Παρουσιάζουμε σήμερα την αυθεντική περιγραφή μέσω ενός ποιήματος που εγράφη από την κα Πηνελόπη Ντουντουλάκη το 2013, βασισμένο σε ντοκουμέντα της εποχής της Ενωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Aναφέρονται σε αυτό τα πρόσωπα που ύψωσαν τη σημαία στο Φρούριο Φιρκά κατά την τελετή την 1η Δεκεμβρίου του 1913. Το ποίημα μου έδωσε το 2013 στην επέτειο των 100 χρόνων από την Ενωση η κα Ντουντουλάκη, το οποίο παρέδωσα τόσο στο Ιστορικό Αρχείο όσο και στο Ιδρυμα “Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος”. Ωστόσο, στις δύο πινακίδες που υπάρχουν στο Φιρκά δεν αναφέρονται αυτοί που ύψωσαν τη σημαία παρά το γεγονός ότι υπάρχει περιγραφή των γεγονότων εφημερίδων εκείνης της εποχής. Για τον λόγο αυτό και δημοσιεύω το ποίημα της κας Ντουντουλάκη σήμερα.
1 Δεκεμβρίου 1913
Τέτοιο Δεκέμβρη όμορφο δε γνώρισε η Πλάση/ Νόμιζες πως ο ουρανός χαρά είχε μοιράσει./ Κάθε καντούνι και στενό στην πονεμένη Κρήτη/ Ελαμπε από φεγγοβολιά Θεού Δικαιοκρίτη/ Ήρθε ο καιρός εις το Φιρκά πάλι να κυματίσει/
Το λάβαρο της Ένωσης που η Κρήτη έχει τιμήσει/ Από τα χέρια θρυλικού ήρωα Χατζημιχάλη/ Φερμένο σήμερα εδώ δόξες ν’ αναθιβάλει.
/ Δέντρων θροίζανε κλαδιά στο φύσημα τ’ αγέρα/ Κι αντιλαλούσαν κύματα που ‘ρχονταν από πέρα:/ – Γέροντα εσύ παλαίμαχε, στα ογδόντα σου τα χρόνια/ Πόσες φορές επάλεψες σε μαρμαρένια αλώνια!/ Βρέθηκες εις την ξενιτειά, μακριά, κυνηγημένος/ Γιατί σ’ αγώνες λευτεριάς ήσουνα ορκισμένος./ Μα η ψυχή σου πάντοτε Θούρια τραγουδούσε/ Και ανυπόταχτους καιρούς με πίστη τραγουδούσε/
Πρέπει σου τώρα, ήρωα, λαμπρέ Χατζημιχάλη,/ Να υψώσεις τη σημαία αυτή εις το Φιρκά και πάλι!
/ Το λάβαρο που έσωσες, όμορφα διπλωμένο/ Σ’ ένα τραπέζι βρίσκεται τώρα ακουμπισμένο/ Πέρνα, λιοντάρι τσ’ αντρειάς απ’ του Φιρκά την πύλη/ και τη σημαία ύψωσε, να μην ξανάρθει δείλι!/ Μα το λιοντάρι πάλευε με τσι πληγές του χρόνου/ Κι οι αντοχές του πνίγονταν στη μέγγενη του πόνου./ Του μαντατεύουν τρεις φορές με ένα νιο Λακκιώτη:/ – Πρόβαλε, αρχιστράτηγε, γενναίε πατριώτη!
/ Ο Βενιζέλος έστεκε πλάι στον Κωνσταντίνο/ Πλήθος λαού τη σύναξη θώρειες στον τόπο εκείνο./ Ήταν εκεί κι ο Μάντακας, υπαρχηγός γενναίος/ Και πάντοτε αγωνιστής όπου έκρινε το χρέος./ Τέλος προβάλλει ο αρχηγός, κι εζήλεψεν η μέρα/ λάμψη ψυχής πρωτόφαντη, που ‘φεγγε πέρα ως πέρα./ Πάει, παίρνει το λάβαρο και λέει στον Κωνσταντίνο:/ – Σας παραδίνω με τιμή το σύμβολο εκείνο/ Π’ οδήγησε τσ’ αγώνες μας για την ελευθερία./ Εδώ τση Κρήτης η ψυχή, εδώ κι η ιστορία!/ Κάνει το νεύμα ο βασιλιάς και ο Κουρκούτης πηαίνει/ Και τη σημαία στον ιστό επάνω τηνε δένει./ Την άκρη από το λάβαρο τείνει στον Κωνσταντίνο/ Μα βγαίνει ομπρός ο Μάντακας πάνω στο χρόνο εκείνο/ Και πιάνει αυτός του λάβαρο. Ο βασιλιάς σαστίζει/ Μα ο Βενιζέλος θαρρετά του λέει και του θυμίζει:/ – Είναι σωστό και δίκαιο ετούτο που συμβαίνει./ Χάρη στους αντρειωμένους της η Κρήτη ανασαίνει!/ Ετούτοι οι άντρες έχουνε την Κρήτη λευτερώσει./ Το χέρι των αγωνιστών το λάβαρο ας υψώσει!/ Ο βασιλιάς το λάβαρο στο Γιάνναρη απλώνει/ Και κείνος με το Μάντακα εις τον ιστό υψώνει./ Ετούτα που γινήκανε τάχει ιστορημένα/ Μακαριστός μου πρόγονος, ως τάχε βιωμένα:/ Ο στρατηγός ο Κοκκαλάς, άξιος των αγώνων/ Συνεχιστής παράδοσης πατριωτών προγόνων/ Του Βενιζέλου μπιστικός, στο Κίνημα μπροστάρης/ Άντρας σοφός, σεμνότατος και όχι καυχησιάρης./ Αυτά που είδε κι έζησε στου Δεκεμβριού την πρώτη/ Σ’ αγαπητό πρωτανιψιό, σεβαστικό Λακκιώτη/ Το Ντουντουλάκη το γιατρό, ξιστόρησε μια μέρα/ Κι έτσι το έμαθα κι εγώ, εκείνου θυγατέρα./ Πλάι σε λόγο αθάνατο μυρτιές και δάφνες βάνω/ Για το Δημήτρη Κοκκαλά, στο μνήμα του επάνω!
*επίτιμος διευθυντής Δημ. Γηροκομείου Χανίων, Επίτιμος δημογέροντας της Ενωσης Απανταχού Λακκιωτών, πρώην πρόεδρος Οικονομολόγων Χανίων