17.4 C
Chania
Παρασκευή, 7 Νοεμβρίου, 2025

Τι συµβαίνει στη Γαλλία;

Η µελέτη της κατάστασης µιας χώρας απαιτεί την ανάλυση όλων των παραγόντων που τη συνθέτουν. ∆εν αρκεί η αποσπασµατική εξέταση µεµονωµένων τοµέων.

Χρειάζεται µια συνολική θεώρηση, που να περιλαµβάνει τη γεωγραφία, την πολιτική, την οικονοµία, την στρατιωτική ισχύ, την τεχνολογία και τον πολιτισµό. Στην περίπτωση της Γαλλίας, µιας εκ των µεγαλύτερων δυνάµεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και παραδοσιακό πυλώνα της ευρωπαϊκής σταθερότητας, όλα αυτά τα στοιχεία αλληλεπιδρούν µε τρόπο που σήµερα αναδεικνύει µεγάλες προκλήσεις αλλά και κρίσιµα διλήµµατα για το µέλλον.
Γεωγραφία: Η γεωγραφία της Γαλλίας είναι ιδιαίτερα πλεονεκτική. Με πρόσβαση τόσο στη Μεσόγειο όσο και στον Ατλαντικό Ωκεανό, αλλά και µε υπερπόντια εδάφη που της εξασφαλίζουν παρουσία σε όλες τις ηπείρους, η χώρα κατέχει µια στρατηγική θέση. Το γεωγραφικό αυτό πλεονέκτηµα διαχρονικά τής έδινε δυνατότητα εµπορίου, πολιτισµικής διάχυσης και γεωπολιτικής επιρροής. Η γαλλική γεωγραφία, ωστόσο, από µόνη της δεν αρκεί να αντισταθµίσει τα οικονοµικά και πολιτικά προβλήµατα που εντείνονται στο εσωτερικό.
Στρατιωτική ισχύς: Η Γαλλία διαθέτει τον ισχυρότερο στρατό στην Ευρωπαϊκή Ένωση, µε πυρηνικό οπλοστάσιο και δική της αµυντική βιοµηχανία. Ωστόσο, οι αµυντικές δαπάνες αντιστοιχούν µόλις στο 2% του ΑΕΠ, χαµηλότερα από τον νέο στόχο του ΝΑΤΟ (5% έως το 2035). Η κυβέρνηση Μακρόν έχει ήδη δεσµευτεί για αύξηση 6,5 δισ. ευρώ στις αµυντικές δαπάνες µέχρι το 2027. Η πρόκληση, όµως, είναι ότι αυτές οι αυξήσεις συµπίπτουν µε τη διόγκωση του δηµοσίου χρέους, καθιστώντας δύσκολη τη χρηµατοδότηση.
Τεχνολογία και καινοτοµία: Η Γαλλία διαθέτει ισχυρή επιστηµονική βάση, κορυφαία πανεπιστήµια και εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Έχει σηµαντική παράδοση στην αεροναυπηγική, στην ενέργεια και στις βιοεπιστήµες. Ωστόσο, υστερεί σε τοµείς αιχµής όπως η τεχνητή νοηµοσύνη και τα νέα µοριακά υλικά σε σχέση µε τις Ηνωµένες Πολιτείες και την Κίνα. Η υστέρηση αυτή σηµαίνει ότι η χώρα κινδυνεύει να µείνει πίσω σε κρίσιµους τοµείς του 21ου αιώνα.
Πολιτισµός: Το εθνικό κράτος είναι σε πολλούς τοµείς το θεµέλιο πάνω στο οποίο οργανώνονται οι σύγχρονες ανθρώπινες κοινότητες. Οι άνθρωποι καθορίζουν την ταυτότητά τους εν µέρει βάσει του έθνους και της περιοχής από όπου προέρχονται, και συχνά οι αξίες και οι στόχοι ενός κράτους επηρεάζονται από ό,τι θεωρούν πολιτισµικά σηµαντικό. Οι δυναµικές ενός πολιτισµού συχνά προκύπτουν από τους περιορισµούς και τους στόχους ενός έθνους, πράγµα που σηµαίνει ότι οι γεωπολιτικές και πολιτισµικές δυνάµεις µπορούν να αλληλεπιδρούν και να ωθούν η µία την άλλη µε το πέρασµα του χρόνου. Η Γαλλία είναι µια χώρα παραγωγής σηµαντικού πολιτισµού και αποτελούσε από πολύ παλιά πολιτισµικό πρότυπο. ∆εν είναι σίγουρο όµως ότι σήµερα υπάρχει πολιτισµική συνοχή πράγµα το οποίο αντανακλά την αδυναµία πολιτικής συνεννόησης.
Πολιτική κατάσταση: Η γαλλική πολιτική σκηνή είναι κατακερµατισµένη. Από τις βουλευτικές εκλογές του 2022 και µετά, το κόµµα Αναγέννηση του προέδρου Μακρόν δεν διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Αυτό έχει οδηγήσει σε συνεχή αδιέξοδα και σε επαναλαµβανόµενη χρήση του άρθρου 49.3 του Συντάγµατος, που επιτρέπει την ψήφιση νόµων χωρίς κοινοβουλευτική έγκριση, εκτός αν κατατεθεί πρόταση δυσπιστίας. Η διαδικασία αυτή, αν και νόµιµη, θεωρείται αντιδηµοκρατική και έχει προκαλέσει κύµατα διαµαρτυριών.
Ταυτόχρονα, η άνοδος τόσο της ακραίας δεξιάς όσο και της ακραίας αριστεράς αποτυπώνει την κοινωνική δυσαρέσκεια και την απώλεια εµπιστοσύνης στο κέντρο. Οι πολιτικές διαιρέσεις είναι βαθιές, οι συγκρούσεις εντείνονται και το πολιτικό σύστηµα αδυνατεί να επιτύχει συναινέσεις.
Οικονοµία και δηµόσιο χρέος: Η οικονοµία της Γαλλίας αντιµετωπίζει πολλά συσσωρευµένα σοβαρά προβλήµατα:
ΑΕΠ και ανάπτυξη: Το ΑΕΠ το 2024 ανήλθε σε 3,16 τρις δολάρια, µε οριακή ανάπτυξη. Η αύξηση του ΑΕΠ µειώθηκε από 2,5% το 2022 σε µόλις 0,8% το 2023.
∆ηµοσιονοµικό έλλειµµα: Το 2025, τα έσοδα ανήλθαν σε 1,546 τρις, οι δαπάνες σε 1,709 τρις, µε αποτέλεσµα έλλειµµα 162,85 δισ. ευρώ ή 5,8% του ΑΕΠ. ∆ηλαδή δαπανά περίπου 162,85 δις παραπάνω από ότι εισπράττει.
Κρατικές δαπάνες: Αντιστοιχούν στο 51% του ΑΕΠ, γεγονός που καθιστά το κράτος υπερδιογκωµένο και πρέπει να υπερφορολογεί τους πολίτες.
Χρέος: Το δηµόσιο χρέος από 2,45 τρις το 2020 (ΑΕΠ 2,723 τρις) ανήλθε σε 3,35 τρις το 2024 (ΑΕΠ 3,162 τρις). ∆ηλαδή αύξηση χρέους 37% στην τελευταία πενταετία, ενώ το ΑΕΠ αυξήθηκε µόλις 16%.
Οµόλογα: Όταν τα οµόλογα δεν έχουν ζήτηση γιατί θεωρούνται υψηλού ρίσκου, οι τιµές των οµολόγων πέφτουν οπότε οι αποδόσεις τους ανεβαίνουν. Οι νέες εκδόσεις θα πρέπει να έχουν ακόµα υψηλότερο επιτόκιο για να υπάρξουν αγοραστές. Η απόδοση των 5ετών γαλλικών οµολόγων βρίσκεται περίπου στο 2,80%, ξεπερνώντας την απόδοση των 5ετών ιταλικών οµολόγων που κινείται περίπου στο 2,79%.
Τόκοι: Οι πληρωµές τόκων ανέρχονται στο 2,5% του ΑΕΠ το 2025, και προβλέπεται να φτάσουν το 2,9% το 2026, µιάµιση φορά παραπάνω από τις αµυντικές δαπάνες. Το αποτέλεσµα είναι να εκτοπίζονται άλλες δαπάνες για την πληρωµή των τόκων.
Το χρέος αυτό είναι µη βιώσιµο. Η εξυπηρέτησή του «τρώει» ολοένα µεγαλύτερο µέρος του προϋπολογισµού, αφήνοντας λιγότερους πόρους για κοινωνικές παροχές ή επενδύσεις. Αυτό σηµαίνει ότι πρέπει το κράτος να δώσει προτεραιότητα στην βιωσιµότητα του χρέους, ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι στην εξουσία. Εδώ αξίζει να σηµειωθεί η ανεπάρκεια ελέγχου για την συγκράτηση των δηµοσίων δαπανών που έχουν φθάσει στο 51% του ΑΕΠ, ένα ποσοστό από τα µεγαλύτερα στον κόσµο. Επίσης πρέπει να σηµειωθεί η µείωση της αποδοτικότητας των δηµοσίων δαπανών καθώς ενώ την τελευταία πενταετία αυξήθηκε το δηµόσιο χρέος κατά 37%, το ΑΕΠ αυξήθηκε µόνο κατά 16%.
Κοινωνικές πιέσεις: Η άσχηµη δηµοσιονοµική κατάσταση δηµιουργεί κοινωνικές αναταραχές. Ο γαλλικός πληθυσµός δεν δέχεται αυξήσεις φόρων ούτε µειώσεις παροχών. Αυτό σηµαίνει ότι οι κυβερνήσεις αναγκάζονται να συνεχίζουν τις δαπάνες µε δανεισµό. Η έλλειψη πολιτικής βούλησης για πειθαρχία οδηγεί σε φαύλο κύκλο: υψηλότερο χρέος, µεγαλύτεροι τόκοι, περισσότερη πίεση στα δηµόσια οικονοµικά. Αυτό είναι µια σηµαντική απειλή για την ελευθερία των Γάλλων. Σύντοµα θα πρέπει να τους αφαιρεθούν χρήµατα µέσω της φορολογίας, τα οποία δεν θα µπορούν πλέον να χρησιµοποιούν για να αγοράζουν αγαθά και υπηρεσίες ώστε να ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες.
Ταυτόχρονα, οι κοινωνικές ανισότητες οξύνονται. Τα χάσµατα πλούτου και αξιών διχάζουν την κοινωνία, ενισχύοντας τα άκρα και αποδυναµώνοντας τη δηµοκρατική συναίνεση. Η Γαλλία βιώνει την άνοδο λαϊκιστικών κινηµάτων δεξιάς και αριστεράς, που ίσως να υπόσχονται λύσεις αλλά εντείνουν τις συγκρούσεις.
Ιστορικές αναλογίες: Η σηµερινή κρίση θυµίζει περιόδους σηµαντικών υφέσεων του παρελθόντος. Τότε, οι οικονοµικές κρίσεις, τα χρέη και οι πολιτικές διαιρέσεις οδήγησαν σε άνοδο του αυταρχισµού και σε µεγάλες γεωπολιτικές αναταράξεις. Σήµερα, η εικόνα είναι ασύµβατη µε την τάξη πραγµάτων που γνωρίσαµε µετά τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο, αλλά συµβατή µε παλαιότερε καταστάσεις. Η οικονοµία ενός εθνικού κράτους παίζει καθοριστικό ρόλο στον προσδιορισµό της συνολικής σταθερότητας και δύναµής του. Μια ισχυρή οικονοµία είναι συχνά απαραίτητη για µια ισχυρή στρατιωτική δύναµη, κοινωνική σταθερότητα, καθώς και για µια σειρά άλλων παραγόντων. Η οικονοµική σταθερότητα, η ευελιξία και η διαθεσιµότητα πόρων µιας χώρας έχουν άµεση επίδραση και στη διεθνή συµπεριφορά του.
Προοπτικές και διλήµµατα: Η Γαλλία βρίσκεται σε απρόσµενα δύσκολο αλλά αναµενόµενο σταυροδρόµι:
Μπορεί να ακολουθήσει το µονοπάτι της αναγέννησης, βρίσκοντας πολιτική σοφία για συναίνεση και ριζικές µεταρρυθµίσεις, είτε να µειώσει δραστικά τις αναποτελεσµατικές δηµόσιες δαπάνες είτε να αναπτύξει την οικονοµία της, χωρίς να αυξάνει τις δηµόσιες δαπάνες ώστε να µειωθούν ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Ή να διολισθήσει στο µονοπάτι της παρακµής, αφήνοντας τις διαιρέσεις να εντείνουν το χάος.
Για να επιτύχει, χρειάζεται ηγεσία µε όραµα, ρεαλισµό και διορατικότητα. Ένας πρόεδρος ή µια πολιτική ηγεσία πρέπει να πλάθει τον εαυτό της ανάλογα µε τις απαιτήσεις της συγκεκριµένης χρονικής περιόδου, να συνδυάζει δύναµη και σοφία, να γνωρίζει πότε να αποκαλύπτει την πραγµατικότητα.
Η Γαλλία ενδέχεται να χρειαστεί να «γκρεµίσει» το υπάρχον πολιτικό σύστηµα και να το επανιδρύσει. Κάθε φορά που αλλάζει καθεστώς, υπάρχει σφοδρή σύγκρουση µεταξύ του παλιού και του νέου. Το κατεστηµένο αντιδρά βίαια στην παραβίαση των κανόνων, αλλά χωρίς ανατροπή δεν µπορεί να υπάρξει πρόοδος.
Η κατάσταση της Γαλλίας είναι εξαιρετικά κρίσιµη. Η γεωγραφία, η στρατιωτική ισχύς και ο πολιτισµός της προσφέρουν ισχυρά θεµέλια. Όµως, η πολιτική είναι κατακερµατισµένη, η οικονοµία είναι υπερχρεωµένη, η κοινωνία είναι διχασµένη και η τεχνολογία της υστερεί έναντι των µεγάλων δυνάµεων.
Το δηµόσιο χρέος και το έλλειµµα δείχνουν ότι το κράτος ξοδεύει συστηµατικά πολύ περισσότερα από όσα εισπράττει. Οι τόκοι απειλούν να παραλύσουν τον προϋπολογισµό, ενώ οι κοινωνικές πιέσεις δεν αφήνουν περιθώρια για λιτότητα. Οι πολιτικές διαιρέσεις και ο λαϊκισµός ενισχύουν την αστάθεια.
Η ειρήνη και η ευηµερία δεν δηµιουργούν γεγονότα. Οι κρίσεις όµως δηµιουργούν γεγονότα και τώρα η Γαλλία είναι στο επίκεντρο της δηµοσιότητας. Η Γαλλία, λοιπόν, καλείται να επιλέξει: θα βρει τη δύναµη να µεταρρυθµιστεί και να αναγεννηθεί ή θα αφεθεί στην παρακµή; Η ιστορία δείχνει ότι χώρες που αντιµετωπίζουν τέτοιες κρίσεις είτε γεννούν νέα, ισχυρότερα πολιτικά σχήµατα είτε καταρρέουν. Η επιλογή βρίσκεται µπροστά της. Το Γαλλικό µοντέλο αλλάζει. Και όπως πάντα, η αλλαγή αυτή έρχεται µε πόνο, χάος και αντίσταση. Χρειάζεται ηγεσία µε ρεαλισµό και οχι απλώς να έχει ισχύ, αλλά να έχει διορατικότητα. Όχι απλώς να φροντίζει για το παρόν, αλλά να µπορεί να ελέγχει και να δηµιουργεί το µέλλον της χώρας.

*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι oικονοµολόγος, αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστηµονικών ∆εδοµένων


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα