Τώρα και κάµποσα χρόνια, µε την κατάργηση της Αγροφυλακής, σε πολλές αγροτικές περιοχές της χώρας και ειδικά εδώ στα Χανιά, στην περιοχή της Κισσάµου, επικρατεί µεγάλη αναστάτωση και αναβρασµός στον αγροτικό πληθυσµό εξαιτίας της ασυδοσίας αρκετών κτηνοτρόφων. Είπα λοιπόν να επισκεφτώ τον 95χρονο κ. Γιώργο Καρεφυλάκη να µας µιλήσει για τους Περβολιανούς «βλεπέδες» -αγροφύλακες και τη δουλειά τους, που αρκετοί, και µεσήλικες ακόµα, δεν έχουν γνώση για το συγκεκριµένο επάγγελµα.
Ο λόγος στον κ. Γιώργο Καρεφυλάκη.
Ο «Βλεπές» ή Αγροφύλακας, το λέει και η λέξη, είναι ο άνθρωπος εκείνος που επιβλέπει, παρακολουθεί, εν τέλει, ο φύλακας των αγρών. Εµείς στο χωριό µας τον εκτιµούσαµε και τον σεβόµασταν πολύ, γιατί µας προστάτευε από τις αγροζηµίες, είχε απεριόριστη εξουσία όσον αφορά στην προστασία των αγρών.
Καθηµερινά, από το πρωί µέχρι το βράδυ, γυρνούσε στα χωράφια µε σκοπό να προστατεύει τις ιδιοκτησίες µας από κάθε κίνδυνο και όχι µόνο από τις αγροζηµίες. Ήξερε του καθενός τα χωράφια, τα όρια, τις καλλιέργειες, τα ζωντανά και τα σκυλιά ακόµα, που κάποιες φορές «έπνιγαν» τα ζώα των γειτόνων ή των βοσκών, και τότε έδινε εντολή να θανατωθεί ο «πνιγάρης» σκύλος και να αποζηµιωθεί ο κάτοχος των ζώων.
Τότε η φτώχεια, και πιο πολύ η νοοτροπία ορισµένων, τους οδηγούσε στο παράπτωµα της κλοπής, κλέβανε ζώα, ελιές, σταφύλια, κηπευτικά και οτιδήποτε άλλο έβαζαν στο µάτι, ή ορισµένοι «αχόρταγοι» µετακινούσαν τα στραλίκια – σύνορα των χωραφιών. Τα στραλίκια ήταν συνήθως κάποιες µεγάλες πέτρες που τις τοποθετούσαν στις άκρες των χωραφιών και έδειχναν τα όρια της ιδιοκτησίας.
Αρκετές βέβαια αγροζηµίες σηµειώνονταν και από τα αιγοπρόβατα – κοπάδια των βοσκών, όχι βέβαια στον σηµερινό βαθµό. Τότε τα αιγοπρόβατα τα έβλεπαν οι βοσκοί µε κρύο και βροχή, ήταν δίπλα τους, τα πρόσεχαν, τα φρόντιζαν σαν τα παιδιά τους γιατί από εκεί περίµεναν να ζήσουν, ενώ τώρα τα κοπάδια τους είναι στου γείτονα το χωράφι και ο βοσκός βόλτα µε την «αυτοκινητάρα» που είναι αγορασµένη από τις «παχυλές» επιδοτήσεις.
Τότε ήταν και πολύ αυστηρότερες οι ποινές, στην περίπτωση της ζωοκλοπής, είχε και εξορία εκτός Κρήτης, στην Κοζάνη, στα Γρεβενά και αλλού και ο δράστης ήταν υπό την εποπτεία της αστυνοµίας.
Ο ζηµιωµένος τώρα αγρότης ειδοποιούσε τον αγροφύλακα για τη ζηµιά και του αγροφύλακα πρώτη του δουλειά ήταν να έρθει σε επαφή µε τον ζηµιωτή και να προσπαθήσει να τους συµβιβάσει. Αρκετές φορές βέβαια έπιανε τον δράστη «επ’ αυτοφώρω» ο ίδιος και συνήθως του έκανε µήνυση που εκδικάζετο στο Αγρονοµείο.
Στον συµβιβασµό «εστίµερνε»- εκτιµούσε τη ζηµιά ο αγροφύλακας, έπαιρνε τα χρήµατα ο ζηµιωµένος και την υπόσχεση του δράστη ότι δεν θα επαναλάβει τη ζηµιά ή την κλοπή.
Τώρα, όσον αφορά στον διορισµό των αγροφυλάκων, πήγαινε ο Πρόεδρος του χωριού στον Νοµάρχη και του έθετε το θέµα των αγροζηµιών και η Νοµαρχία φρόντιζε για τον διορισµό του.
Ο αγροφύλακας είχε ιδιαίτερη στολή, παρόµοια µε του χωροφύλακα, µε καπέλο, άρβυλα, κιάλια, «βουργιάλι» – σακούλι στην πλάτη, «µουζίκα» για να σαλπίζει και να δείχνει την παρουσία του, στον καιρό του εµφυλίου κρατούσαν και τουφέκι και πολλές φορές και κατσούνα.
Ο αγροφύλακας, γενικά, ήταν αγαπητός στους χωριανούς, γιατί τους φύλαγε την περιουσία τους. Ανάλογα δε µε τον χαρακτήρα του και τις ικανότητες του, προλάβαινε τις αγροζηµίες ή αν συνέβαιναν, είχε τον τρόπο να συµβιβάσει τα αντίδικα µέρη και να µην καταλήξει η υπόθεση στο Αγρονοµείο.
Εµείς, όµως, παιδιά τότε, τον φοβόµασταν, γιατί κρατούσαµε λάστιχα – σφεντόνα και κυνηγούσαµε µικρά πουλάκια και απαγορεύονταν και µόλις ακούγαµε τη «µουζίκα» του, απού φύγει φύγει.
Αγροφύλακες πέρασαν πολλοί από το χωριό µας. Θυµάµαι µέσα στην Κατοχή κάποιον, που µου διαφεύγει το όνοµά του, ήταν πολύ αυστηρός. Εγώ ήµουν 12-13 χρονών και έβλεπα το αµπέλι µας από τους περαστικούς, στον Χαλοντόλαπο από πάνω και συγχρόνως µάς είχε πει ο µπάρµπας ο Θρασύβουλος να βλέπουµε και το δικό του που ήταν παραδίπλα. Εγώ είδα ένα ωραίο ώριµο σταφυλάκι στου µπάρµπα µου και το έκοψα, µε είδε ο αγροφύλακας και µόνο που δεν µε έδειρε.
Την περίοδο του Εµφυλίου διορίσανε έναν χωριανό αγροφύλακα, τον Μάρκο τον Μαριακάκη. Αν και ανθρωπος της κατάστασης, θυµάµαι, έκανε «πλάκες» στους χωροφύλακες. Οι αντάρτες γυρόφερναν στις Κοπράνες, ύψωµα πάνω από τον Γαρίπα, και φοβέριζαν τους χωροφύλακες, ο αγροφύλακας ο Μάρκος που οπλοφορούσε, σαν βράδιαζε έπαιζε 2-3 απανωτές τουφεκιές στην Αγία Παρασκευή, τις άκουγαν οι χωροφύλακες, αρπούσαν τα ντουφέκια και τρέχανε στο σηµείο, γιατί νόµιζαν ότι κάτι έγινε µε τους αντάρτες. Εν τω µεταξύ, ο Μάρκος που ήταν πολύ γρήγορος στα πόδια έτρεχε και έπαιζε πάλι 2-3 τουφεκιές σε άλλο µακρινό σηµείο, νάσου πάλι οι χωροφύλακες να τρέχουν στο υποτιθέµενο νέο συµβάν.
Στον µακαρίτη τον Μάρκο, µάλλον δεν άρεσε η αγροφυλακή και τα έκανε αυτά, και ή παραιτήθηκε ή τον αποτάξαν από το Σώµα. Κατά τα άλλα ήταν άνθρωπος της παρέας και τα έπινε τα κρασάκια του.
Αργότερα ανέλαβε αγροφύλακας ο Γιαννετάκης ο Γιάννης από τα Σφακιά, αυτός ήταν πραγµατικά αγροφύλακας, σωστός σε όλα του, προσπαθούσε να προλάβει την κάθε ζηµιά… Προσθήκη από καταγραφέα.
Εµείς τα Γαριπιανάκια, γύρω στα 1960 ήµασταν αρκετά, δυστυχώς τώρα είναι 2-3 παιδιά, και τα αγόρια όλο το καλοκαίρι τρέχαµε ή στο ποτάµι για χέλια και καβρούς ή είχαµε τη χαρχάλα – σφεντόνα στα χέρια και κυνηγούσαµε µικρά πουλάκια. Μόλις ακούγαµε τη «µουζίκα» του µε τον χαρακτηριστικό ήχο, το βάζαµε στα πόδια και στο «άψε σβήσε» περνούσαµε το ποτάµι και πηγαίναµε απέναντι στα Μαριανά και παρακολουθούσαµε πότε θα φύγει για να γυρίσουµε.
Μετά τον Γιαννετάκη, ανέλαβε ο Μανούσος ο Ξανθουδάκης, και αυτός από τα Σφακιά, έµενε στα Ποτιστήρια και ήταν φωνακλάς και λίγο αυστηρός.
Τελευταίος αγροφύλακας στο χωριό ήταν ο Γιάννης ο Κελαϊδής από τον Αποκόρωνα και αυτός ήταν καλός και σωστός στη δουλειά του.
Σηµείωση καταγραφέα. Από την αφήγηση του κ. Γιώργου συµπεραίνουµε ότι και το πιο απλό επάγγελµα, το καταξιώνει το πρόσωπο το οποίο το υπηρετεί. Επιπλέον ότι η κατάργηση της Αγροφυλακής ήταν ένα σοβαρό λάθος της Πολιτείας που συνέβαλε, συν τοις άλλοις, και στην ερήµωση της υπαίθρου και οποιαδήποτε νοµοθετικά µέτρα και αν πάρει η Πολιτεία, «ο πόλεµος» µεταξύ κτηνοτρόφων και γεωργών πάντοτε θα αποβαίνει εις βάρος των γεωργών, ενώ θα µπορούσαν να συµβιώνουν αρµονικά, αν η Πολιτεία εφάρµοζε τους ήδη υπάρχοντες νόµους…
*Ο Γεώργιος Μανιαδάκης είναι συνταξιούχος δάσκαλος