι μαζωχτάδες, και στα χωράφια απού εσπέρνανε οι ζευγάδες, κόπος, τραγούδι και ιδρώτας ήτανε η ζωή ντωνε. Χαρούμενες εκδηλώσεις και νταντέματα από τσοι νοικοκεράδες και τσοι προυκοκάμουσες κοπελιές, πότε από τη κουζίνα απου ετοιμάζανε το φαϊτό γη εκάνανε τη λάτρα του σπιθιού ντωνε καθεμιά κι άλλες ώρες που εκάθιζε στ’ αργαστήρι κι εκαταχτύπα το πέταλό ντου, γιατί έτσα απαιτούσε το θείο δώρο τση μητρότητας απου η φύση έχει φιλοδωρήσει τη γυναίκα.
Γι’ αυτό τη θωρούμε να πρωταγωνιστεί στη νοικοκεροσύνη, να καταπιάνεται με ένα σωρό εργόχερα και να βρίσκει χρόνο να υφαίνει και στ’ αργαστήρι και να κάνει ιδιαίτερα χαρούμενη και πεσίχαρη ούλες τσοι μικροδουλειές απου οι ανάγκες του σπιθιού την υποχρεώνανε. Κι ύστερα στσ’ εορτές να ορδινιάζονται οι γι οικογένειες για τα μικιά γη μεγάλα πανηγύρια τση περιοχής τωνε, απου άφτανε τα κεράκια ντωνε με σεβασμό κι ευλάβεια, κι ύστερα απολούτρουγα εκαλημερίζουντανε αναμεταξύ τωνε και γη ελέγανε και του χρόνου, γη εδιαμαρτύρουντανε στσοι καφενέδες για τσοι πανηγυριώτικες εκδηλώσεις. Έτσα την εγνώρισα κι έτσα την εχαίρουμουνε και την απολάβανα τη ζωή από μικιό κοπελάκι, σε τούτονε τον τόπο, τον στερημένο από χώμα και νερό, με τσοι περίσσιες πέτρες και τα μπόλικα χαράκια, ο άνυδρο μα ευλοημένο Ακρωτήρι και στο ταπεινό χωριό ντου τα Χωραφάκια, απου είδα το φως και τα πνεμόνια μου εγεμίσανε με τον αέρα ντωνε, από τούτονα του τόπου τσ’ αθρώπους επήρα τα πρώτα μου δασκαλέματα για την αθρωπιά και το φιλότιμο και από τη συμπεριφορά ντων εδιδάχτηκα πως «ουκ εν τω πολλώ το ευ» είναι μια αλήθεια και τα επιβεβαιώνουνε κι οι γι εμπειρίες μου, γι’ αυτό κι όπως ετραγουδούσε το παλιό καιρό ο συνετός λαός μας: «Η τσέπη πάντα αδειανή μα η καρδιά γεμάτη». Δε μπορώ στ’ αλήθεια να ξεχάσω το παλιό, το καλό το καιρό, με τσοι πολλές ευαισθησίες και τ’ αυθόρμητα καλημερίσματα. Γι’ αυτό και πήρα την απόφαση κάποια στιγμή να γράψω τούτονε το βιβλίο “ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ ΧΩΡΑΦΑΚΙΑ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ ΧΑΝΙΩΝ”, στο οποίο αναφέρομαι στσ’ εμπειρίες μου από τα όσα αναστορούμουνα και μ’ όσα είχανε τη καλοσύνη και μου διηγηθήκανε οι πλια παλιοί, γιατί δε το θεώρουνα σωστό να χαθούνε οι γι ομορφιές μιας ταπεινής και δύσκολης ζωής, γεμάτης από αθρωπιά σεβασμό και σύνεση στα λασπόνερα κάποιω εισαγώμενω δήθεν ρευμάτων πολιτισμού.
Η μεγάλη αγάπη μου για τον τόπο μου και η Θεία Πρόνοια, μου δώκανε δύναμη και τα κατάφερα και με ιδιαίτερη ευχαρίστηση το έθεσα σε κυκλοφορία τούτονα το βιβλίο για να το αποχτήσουνε κι όσοι αγαπούνε και σέβονται τη παράδοση, είτε Χωραφακιανοί είναι, είτε Ακρωτηριανοί, γη και από την υπόλοιπη κοινωνία και πιστεύω πως σ’ όλους θα φανεί ευχάριστο.
Και την άποψή μου αυτή τη θεμελιώσανε τα όσα εδημοσιέψανε στην έγκριτη εφημερίδα “Χανιώτικα νέα” που με κάμανε και χάρηκα ιδιαίτερα με τα καλά ντωνε λόγια, ο σεβαστός μου πατήρ Ιγνάτιος κι οι αξιότιμοι κύριοι Κακατσάκης Β., Αποστολάκης Σταμ. και Τυραϊδής Δημ, που τσ’ ευχαριστώ από καρδιάς. Ευχαριστώ όμως και τα “Χ.Ν.”, για τη ζεστή αγκαλιά τωνε. […] Μένω ήσυχος με τη συνείδησή μου ότι αυτό που ήθελα να κάμω τα κατάφερα. Να περιγράψω τη ζωή και τα βάσανα των ταπεινών και απλοϊκών προγόνω μου, που παρ’ όλες τσοι δυσκολίες και τα πολλά εμπόδια εκρατήξανε ψηλά τη σημαία τση παράδοσης και τσ’ αξιοπρέπειας.
Ευχαριστώ κι όσους τ’ αγκαλιάσανε με το ενδιαφέρο ντωνε το βιβλίο μου.
Θεέ μου φύλαε το νου μας.
Ώρα καλή σας αναγνώστριες και αναγνώστες μου και καλή λύτρωση από τον ιό.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Ροζονάρω = Κουβεδιάζω
Επαέ = Εδώ
Σιογέρασα = Γέρασα πολύ
Αναστορούμαι = Θυμούμαι
Αναθιβάνω = Διηγούμαι
Γνοιάζομαι = Ενδιαφέροντα
Γροικώ = Ακούω
Αργαδινές = Βραδιές
Κιαπόις = Κι ύστερα
Καματερή = Μέρα εργασίας
Ξάργητα = Μέρα αργίας
Μικιός = Μικρός
Απαλεύανε = Αγωνιζούντανε
Κακαφρούκαστα = Ανυπάκουα
Πεσίχαρη = Πολύ ευχάριστη και πρόθυμη
Ορδινιάζομαι = Ετοιμάζομαι
Άφτω = Ανάβω
Μπόλικα = Άφθονα
Χαράκι = Πέτρινος όγκος, ριζιμιός βράχος
Κατέω = Ξέρω


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα