Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Το δέντρο της υπακοής

» Βασιλική Πέτσα (εκδόσεις Πόλις)
Τις πρώτες κιόλας μέρες που ο ιός έπαψε να απασχολεί μόνο την Κίνα, και σιγά σιγά ο υπόλοιπος πλανήτης άρχισε να συνειδητοποιεί την απειλή, στις ειδήσεις γινόταν αναφορά σ’ ένα κρουαζιερόπλοιο, το Diamond Princess, αν η μνήμη μου δεν με απατά, που παρέμενε στα ανοιχτά, ενώ ο ιός επέλαυνε εντός του και ο αριθμός των νεκρών μεγάλωνε, και κανένα λιμάνι δεν το καλούσε κοντά του, εκείνο που άλλοτε ήταν η πολύφερνη νύφη με τους χιλιάδες καταναλωτές, έγινε μέσα σε μια νύχτα, θαρρείς, ένας Δούρειος Ίππος για τον οποίο όλοι γνώριζαν και παρακαλούσαν -από μέσα τους ψιθυριστά- να εξαφανιστεί από τα δικά τους ραντάρ, όπως εξαφανίστηκε ξαφνικά και το Λιουμπόβ Ορλόβα, κάπου στα ανοιχτά του Βόρειου Ατλαντικού, μία από τις ιστορίες που ενέπνευσε τη Βασιλική Πέτσα στο πρώτο της μυθιστόρημα, Το δέντρο της υπακοής, το οποίο για κάποιο λόγο παραποιώ διαρκώς σε δέντρο της υποταγής, ποιος ξέρει γιατί. Και αν στην πρώτη σελίδα, η σύνδεση με τον σημερινό κόσμο είναι κάπως πιο προσωπική και ίσως χαλαρή, η σελίδα 302 διαβάζεται πια διαφορετικά:
[…] εκείνη με ενημέρωσε πως ο μικρότερος αδερφός της έπαιρνε αγωγή για κνίδωση κι εγώ, στα μέσα Σεπτεμβρίου, της ανακοίνωσα πως η κοινή μας φίλη, η δασκάλα, είχε χτυπήσει άσχημα στο κεφάλι. Έπειτα, λίγες μέρες αργότερα, την ειδοποίησα πως η κοινή μας φίλη μεταφέρθηκε στη μονάδα Λοιμώξεων του περιφερειακού νοσοκομείου: το εξάνθημα που είχε εμφανιστεί στο σώμα της είχε ερμηνευτεί ως σύμπτωμα ιλαράς. Να είχε ανησυχήσει; Να θεώρησε, ήδη, τότε, πως με κάποιο τρόπο ευθύνεται εκείνη; Η φωνή της στο τηλέφωνο, σταθερή και ουδέτερη, δεν πρόδιδε ούτε ίχνος συναισθηματικής φόρτισης. Έπειτα από μέρες, της τηλεφώνησα για να της ανακοινώσω πως η κοινή μας φίλη είχε τελικώς διαγνωστεί με ευλογιά: τα κυστίδια που εμφανίστηκαν ξαφνικά σε κάποιες από τις βλατίδες που κάλυπταν το δέρμα της, μέχρι και τις πατούσες, είχαν υποψιάσει τους γιατρούς, και η κατάστασή της διαρκώς χειροτέρευε. Κάναμε και οι δυο μας μια διακριτική παύση. “Νομίζεις πως θα έπρεπε να εξεταστώ κι εγώ;” με ρώτησε τέλος. Της απάντησα πως αν έτσι κριθεί, θα την καλέσουν οπωσδήποτε οι ειδήμονες. Δεν θέλησα να τη φορτίσω περισσότερο, περιγράφοντάς της λεπτομερώς την εκτεταμένη κινητοποίηση των υγειονομικών αρχών στην περιοχή, τα ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας που είχαν ήδη αρχίσει να εφαρμόζονται με πυρετώδεις ρυθμούς ως κατεπείγουσες διαδικασίες περιορισμού μιας ασθένειας που είχε προ αρκετών δεκαετιών εξαλειφθεί σ’ ολόκληρη τη Σοβιετική Ένωση.
