28.7 C
Chania
Τρίτη, 1 Ιουλίου, 2025

«Η συγγραφή ήταν για εμένα το αντίδοτο στη δυστυχία»

«Ξεκίνησα να γράφω από πολύ μικρή για να ξεφύγω από την πραγματικότητα. Ημουν τόσο δυστυχισμένη που έπρεπε να βρω έναν τρόπο να επιβιώσω και η διαδικασία του γραψίματος σού απελευθερώνει συναισθήματα, γκρεμίζεις όρια που έχεις μέσα σου και ανοίγεσαι». Η ελληνικής καταγωγής Γαλλίδα συγγραφέας Ζοέλ Λοπινό, που έχει επιλέξει να ζει τα τελευταία χρόνια στα Χανιά, επέστρεψε πρόσφατα στα εκδοτικά δρώμενα με το νέο της βιβλίο “Η Ελένη και το τέρας” (εκδ. Καστανιώτη).

Mια ιστορία που έρχεται ως συνέχεια της “Αγριλιάς” και η οποία βασίζεται σε αληθινές εμπειρίες και βιώματα της οικογένειας της συγγραφέως. Μία ιστορία σκληρή, γεμάτη πόνο και δυστυχία, που συνδέει 3 γενιές γυναικών, ενώ συγχρόνως μιλά για το σήμερα μέσα από τις “κατάρες” της μετανάστευσης, της φτώχειας και της κοινωνικής απόρριψης, που σφράγισαν τη ζωή της ηρωίδας…

Που μας ταξιδεύει το τελευταίο σας βιβλίο;
Το βιβλίο αυτό είναι η συνέχεια της “Αγριλιάς”. Στην “Αγριλιά” περιέγραφα τον αγώνα της γιαγιάς μου της Καλλιόπης να μεγαλώσει τα παιδιά της, ενώ στο τελευταίο βιβλίο περιγράφω τη ζωή των παιδιών και συγκεκριμένα της Ελένης που ήταν η μητέρα μου. Παράλληλα, αναφέρομαι στον αγώνα των αδερφών της, δύο εκ των οποίων πολέμησαν ως αντάρτες στο βουνό, δύο φυλακίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και ένας ήταν κρατούμενος στη Γερμανία. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, πόσο βαρύ ήταν το κλίμα που μεγάλωσε η Ελένη, η οποία γεννήθηκε το ’38. Ενα κλίμα που σφραγίστηκε απ’ τα κλάματα, τη στεναχώρια της μάνας και τη φτώχεια διότι ο πατέρας πεθαίνει μέσα στον πόλεμο. Αρα η Ελένη βρέθηκε βουτηγμένη μέσα σε μία ατμόσφαιρα πένθους. Εκείνο όμως που διαμόρφωσε την προσωπικότητά της ήταν ότι ήταν ένα παιδί που απορρίφθηκε από τη μάνα της -διότι τη γέννησε πολύ αργά και ντρεπόταν γι’ αυτό- αλλά και από την κοινωνία διότι ήταν παιδί μεταναστών.

Το να αναμοχλεύει ένας συγγραφέας βιώματα, εμπειρίες και οικογενειακές αφηγήσεις δεν έχει ψυχικό κόστος;
Πολύ μεγάλο κόστος. Δεν θυμάμαι ποτέ τον εαυτό μου να έχει κλάψει τόσο πολύ. Βέβαια, επειδή τα κλάματα ήταν απαγορευμένα στο σπίτι είχα πολλά απωθημένα κι αυτό με απελευθέρωσε. Λειτούργησε δηλαδή λυτρωτικά. Ωστόσο, ξέθαψα τον πόνο 3 γενεών. Βάρη που όταν δεν λυθούν μεταδίδονται από τη μία γενιά στην άλλη. Κι επειδή 4 παιδιά δεν ήθελα να είναι αυτά που θα επωμιστούν το βάρος, έπρεπε λοιπόν να κοπούν πολλά σχοινιά από το παρελθόν, ώστε να είναι πιο καθαρά τα πράγματα.

Το κομμάτι της μυθοπλασίας τι διεκδικεί από την ιστορία; “Προστατεύσατε” ανθρώπους που εμπλέκονται στην ιστορία;
Οι γονείς μου δεν ζουν κι αυτό με διευκόλυνε, ωστόσο, δεν θέλεις να αγγίξεις και πολύ την εικόνα τους παρότι εδώ την “τσεκουρώνω”, όχι γιατί το ήθελα, αλλά επειδή έτσι είναι η προσωπικότητά τους. Η προσωπικότητα της Ελένης είναι δηλαδή ναρκισσιστική κι επειδή δεν βίωσε την αγάπη, δεν την άντεχε. Αυτό σημαίνει ότι ούτε τη δική μας αγάπη ως παιδιά της δεν άντεξε, αλλά ούτε των εραστών της -γιατί ήταν ζωηρούλα. Ετσι άθελά της πλήγωσε πολύ κόσμο. Από εκεί και πέρα η μυθοπλασία πάντοτε είναι σημαντική ακόμα και όταν γράφεις κάτι βιογραφικό διότι δεν γνωρίζεις όλες τις λεπτομέρειες. Ξέρεις δηλαδή τα τρανταχτά γεγονότα, αλλά πρέπει να δημιουργήσεις μία αλυσίδα, να τα δέσεις.

Μιλάτε για τραυματικές εμπειρίες, αλλά επιλέξατε να γράψετε στα ελληνικά κι όχι στη μητρική σας γλώσσα. Τον βαθύτερο καημό του ο καθένας δεν τον εκφράζει πιο άνετα στη γλώσσα που αισθάνεται πιο δική του;        
Ισως το έκανα ως μία προστασία, για να πάρω μία μικρή απόσταση ασφαλείας από τα πράγματα. Οπως πήρα μια απόσταση ασφαλείας χτίζοντας την προσωπικότητα της Ελένης σαν να ήταν ένα ξένο σώμα. Δεν ήταν η μητέρα μου, αλλά η Ελένη, η ηρωίδα. Ακόμα κι εγώ που μπαίνω στην ιστορία υποχρεωτικά ως παιδί, ήμουν μία ξένη δεν ήμουν η Ζοέλ. Προσπάθησα λοιπόν να κρατήσω μία απόσταση. Δεν ξέρω αν θα το άντεχα, πάντως αυτό με βοήθησε να είμαι πιο αντικειμενική.

Και σε αυτό το βιβλίο σας χρησιμοποιείτε γυναίκα ηρωίδα όπως και σε αρκετά βιβλία σας. Γιατί;
Αυτό έγινε χωρίς καν να το συνειδητοποιήσω. Βέβαια στα τελευταία 2 – 3 βιβλία μου το λένε. Νομίζω, όμως, ότι αυτό έγινε διότι είχα ένα θέμα με τους άντρες. Η γιαγιά μου η Καλλιόπη ναι μεν λάτρευε τα αγόρια της, αλλά έβλεπε γενικά τους άντρες ως αυτούς που φέρνουν την καταστροφή της οικογένειας ίσως γιατί ο άντρας της ήταν δουλευταράς, αλλά και πολύ γλεντζές και την παρατούσε μόνη με τα παιδιά. Επίσης, και η μητέρα μου με δίδαξε ότι οι άντρες δεν αξίζουν, ενώ κι εγώ είχα κακές προσωπικές εμπειρίες με άντρες κάτι εντελώς λογικό δεδομένου του παρελθόντος που είχα. Η αλήθεια πάντως είναι ότι οι περισσότεροι άντρες που είχα κοντά μου δεν ήταν θετικά παραδείγματα. Ωστόσο, τώρα έχω συμφιλιωθεί με τον εαυτό μου και με τους άντρες και στο επόμενο βιβλίο ο πρωταγωνιστής θα είναι άντρας.

Στα τελευταία σας βιβλία θίγετε και το θέμα της μετανάστευσης. Ενα φαινόμενο που αφορά την Ελλάδα καθώς έχουμε πολλά προβλήματα με ρατσιστικές συμπεριφορές, με νεοναζιστικά μορφώματα κ.λπ. Το ό,τι θίξατε αυτό το φαινόμενο έγινε επειδή το επέβαλλε η ιστορία ή θέλατε να σχολιάσετε και το θέμα της μετανάστευσης;
Αυτό το βιβλίο έπρεπε να είχε γραφτεί εδώ και 16 χρόνια. Δεν το αποφάσιζα για λόγους δικούς μου, αλλά τώρα βλέποντας δυστυχώς αυτή την έξαρση της Χρυσής Αυγής, του ρατσισμού και της βίας απέναντι στους ξένους αποφάσισα να τονίσω αυτή τη διάσταση, ώστε κάποιοι ενδεχομένως να συνειδητοποιήσουν τι κρύβεται πίσω απ’ τον ναζισμό. Γι’ αυτό και υπάρχει ένα ολόκληρο κεφάλαιο που αναφέρεται στην ιστορία των δύο θείων μου που ήταν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Δείχνω επίσης πώς η μητέρα μου και τα αδέρφια της δέχονταν πέτρες στον δρόμο και βρισιές, πώς της έσπασαν έναν δόντι επειδή πήρε το πρώτο βραβείο στο σχολείο. Πράγματα που τα είδαμε και στην Ελλάδα να γίνονται. Ηταν λοιπόν μία ξεκάθαρη απόφαση να περάσω μέσα απ’ το βιβλίο ένα μήνυμα αντιρατσιστικό και αντιναζιστικό. Ειδικά εμείς οι Ελληνες δεν έχουμε το δικαίωμα να είμαστε ρατσιστές, όταν έχουμε πάει παντού στον κόσμο και παίρνουμε την υπηκοότητα των χωρών που πάμε. Πώς λοιπόν δεν επιτρέπουμε να δώσουμε υπηκοότητα σε παιδιά μεταναστών που γεννιούνται, μεγαλώνουν και πάνε σχολείο στην Ελλάδα, παιδιά που θεωρούν ως πατρίδα τους την Ελλάδα;

Πιστεύετε ότι η κρίση που ζούμε θα περάσει μέσα στα βιβλία που γράφονται;
Σίγουρα. Ηδη διαβάζοντας τον κατάλογο των εκδόσεων “Καστανιώτη” είδα ότι έχουν εκδοθεί αρκετά βιβλία ανθρώπων που είναι άνεργοι και δυσκολεύονται να επιβιώσουν. Ακόμα και η δική μου επιλογή να γράψω αυτό το βιβλίο βασίστηκε στο γεγονός ότι η Ελένη μπορεί να ήταν διχασμένη προσωπικότητα, αλλά ξεκίνησε από το μηδέν, αγωνίστηκε πολύ για να σπουδάσει και να δουλέψει, έκανε αγώνες για τη θέση της γυναίκας, το θέμα της άμβλωσης και ήταν κοινωνικά παρούσα βοηθώντας πολύ κόσμο. Είναι λοιπόν ένα μήνυμα που περνώ μέσα απ’ αυτό το βιβλίο ότι με τον αγώνα μπορούμε να ξαναχτίζουμε πράγματα κι ότι δεν πρέπει να κατεβάζουμε τα όπλα.

Η λογοτεχνία δηλαδή μπορεί να μας δώσει σήμερα τους ήρωες που έχουμε ανάγκη;
Το πιστεύω αυτό. Οπως μπορεί να μας δώσει και αξίες. Αξίες που έχουν χαθεί τα τελευταία χρόνια και τις οποίες είχαν οι άνθρωποι των παλαιότερων γενεών. Μία απ’ αυτές ήταν και η αξία της εργασίας, όχι μόνο ως επιβίωση ή καριέρα και χρήματα, αλλά ως προσφορά στην κοινωνία.

Θα έλεγε κανείς ότι στη Γαλλία θα μπορούσατε πιο εύκολα να εργαστείτε ως συγγραφέας εν συγκρίσει με την Ελλάδα. Γιατί επιλέξατε την Ελλάδα;
Είμαι εδώ απ’ τα 19 μου χρόνια, εργάζομαι και μεγάλωσα εδώ τα παιδιά μου. Η ζωή μου είναι λοιπόν ταυτισμένη με την Ελλάδα παρ’ότι όταν ήρθα δεν μιλούσα ελληνικά ούτε λέξη. Ωστόσο, η απόφασή μου να επιστρέψω στις ελληνικές μου ρίζες ήταν απόλυτα συνειδητή και ήθελα να είναι μια επιστροφή ολοκληρωτική. Χωρίς εκπτώσεις.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα