Η Νέα Χώρα των Χανιών, μια συνοικία είναι,
Θε μου προστάτευέ (ν)τηνε κι Άγιε μου Κωνσταντίνε.
Εκεί προστάτη σ’ έχουνε και σε γιορτάζουν όλοι,
σ’ ένα περίλαμπρο Ναό, τση γειτονιάς περβόλι.
Παλιότερα ένας παπάς, στον Άγιο Κωνσταντίνο,
λεβάντα μοσκομύριζε, φάνταζε σαν τον κρίνο.
Το όνομά του ήτανε Λευτέρης Καψωμένος,
απ’ τη γενιά τ’ Αλικιανού ήταν κι αυτός βγαλμένος.
Καθηγητή για μια χρονιά τον είχα στο Καστέλι,
βιώματα μού έμειναν κι ας ήμουνα κοπέλι.
Στην πόλη μας αργότερα έγινε ιερέας
και αναμνήσεις άφησε από τας πιο ωραίας.
Ήτανε ένας κληρικός με κάπα κεφαλαίο
όπου σταθώ κι όπου βρεθώ ετούτο θα το λέω.
Ένας λευίτης π’ άφησε στη Νέα Χώρα νάμι,
που μπόριε μέχρι σήμερα να βρίσκετ’ εν δυνάμει.
Όμως μας έφυγε νωρίς από τον κόσμο τούτο,
μ’ άφησε πίσω κοντηλιές από Χριστού λαγούτο.
Τώρα που συμπληρώνουνται τα εκατό τα χρόνια
τση Νέας Χώρας του Ναού θα πω και πάλ’ αιώνια,
η μνήμη του μακαριστού Λευτέρη Καψωμένου,
δίπλα στην πόρτα τσ’ εκκλησιάς του ενταφιασμένου.
Παράδειγμ’ αν γινότανε για κληρικούς καινούριους
εις την πορεία τση ζωής ανέμους θα ‘χαμ’ ούριους.
Εννιαχωριανός
«Ανθένια υποδοχή»
του φθινοπώρου
στα κρητικά ακρογιάλια
Καλώς ήρθες φθινόπωρο
με τα λευκά τα κρίνα.
Στις αμμουδιές στήνουν χορό
παντού, σκορπώντας μύρα…
Ακροθαλάσσι Κρητικό
διάβαινα κι απορούσα…
«Νεράιδων είναι τούτος ο χορός;»
εκστατική ρωτούσα.
Κυμάτων φλοίσβος απαλός
τ’ απέραντου γαλάζιου
«πήγαιν’ – έλα»
ανάδευε ήχους ρυθμικούς
στου φεγγαριού το γέμα…
Κι ήταν ρυθμοί μαγευτικοί
μ’ αύρα της θάλασσας γεμάτοι…
Κάλεσμα στα λευκόκρινα
χορού στ’ ακροθαλάσσι…
Λευκόλιγνα κι αιθέρια,
λυγούσαν στωικά…
Κι άλλοτε γιγαντώνονταν
κι ορθώνονταν ψηλά…
Και μέσα στα κατάλευκα
και τον χορό μαζί,
του φθινοπώρου στήσανε
«ανθένια υποδοχή…».
Μάνια Μπριντάκη
– Χατζησταυράκη
νηπ/γός