Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Moody’s: Διπλή αναβάθμιση της Ελλάδας σε B1

Σε διπλή αναβάθμιση του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας, σε Β1 από Β3, προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Moody’s. Παράλληλα μετέβαλε το outlook σε σταθερό από θετικό. Όπως μεταδίδει το capital.gr οι βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση, σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, είναι οι εξής:

1. Το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα φαίνεται σταθερά εδραιωμένο και οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς. Μια οικονομία που ενισχύεται σε συνδυασμό με την επιτήρηση από τους πιστωτές θα μειώσει περαιτέρω τον κίνδυνο αναστροφής των μεταρρυθμίσεων.

2. Το ιστορικό των ισχυρών δημοσιονομικών επιδόσεων τώρα είναι σταθερά εδραιωμένο και είναι πιθανό να διατηρηθεί, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιονομικής βελτίωσης έχει επέλθει εξαιτίας των δομικών μέτρων.

3. Η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους είναι ουσιωδώς ενισχυμένη μεσοπρόθεσμα από το πακέτο ελάφρυνσης του περασμένου Ιουνίου. Η χώρα έχει επιτυχώς επανεγκαταστήσει τη χρηματοδότηση από τις αγορές, με στήριγμα ένα μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας και την ισχυρή στήριξη των πιστωτών.

Πιο αναλυτικά, ένας βασικός παράγοντας που έχει συμβάλει στη βελτίωση του πιστωτικού προφίλ της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια ήταν η πρόοδος που σημειώθηκε στο πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκε με τους πιστωτές. Ενώ η πρόοδος διακόπηκε κάποιες φορές με τους στόχους να καθυστερούν ή να χάνονται, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων φαίνεται να είναι όλο και πιο εδραιωμένη με καλές προοπτικές για περαιτέρω πρόοδο και χαμηλό κίνδυνο ανατροπής.

Σύμφωνα με τη Moody’s, η συνεχής προσπάθεια εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων αρχίζει σιγά σιγά να αποδίδει καρπούς στην οικονομία. Η οικονομία της Ελλάδας έχει καταστεί πιο ανοιχτή τα τελευταία χρόνια καθώς οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν το 37% του ονομαστικού ΑΕΠ από το τρίτο τρίμηνο του 2018 σε σχέση με το 22% του 2010. Η ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε αισθητά λόγω της σημαντικής μείωσης του κόστους εργασίας και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών επιταχύνθηκαν σημαντικά κατά το 2018.

Οι μεταρρυθμίσεις την αγορά εργασίας αρχίζουν να αποτυπώνονται στην έντονη ενίσχυση της απασχόλησης η οποία κυμάνθηκε στο 2% ή και περισσότερο τα τρία τελευταία χρόνια έναντι της μέσης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ την ίδια περίοδο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και του Υπουργείου Εργασίας οι συμβάσεις εργασίας γίνονται πιο ευέλικτες και η διαπραγμάτευση των μισθών γίνεται ολοένα και περισσότερο στο επίπεδο της επιχείρησης και όχι στο επίπεδο του κλάδου ή της βιομηχανίας, όπως συμβαίνει συνήθως.

Oι ιδιωτικοποιήσεις επιταχύνθηκαν πρόσφατα και αποτελούν θετικό βήμα για την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων και επενδύσεων καθώς και για τη βελτίωση του ανταγωνισμού στις εγχώριες αγορές. Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και η Τράπεζα της Ελλάδας παρουσίασαν νέες προτάσεις για την επιτάχυνση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στον τραπεζικό τομέα οι οποίες αν εφαρμοστούν θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό στοιχείο για την πιο επιθετική αντιμετώπιση της βασικής αδυναμίας των τραπεζών.

Η θετική αξιολόγηση, σύμφωνα με τη Moody’s, έρχεται παρά ορισμένες πρόσφατες κυβερνητικές αποφάσεις που δεν ήταν πλήρως σύμφωνες με τις δεσμεύσεις. Ειδικότερα, η απόφαση αύξησης του κατώτατου μισθού κατά 11% ξεπέρασε τη σύσταση των θεσμών κατά 5-10% και θα βλάψει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας αν αυτή η αύξηση μεταφραστεί σε γενικευμένη μεγάλη αύξηση των μισθών. Επίσης, η πρόσφατα δημοσιευμένη δεύτερη έκθεση αξιολόγησης μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ότι παρά τη συνολικά καλή πρόοδο, η Ελλάδα υστερεί σε ορισμένες από τις δεσμεύσεις της ενώ συνεχίζεται η συζήτηση για την προστασία της πρώτης κατοικίας (νόμος Κατσέλη). Η συνεχής καθυστέρηση θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την απόδοση του 1 δισ. ευρώ στην Ελλάδα.

H Moody’s θεωρεί ότι ο κίνδυνος μιας ουσιαστικής αναστροφής ήδη εφαρμοζόμενων μεταρρυθμίσεων είναι χαμηλός, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών που είναι προγραμματισμένο να γίνουν τον Οκτώβριο το αργότερο, αλλά μπορεί να γίνουν και λίγους μήνες νωρίτερα. Τα πιο επίπονα μέτρα έχουν ήδη εφαρμοστεί, με την οικονομία τελικά να δείχνει σημάδια ανάκαμψης, μειώνοντας το κίνητρο οποιασδήποτε μελλοντικής κυβέρνησης να θέσει σε κίνδυνο οφέλη που κερδήθηκαν με δυσκολία. Η συνεχιζόμενη επιτήρηση των πιστωτών θα μειώσει περαιτέρω τον κίνδυνο της αναστροφής των μεταρρυθμίσεων.

Σύμφωνα με τη Moody’s, οι μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί, μαζί με την ανάκαμψη, έχουν επιτρέψει στην Ελλάδα να επιτύχει σημαντική δημοσιονομική σταθεροποίηση τα τελευταία χρόνια. Οι στόχοι που έχουν συμφωνηθεί με τους πιστωτές της χώρας, συνεχίζει ο οίκος αξιολόγησης, ξεπεράστηκαν, και σε μεγάλο βαθμό από το 2015. Ένα μεγάλο μέρος της δημοσιονομικής βελτίωσης επήλθε εξαιτίας των δομικών μέτρων που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια του τρίτου προγράμματος προσαρμογής που ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 2018 και συμπεριελάμβανε σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό και στην υγεία, καθώς και προσπάθειες συγκράτησης του μισθολογικού κόστους και της απασχόλησης στο Δημόσιο.

Η Moody’s θεωρεί επίσης θετική την ίδρυση της ΑΑΔΕ, η οποία, όπως λέει έχει ήδη σημειώσει σημαντική πρόοδο σε ό,τι αφορά τη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και την αύξηση των φορολογικών εσόδων.

Ο οίκος προσθέτει ότι σημαντική συνεισφορά στη συνολική δημοσιονομική επίδοση της χώρας έχει η μείωση του επιτοκιακού κόστους πάνω από 16% από το 2015, λόγω των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι θα υπάρξει χρηματοδότηση από τις αγορές με υψηλότερα επιτόκια στο μέλλον, το επιτοκιακό κόστος θα παραμείνει σταθερό τα επόμενα χρόνο περίπου στο 3% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, η πρόσφατη δημοσιονομική εξυγίανση υποστηρίζεται από το πρόσφατο πακέτο ελάφρυνσης του χρέους που συμφωνήθηκε με τους πιστωτές τον περασμένο Ιούνιο, γεγονός που μειώνει σημαντικά την αποπληρωμή του χρέους της Ελλάδας για την επόμενη δεκαετία και έπειτα. Το πακέτο επεκτείνει τόσο τη μέση ωριμότητα των δανείων του EFSM όσο και την περίοδο χάριτος επί των τόκων. Η Ελλάδα θα χρειαστεί να αρχίσει να κάνει πληρωμές για τα δάνεια του EFSF το 2033. Αυτό το πακέτο σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη σταθερή δημοσιονομική επίδοση θα διασφαλίσει ότι οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας θα είναι χαμηλές τα επόμενα χρόνια στο περίπου 10% του ΑΕΠ μέχρι το 2032. Επιπλέον οι πιστωτές, σημειώνει ο οίκος, δεσμεύτηκαν να επανεξετάσουν το χρέος της Ελλάδας πάλι το 2032 και να παράσχουν περισσότερη περαιτέρω βοήθεια εάν χρειαστεί.

Επίσης ο οίκος σημειώνει ότι η ελληνική κυβέρνηση επέστρεψε με επιτυχία στις διεθνείς αγορές ομολόγων. Τα έσοδα αυτή της έκδοσης μαζί με το “μαξιλάρι” των 26,8 δισ. ευρώ ή 14,5% του ΑΕΠ στα τέλη του 2018, προσφέρουν σημαντική προστασία έναντι του χρέους συνολικού ύψους 22 δισ. ευρώ που λήγει την επόμενη τριετία. Η βιωσιμότητα του χρέους ενισχύεται μεσοπρόθεσμα ενώ ο δείκτης δημόσιου χρέους μειώνεται ακόμη και κάτω από τις παραδοχές πίεσης της Moody’s. Στο βασικό σενάριο ο δείκτης χρέους θα παραμείνει κάτω από το 167% του ΑΕΠ το 2020 έναντι 181% πέρυσι. Η Moody’s επίσης προβλέπει περαιτέρω μείωση του χρέους κάτω από το 154% το 2022 αν πιαστούν οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος.

Το outlook

Το σταθερό outlook, σύμφωνα με τον οίκο, ισορροπεί τον σχετικά χαμηλό κίνδυνο της πολιτικής ή δημοσιονομικής αναστροφής έναντι της περιορισμένης ανόδου του πιστωτικού προφίλ της Ελλάδας.

Παρά τις σημαντικές βελτιώσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, η Moody’s επισημαίνει ότι οι πιστωτικές μετρήσεις της Ελλάδας είναι πιθανό να παραμείνουν ισοδύναμες με μια αξιολόγηση στην κατηγορία Β τα επόμενα χρόνια, αν δεν υπάρξουν σημαντικές, μη αναμενόμενες, περαιτέρω βελτιώσεις στη θεσμική ενίσχυση της χώρας και στις οικονομικές της επιδόσεις. Οι προοπτικές ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα θα παραμείνουν χαμηλές, εκτός εάν οι επενδύσεις αυξηθούν σημαντικά.

Το αξιόχρεο της χώρας τελικά θα μπορούσε να αναβαθμιστεί αν μια ισχυρά προσηλωμένη σε μεταρρυθμίσεις κυβέρνηση προκύψει από τις επόμενες εκλογές και εφαρμόσει μια ξεκάθαρη και αξιόπιστη ατζέντα για ακόμη περισσότερες φιλικές προς την ανάπτυξη πολιτικές. Μια θετική αξιολόγηση θα απαιτούσε επίσης μια γρηγορότερη του αναμενομένου μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους -που συνδέεται πιθανότατα με τη συνεχή έντονη οικονομική ανάπτυξη με την ενίσχυση των επενδύσεων- και με σημαντική βελτίωση της υγείας του τραπεζικού τομέα.

Αντίθετα, το αξιόχρεο της χώρας θα μπορούσε να υποβαθμιστεί αν φανεί πως το μεταρρυθμιστικό μομέντουμ έχει υποχωρήσει, με την αναστροφή προηγούμενων μεταρρυθμίσεων ή με την υιοθέτηση πολιτικών που θα οδηγήσουν σε ουσιωδώς πιο αδύναμα δημοσιονομικά αποτελέσματα ή αν τεθούν σε κίνδυνο όσα δύσκολα κερδήθηκαν στο μέτωπο της ανταγωνιστικότητας, καθώς και οι θεσμικές βελτιώσεις.

Η Moody’s επισημαίνει ότι θα παρακολουθήσει ειδικότερα την πολιτική της επόμενης κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την απασχόληση στο Δημόσιο, με δεδομένη τη σημασία της δημιουργίας μιας λιγότερο πολιτικοποιημένης δημόσιας διοίκησης.

Ενδεχόμενη αναζωπύρωση των εντάσεων της Ελλάδας με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη θα ήταν αρνητικό στοιχείο, καθώς αυτό θα μπορούσε, μεταξύ άλλων, να θέσει εν αμφιβόλω την προοπτική για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους μετά το 2032, αν κάτι τέτοιο χρειαστεί, προσθέτει ο οίκος.

Η αγορά ανέμενε ευρέως την αναβάθμιση από την Moody’s σήμερα, μετά και την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές με το 5ετές ομόλογο στα τέλη Ιανουαρίου, καθώς ο οίκος είχε μείνει “πίσω” σε ότι αφορά τις αξιολογήσεις του σε σχέση με τους υπολοίπους, βαθμολογώντας τη χώρα μας έξι βαθμίδες κάτω από το investment grade τη στιγμή που η S&P την βαθμολογεί τέσσερις βαθμίδες χαμηλότερα και η Fitch τρεις.

Μετά τη διπλή και εσπευσμένη αναβάθμιση-έκπληξη της ελληνικής οικονομίας στην οποία είχε προχωρήσει η Moody΄s τον Φεβρουάριο του 2018 λόγω της σημαντικής δημοσιονομικής και θεσμικής βελτίωσης βλέποντας έτσι “καθαρή έξοδο “της Ελλάδας από το πρόγραμμα στήριξης, είχε επιλέξει να μην προχωρήσει στην επόμενη προγραμματισμένη αξιολόγησή της στις 21 Σεπτεμβρίου. Εξηγώντας την μη επικαιροποίηση του review της Ελλάδας τότε, είχε σημειώσει πως μετά την αναβάθμιση του Φεβρουαρίου δεν υπήρχαν σχέδια για μια νέα κίνηση σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ratings. Οι θετικές προοπτικές, τις οποίες και έχει “δώσει” στην Ελλάδα, μεταβάλλονται ή αποφασίζονται εντός 12-18 μηνών, έτσι δεν έχει προγραμματιστεί κάποια νέα αξιολόγηση πριν από αυτό το διάστημα.

Σημειώνεται πως μετά την S&P τον Ιανουάριο, την Fitch στις αρχές Φεβρουαρίου – όπου διατήρησαν σταθερή την αξιολόγησή τους – και την Moody’s σήμερα, οι επόμενες αξιολογήσεις είναι στις 26 Απριλίου από την S&P και πάλι (έχει προγραμματίσεις 3 reviews για την Ελλάδα το 2019) και στις 3 Μαΐου από την DBRS. Ο επόμενος γύρος αξιολογήσεων για φέτος ξεκινά στις 2 Αυγούστου από Fitch, στις 23 Αυγούστου από Moody’s, στις 25 Οκτωβρίου από S&P και την 1η Νοεμβρίου από την DBRS.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα