Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Ψάχνοντας για κάρβουνα στα σκουπίδια στα σφαγεία

Εκεί που είναι σήμερα όλο κέντρα στο κάτω Κούμ Καπί και με την ωραία παραλία, τότε και συγκεκριμένα στην περίοδο της κατοχής ήταν ένα έρημο μέρος με δύο μεγάλους υπονόμους προς την θάλασσα.
Εκεί ήταν τα σφαγεία και μια μεγάλη αποθήκη εγκαταλελειμμένη όπου σήμερα στεγάζεται το “θέατρο Βλησίδη”. Τότε ήταν ερημιά, φοβόσουν να περάσεις όχι μόνο την νύχτα αλλά και τη μέρα. Εκεί κοντά στην αποθήκη ρίχνανε σκουπίδια και μάθαμε ότι αδειάζουνε και τις σόμπες από σπίτια που μένουνε οι Γερμανοί και ότι μέσα στις στάχτες υπάρχουνε κάρβουνα. Έτσι σε μένα και τον αδερφό μου το Γιάννη, μας έδωσε η μάνα μας από ένα τσουβαλάκι να πάμε να μαζέψουμε κάρβουνα. Κατά τις οκτώ το πρωί φύγαμε από το σπίτι και παρόλο που ήταν για μας η πρώτη φορά που θα πηγαίναμε  εκεί, τελικά βρήκαμε πού ήταν. Εκεί είχε σωρούς από σκουπίδια με στάχτες, έτσι αρχίσαμε ψάχνοντας να βρίσκουμε κάρβουνα και να τα βάζουμε στο τσουβαλάκι μας. Είχαμε μαζέψει περίπου μισό τσουβάλι, και τότε βλέπουμε ένα άνθρωπο να τρέχει και να βαστάει τα παντελόνια του σαν να θέλει να κάνει την ανάγκη του αλλά όπως προχωρούσε φώναζε «Ωχ Ωχ». Εμείς τον κοιτάζαμε παραξενεμένοι, όμως συγχρόνως είδαμε άλλο ένα άνθρωπο ντυμένο με γερμανικά ρούχα να φωνάζει σε κρητική διάλεκτο «Στάσου μωρέ». Αυτός βαστούσε ένα μπιστόλι στο χέρι του και τον πυροβολούσε. Εμείς είχαμε κουρνιάσει και φοβισμένοι όπως είμαστε κοιτάζαμε και αυτός να συνεχίζει να φωνάζει «Στάσου μωρέ» και να πυροβολεί. Φοβηθήκαμε τόσο πολύ που αφήσαμε το τσουβαλάκι και φύγαμε τρέχοντας προς το Φάληρο. Τον σκότωσε ή όχι δεν μάθαμε αλλά εμείς πήγαμε τρομαγμένοι στο σπίτι και εξιστορήσαμε στη μάνα μας το τι είχε γίνει. Το βράδυ που ήρθε ο πατέρας μας του είπαμε τι είχε συμβεί και αυτός μας είπε ότι έχουν έρθει από το Ηράκλειο καμιά διακοσαριά δικοί μας ντυμένοι Γερμανοί και ότι μένουν στο Σιντριβάνι στο ξενοδοχείο “Πλάζα” και αυτοί λέγονται “Σουμπερέοι”.
Αφού περάσανε 3-4 μέρες, αποφασίσαμε να ξαναπάμε να δούμε τι έγινε το τσουβάλι με τα κάρβουνα που είχαμε μαζέψει πιστεύοντας ότι θα το είχαν πάρει. Όμως όπως το αφήσαμε έτσι το βρήκαμε, συνεχίσαμε λοιπόν και το γεμίσαμε και γυρίσαμε στο σπίτι ευχαριστημένοι που δεν μας το πήρανε και έτσι φέραμε κάρβουνα για το μαγκάλι για να ζεσταθούμε που έκανε πολύ κρύο.
Έτσι συνεχίσαμε να πηγαίνουμε τακτικά να μαζεύουμε κάρβουνα όμως ποτέ δεν μάθαμε τίποτα για κείνο τον φοβισμένο άνθρωπο, αν τον σκότωσαν ή είχε γλυτώσει. Ακόμα και τώρα που έχουν περάσει τόσα χρόνια μου έχει μείνει η λαχτάρα αυτού του ανθρώπου που τον κυνηγούσε να τον σκοτώσει ο “Σουμπερέος”.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα