Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

Το πολιτικό αποτύπωμα μετά τις Εθνικές εκλογές του Ιουλίου

Οσο περνάει ο καιρός, μετά τις τελευταίες Εθνικές εκλογές, διαμορφώνεται το πολιτικό τοπίο μέσα στο οποίο οι εταιρείες ερευνών θα κληθούν να εφαρμόσουν τις επιστημονικές μεθόδους τους, με γνώμονα τη χαρτογράφηση του πολιτικού τοπίου.


Σε αυτή την περίπτωση δε χρειάζεται απλά και μόνο μια πολύ καλή φωτογραφική μηχανή. Άλλωστε τα αποτελέσματα μιας έρευνας λανθασμένα χαρακτηρίζονται σαν μία «φωτογραφία της στιγμής». Διαμορφώνονται με την πάροδο του χρόνου και αποτελούν το απόσταγμα μιας σειράς γεγονότων και διεργασιών στην κοινωνία τα οποία από κοινού επηρεάζουν, άλλες φορές λιγότερο και άλλες περισσότερο, την εξέλιξη των ποσοστών κάθε μεταβλητής που βρίσκεται υπό μελέτη.
Μέχρι στιγμής, μετά το πέρας της εκλογικής διαδικασίας του Ιουλίου, έχουν ολοκληρωθεί και δημοσιευτεί δώδεκα δημοσκοπήσεις από πέντε εταιρείες ερευνών και μελετών. Σε γενικές γραμμές όλες οι έρευνες, από τις εκλογές μέχρι και σήμερα, στην πλειονότητα των δεδομένων τα οποία έχουν δημοσιεύσει παρουσιάζουν ομοιότητες. Σε επίπεδο χρονοσειράς δεδομένων δεν υπάρχουν σοβαρές αλλαγές, είτε αυτά αφορούν στην πρόθεση ψήφου είτε στην καταλληλότητα για Πρωθυπουργός. Πέραν αυτών των δύο δεδομένων τα οποία συνήθως μονοπωλούν τις στήλες των ειδήσεων στα μέσα ενημέρωσης, έχουν καταγραφεί και μια σειρά από λιγότερο δημοφιλή στοιχεία, όπως ο δείκτης αισιοδοξίας, τα οποία σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της συμπεριφοράς των ψηφοφόρων.
Όσον αφορά στην πρόθεση ψήφου, σε σχέση με τις εκλογές του περασμένου Ιουλίου, παρατηρείται μια σταθεροποίηση των ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας, η οποία κινείται στο 39.3%. Αντίθετα η Αξιωματική Αντιπολίτευση καταγράφει μια σημαντική πτώση των 7.5 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με το εκλογικό ποσοστό το οποίο κατέγραψε πριν 6 μήνες. Πτώση εμφανίζει και το Κίνημα Αλλαγής κατά 1.9%, από το 8.1% του Ιουλίου στο 6.2% σήμερα, ενώ Κ.Κ.Ε., Ελληνική Λύση και ΜΕΡΑ25 έχουν διατηρήσει τις δυνάμεις τους. Υπάρχει μια αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ η οποία, βασιζόμενη στο μέσον όρο των δώδεκα δημοσκοπήσεων από τον Σεπτέμβριο του 2019 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2019, αγγίζει το 15.4%.(Γράφημα 1)
Παράλληλα μέσα σε αυτούς τους έξι μήνες ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο έχει διατηρήσει τη δυναμική του ως καλύτερος για τη θέση του Πρωθυπουργού, άλλα έχει αυξήσει και τη διαφορά του σε σχέση με τον πρώην Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα στις 20.4 ποσοστιαίες μονάδες. Σε σχέση με το μέσον όρον των ερευνών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών της προεκλογικής περιόδου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αυξήσει τα ποσοστά του από το 38.5% στο 45.1% ενώ ο Αλέξης Τσίπρας καταγράφει πτώση από το 29.4% πριν έξι μήνες στο 24.7% σήμερα. (Γράφημα 2)
Όσον αφορά στα δεδομένα τα οποία έχουν να κάνουν με τους δείκτες αξιολόγησης επιμέρους πολιτικών της κυβέρνησης, υπάρχει σχετικά μια ικανοποιητική βαθμολογία σε τομείς όπως η οικονομία, η ασφάλεια των πολιτών, η καθημερινότητα και τα ελληνοτουρκικά. Κατά μέσον όρο στους τέσσερις παραπάνω τομείς η θετική γνώμη αγγίζει κοντά στο 50% ενώ η αρνητική στο 40%. Αρνητική άποψη για τις πολιτικές της κυβέρνησης εκφράζεται από τους πολίτες στο κομμάτι του μεταναστευτικού. Περίπου οι τρεις στους δέκα ψηφοφόρους βλέπουν θετικά τις ενέργειες της κυβέρνησης στο εν λόγω θέμα, ενώ οι έξι στους δέκα θεωρούν ότι οι μέχρι σήμερα πολιτικές του Μαξίμου κινούνται προς τη λάθος κατεύθυνση.
Βάσει των δεδομένων τους τελευταίους έξι μήνες, εκτός από τις αριθμητικές διαφορές μεταξύ των κομμάτων και των προσώπων, εμφανίζεται μια σταθεροποίηση του δικομματικού συστήματος, σε σχέση τόσο με τις εκλογικές αναμετρήσεις του 2015, Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου, όσο και με τις μετεκλογικές μετρήσεις εκείνης της εποχής. Το 2015 το ποσοστό του δικομματισμού άγγιξε το 64% ενώ το 2019 αυξήθηκε στο 71.4%. Σε επίπεδο δημοσκοπήσεων το πρώτο εξάμηνο μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 ο δικομματισμός κυμαίνονταν κατά μέσον όρο στο 48%, σε αντίθεση με τα σημερινά δεδομένα με το άθροισμα της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ να είναι στο 63.2%. Παράλληλα το 2015 από τις δέκα δημοσκοπήσεις, οι οποίες έγιναν μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την τελευταία νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, στις έξι είχε το προβάδισμα η Νέα Δημοκρατία ενώ στις τέσσερις ο ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, έξι μήνες μετά τις εκλογές του περασμένου Ιουλίου, από τις δώδεκα δημοσιευμένες δημοσκοπήσεις σε καμία δεν έχει καταγράψει προβάδισμα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το πολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο διαμορφώνονται οι εξελίξεις σαφώς επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα εκλογικά ποσοστά τα οποία καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις. Σε σχέση με το 2015, σήμερα η οικονομική κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί, δεν έχουμε δημοψηφίσματα, απειλές χρεοκοπίας, κλείσιμο τραπεζών και πακέτα δυσβάσταχτων μέτρων από την Ε.Ε. και το Δ.Ν.Τ. Η σημερινή κυβέρνηση αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της ήταν σε θέση να μειώσει φόρους, σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά και να ξεκινήσει την κυβερνητική της θητεία με κινήσεις οι οποίες είχαν θετικό πρόσημο, τόσο επί της ουσίας όσο και επικοινωνιακά. Η διατήρηση των υψηλών μετεκλογικών ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας έχει παράλληλα να κάνει και με τον ιδεολογικό προσανατολισμό των πολιτικών τις οποίες ασκεί, οι οποίες συνάδουν με το χώρο στον οποίο κινείται ιδεολογικά. Σε θέματα οικονομίας εμφανίζει μια πιο κεντρώα, φιλελεύθερη προσέγγιση, ενώ σε άλλα θέματα όπως Εσωτερικής Ασφάλειας των πολιτών ή ακόμη και Παιδείας, όπως για παράδειγμα την ψήφιση της κατάργησης του Πανεπιστημιακού ασύλου, ακουμπάει την πιο συντηρητική της εκλογική βάση. Η διατήρηση της δυναμικής της κυβέρνησης θα εξαρτηθεί τόσο από τη μάχη με την καθημερινότητα όσο και από οποιαδήποτε σοβαρή πολιτική κρίση προκύψει και τον τρόπο με τον οποίο αυτή θα αντιμετωπιστεί από την Κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη εμφανίζει σημάδια μετεκλογικής αποσυσπείρωσης, αυτό άλλωστε συμβαίνει σε κάθε κόμμα το οποίο βρίσκεται στην εξουσία για κάποια χρόνια και έχει κυβερνητική φθορά. Το στοίχημα το οποίο έχει μπροστά της να κερδίσει η Αξιωματική Αντιπολίτευση είναι, στο να καταφέρει να πείσει τους πολίτες ότι αποτελεί το μεγάλο κεντροαριστερό πόλο και να αποκτήσει ξανά ένα πλειοψηφικό ρεύμα. Είναι ένα δύσκολο στοίχημα, μια αρκετά επίπονη διαδικασία, διότι το 2020 δεν μοιάζει σε τίποτα με το 2015. Δεν υπάρχουν αγανακτισμένοι, δεν υπάρχει κοινωνική έκρηξη, δεν υπάρχουν διλήμματα του τύπου ευρώ ή δραχμή, δεν υπάρχει πλέον η κακιά Γερμανία και το σχίσιμο των μνημονίων. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ασκήσει αντιπολίτευση μέσα σε ένα περιβάλλον πολιτικής «ησυχίας» στα πλαίσια των παραδοσιακών αστικών κομμάτων. Έχοντας να προσέξει στα νότα του και παρατάξεις όπως το Κ.Κ.Ε., το ΜΕΡΑ25 και το Κίνημα Αλλαγής, άλλα και αρκετά εξωκοινοβουλευτικά κόμματα τα οποία κινούνται είτε στο κέντρο είτε στην αριστερά.

 

*Ο Φραγκίσκος Γεωργιλάς  είναι πολιτικός επιστήμονας / ερευνητής Ανθρωπιστικών
και Κοινωνικών επιστημών


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα