H Σκορδυλιανή Παναγία, που γιόρταζε πρόσφατα, πήρε το όνοµά της από τη γνωστή µεγάλη Βυζαντινή οικογένεια είναι κτισµένη στο µέσο του κάµπου των Καλυβών, σε ένα αρκετά παρθένο ακόµη περιβάλλον, δίπλα σε ένα µετόχι των χρόνων της όψιµης Τουρκοκρατίας, που διατηρείται σε άριστη κατάσταση, αντίθετα µε τα τόσα άλλα στον τόπο µας, που έχουν καταστραφεί, ή αλλοιωθεί.
Είναι γνωστή η παρουσία και ο ρόλος των 12 οικογενειών που στάλθηκαν µάλλον στα τέλη του 12ου αιώνα για να ενισχύσουν τη Βυζαντινή παρουσία στην Κρήτη, δηµιουργώντας µια ισχυρή φεουδαρχική τάξη. Ο ρόλος τους στα επαναστατικά γεγονότα του 13ου αιώνα εναντίον των Βενετών ήταν καθοριστικός µε αποτέλεσµα να εξασφαλίσουν προνόµια, τα οποία στήριζαν σε δεκάδες γνήσια και πλαστά Βυζαντινά έγγραφα, από τα οποία έχουµε τις σχετικές πληροφορίες.
Το αποτύπωµά τους, ιδίως των πιο ισχυρών από αυτές, όπως ήταν οι Καλέργηδες και οι Σκορδύληδες, στο χώρο της Κρήτης είναι ακόµη και σήµερα έντονο. Τοπωνύµια χωριών και τοποθεσιών, όπως (των) Σκορδύλω(ν) στο Ρέθυµνο και τη Σητεία, Σκορδυλιανά στην Κίσαµο, (των) Καλέργω(ν), στο Ρέθυµνο, Καλεργιανά στην Κίσαµο, Κερά Καλέργη δίπλα στο Castel Apicorno, όπου ανέσκαψε πρόσφατα µεγάλη εκκλησία ο αρχαιολόγος Θανάσης Μαϊλης, Γαβαλοχώρι, Γαβαλοµούρι, Γαβαλιανά πηγάδια (οικογένεια Γαβαλάδων) στα Χανιά, (των) Μελισσινιάκω(ν) (Μελισσηνών) στο Ρέθυµνο είναι µόνο µερικά από αυτά, που σώθηκαν µέχρι τις µέρες µας. Μεγάλες οικογένειες που εξακολουθούν να υπάρχουν αποτελούν κλάδους των «αρχοντόπουλων», ενώ ο παλιότερος διαχωρισµός των Σφακιανών σε «καλόσειρους» και «κακόσειρους», έχει σχέση µε την καταγωγή από την οικογένεια Σκορδύλη. Πολύ γνωστός αγιογράφος ήταν ο Εµµανουήλ ιερέας ο Σκορδύλης, που συνέχισε τη δράση του στα νησιά του Αιγαίου µετά το 1645, ενώ ο οµώνυµός του επίσης ιερέας θα κτίσει ένα πολύ µεγάλο σπίτι το 1745 στο χωριό Βαφές. Τα φέουδα της οικογένειας επεκτεινόταν στις επαρχίες Σελίνου, Σφακίων, Αποκορώνου και Κυδωνίας.
Ένα από τα φέουδα ήταν αυτό στην περιοχή των Καλυβών, όπου όπως συνηθιζόταν, έκτισαν και µια οχυρωµένη έπαυλη, κοντά στο ναό της Παναγίας. Το µετόχι πέρασε σε Οθωµανούς, από τον τελευταίο των οποίων Μουσταφά Φαφουλάκη το πήρε σε πλειστηριασµό ο Νικόλαος Περάκης. Ο Περάκης έδωσε στον αξιόπιστο ιστοριοδίφη Κ.∆ουνάκη σηµαντικές πληροφορίες για το ναό και τον γύρω χώρο του. Αναφέρει ότι ο παλιός τοιχογραφηµένος ναός, που είχε υποστεί σοβαρές ζηµιές στα γεγονότα του 1870, σωζόταν σε µη αναστρέψιµη κατάσταση. Έτσι, αν και κάλεσε ειδικό µηχανικό για να τον σώσει, δεν τα κατάφερε και αφού τον κατεδάφισε, έκτισε τον υπάρχοντα το 1905. Βόρεια από το ναό αναφέρει ότι οι εργάτες βρήκαν τα λείψανα ενός µεγάλου κτηρίου µε πύργο, από τα οποία πήραν ένα µεγάλο αριθµό από λαξευτές πέτρες για τις νέες οικοδοµές. Πρόκειται µάλλον για την οχυρωµένη έπαυλη της οικογένειας Σκορδύλη.
Η νέα µικρών διαστάσεων εκκλησία της Παναγίας είναι ένα ιδιαίτερα κοµψό κτίσµα µε αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά από την παράδοση της όψιµης Βενετοκρατίας, που είχε επιβιώσει ανάµεσα στους λαϊκούς τεχνίτες της Κρήτης και θυµίζει την πρόσοψη της κοντινής εκκλησίας του Χριστού στον Αγκαβανέ και του κοιµητηριακού παρεκκλησίου στην Αγία Τριάδα των Τζαγκαρόλων. Τις εικόνες του τέµπλου, ακολουθώντας τη «Ναζαρινή» τεχνοτροπία, ζωγράφισε ο καλός Αποκορωνιώτης αγιογράφος Ιωάννης Αλυγιζάκης, µαθητής του πολύ γνωστού Ρεθεµνιώτη Αντωνίου Βιβυλάκη. Το µετόχι, που αποτελεί ένα ενδιαφέρον αγροτικό συγκρότηµα χαρακτηρίζεται νεότερο µνηµείο. Σήµερα είναι γνωστό σαν «Κτήµα Ρωξάνη» από το όνοµα της ιδιοκτήτριας κ.Ρωξάνης Βλάµη και συντηρείται σε µια άριστη κατάσταση µέσα σε ένα σχεδόν απείρακτο φυσικό περιβάλλον. Η χάραξη ωστόσο της νέας Εθνικής Οδού σχεδόν σε επαφή, θα προκαλέσει µια σηµαντική αλλοίωση του χώρου. Καλό θα ήταν, αφού προηγηθεί ανασκαφική έρευνα, να ληφθούν κάποια µέτρα προστασίας µε µικρή µετατόπισή του στο σηµείο αυτό, κάτι που πιστεύω πως δεν είναι δύσκολο. Είναι κρίµα να προστεθεί µια ακόµη καταστροφική επέµβαση, σε µια περιοχή που διατηρεί ακόµη το φυσικό της περιβάλλον, σε συνδυασµό µε την ύπαρξη ενός νεότερου µνηµείου µε ενδιαφέρον ιστορικό και αρχαιολογικό παρελθόν.
*Ο Μιχάλης Ανδριανάκης είναι αρχαιολόγος.