Τετάρτη, 17 Απριλίου, 2024

Στα… χαρτιά παραµένει το θεσµικό πλαίσιο για τον αγροτουρισµό στη Ελλάδα

Στα… χαρτιά εξακολουθεί να παραµένει το θεσµικό πλαίσιο για τους όρους λειτουργίας του αγροτουρισµού στη Ελλάδα, αφού παρότι η σχετική νοµοθεσία ψηφίστηκε από τη Βουλή τον περασµένο Αύγουστο οι αναγκαίες υπουργικές αποφάσεις δεν έχουν εκδοθεί ακόµη µε συνέπεια ο χώρος να θυµίζει ξέφραγο αµπέλι.

«Έχουµε συναντήσει καλό κλίµα στα υπουργεία, αλλά δεν φτάνει. Αποµένει πολλή δουλειά για να γίνει. Εκτός από τις υπουργικές αποφάσεις, περιµένουµε, µετά το καλοκαίρι, να δηµιουργηθούν οµάδες εργασίας από τα συναρµόδια υπουργεία και από εκπροσώπους του Συνδέσµου µας, προκειµένου να επεξεργαστούµε κοµµάτι – κοµµάτι το νέο θεσµικό πλαίσιο», τονίζει στην Agrenda ο Νίκος Φραντζεσκάκης, πρόεδρος του Συνδέσµου Ενώσεων Αγροτουρισµού Ελλάδος (Σ.Ε.Αγ.Ε.), που βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και µίλησε σε σχετική εκδήλωση για τον αγροτουρισµό.
Όπως εξηγεί ο συνοµιλητής µας, το πιο βασικό, που πρέπει να γίνει άµεσα, είναι να οριστεί τι είναι αγροτουριστική δραστηριότητα, µέσω του ανοίγµατος στην Εφορία του ΚΑ∆ (Κωδικός Αριθµός ∆ραστηριότητας), γιατί προς το παρόν κάτι τέτοιο δεν υφίσταται στην Ελλάδα.

Ολόκληρη βιοµηχανία
«Αντίκτυπος της απουσίας ΚΑ∆, είναι ότι στην πραγµατικότητα δεν υπάρχει αγροτουριστική δραστηριότητα ως επάγγελµα και ο καθένας, που ασχολείται κάνει ό,τι νοµίζει», επισηµαίνει ο πρόεδρος του ΣΕΑγΕ και συµπληρώνει: «Για πολλά χρόνια γύρω από τον αγροτουρισµό είχε στηθεί µια ολόκληρη βιοµηχανία. Ακόµη και µοναστήρια εκµεταλλευόταν κονδύλια που προοριζόταν για άλλους σκοπούς, ενώ στην πενταετία 2005-2010 δεν υπήρχε κοινοτάρχης, περιφερειάρχης ή βουλευτής, που να µην υποσχεθεί πως θα κάνει το χωριό του… Αράχωβα».
Πέραν αυτών, όµως, στα χρόνια που προηγήθηκαν συντελέστηκε και µια διαστρέβλωση του αγροτουριστικού αντικειµένου, αφού σε πολλές περιοχές µπήκαν επενδυτές, οι οποίοι έφτιαξαν καταλύµατα που «κολυµπάνε» στη χλιδή, χωρίς σεβασµό στο περιβάλλον. «Στη Μακεδονία οι ξενώνες έχουν, σε πολλές περιπτώσεις, µέχρι και τζακούζι. Αυτά τα βλέπουν οι ξένοι, οι οποίοι είναι συνειδητοποιηµένοι µε τον αγροτουρισµό και γελάνε, διότι το ζητούµενο για εκείνους είναι το κατάλυµα να είναι λιτό και να τους δοθεί η ευκαιρία να ζήσουν την εµπειρία του χωριού και των δραστηριοτήτων στη φύση», λέει ο κ. Φραντζεσκάκης.
Τονίζει δε, πως «εµείς προσπαθούµε να το µαζέψουµε. Σε συνεργασία µε την Ευρωπαϊκή Οµοσπονδία Αγροτουριστικών Επιχειρήσεων έχουµε βγάλει, ήδη, κριτήρια και αρχίζουµε να ξεκαθαρίζουµε το τοπίο. Όµως, δεν φτάνει αυτό. Είναι κρίσιµο να ασχοληθεί και η πολιτεία».

Σε καλύτερη μοίρα οι επιχειρήσεις της νησιωτικής χώρας
Με δύο «πρόσωπα» εµφανίζεται ο αγροτουριστικός τοµέας στην Ελλάδα, όσον αφορά την εξασφάλιση των όρων οικονοµικής βιωσιµότητας των επιµέρους εκµεταλλεύσεων, µε την ηπειρωτική Ελλάδα να καταγράφει ακόµη και «λουκέτα» επιχειρήσεων, σε αντίθεση µε την Κρήτη και άλλα παραθαλάσσια µέρη, όπου οι µονάδες είναι σε πολύ καλύτερη µοίρα.
«Η γενική εικόνα, παρά την αναρχία που επικρατεί, είναι θετική. Το πρόβληµα εντοπίζεται στην ηπειρωτική Ελλάδα, καθώς οι αγροτουριστικές µονάδες στις περιοχές αυτές εστίασαν κυρίως, στην προσέλκυση εσωτερικού αγροτουριστικού ρεύµατος και εξαιτίας της κρίσης στη χώρα µας, πλέον, έχουν δηµιουργηθεί ζητήµατα βιωσιµότητας σε πολλά καταλύµατα», εξηγεί ο κ. Φραντζεσκάκης και προσθέτει ότι «η κατάσταση είναι από πολύ έως πάρα πολύ άσχηµη. Έχουµε ακόµη και φαινόµενα µε λουκέτα σε κάποιες µονάδες. Όχι πάρα πολλά, αλλά έχουµε και εκεί χρειάζεται να βοηθήσουµε και να τις ενισχύσουµε, για να ανοίξουν καινούριες αγορές. Και οι νέες αγορές, δυστυχώς, τώρα είναι µόνο στο εξωτερικό. Γιατί κατά τα άλλα έχουµε πολύ καλές υποδοµές και καταλύµατα».
Στην Κρήτη, αντιθέτως, το γεγονός ότι υπάρχει πληθώρα απευθείας πτήσεων τσάρτερ προς το νησί από πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχει βοηθήσει πάρα πολύ τον αγροτουριστικό τοµέα, ο οποίος έτσι µπορεί και ξεκλέβει ένα κοµµάτι του τουριστικού προϊόντος. «Οι επισκέπτες µπορούν εύκολα να έρθουν στους ξενώνες και τα χωριά µας. Το ίδιο γίνεται και σε κάποια άλλα µέρη, κυρίως στα νησιά, όπου υπάρχουν αεροδρόµια και δραστηριοποιούνται οι low cost (χαµηλού κόστους) αεροπορικές εταιρείες. Αυτοί δεν πάνε άσχηµα», τονίζει ο ίδιος και αποκαλύπτει πως ο Σύνδεσµος ετοιµάζεται στο επόµενο διάστηµα να δηµιουργήσει νέες υποδοµές που θα βοηθήσουν στο άνοιγµα νέων αγορών.
«Το επόµενο βήµα που θέλουµε να κάνουµε είναι να συνεργαστούµε µε ορισµένα γραφεία που να δουλέψουν για λογαριασµό µας το κοµµάτι της προώθησης του αγροτουρισµού. Θα δώσουµε µεγάλο βάρος στο κοµµάτι αυτό από την επόµενη χρονιά, γιατί δεν µπορούµε να περιµένουµε από πουθενά αλλού» εξηγεί και προσθέτει ότι «επίσης θα πιέσουµε λίγο για να συµµετέχουµε σε εξειδικευµένες εκθέσεις για να µπορέσουµε να προωθήσουµε όσο γίνεται περισσότερο το προϊόν».

Εν αρχή ην το περιβάλλον
Το µεγαλύτερο κεφάλαιο που έχει ένας άνθρωπος όταν ξεκινά να κάνει µια αγροτουριστική δραστηριότητα είναι το περιβάλλον, σύµφωνα µε τον πρόεδρο του ΣΕΑγΕ και γι’ αυτό η φύση θα πρέπει να προστατεύεται µε κάθε τρόπο. «∆υστυχώς, εκεί είναι πολύ χαλαρά τα πράγµατα. Ανοίγουν δρόµοι παντού, δεν υπάρχουν σχέδια που να προσδιορίζουν πού και τι γίνεται σε κάθε περιοχή, µε συνέπεια, εκεί που αναπτύσσονται κάποιες αγροτουριστικές µονάδες, ξαφνικά να ξεπετάγεται ένα τσιµεντάδικο και να αλλάζει το φυσικό τοπίο ή αντίστοιχα να αναπτυχθεί µια δόµηση, η οποία να είναι άσχετη µε το περιβάλλον και τα χαρακτηριστικά ενός τόπου ή ενός χωριού», αναφέρει ο κ. Φραντζεσκάκης και τονίζει µε πικρία πως «θέλει και εκεί µεγάλη προσπάθεια».

Το πρότυπο της επιτυχίας στον Βάμο
Από τα πιο επιτυχηµένα παραδείγµατα αγροτουριστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα είναι το παραδοσιακό χωριό Βάµος στην Κρήτη, το οποίο σήµερα µπορεί να φιλοξενεί έως και 300 άτοµα την ηµέρα. «Όταν ξεκινήσαµε, ο Βάµος δεν είχε ούτε ένα κρεβάτι. ∆εν είχε ταβέρνες ή υποδοµές. Σήµερα, όµως, έχει γίνει προορισµός για τους ανθρώπους που επιλέγουν τέτοιες διακοπές», τονίζει ο κ. Φραντζεσκάκης, ο οποίος έχει πρωτοστατήσει στη «µετάλλαξή» του σε αγροτουριστικό σηµείο αναφοράς. Ο ίδιος διευκρινίζει ακόµη ότι σε σχέση µε τον µαζικό τουρίστα ο αγροτουρίστας έχει διαφορά, στο τι αφήνει στον τόπο όπου κάνει διακοπές. «Είµαστε της άποψης ότι το προϊόν πρέπει να πληρώνεται σωστά», εξηγεί και σηµειώνει πως «έχουµε τιµές που µπορεί να ξεκινούν από 50 και να φτάνουν τα 100-110 ευρώ, ανάλογα αν είναι µεγάλα σπίτια και φιλοξενούν πολλά άτοµα. Έως εκεί όµως».

Πιο εύκολα ανοίγεις εργοστάσιο, παρά μικρή οικοτεχνία
Παράνοµα λειτουργεί η πλειονότητα, ίσως, των ελληνικών αγροτουριστικών επιχειρήσεων, οι οποίες θέλουν να εντάξουν στη δραστηριότητά τους την παραγωγή και εµπορία τοπικών παραδοσιακών προϊόντων, ως ένα συµπληρωµατικό εισόδηµα της εκµετάλλευσης.
«∆εν υπάρχουν άδειες για το αντικείµενο. Κάποιος ξεκινά να κάνει µια µικρή παραγωγή και τον αντιµετωπίζουν σαν να πρόκειται να στήσει ολόκληρη βιοµηχανία. Υπάρχουν πολλές δυσκολίες στο κοµµάτι αυτό. Ειδικά σήµερα για να ανοίξει κάποιος µια µικρή οικοτεχνία, µε το ΤΕΒΕ και µε τις άλλες υποχρεώσεις που δηµιουργούνται, είναι τελείως ασύµφορο», δηλώνει ο πρόεδρος του Συλλόγου Ενώσεων Αγροτουρισµού Ελλάδος.

Αξιοποίηση τοπικών προϊόντων
Σύµφωνα µε τον ίδιο, αν και υπάρχουν πάρα πολλοί, που έχουν επενδύσει στον κλάδο και έχουν τη διάθεση να επεκτείνουν τη δράση τους στην αξιοποίηση των τοπικών προϊόντων, όπως τα ζυµαρικά, τα γλυκά, οι πίτες, το ελαιόλαδο, το κρασί ή οι ρακές, το αποφεύγουν ή το κάνουν χωρίς να εξασφαλίσουν άδεια. Και αυτό, παρότι µια τέτοια συµπληρωµατική δραστηριότητα είναι εξόχως σηµαντική στην ενδυνάµωση του αγροτουριστικού προϊόντος, µέσω της σύνδεσης µε την γαστρονοµία και τον πολιτισµό. ∆ύο στοιχεία, στα οποία δίνουν µεγάλη σηµασία οι συνειδητοποιηµένοι Ευρωπαίοι, Αµερικανοί ή κι Ασιάτες που επιλέγουν να κάνουν αγροτουρισµό, για την αναψυχή τους.
«Θέλουµε να καθοριστεί µέσα στο θεσµικό πλαίσιο ότι οι µικρές οικοτεχνίες οι οποίες δεν κάνουν µεγάλη παραγωγή, θα µπορούν να εξασφαλίζουν εύκολα την προβλεπόµενη άδεια. Γιατί δεν είναι δυνατό να διαθέτεις άδεια εστιατορίου, που σηµαίνει ότι υγειονοµικά έχεις ελεγχθεί και να µην µπορείς να κάνεις, για παράδειγµα, µαρµελάδες στο χώρο σου. Αυτό είναι παραλογισµός» ανέφερε ο κ. Φραντζεσκάκης και θυµήθηκε ότι στον οµόλογό του από το Σύλλογο ∆υτικής Μακεδονίας του επιβλήθηκε πρόστιµο 1.000 ευρώ γιατί φούρνιζε ψωµί στην αγροτουριστική του εκµετάλλευση.
Ένα άλλο πρόβληµα που αντιµετωπίζει ο κλάδος στο πεδίο της αξιοποίησης παραδοσιακών προϊόντων είναι αυτό του ανταγωνισµού που εκδηλώνεται από τις λιανεµπορικές αλυσίδες και πιο συγκεκριµένα από την τακτική των σούπερ µάρκετ να βάζουν στα ράφια τους σειρά προϊόντων µε την ένδειξη «παραδοσιακά».
«Στην πλειονότητα των περιπτώσεων πρόκειται για προϊόντα τα οποία δεν είναι ελληνικά, αλλά τα εισάγουν από το εξωτερικό και περιέχουν συντηρητικά ή άλλα χηµικά πρόσθετα», ισχυρίζεται ο συνοµιλητής µας και τονίζει µε απόγνωση ότι «δεν είναι ότι επιδιώκουµε να βγάλουµε υπερκέρδη, αλλά πώς να συγκριθούν τα δικά µας προϊόντα, που είναι αγνά, µε αυτά που βγαίνουν στο ράφι µε 3 ευρώ;». Πηγή: agronews


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα