30.1 C
Chania
Πέμπτη, 10 Ιουλίου, 2025

Περί φοινίκων, χουρµαδιών, ουασιγκτονιών και άλλων τινών… ιστορικών δένδρων στο Ρέθυμνο

∆ιαµαρτυρήθηκα προ ηµερών για την απόφαση κοψίµατος του δέντρου στο Πειραµατικό Λύκειο του Ρεθύµνου, ως συνέχιση µιας τακτικής από παλιά, που δεν σέβεται τα δέντρα, ούτε βεβαίως και τα ιστορικά.

Σήµερα επανέρχοµαι, διευκρινίζοντας ότι δεν πρόκειται για φοίνικα, όπως συλλήβδην συνηθίζουµε να αποκαλούµε όλα τα δέντρα της οικογένειας των αρεκοειδών (Arecaceae).
Η οικογένεια αυτή περιλαµβάνει βεβαίως τους γνωστούς κανάριους φοίνικες αλλά και τις χουρµαδιές και τις ουασιγκτόνιες. Στην περίπτωσή µας πρόκειται για χουρµαδιά (εικ. 1), την οποία όλοι οι συνοµήλικοί µου θυµόµαστε να βοµβαρδίζουµε µε πέτρες, προκειµένου να γευτούµε τους γλυκείς καρπούς της. Τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι το βάρος των τσαµπιών των χουρµάδων τής προκαλεί πρόβληµα, ευτυχώς ή δυστυχώς όµως ο κορµός της δεν είναι όπως ο τυπικός των δέντρων αλλά πολύ πιο ευλύγιστος. Όσο για την αιτία, αυτή αναζητείται. Η επίκληση του «φωτοτροπισµού» που επικαλέστηκε κάποιος ειδικός, µόνο µειδιάµατα µπορεί να προκαλέσει, αφού το δέντρο έχει ξεπεράσει προ πολλού το ύψος του διδακτηρίου και η κόµη του είναι από παντού εκτεθειµένη στο φως του ήλιου.
Η χουρµαδιά µου δίνει την ευκαιρία να κάνω µια σύντοµη ανασκόπηση στην τοπική ιστορία αυτών των εµβληµατικών για το Ρέθυµνο δέντρων. Οι εκτεταµένες φυτεύσεις φοινίκων είχαν ξεκινήσει στη δεκαετία του 1930 στον δυτικό περιµετρικό διάδροµο του ∆ηµοτικού Κήπου. Σήµερα τέτοια δέντρα βρίσκει κανείς διάσπαρτα και σ’ άλλα του σηµεία του, όπως άλλωστε και σε πολλά σηµεία σ’ όλη την πόλη, ιδιαιτέρως στην Προκυµαία. Πρόκειται για το είδος των Κανάριων νησιών (Phoenix canariensis), µη ενδηµικό αλλά εξαιρετικά προσαρµοσµένο στην Κρήτη, το οποίο συγγενεύει στενά µε τη χουρµαδιά (Phoenix dactylifera). Έχει όµως και αξιοσηµείωτες διαφορές: οι καρποί του είναι πολύ µικρότεροι και µη βρώσιµοι, ο κορµός του, που µπορεί να φθάσει και τα 30 µέτρα, πολύ παχύτερος και τα πτεροειδή φύλλα του µεγαλύτερα. Είδος φοίνικα ενδηµικό της Κρήτης είναι εκείνο του Θεόφραστου (Phoenix theophrastii), που απαντάται στο Βάι και σ’ άλλες περιοχές της νότιας, κυρίως, Κρήτης, και στο Ρέθυµνο στη Λίµνη Πρέβελη, στην Αγιά Φωτιά Κεραµέ κ.α.
Ένα ακόµα είδος, προερχόµενο από την ίδια οικογένεια µε τους φοίνικες, µε ευρεία κι αυτό καλλωπιστική χρήση, είναι οι ουασιγκτόνιες (Washigtonia filifera και robusta), ονοµατοδοτηµένες έτσι προς τιµήν του Γεωργίου Ουάσιγκτον. Στο Ρέθυµνο τις συναντούµε στον ίδιο διάδροµο του Κήπου, αλλά και παλιότερα στο Γυµνάσιο Θηλέων (εικ. 2, µπροστά φοίνικας και πίσω ουασιγκτόνια, αριστερά διακρίνεται και δεύτερη). Φθάνουν σε ύψος τα 15 µέτρα και διακρίνονται από τα παλαµοειδή φύλλα τους, σε σχήµα βεντάλιας, µε τον αγκαθωτό µίσχο. Το είδος filifera προτιµάται λιγότερο, αφού οι νεκροί κλάδοι του παραµένουν αναρτηµένοι στον κορµό και ασχηµίζουν την όψη του.

Οπωσδήποτε η αγάπη των Ρεθεµνιωτών για τα φοινικοειδή πηγαίνει πολύ πίσω στον χρόνο. Στον πίνακα Civitas Rethymnae που χρονολογείται στις αρχές του 17ου αιώνα, έξι φοίνικες εικονίζονται ευκρινώς µέσα στον οικιστικό ιστό. Οι φοίνικες αυτοί θα ανήκαν, πιθανότατα, στο ενδηµικό είδος Phoenix theophrastii. Φοίνικες διακρίνονται στην παραλία των Περιβολίων και στην απεικόνιση του Ρεθύµνου του P. Tournefort του 1700. Η ιδιότητα του είδους να παραβλαστάνει σε ενοχλητικό βαθµό εξηγεί ίσως την προτίµηση στους φοίνικες των Κανάριων νησιών, από τότε που αυτοί εισήχθησαν στην Κρήτη. Σε κάθε περίπτωση, η εκτίµηση της οποίας χαίρουν οι φοίνικες µοιάζει ακατανόητη, αν αναλογιστεί κανείς ότι τα δέντρα αυτά δεν παρέχουν σκιά ούτε και ωριµάζουν καρπούς. Πολύ δε περισσότερο τα τελευταία χρόνια, που ο ρυγχοφόρος των φοινικοειδών (Rhynchophorus ferrugineus) εξολοθρεύει κάθε απροστάτευτο (αψέκαστο µε φυτοφάρµακα) δέντρο, απειλώντας άµεσα και τις υπάρχουσες δενδροστοιχίες της ρεθεµνιώτικης Προκυµαίας, στην οποία παρά τις φιλότιµες προσπάθειες έχουν υπάρξει απώλειες. Να σηµειώσουµε εδώ και ότι η αναπλασµένη παραλιακή οδός Σοφοκλή Βενιζέλου φυτεύτηκε µε είδος ουασιγκτονιών, ενώ πολλές απ’ αυτές είχαν φυτευτεί µισό αιώνα πριν, επί δηµαρχίας Στυλιανού Ψυχουντάκη, µε ιδιαίτερη συγκέντρωση στην πλατεία της Νοµαρχίας. Ως προς τους φοίνικες, η φύτευσή τους επί δικτατορίας των συνταγµαταρχών στην Προκυµαία είχε ίσως να κάνει και µε τις τότε πεποιθήσεις του διορισµένου απ’ αυτούς δηµάρχου, ο οποίος πιθανότατα ήθελε να τους ευχαριστήσει ως προς το σήµα που είχαν επιλέξει, το οποίο ήταν το µυθολογικό και αναγεννώµενο εκ της τέφρας του πουλί «φοίνιξ»… Οπωσδήποτε ήταν η εποχή που η Κρήτη προσέβλεπε στον µελλοντικό τουρισµό, τον οποίο ταύτιζε µε τις εικόνες που έβλεπε στο Μαϊάµι, µε τα εξωτικά αυτά δέντρα.
Πάντως, ο πιο χαρακτηριστικός για το Ρέθυµνο φοίνικας ήταν εκείνος στο λόφο της Φορτέτζας (εικ. 4), στην πλατεία που σχηµατίζουν το τζαµί Ιµπραήµ Χαν και η κατοικία του Ρέκτορα. Στην ύπαιθρο του Ρεθύµνου χαρακτηριστικά τέτοια δέντρα υπήρχαν στη Μονή Ασωµάτων, στη Μονή Βωσάκου κ.α.
Αργότερα επικράτησε η µόδα των αροκαριών. Οι αροκάριες, εισηγµένες από τη νότια Αµερική και των Ωκεανία, ανήκουν στα κωνοφόρα δέντρα και στο Ρέθυµνο που εισήχθησαν φαίνεται ότι «βρήκαν τον τόπο τους», αφού αναπτύχθηκαν γρήγορα και πολύ σε ύψος. Μεγάλα τέτοια δέντρα θάλλουν στον Κήπο (ιδιαίτερα οι δύο µεγάλες όταν µπαίνουµε από τη βορεινή είσοδο) και στις οδούς Κουντουριώτη, Μοάτσου, Κονδυλάκη, Σαλαµίνας ( η ψηλότερη) και αλλού.
Μαζί µε τους φοίνικες ήρθαν στο Ρέθυµνο και οι φίκοι. Ειδικά ο ροδίτικος, µε πρώτον εκείνο στους Τέσσερις Μάρτυρες, έφτασε στα χέρια της Έλλης Βότζη, που τον αγόρασε κατά εκδροµή της Περιηγητικής στη Ρόδο. Φίκοι, όχι αναγκαστικά ροδίτικοι, φαίνεται όµως να υπήρχαν και σε παλιότερες εποχές, µε πιο εµφανή έναν επί της Προκυµαίας, ο οποίος είχε πάρει γιγαντιαίες για τα µέτρα της Κρήτης διαστάσεις, όπως φαίνεται σε φωτογραφίες του Μεσοπολέµου. Απορίας άξιον είναι πώς επιβίωνε της αρµπόνας του Κρητικού Πελάγους, αφού βέβαια των καιρώ εκείνω η θάλασσα βρισκόταν λίγα µέτρα µακριά από το δέντρο.
Σήµερα επείγει η καταγραφή των µεγάλων δέντρων που έχουν αποµείνει στην πόλη, µε το άνοιγµα φακέλου για καθ’ ένα απ’ αυτά, µε ιστορικές πληροφορίες, ιστορικό επεµβάσεων κ.λπ. Επείγει επίσης η ανακήρυξη του ∆ηµοτικού Κήπου σε προστατευόµενο µνηµείο, αφού στην πραγµατικότητα είναι τέτοιο: µνηµείο φυσικό, µνηµείο ιστορικό, µνηµείο πολιτισµικό, µνηµείο κοινωνικό, µνηµείο αισθητικό. Από το 2019 που κυκλοφόρησε το βιβλίο µου «Θα υπάγω εις τους Κήπους. Επισκέψεις στο αστικό πράσινο του Ρεθύµνου, εκδόσεις Γραφοτεχνική» έχω γίνει ενοχλητικός, τονίζοντας την αναγκαιότητα αυτή, όπως και την άλλη, την περισσότερο επείγουσα, της ανακατασκευής των ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων στο εσωτερικό του, από τις οποίες ο Κήπος εν συνόλω κινδυνεύει µε πυρκαγιά. Ως γνωστόν, όταν το σπίτι µας πάρει φωτιά, η Πυροσβεστική που µας συντρέχει το πρώτο που ψάχνει δεν είναι αναµµένο τσιγάρο ή συσκευή υγραερίου αλλά συσκευή ηλεκτρική και καλώδια πεπαλαιωµένα…
Τελειώνω µε µία ακόµα αναγκαιότητα: να συζητήσουµε για την κατάσταση των σχολικών περιβόλων, που παραµένουν επίπεδοι σαν ταψιά, άδεντροι και χωρίς ίχνος χώµατος. Θα πρέπει να δούµε πώς αντιµετωπίζεται το θέµα σε χώρες πιο προηγµένες εκπαιδευτικά από τη δική µας και να εφαρµόσουµε τις λύσεις στις οποίες εκείνες πέτυχαν. Η πόλη µας θα µπορούσε να οµορφύνει µε σχεδόν είκοσι µίνι δηµοτικούς κήπους, προστάτες και αρωγοί των οποίων θα εκπαιδευτούν να είναι οι µαθητές των αντίστοιχων εκπαιδευτηρίων. Σ’ αντίθετη περίπτωση, αργά ή γρήγορα οι ασφάλτινοι αυτοί χώροι θα µετατραπούν, τουλάχιστον στις ώρες αργίας των σχολείων, σε χώρους στάθµευσης αυτοκινήτων. Η µη ύπαρξη συγκοινωνιακής πολιτικής αλλά και φιλοσοφίας πρασίνου θα οδηγήσει αναπότρεπτα σ’ αυτό το αποτέλεσµα…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα