Πολλές φορές σηµειώνουµε σχόλια για τους αδύναµους προϋπολογισµούς των κρατών µελών της ΕΕ στους χαλεπούς καιρούς που περνούµε. Ο λόγος οφείλεται στη σωρεία λαθεµένων αποφάσεων που µε υπολογισµούς µας ανέρχεται στο εξωπραγµατικό νούµερο των 13.500 περίπου δισεκατοµµυρίων €! Ένα τουλάχιστον από τα 4-5 µεγάλα κονδύλια που συνθέτουν το σύνολο αυτό συγκεντρώνεται µε τον τρόπο που θα αναφέρουµε στο παρόν σηµείωµα. Έτσι τίθεται το ερώτηµα: Πόσα χρήµατα καταβάλει κάθε κράτος µέλος της ΕΕ για τον ετήσιο προϋπολογισµό της, και πόσο δίκαιη είναι η κατανοµή αυτή;
Κάθε κράτος µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταβάλλει διαφορετικό ποσό στον ετήσιο προϋπολογισµό της ΕΕ, ανάλογα µε:
• Το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδηµα (ΑΕΕ) του κράτους.
• Τον ΦΠΑ (Φόρος Προστιθέµενης Αξίας) που συλλέγεται.
• ∆ασµούς και εισφορές από το εξωτερικό εµπόριο (εισαγωγές κ.λπ.).
Ο ετήσιος προϋπολογισµός συγκεντρώνεται για να καλύπτει τις δαπάνες που προβλέπονται από τις Συνθήκες της ΕΕ. Ανεξάρτητα αν παρατηρούνται ατασθαλίες ή µη συµµόρφωση µε τις Συνθήκες, παρατηρούµε ότι ο προϋπολογισµός αυτός που ανέρχεται στην εποχή µας σε άνω των 180-200 δις € ετησίως «ξεστρατίζει» και σε χωράφια εκτός Συνθηκών. Και αυτό δηµιουργεί σοβαρά προβλήµατα τα τελευταία χρόνια σε αγρότες και αυτοδιοίκηση, που βλέπουν ολοένα και περισσότερο να υπάρχουν προβλήµατα απορρόφησης από τους πραγµατικούς δικαιούχους της γεωργίας και της συνοχής.
Οι βασικοί τύποι εσόδων στον προϋπολογισµό της ΕΕ είναι οι εξής:
Με βάση τα στοιχεία για το 2023 (ενδεικτικά), το κατά κεφαλήν ποσόν που καταβάλει κάθε κράτος µέλος µάς δίνει µια συνολική εισφορά (δισ. €), η οποία οφείλεται σε σειρά παραγόντων που θα δούµε παρακάτω1:
Τονίζεται ότι ο ετήσιος προϋπολογισµός της ΕΕ χρηµατοδοτείται από τρεις κύριες κατηγορίες ιδίων πόρων:
1. Πόρος βάσει Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήµατος (ΑΕΕ): ο πόρος αυτός είναι η µεγαλύτερη πηγή εσόδων (περίπου 70% του συνολικού προϋπολογισµού). Για να δούµε πώς γίνεται ο υπολογισµός αυτός, η ΕΕ ορίζει ποσοστό συνεισφοράς επί του ΑΕΕ (π.χ. 0,60%) και το εφαρµόζει στο ΑΕΕ κάθε κράτους µέλους.
Τύπος: Εισφορά ΑΕΕ = ΑΕΕ Χώρας × Συντελεστής ΕΕ
2. Πόρος εναρµονισµένου ΦΠΑ µε βάση την κατανάλωση: εφαρµόζεται ένα ποσοστό ΕΕ (π.χ. 0,3% ή µειωµένο 0,15% για ορισµένες χώρες).
3. Τελωνειακοί δασµοί και γεωργικές εισφορές: περιλαµβάνουν δασµούς εισαγωγών από τρίτες χώρες και γεωργικούς δασµούς. Από τους δασµούς αυτούς, τα κράτη µέλη αποδίδουν το 75% αυτών στην ΕΕ και κρατούν το υπόλοιπο 25% για διαχείριση.
4. Ειδικές ρυθµίσεις & εκπτώσεις (rebates) εφαρµόζονται στα ακόλουθα κράτη µέλη: Γερµανία, Ολλανδία, ∆ανία, Αυστρία, Σουηδία που έχουν µειώσεις σε εισφορές ΦΠΑ και ΑΕΕ.
Η λογική να είναι διαφορετική η κατά κεφαλήν εισφορά στις Ετήσιες Εισφορές Κρατών Μελών στον Προϋπολογισµό της ΕΕ δεν είναι «λάθος» ή «αδικία», αλλά είναι συνειδητή επιλογή του συστήµατος χρηµατοδότησης, που βασίζεται στην οικονοµική ικανότητα κάθε χώρας και όχι σε έναν ίσο φόρο ανά κάτοικο, σύµφωνα µε τα σηµεία που ακολουθούν:
1. Η αρχή της «δίκαιης συνεισφοράς» που είναι ένα µικτό σύστηµα ιδίων πόρων που προσαρµόζεται στο µέγεθος και την οικονοµική δύναµη κάθε κράτους µέλους. Κράτη µε µεγαλύτερο Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδηµα συνεισφέρουν περισσότερο ανά κάτοικο, επειδή έχουν υψηλότερη φοροδοτική ικανότητα. Αν υπήρχε ίδιο ποσό ανά κάτοικο, χώρες µε χαµηλό κατά κεφαλήν ΑΕΕ (π.χ. Βουλγαρία) θα επιβαρύνονταν δυσανάλογα.
2. Η δοµή των ετήσιων εισφορών. Οι εισφορές προέρχονται από τρεις βασικές κατηγορίες «ιδίων πόρων»: Πόρος ΑΕΕ (περίπου 70% των εσόδων), Πόρος ΦΠΑ (εξισορροπηµένος για να µην αδικεί χώρες µε διαφορετική φορολογική πολιτική) και Τελωνειακοί δασµοί και εισφορές στη γεωργία ( κοινό ποσοστό επί των εισαγωγών από τρίτες χώρες, µείον κόστος είσπραξης).
Αυτό σηµαίνει ότι η κατά κεφαλήν εισφορά δεν προκύπτει άµεσα από τον πληθυσµό, αλλά από οικονοµικούς δείκτες και από τους µηχανισµούς διόρθωσης για να αποφευχθούν υπερβολικές επιβαρύνσεις.
Η πολιτική λογική είναι µεν η αλληλεγγύη και η αναλογικότητα, και όχι η αυστηρή «ισότητα» σε ευρώ ανά πολίτη. Εν τούτοις το σηµερινό αποτέλεσµα της συνεισφοράς των κρατών µελών στον προϋπολογισµό της ΕΕ είναι το αποτέλεσµα της πλήρους και χωρίς εκπτώσεις εφαρµογής του «κοινοτικού κεκτηµένου» . Η κλίµακα λοιπόν του πίνακα που προαναφέραµε αντικατοπτρίζει οικονοµική δυνατότητα και όχι ίση πληρωµή.
Και σε αυτό το σηµείο θα πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια από τους Έλληνες αξιωµατούχους του τοµέα να πάψουν να ψελλίζουν στα συµβούλια, αλλά να αντιπαραθέτουν υγιείς σκέψεις που εξυπηρετούν τα συµφέροντα της χώρας. Η ιστορία και το πάθηµα από τον Σόϊµπλε πρέπει να γίνει κτήµα ορθής εφαρµογής των αξιών που περιγράφουν οι Συνθήκες και όχι εφαρµογή πολιτικής τοποτηρητών. Κανείς δεν είναι υπεράνω των υπολοίπων στην εταιρική σχέση της ΕΕ, εξ ου και οι δυσχέρειες της οµοφωνίας.