Για το ΠΔ σχετικά με το δικαίωμα οικοδόμησης μικροϊδιοκτησιών κάτω των δύο στρεμμάτων
και τις ανακοινώσεις του περιφερειάρχη για τον ΒΟΑΚ τοποθετήθηκε σχετικά στο περιφερειακό συμβούλιο η Λαϊκή Συσπείρωση Κρήτης, αναφέροντας τα εξής:
«Στη συνειδητή κυβερνητική πολιτική επιλογή απαξίωσης της περιουσίας χιλιάδων μικροϊδιοκτητών οικοπέδων σε οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, αναφέρθηκαν στο περιφερειακό συμβούλιο στις 29 Μάη οι περιφερειακοί σύμβουλοι της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Κρήτης, Αλέκος Μαρινάκης και Νίκος Μανουσάκης. Τόνισαν ότι με το Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ 194/2025/τ. Δ’) χιλιάδες, μέχρι πρότινος άρτιες και οικοδομήσιμες ιδιοκτησίες, χάνουν την οικοδομησιμότητά τους και συνεπώς μεγάλο μέρος της αξίας τους. Πρέπει να αποσυρθεί και να εξασφαλιστεί η μικρή ιδιοκτησία του λαού!
Αναφέρθηκαν στα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση και τα νομοθετικά «μπαλώματα» που συζητά, τα οποία είναι απλώς και μόνο προφάσεις για να κάμψει τις δίκαιες αντιδράσεις λαϊκών ανθρώπων, σε όλη την Κρήτη και πανελλαδικά, που με στερήσεις απόκτησαν ή κληρονόμησαν ένα οικόπεδο και βλέπουν να μετατρέπεται σε χωράφι.
Υπογράμμισαν ότι η απαξίωση της περιουσίας των χιλιάδων μικροϊδιοκτητών οικοπέδων έχει στόχο τη συγκέντρωση της γης σε λιγότερα χέρια, στα χέρια των επιχειρηματικών ομίλων, ιδιαίτερα του real estate και του τουρισμού, με δεδομένο και το θεσμικό πλαίσιο που έχουν συνδιαμορφώσει διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις για την κατάργηση περιορισμών χρήσης γης προς όφελος μεγάλου κεφαλαίου. Αυτός είναι ο αντιλαϊκός χαρακτήρας του αστικού κράτους που, από τη μια φτιάχνει χωροταξικά σχέδια με fast track διαδικασίες για τις μεγάλες επενδύσεις και από την άλλη, είτε κρατάει για χρόνια σε ομηρία τα λαϊκά στρώματα είτε απαξιώνει την ιδιοκτησία τους για να συγκεντρώσει τη γη σε λίγα χέρια.
Η περιφερειακή αρχή κάτω από την πίεση του λαϊκού παράγοντα εμφανίζεται αντίθετη με το ΠΔ, αυτό όμως δεν αναιρεί την πολιτική ευθύνη της για τις χρήσεις γης, την αξιοποίηση με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και εμπορευματοποίηση της χρήσης γης, στα πλαίσια του στρατηγικού αναπτυξιακού σχεδιασμού της αστικής τάξης για την Κρήτη, ιδιαίτερα του τουριστικού τομέα, σε όφελος του τουριστικού κεφαλαίου και του υψηλού τουρισμού.
Αναφορικά με τις ανακοινώσεις του περιφερειάρχη για την υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης για τον ΒΟΑΚ στο τμήμα Χανιά – Ηράκλειο, εκ μέρους της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Κρήτης τοποθετήθηκε ο Δημήτρης Βρύσαλης. Όπως είπε, έπεσαν και σε αυτήν την περίπτωση οι μάσκες της δήθεν φιλολαϊκής περιφερειακής αρχής, η οποία πανηγυρίζει μαζί με τη ΝΔ για το «μεγάλο κατόρθωμα» της κυβέρνησης, για έναν ιδιωτικό αυτοκινητόδρομο που δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες του λαού της Κρήτης. Για ένα έργο που όχι μόνο ήταν και είναι αναγκαίο, αλλά μπορούσε να γίνει δεκαετίες πριν, ως δρόμος σύγχρονος και ασφαλής για τους κατοίκους και επισκέπτες της Κρήτης, από την Κίσσαμο ως τη Σητεία, χωρίς διόδια, ενταγμένος σε σχέδιο για συνολικά δημόσιο και αναβαθμισμένο οδικό δίκτυο σε όλη την Κρήτη.
Η περιφερειακή αρχή προκλητικά η υποστηρίζει τους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς για τον ΒΟΑΚ, που έχει κριτήριο τις ανάγκες των μεγάλων ξενοδόχων, των κατασκευαστικών ομίλων, κτλ, και για τον οποίο ο κρητικός λαός θα πληρώσει το μεγαλύτερο μέρος της κατασκευής του για να τον εκμεταλλεύεται η παραχωρησιούχος εταιρεία. Όπως και θα τον χρυσοπληρώνει με διόδια φανερά και σκιώδη. Μάλιστα, στην εν λόγω σύμβαση, περιλαμβάνεται και «δοκιμαστική» λειτουργία των διοδίων, κατά τη διάρκεια της μελέτης – κατασκευής, δηλαδή πριν καλά – καλά παραδοθεί το έργο! Επιπλέον, ο Δημήτρης Βρύσαλης αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο έχει γίνει η χάραξη του ΒΟΑΚ, που κομμάτια του αυτοκινητόδρομου διχοτομούν αστικούς ιστούς και δεν συνδέουν συγκεκριμένους χώρους που αναγκαίοι για τη μετακίνηση των κατοίκων, πχ κόβει στα δύο την πόλη του Ηρακλείου, καθώς και στη μη επέκταση του δρόμου στη Σητεία, γιατί δεν συμφέρει τους κατασκευαστικούς ομίλους και δεν αποτελεί προτεραιότητα της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην περιοχή.
Τέλος, σημείωσε ότι η ασφάλεια στις μεταφορές είναι υπόθεση του λαϊκού κινήματος που προτάσσει τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και αμφισβητεί την κυρίαρχη πολιτική και το σύστημα το οποίο υπηρετεί το καπιταλιστικό κέρδος».