29.5 C
Chania
Δευτέρα, 1 Σεπτεμβρίου, 2025

Το βάρος των οικονοµικών προβληµάτων της Ρωσίας

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 σηµατοδότησε τη µεγαλύτερη στρατιωτική σύγκρουση στην Ευρώπη µετά τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο. Αν και η Ρωσία υπολόγιζε ότι θα εξασφάλιζε µια γρήγορη νίκη, βρέθηκε αντιµέτωπη µε µια µακροχρόνια σύρραξη φθοράς. Η εξέλιξη αυτή είχε καταλυτικές συνέπειες στην οικονοµία της Ρωσίας, η οποία, ήδη πριν τον πόλεµο, αντιµετώπιζε δοµικές αδυναµίες. Σήµερα, η χώρα προσπαθεί να διατηρήσει την πολεµική της µηχανή λειτουργική, αλλά το τίµηµα είναι βαρύ: στασιµότητα στην ανάπτυξη, υψηλός πληθωρισµός, ελλείµµατα-ρεκόρ και κίνδυνος τραπεζικής κρίσης.

Οι βασικές οικονοµικές προκλήσεις που αντιµετωπίζει η Ρωσία είναι η ενεργειακή εξάρτηση και οι κυρώσεις, το δηµοσιονοµικό έλλειµµα, η αύξηση του χρέους, η πίεση στο τραπεζικό σύστηµα, η διπλή ταχύτητα της οικονοµίας (στρατιωτικός τοµέας έναντι πολιτικού τοµέα), καθώς και οι δυσκολίες για τη µετάβαση σε µια µεταπολεµική οικονοµία, αφού εξίσου µεγάλα θα είναι τα προβλήµατα αποκατάστασης της οικονοµίας µετά τον τερµατισµό του πολέµου.
1. Ενεργειακή εξάρτηση και κυρώσεις: Τους τελευταίος µήνες έχει χτυπηθεί περίπου το 20% των ρωσικών διυλιστηρίων από τα ουκρανικά drones, µε αποτέλεσµα να σχηµατίζονται ουρές αυτοκινήτων για βενζίνη στη Ρωσία. Τα καύσιµα των οχηµάτων µειώνονται συνεχώς και κυρίως τα στρατιωτικά καύσιµα. Σύντοµα η Ρωσία θα αναγκαστεί να επιλέξει εάν θα στέλνει τη βενζίνη στο πολεµικό µέτωπο ή στη Μόσχα. Μετά την απεξάρτηση της Ευρώπης από τη ρωσική ενέργεια, µπορούν να γίνονται τέτοια χτυπήµατα από την Ουκρανία, ενώ πριν την απεξάρτηση θα είχαν πρόβληµα οι ευρωπαϊκές χώρες.
Η ρωσική οικονοµία παραδοσιακά στηρίζεται στις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το 2024, τα έσοδα από υδρογονάνθρακες αντιστοιχούσαν σε περίπου 30% των δηµοσίων εσόδων. Όµως, η πτώση της τιµής του πετρελαίου σε συνδυασµό µε τα πλαφόν τιµών και τους περιορισµούς στις εξαγωγές έπληξαν καίρια τα κρατικά έσοδα. Η Ρωσία αναγκάστηκε να πουλάει πετρέλαιο µε µεγάλη έκπτωση σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία. Η τιµή του ρωσικού αργού έπεσε το 2025 στα 55 δολάρια το βαρέλι, ενώ ο προϋπολογισµός είχε στηριχθεί σε υπολογισµό των 70 δολαρίων. Το αποτέλεσµα ήταν η εκτίναξη του ελλείµµατος σε $60 δισ. ρούβλια µέχρι τον Ιούλιο του 2025.
Η µείωση των ενεργειακών εσόδων απειλεί το Εθνικό Ταµείο Ευηµερίας, το αποθεµατικό της Ρωσίας, το οποίο αναµένεται να εξαντληθεί πλήρως µέχρι το τέλος του 2025.
Περαιτέρω θα αρχίζουν να γίνονται εµφανείς οι επιπτώσεις από την επιβολή δευτερογενών δασµών προς την Ινδία που φθάνουν συνολικά στο 50%, η οποία αύξησε τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία στο 42% από 1% πριν τον πόλεµο.
2. ∆ηµοσιονοµικό έλλειµµα και υπερβολικές δαπάνες: Η πολεµική προσπάθεια έχει εκτινάξει τις δηµόσιες δαπάνες. Το 2025 οι δαπάνες για άµυνα και εθνική ασφάλεια έφτασαν τα 172 δισ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 8% του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό είναι µη βιώσιµο για µια οικονοµία µε περιορισµένη ανάπτυξη.
Η κυβέρνηση καλύπτει τα ελλείµµατα µε αυξηµένο δανεισµό και µε άντληση κεφαλαίων από το Εθνικό Ταµείο Ευηµερίας. Ωστόσο, η συνεχής αύξηση του χρέους δηµιουργεί φόβους για αδυναµία εξυπηρέτησης. Η Κεντρική Τράπεζα έχει ήδη προειδοποιήσει για τον κίνδυνο υπερχρέωσης µεγάλων επιχειρήσεων, ακόµα και στον στρατιωτικό τοµέα.
Η απότοµη πτώση στις στρατιωτικές παραγγελίες θα οδηγήσει σε απολύσεις, µε ιδιαίτερα σκληρές συνέπειες για περιοχές που κυριαρχούνται από αµυντικές βιοµηχανίες. Θα χρειαστεί να τονώσει τον πολιτικό τοµέα, ώστε να µπορέσει να απορροφήσει όχι µόνο τους εργαζόµενους της άµυνας που θα µείνουν άνεργοι αλλά και τις εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες µε συµβολαία που θα επιστρέψουν από το µέτωπο.

3. Χρέος και Τραπεζικό Σύστηµα: Η Ρωσία χρησιµοποίησε τις τράπεζες ως «παράλληλο ταµείο πολέµου». Με νοµοθεσία του 2022, οι τράπεζες υποχρεώθηκαν να χορηγούν δάνεια σε στρατιωτικούς προµηθευτές µε επιδοτούµενα επιτόκια, ανεξάρτητα από την πιστοληπτική τους ικανότητα. Το αποτέλεσµα ήταν η εκτίναξη του εταιρικού χρέους πάνω από 70% µεταξύ Ιουλίου 2022 και Νοεµβρίου 2024, φτάνοντας τα 460 δισ. δολάρια. Το µεγαλύτερο µέρος αφορά στρατιωτικούς κλάδους: οπλικά συστήµατα, διπλής χρήσης τεχνολογίες, εφοδιαστικές αλυσίδες και χαλυβουργία.
Η Κεντρική Τράπεζα αύξησε το βασικό επιτόκιο στο 21%, το υψηλότερο επίπεδο δύο δεκαετιών, για να περιορίσει τον πληθωρισµό. Όµως αυτό αύξησε το κόστος δανεισµού και έφερε τράπεζες και δανειολήπτες στα όρια αδυναµίας αποπληρωµής. Οι τράπεζες κρατούν «µαύρα κουτιά» επισφαλών δανείων που δεν δηλώνονται ως µη εξυπηρετούµενα, µε αποτέλεσµα κανείς να µην ξέρει την πραγµατική κλίµακα του προβλήµατος. Η στασιµότητα της ρωσικής οικονοµίας σηµαίνει ότι πολλές επιχειρήσεις θα δυσκολευτούν να καλύψουν πληρωµές τόκων προσαρµοσµένων στον πληθωρισµό, αυξάνοντας την πιθανότητα νέων «κόκκινων» δανείων. Σε µια κατάσταση χωρίς ανάπτυξη δεν είναι σαφές πώς θα αποπληρώσουν τα δάνεια.
Στη VTB, τη δεύτερη µεγαλύτερη τράπεζα της Ρωσίας, η βασική δραστηριότητα χορηγήσεων είχε καταρρεύσει. Τα καθαρά έσοδα από τόκους µειώθηκαν κατά 49% σε ετήσια βάση, σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα του πρώτου εξαµήνου.
4. Πληθωρισµός και κοινωνικές επιπτώσεις: Ο πληθωρισµός ξεπέρασε το 10% στα µέσα του 2025, από 7,4% στις αρχές του 2024. Οι τιµές σε βασικά είδη, όπως οι πατάτες, έφτασαν σε ιστορικά υψηλά, πλήττοντας την καθηµερινότητα των πολιτών.
Η αύξηση µισθών στον στρατιωτικό τοµέα – µε µπόνους που φτάνουν τα 27.000 δολάρια σε στρατιώτες – έχει ενισχύσει τη ζήτηση και την κατανάλωση. Ωστόσο, δηµιουργεί στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας και πιέζει τον πληθωρισµό, ενώ οι πολίτες στον πολιτικό τοµέα βλέπουν τα εισοδήµατά τους να µην επαρκούν.
5. Η «διπλή οικονοµία»: Στρατιωτικός έναντι πολιτικού τοµέα: Η Ρωσία ζει µια πραγµατικότητα «δύο ταχυτήτων». Ο στρατιωτικός τοµέας και οι συναφείς βιοµηχανίες αναπτύσσονται ραγδαία, χάρη σε κρατικές παραγγελίες και επενδύσεις. Η παραγωγή αρµάτων µάχης έχει τριπλασιαστεί από το 2020, ενώ λειτουργούν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
Αντίθετα, οι πολιτικοί τοµείς παραµένουν στάσιµοι. Η οικοδοµική δραστηριότητα επιβραδύνεται, οι καταναλωτικοί δείκτες χειροτερεύουν και αυξάνονται οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων. Το ΑΕΠ της χώρας υποχώρησε σε ρυθµό ανάπτυξης µόλις 1,1% το β΄ τρίµηνο του 2025, έναντι 4% το 2024. Η βιοµηχανική παραγωγή αυξήθηκε κατά 14% το 2024, όχι λόγω των εξαγωγών, αλλά λόγω των κρατικών παραγγελιών πολεµικού υλικού. Μέχρι το 2024 δηµιουργήθηκαν περισσότερες από 520.000 νέες θέσεις εργασίας, αλλά δηµιουργήθηκαν στην πολεµική βιοµηχανία. Το 2025 οι πολεµικές δαπάνες θα είναι πάνω από το 30% του κρατικού προϋπολογισµού, ένα ποσοστό µη βιώσιµο.
6. Κίνδυνοι για την «επόµενη µέρα»: Ακόµα κι αν η Ρωσία συµφωνήσει σε εκεχειρία, η µετάβαση σε µεταπολεµική οικονοµία είναι γεµάτη προκλήσεις καθώς θα υπάρχουν προβλήµατα ανεργίας, εύρεσης, η επιστροφή των ξένων εταιρειών και µισθολογικών στρεβλώσεων.
Ανεργία: Εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες και εργαζόµενοι σε στρατιωτικά εργοστάσια θα βρεθούν χωρίς δουλειά όταν µειωθούν οι αµυντικές δαπάνες.
Ανάγκη επενδύσεων: Η Ρωσία θα χρειαστεί ξένες επενδύσεις, τεχνολογία και εµπορικές σχέσεις για να στηρίξει τον πολιτικό τοµέα.
Επιστροφή ξένων εταιρειών: Κρίσιµο για την οικονοµία είναι η επιστροφή πολυεθνικών που έφυγαν µετά τις κυρώσεις, ειδικά σε φαρµακευτικά, αυτοκινητοβιοµηχανία και ηλεκτρονικά.
Μισθολογικές στρεβλώσεις: Οι υπέρογκες αποδοχές στον στρατό έχουν στρεβλώσει την αγορά εργασίας. Αν οι πολίτες δεν βρουν ανάλογες αµοιβές στον πολιτικό τοµέα, θα στραφούν στην παραοικονοµία. Χρειάζεται να αυξήσει τους µισθούς στον πολιτικό τοµέα πριν τελειώσει ο πόλεµος, ώστε να διατηρήσει τη ζήτηση και να αποφύγει κρίση εργασίας. Η αύξηση µισθών χωρίς αύξηση παραγωγικότητας θα τροφοδοτήσει τον πληθωρισµό, διαβρώνοντας τα οφέλη των υψηλότερων αποδοχών.
Όλα αυτά δείχνουν ότι η Ρωσία δεν έχει σαφή στρατηγική εξόδου. Η εξάρτηση από τον πόλεµο ως «µοχλό ανάπτυξης» δυσκολεύει την επαναφορά της οικονοµίας σε ειρηνική κανονικότητα. Πρέπει να προστεθεί το κλείσιµο επιχειρήσεων που δεν αντέχουν το άνοιγµα της Ρωσίας στα φθηνά κινεζικά προϊόντα που κατακλύζουν τη Ρωσία και εκτοπίζουν την ντόπια παραγωγή.
Η ρωσική οικονοµία βρίσκεται σε οριακό σηµείο. Από τη µια πλευρά η στρατιωτική παραγωγή δίνει βραχυπρόθεσµη ώθηση. Από την άλλη, η κοινωνία και οι πολιτικοί τοµείς στενάζουν υπό το βάρος πληθωρισµού, ελλειµµάτων και χρέους. Το τραπεζικό σύστηµα, φορτωµένο µε επισφαλή δάνεια, κινδυνεύει µε κρίση.
Η εξάρτηση από το πετρέλαιο, σε συνδυασµό µε τις δυτικές κυρώσεις, έχει περιορίσει δραστικά τα δηµοσιονοµικά περιθώρια της Ρωσίας. Οι κυρώσεις δεν κατέρρευσαν άµεσα την οικονοµία, αλλά τη διαβρώνουν σταδιακά. Το κρίσιµο ερώτηµα είναι αν η Ρωσία µπορεί να βρει στρατηγική εξόδου, είτε µε πολιτική συµφωνία είτε µε οικονοµική αναδιάρθρωση.
Εάν οι Ουκρανοί καταφέρουν να µειώσουν τα έσοδα των Ρώσων από το πετρέλαιο, τότε ξαφνικά οι Ρώσοι δεν θα µπορούν να πληρώνουν τους Ιρανούς για drones, τους Βορειοκορεάτες για οβίδες πυροβολικού ή τα εξαρτήµατα drones που εισάγουν από την Κίνα. Αν αυτό πετύχει, θα είναι πιθανόν η πιο δραµατική οικονοµική µεταβολή στον πόλεµο µέχρι τώρα.
Χωρίς µια σαφή στρατηγική, ο κίνδυνος είναι διπλός: η συνέχιση του πολέµου επιδεινώνει τα προβλήµατα, ενώ µια βεβιασµένη ειρήνη µπορεί να αποσταθεροποιήσει τον ίδιο τον κορµό της οικονοµίας καθώς έχουν χορηγηθεί τραπεζικά δάνεια σε εταιρείες για παραγωγή πολεµικού υλικού τα οποία σε περίπτωση ειρήνευσης δεν θα αποπληρωθούν.
Ένα προστεθεί ότι η Ρωσία κατασπαταλά τα πολύτιµα κεφάλαια της σε καταστροφικές πολεµικές δαπάνες και δεν επενδύει στην έρευνα για τεχνητή νοηµοσύνη και στην υποδοµή µετάβασης προς την τεχνητή νοηµοσύνη, αποδεικνύεται πόσο αδύναµη τελικά είναι να διαπραγµατευτεί µια ειρήνη.
Στο πολεµικό µέτωπο, όπου τα τελευταία 2 χρόνια κατέλαβε µόνο το 1% του εδάφους της Ουκρανίας, αποδεικνύεται η αδυναµία της, καθώς επιλέγει να εξαπολύει εκατοντάδες drones µε την πλειοψηφία τους να µην έχουν βόµβες, τα οποία χρησιµοποιούνται ως δόλωµα για να περάσουν κάποια την άµυνα της Ουκρανίας.
Και το ερώτηµα παραµένει: µετά από 3 χρόνια πολέµου, τι θα πει ο Πούτιν στον λαό του ότι κέρδισε ώστε να δικαιολογήσει όλη αυτή την οικονοµική καταστροφή, την αποµόνωση της χώρας του και την απώλεια της γεωπολιτικής της ισχύος; Αν συνεχίσει τον πόλεµο χωρίς προοπτική νίκης, η φθορά θα είναι ακόµα µεγαλύτερη. Μια πιθανή διέξοδος θα ήταν µια συµφωνία µε τις ΗΠΑ που θα περιλαµβάνει οικονοµικά ανταλλάγµατα και στενότερους εµπορικούς δεσµούς, αλλά ακόµα και µια τέτοια συµφωνία θα ήταν πολιτικά επώδυνη και πιθανότατα θα ερµηνευόταν ως παραδοχή αποτυχίας. Η ιστορία έχει ήδη διδάξει ότι οι χώρες που επικεντρώνονται στην αρπαγή ξένων εδαφών, συνήθως καταλήγουν ζηµιωµένες. Και η ανθρωπότητα κερδίζει καθώς φαίνεται να ενώνεται για να αντιµετωπίσει την απειλή των αναθεωρητικών χωρών.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα