Κάθε σχολείο που γεµίζει αποτελεί σηµαντικό δείκτη κοινωνικής δικαιοσύνης, και προόδου µιας χώρας. Πολύ περισσότερο τα σχολεία της Περιφέρειας, το ζητούµενο είναι το σχολείο να λειτουργεί ως παράγοντας που διατηρεί έναν τόπο ζωντανό, δυναµικό δηµιουργώντας ένα αίσθηµα ασφάλειας και συµπερίληψης για τους κατοίκους του.
Σήµερα, στο σύγχρονο σχολείο που προσπαθούµε να φτιάξουµε, µε όλες τις δυσκολίες και ιδιαιτερότητες της εποχής που επηρεάζουν τους νέους, κλειδί αποτελεί η συµπερίληψη των µαθητών µε ειδικές ανάγκες στα σχολεία γενικής παιδείας.
Πρόσφατα, διηµερίδα που πραγµατοποιήθηκε στα Χανιά ανέδειξε όλες τις πτυχές αυτού του ευαίσθητου ζητήµατος µε στόχο α. οι εκπαιδευτικοί να γνωρίζουν και να εκπαιδευτούν κατάλληλα για την αντιµετώπιση µαθητών που χρήζουν ειδικής εκπαιδευτικής αρωγής και β. την αντιµετώπιση της κοινωνικής µάστιγας της βίας των νέων που έχει άµεση σύνδεση µε τα κοινωνικά προβλήµατα, τα προβλήµατα στην οικογένεια και τον εκφοβισµό ανάµεσα στους νέους.
Οι µαθητές µε ειδικές ανάγκες δεν είναι και δεν πρέπει να είναι αόρατοι. Χρειάζεται και η κοινωνία αλλά και η Πολιτεία να µεριµνήσουν για σχολικές δοµές οργανωµένες, και υποδοµές συµπεριληπτικές και ικανές να δώσουν ισότιµη πρόσβαση στην εκπαίδευση.
Κανένα εκπαιδευτικό σύστηµα που δεν λειτουργεί συµπεριληπτικά δεν επιτελεί ορθά τον κοινωνικό και διαπαιδαγωγικό του ρόλο. Και το ερώτηµα που γεννάται είναι: Μπορούν οι µαθητές µε ειδικές ανάγκες να ενταχθούν οµαλά σε ένα σχολείο γενικής παιδείας και µαθητές που δεν χαρακτηρίζονται από στοιχεία ειδικών µαθησιακών δυσκολιών;
“Eίναι σηµαντικό συντονισµένα η Πολιτεία, η Εκπαιδευτική Κοινότητα, Υπουργείο, Τοπική Αυτοδιοίκηση και η Εκκλησία να δουλέψουµε µαζί και συντονισµένα…”
Σύµφωνα µε τα επίσηµα στοιχεία το 2023, οι µαθητές µε αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που φοιτούν σε γενικά σχολεία έχουν ξεπεράσει τους 100.000, ενώ 3 χρόνια πριν ο αριθµός αυτός δεν άγγιζε τους 80.000, αποδεικνύοντας και τη βελτίωση που έχει σηµειωθεί. Την ίδια στιγµή, παρατηρείται και αύξηση των µαθητών σε σχολεία ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, οι οποίοι από 12.000 πριν τρία χρόνια τώρα ξεπερνούν τις 14.000.
Είναι γνωστό ότι το Υπουργείο στοχεύει σε µία ποιοτική εκπαίδευση, προσπαθώντας κάθε χρόνο να κάνουµε καλύτερη την καθηµερινότητά των παιδιών µε ειδικές ανάγκες στην εκπαίδευση τους αλλά και των οικογενειών τους. ∆ηλαδή, δηµιουργούνται και εξειδικευµένες δοµές αλλά και οι συνθήκες για µέτρα, πολιτικές και ειδικά προγράµµατα που επιτρέπουν µια οµαλή ενταξιακή προσέγγιση αυτής της ειδικής κατηγορίας σε σχολεία γενικής παιδείας.
Σύµφωνα µε τους αρµοδίους «τα σχολεία πρέπει να αναπτύξουν µία κουλτούρα αποδοχής της διαφορετικότητας. Το ενταξιακό σχολείο δεν είναι πλέον ο στόχος αλλά το µέσο για την αλλαγή της κοινωνίας. Τα παιδιά δεν είµαστε σίγουροι ότι αποδέχονται το διαφορετικό τόσο εύκολα, χρειάζονται να αναπτύξουν κάποιες δεξιότητες -π.χ. ενσυναίσθησης- και αυτό µπορεί να γίνει µε την αλλαγή της κουλτούρας των σχολείων και των προγραµµάτων. ∆ουλεύουµε στην αποδοχή του άλλου, στην ενσυναίσθηση και στην αλληλεγγύη».
Ίσως τώρα είναι η ώρα, µε την πρόοδο που έχει κάνει η επιστήµη αλλά και τα νέα εκπαιδευτικά εργαλεία που υπάρχουν να συνεργαστούµε όλοι µαζί ώστε να δηµιουργήσουµε ένα σχολείο που θα αγκαλιάζει την διαφορετικότητα, αντιγράφοντας την «πολυποικιλότητα προσωπικοτήτων και αναγκών» που ως ενήλικες συναντάµε και στην κοινωνία.
Το θέµα αυτό είναι ζωτικής σηµασίας στην Κρήτη αλλά και στα Χανιά. Για αυτό είναι σηµαντικό συντονισµένα η Πολιτεία, η Εκπαιδευτική Κοινότητα, Υπουργείο, Τοπική Αυτοδιοίκηση και η Εκκλησία να δουλέψουµε µαζί και συντονισµένα ώστε να αντιµετωπιστούν τα όποια προβλήµατα και πριν και πάνω από όλα να καταγραφούν οι πραγµατικές ανάγκες ώστε να µεταφραστούν σε δεδοµένα που θα παράξουν λύσεις ανεκτικότητας και συµπεριληπτικότητας.
*Η Σέβη Βολουδάκη είναι βουλευτής Χανίων της Ν.∆