Το 1897 µε τα ρωσικά στρατεύµατα κατοχής αποβιβάστηκε στο Ρέθυµνο ο λοχαγός του Μηχανικού Ευγένιος Κουτσερόφσκι. Τον Οκτώβριο του επόµενου έτους διορίστηκε «πρόεδρος» της πόλης, κατ’ ουσίαν δηλαδή πολιτικός διοικητής της, προς εξουδετέρωση του εκλεγµένου µουσουλµάνου δηµάρχου Γιουσούφ Αληγιατζιδάκη. Ο φιλόδοξος λοχαγός προώθησε µια σειρά έργων, µεταξύ των οποίων την καθαίρεση των αυλότοιχων και το κόψιµο των κιοσκιών (σαχνισιών). Και στο µεν πρώτο δεν τα πήγε καλά, εξαιτίας της άρνησης των Τουρκορεθύµνιων να γίνουν ορατές οι αυλές και οι χανούµισές τους, όµως στο δεύτερο αποδείχτηκε αµείλικτος, κόβοντας δεκάδες κιοσκιών «προς αερισµόν των οδών», εξ ου και το προσωνύµιο που του χάρισαν οι Ρεθεµνιώτες «Κοψικιόσκη».
Έκτοτε οι κοψικιόσκηδες δεν έλειψαν από το Ρέθυµνο, όπως βέβαια και οι συνεχιστές του έργου τους κοψιδέντρηδες. Στη µακρά σειρά τους µπορούµε ν’ αναφέρουµε τους κοψιδέντρηδες του πλατάνου των Τεσσάρων Μαρτύρων και εκείνου της πλατείας Πετυχάκη, των αροκαριών της Προκυµαίας, των πεύκων του 3ου Γυµνασίου και της Σχολής Χωροφυλακής, των ευκαλύπτων του 2ου ∆ηµοτικού Σχολείου, των αλµυρικιών της Σοχώρας κ.λπ. Και σήµερα, πάντως, φαίνεται ότι οι άρχοντές µας στα -δωρεάν- ταξίδια εργασίας τους στο εξωτερικό δεν πρόσεξαν µε ποιους τρόπους οι συνάδελφοί τους εκεί προστατεύουν τα δέντρα. Φαίνεται ότι δεν άκουσαν πουθενά ότι στις σηµερινές κοινωνικές συνθήκες η επαναφύτευση δέντρων έχει µηδαµινές ελπίδες επιτυχίας. Όσοι απ’ αυτούς ταξίδεψαν στην πόλη Πούσκιν κατά τις γιορτές των αδελφοποιήσεων µάλλον δεν αντιλήφθηκαν πώς τα προστατεύουν εκεί, όχι µόνο συνολικά αλλά και ανά κλαδί, προλαµβάνοντας τις καρατοµήσεις τους από το πυκνό χιόνι. Και µάλλον δεν τους µένει χρόνος να χρησιµοποιήσουν το διαδίκτυο για να δουν πώς προστατεύουν τα δέντρα (και τους φοίνικες) στη νοτιοανατολική Ασία και στις ανατολικές ακτές της Αµερικής από τις τροπικές καταιγίδες, οι άνεµοι των οποίων γελούν µε τις δικές µας «παντέρµες» νοτιές. Ούτε όµως και στο γειτονικό Ηράκλειο φαίνεται να έχουν πάει, στην Παραλιακή, να δουν πώς στηρίζουν εκεί τους φοίνικες, οι οποίοι -σηµειωτέον- εισήχθησαν µεγάλοι, χωρίς ριζικό σύστηµα.
Είκοσι χρόνια µετά τον θάνατο του µακαρίτη Ιδοµενέα Σταυρουλάκη, κινδυνεύουµε ν’ αναφωνήσουµε για µια ακόµα φορά «Πρόβαλε, Ιδοµενέα, να δεις». Θα δεχτούµε τυχόν ισχυρισµούς ότι ο ∆ήµος δεν έχει µερικές εκατοντάδες ευρώ για να στηρίξει το δέντρο στον διπλανό τοίχο του Οίκου Παιδείας; Και θ’ αρκεστούµε να παριστάνουµε τις Κασσάνδρες για µια ακόµα φορά;