Ένας πρώην ιεροκήρυκας που αναζητά την Κιβωτό, ένας πατέρας που φεύγει κρυφά με το μωρό για να φτάσει μέχρι την άκρη του κόσμου, το Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα, εκεί που καταλήγει το πλέον γνωστό θρησκευτικό προσκύνημα, μια λίμνη που θυσιάστηκε για να ποτιστεί το έδαφος, μια οικογένεια που έζησε απομονωμένη στη Σιβηρία, τα παιδιά με τα οράματα, το πλοίο που πλέει παραδομένο πλήρως στα θαλάσσια ρεύματα. Το δέντρο της υπακοής είναι ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα πέντε επιμέρους ιστοριών που εκτείνονται σε όλο το μήκος του εικοστού αιώνα, σε διαφορετικά μήκη και πλάτη, ιστορίες καταγεγραμμένες, λιγότερο ή περισσότερο γνωστές, οι οποίες διαμορφώθηκαν κατάλληλα ώστε να μετατραπούν σε καλή λογοτεχνία. Εκείνο που μένει να απαντηθεί είναι αν θα “έπρεπε” οι πέντε αυτές ιστορίες να παραδοθούν ως ανεξάρτητα -εκτενή- διηγήματα μιας ομογενούς συλλογής ή αν καλώς προτιμήθηκε η δεδομένη μυθιστορηματική συνάρθρωση. Το αφηγηματικό αυτό εύρημα λειτουργεί, σίγουρα όχι εξ αρχής, αλλά στην πορεία της ανάγνωσης τα ερωτήματα απαντώνται. Οι παύσεις της κάθε ιστορίας λόγω της παρεμβολής των υπολοίπων συντελούν στην ατμόσφαιρα του βιβλίου, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε αρχικά ο αναγνώστης ίσως μπερδευτεί αναζητώντας την ευθεία σύνδεση των ιστοριών μεταξύ τους. Η εναλλαγή εντείνει την αγωνία για την εξέλιξη της κάθε ιστορίας, δίνοντάς της ταυτόχρονα χρόνο στη σκέψη του αναγνώστη. Κάθε επόμενο κεφάλαιο συνοδεύεται από τους αντίλαλους των προηγούμενων, γεγονός που μετουσιώνει σε βίωμα την έννοια της πολυφωνικότητας. Αν κάποιος αναγνώστης επιθυμεί την αντιστοίχηση με την πραγματικότητα τότε θα χρειαστεί να κάνει κάποια αναζήτηση. Υποθέτω πως αν το βιβλίο αυτό ήταν μεταφρασμένο, στην ελληνική έκδοση θα υπήρχαν μερικές δεκάδες επεξηγηματικών υποσημειώσεων, κατά τη γνώμη μου αχρείαστες αφού δεν σχετίζονται ούτε με το corpus του μυθιστορήματος ούτε με την πρόσληψή του. Καλώς, λοιπόν, εδώ απουσιάζουν. Στη σημερινή εποχή άλλωστε λίγα πράγματα είναι πιο εύκολα από μια αναζήτηση στο διαδίκτυο. Το τελικό αποτέλεσμα είναι τόσο πειστικό που η πονηρά διατυπωμένη άποψη περί έμμεσου περάσματος της Πέτσα από τη μικρή στη μεγάλη φόρμα διαλύεται στο τίποτα από το οποίο προήλθε.
Ο μακροπερίοδος λόγος, με τη σωστή χρήση των σημείων στίξης, σε συνδυασμό με τη χρήση της γλώσσα εντυπωσιάζουν. Η προφορικότητα, η ενσωμάτωση των διαλόγων σε ευθύ και σε πλάγιο λόγο, η ροή συνείδησης αλλά και οι περιγραφές, τα πραγματολογικά στοιχεία, οι πολιτικές και θεολογικές αναζητήσεις, όλα είναι καλά μιξαρισμένα -αν μου επιτρέπεται το δάνειο από την ηχοληψία. Υποθέτω πως η κρυπτικότητα του κειμένου, που μοιάζει να μη θέλει να προβεί σε περιττές -κατά τη συγγραφέα- εξηγήσεις, αλλά να παραμείνει κάπως κλειστό, πηγάζει από το γεγονός πως οι ιστορίες αυτές είναι πραγματικές. Η πορεία που ακολουθεί η Πέτσα κατά τη συγγραφή είναι αντίστροφη, η κατάληξη της ιστορίας είναι εκείνη που της τραβάει την προσοχή, η απώλεια του στίγματος του πλοίου για παράδειγμα, το γεγονός στέκει εκεί, παγιωμένο στον χρόνο και ενεργοποιεί την έμπνευση και τη σκέψη της συγγραφέως, η οποία δοκιμάζει να φτάσει στο ίδιο -δεδομένο- αποτέλεσμα, ακολουθώντας -συνθέτοντας αν προτιμάτε- μια μυθιστορηματική -και όχι ανακριβή- διαδρομή. Αναζητά τα συναισθήματα, όσα δεν ειπώθηκαν ή τα πήρε μαζί του ο αέρας, την κακιά στιγμή, την απώλεια της πίστης, το νήμα που ενώνει την ιστορία. Η πίστη σε έναν καλύτερο κόσμο, είτε υπό θρησκευτικό είτε υπό πολιτικό πρίσμα, και μέσω αυτής εκπορευόμενη η πίστη προς τον άνθρωπο, δευτερεύουσα πίστη που ολοένα και χάνεται, είναι διάχυτη στο μυθιστόρημα αυτό, ακόμα και ως μέρος της γενικότερης ατμόσφαιρας.
Εν κατακλείδι, Το δέντρο της υπακοής είναι ένα απαιτητικό ανάγνωσμα, αρκετά πυκνό και κλειστό, μυθιστόρημα που απαιτεί τον χρόνο του και επιβάλλει τον ρυθμό του, που όμως διαθέτει ευδιάκριτες λογοτεχνικές αρετές, ικανές να ανταμείψουν τον αναγνώστη και να δημιουργήσουν αυξημένες προσδοκίες για το επόμενο μυθιστορηματικό βήμα της Βασιλικής Πέτσα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα