Η οικονοµική και γεωπολιτική σύγκρουση ΗΠΑ–Κίνας δεν αφορά µόνο δασµούς ή τεχνολογία. Είναι πολιτισµική, ιδεολογική, και πλέον δοµικά οικονοµική. Η στρατηγική σηµασία της Ταϊβάν για την Αµερική είναι αντίστοιχη του Ισραήλ: αποτελεί γραµµή άµυνας στον Ειρηνικό, πολιτισµικό σύµβολο ελευθερίας και δηµοκρατίας στην Ανατολική Ασία και κλειδί για τη γεωπολιτική ισορροπία της περιοχής. Φαίνεται ότι ο πολιτισµός που πρεσβεύει την δηµοκρατία πρέπει να αγωνιστεί σκληρά µε τις αυταρχικές χώρες για ποιο µοντέλο διακυβέρνησης θα επικρατήσει.
Τα αυταρχικά καθεστώτα όπως αυτά του Ιράν, της Τουρκίας, της Ρωσίας της Κίνας κλπ., καταπνίγουν κάθε δυνατότητα µεταρρύθµισης, επειδή η υπεροχή του κόµµατος και του ηγέτη είναι απόλυτη. Κάθε λειτουργία του κράτους υποτάσσεται στο κόµµα. Όταν έχεις πλήρη έλεγχο των ΜΜΕ, του στρατού, της πολιτικής ζωής, και γενικά όλα τα “εργαλεία” µιας δικτατορίας στα χέρια σου, δεν θέλεις να τα αφήσεις. Έχοντας στερήσει τον πλούτο της παγκόσµιας ανάπτυξης των τελευταίων 30 ετών, από τους λαούς τους, -καθώς τον χρησιµοποίησαν για να εξοπλιστούν στρατιωτικά, – είναι έτοιµες να κάνουν το «απονενοηµένο άλµα» της στρατιωτικής σύγκρουσης, καθώς θα βρίσκονται σε οικονοµικές δυσκολίες και πολιτικά αδιέξοδα. Έχουν ήδη προετοιµάσει τους λαούς τους καλλιεργώντας την ελπίδα ότι µπορούν να ξανά-αναβιώσουν τις απολεσθείσες αυτοκρατορίες τους.
Οι δηµοκρατικές δυτικές κοινωνίες βλέπουν τον κόσµο εντελώς διαφορετικά καθώς δίνουν αξία στα βασικά ανθρώπινα δικαιώµατα, στην ιδιοκτησία ακινήτων, στο κράτος δικαίου, στην τάξη. Τα αυταρχικά καθεστώτα δεν έχουν καµία αντίληψη αυτών των αξιών αφού τα πάντα γίνονται προς όφελος του κόµµατος και προσωπικά των ηγετών τους, η δε εσωτερική τάξη και συνοχή επιβάλλεται µε τον φόβο και την βία.
Πρόκειται για έναν εντελώς διαφορετικό κόσµο. Και αφού η ∆ύση δεν µοιράζετε κοινές αξίες µε τις αυταρχικές χώρες, δεν υπάρχει πολιτισµική συνοχή, αλλά µόνο οικονοµικά συµφέροντα, και αυτή τη στιγµή η ∆ύση έχει εξαρτηθεί πλήρως από την Κίνα για την παραγωγή βασικών προϊόντων. Οπότε υπάρχει το ενδεχόµενο οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες να αντιστρέψουν αυτή την εξάρτηση — και να επαναπατρίσουν µεγάλο µέρος της παραγωγής, για να µειώσουν την εξάρτηση από την Κίνα.
Η ρωσική εισβολή αποσταθεροποίησε λίγο την Ευρώπη και τον κόσµο, η επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν δεν είχε το ίδιο αποτέλεσµα. Όµως η περίπτωση της Κίνας θα αποσταθεροποιήσει τον κόσµο σε βάθος.
Οι ΗΠΑ δεν µπορούν να επιτρέψουν την κατάληψη διά της βίας µιας ευηµερούσας δηµοκρατίας σχεδόν 27 εκατοµµυρίων ανθρώπων µε τριπλάσιο κατά κεφαλή ΑΕΠ από την Κίνα. Η Ταϊβάν είναι µια εικόνα του τι θα µπορούσε να είναι η Κίνα, αν είχε εκδηµοκρατιστεί. Η εταιρεία Taiwan Semiconductor Manufacturing Company (TSMC) στην Ταϊπέι είναι η πιο προηγµένη εταιρεία µικροτσίπ στον κόσµο. Κατασκευάζει τσιπ 2 νανοµέτρων (2nm) – το πιο εξελιγµένο επίπεδο τεχνολογίας. Τα δύο εργοστάσια που κατασκευάζει η TSMC στις ΗΠΑ, στην Αριζόνα, είναι για 5nm και 3nm. Όµως το µόνο εργοστάσιο στον κόσµο που παράγει 2nm είναι στην Ταϊβάν. Η µετάβαση από τα 5nm στα 4nm και στα 3nm είναι λογαριθµική, όχι γραµµική. Πρόκειται για τεράστια τεχνολογικά άλµατα. Αυτά τα τσιπ είναι ζωτικής σηµασίας για την τεχνητή νοηµοσύνη και τους κβαντικούς υπολογιστές. Και όποιος “σπάσει” πρώτος τον κβαντικό κώδικα, όποιος νικήσει στη µάχη της τεχνητής νοηµοσύνης, θα ελέγχει τα δεδοµένα του κόσµου. Άρα, τα δηµοκρατικά συστήµατα διακυβέρνησης της ∆ύσης και ειδικά οι ΗΠΑ πρέπει να κερδίσουν αυτή τη µάχη. Το πρώτο κύµα τεχνητής νοηµοσύνης βασίστηκε στην «αντίληψη», έχει εξελιχθεί σηµαντικά τα τελευταία 30 έτη. Το δεύτερο κύµα, η γενετική ΤΝ διακρίνεται από την ικανότητα δηµιουργίας νέου περιεχοµένου: κειµένου, εικόνων, ήχου, ακόµη και κώδικα. Το παρόν κύµα – στο οποίο βρισκόµαστε ήδη – ονοµάζεται συλλογιστική ΤΝ και µαθαίνει να επιλύει προβλήµατα, ακόµη και όταν αυτά είναι νέα και µη προβλέψιµα. Το προσεχές κύµα, που ήδη διαφαίνεται στον ορίζοντα, είναι εκείνο στο οποίο η ΤΝ θα ενσωµατώσει φυσική κατανόηση του κόσµου. ∆εν πρόκειται απλώς για αλγοριθµική πρόβλεψη ή γλωσσική επάρκεια, αλλά για ικανότητες πρόβλεψης φυσικών αλληλεπιδράσεων, όπως κάνουν τα παιδιά µέσα από την εµπειρία τους και θα απαιτήσει συνδυασµό γλώσσας µε αισθητηριακά δεδοµένα, ΤΝ που «µαθαίνει» από τη φυσική αλληλεπίδραση. Θα ακολουθήσει, περίπου σε µια δεκαετία, το µεγάλο εξελικτικό άλµα της ανθρωπότητας, η τεχνητή υπερνοηµοσύνη που θα είναι 10.000 φορές πιο έξυπνη από τον πιό έξυπνο άνθρωπο.
Η τεχνητή υπερνοηµοσύνη στα χέρια αυταρχικών καθεστώτων θα είναι µια παγκόσµια απειλή πολύ µεγαλύτερη από αυτήν της πυρηνικής βόµβας.
Η Κίνα έχει εκµεταλλευτεί τη βιοµηχανική εξάρτηση της ∆ύσης, αλλά εξαρτάται απόλυτα από τη ∆ύση για ενέργεια, τρόφιµα, τεχνολογία και δολάρια. Εάν η Κίνα επιλέξει να κινηθεί στρατιωτικά κατά της Ταϊβάν, ο κόσµος θα διχαστεί οριστικά, και η οικονοµική αλληλεξάρτηση δεν θα είναι πλέον επαρκής για να αποτρέψει τη σύγκρουση.
Η Κίνα ήδη από το 2021 υπέγραψε µε το Ιράν µια 25ετή στρατηγική συµφωνία που καλύπτει την ενέργεια, τις υποδοµές, τις τηλεπικοινωνίες και τη στρατιωτική συνεργασία. Η συµφωνία αυτή επέτρεψε στην Κίνα να αποκτήσει προνοµιακή πρόσβαση στο ιρανικό πετρέλαιο και να επεκτείνει τους κινέζικους δρόµους του µεταξιού στη Μέση Ανατολή. Η Κίνα έχει καίριο συµφέρον να διατηρήσει τη σταθερότητα στο Ιράν και γενικότερα στον Περσικό Κόλπο, καθώς περίπου το 53% των εισαγωγών της σε πετρέλαιο βασίζεται στη συγκεκριµένη περιοχή, µε το 16% να προέρχεται άµεσα από το Ιράν. Σε περίπτωση καταστροφής των ιρανικών ενεργειακών υποδοµών ή αποκλεισµού των Στενών του Ορµούζ, η κινεζική ενεργειακή ασφάλεια τίθεται υπό σοβαρή απειλή. Η Κίνα, εξαρτώµενη σε µεγάλο βαθµό από τις θαλάσσιες ροές καυσίµων, δεν µπορεί να µείνει απαθής σε µια κρίση που θέτει σε κίνδυνο την ενεργειακή της επάρκεια.
Πέρα από την ενεργειακή ασφάλεια, η Κίνα διακρίνει στον πόλεµο Ιράν-Ισραήλ µια µοναδική ευκαιρία να αποσπάσει την προσοχή και τους πόρους των ΗΠΑ από την Ασία και ιδιαίτερα από την Ταϊβάν. Ένας εκτεταµένος πόλεµος στη Μέση Ανατολή µπορεί να εγκλωβίσει την Ουάσιγκτον σε µια νέα “αιώνια σύγκρουση”, αντίστοιχη της Ουκρανίας για τη Ρωσία, αποδυναµώνοντας την αποφασιστικότητα και τη δυνατότητά της να παρέµβει σε δεύτερα µέτωπα.
Η Κίνα δεν επιδιώκει το Ιράν να “κερδίσει” τον πόλεµο υπέρ του. Αρκεί το Ιράν να επιβιώσει και να απορροφήσει επαρκείς πόρους από τις ΗΠΑ ώστε να επιτραπεί στο Πεκίνο να ενισχύσει τη στρατιωτική του παρουσία στον Ειρηνικό, να ασκήσει πίεση στην Ταϊβάν και να διαµορφώσει αφηγήµατα που ενισχύουν την ήπια ισχύ της. Η Ρωσία ήδη αποσπά σηµαντικούς πόρους από την ∆ύση για να τροφοδοτεί την Ουκρανία. Η Τουρκία κάθε άλλο παρά υποστηρίζει τα συµφέροντα των δυτικών χωρών. ∆ιαφαίνεται ότι αυτές οι χώρες δρουν συντονισµένα ως πληρεξούσιοι της Κίνας για να κρατούν απασχοληµένη την ∆ύση σε συνεχή προβλήµατα και απώλειες πόρων.
Τα τελευταία χρόνια, η επανάσταση των εµπορικών δορυφόρων έχει µειώσει την απόσταση µεταξύ κρατικής και ιδιωτικής γνώσης για γεωστρατηγικά φαινόµενα. Το µοντέλο που παλαιότερα ανήκε αποκλειστικά σε κυβερνητικές υπηρεσίες πληροφοριών, τώρα είναι διαθέσιµο σε πανεπιστηµιακά ιδρύµατα, ερευνητικά ινστιτούτα και δηµοσιογραφικούς οργανισµούς.
Οι ιδιωτικές δορυφορικές εταιρείες, όπως η Maxar, η Planet Labs και η BlackSky, έχουν καταστήσει δυνατή τη συνεχή παρακολούθηση στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Μέσω αυτών, εντοπίζονται στην Κίνα αλλαγές σε βάσεις, αναπτύξεις µονάδων, δραστηριότητα λιµένων και τεχνικές υποδοµές που υποδηλώνουν πρόθεση για µελλοντική χρήση στρατιωτικών δυνάµεων από την Κίνα. Οι εικόνες δείχνουν αύξηση της παραγωγής σε εργοστάσια πυραύλων, δορυφορικής επικοινωνίας και ηλεκτρονικού πολέµου. Εντοπίζεται επίσης αποθεµατοποίηση πρώτων υλών, καυσίµων και κρίσιµων εξαρτηµάτων. Απέναντι από την Ταϊβάν, οι δορυφορικές εικόνες εντοπίζουν δραστηριότητα που σχετίζεται µε µεγάλες αποβατικές δυνάµεις. Εκεί εδρεύουν ειδικά αποβατικά πλοία, αµφίβια τεθωρακισµένα οχήµατα, και υποδοµές logistics. Η παρουσία µαζικών αποθηκών καυσίµων, σηµείων επαναφόρτωσης πυροµαχικών και υπόγειων εγκαταστάσεων µεταφοράς δείχνει στρατηγική προετοιµασία για παρατεταµένη σύγκρουση. Η Κίνα έχει αυξήσει θεαµατικά την ετοιµότητα του Ναυτικού και των Πεζοναυτών της, προσοµοιώνοντας επιχειρήσεις κατάληψης νησιών υπό ταχύτατες συνθήκες αποβίβασης. Πολλές φορές, τα µη επανδρωµένα αεροσκάφη προσοµοιώνουν επιθέσεις σε θαλάσσιους στόχους. Η στρατηγική της Κίνας δείχνει έγκαιρη καταστροφή της ταϊβανικής αεράµυνας, ραντάρ και επικοινωνιών – ένα δόγµα «αποκεφαλισµού» που φαίνεται σε κάθε πτυχή των δορυφορικών ενδείξεων.
Όλα αυτά συνθέτουν ένα πρότυπο που παραπέµπει σε προετοιµασία για σύγκρουση µεγάλης διάρκειας, παρόµοια µε τα πρότυπα που είχαν προηγηθεί των συγκρούσεων στην Ουκρανία. Η ταχύτητα και η ακρίβεια µε την οποία το Ισραήλ και µετέπειτα οι ΗΠΑ, κατάφεραν να εξουδετερώσουν το Ιράν, ήταν τόσο εντυπωσιακή και καίρια, που σίγουρα τράβηξε την προσοχή της Κίνας. Πιθανώς σόκαρε και αναθεώρησε το πώς η Κίνα βλέπει τον σύγχρονο πόλεµο.
Οι Ηνωµένες Πολιτείες εξακολουθούν να διαθέτουν τον ισχυρότερο και πιο αποτρεπτικό στρατό στον κόσµο — και δεν διστάζουν να τον χρησιµοποιήσουν όταν το κρίνουν απαραίτητο. Στο πλαίσιο της γεωπολιτικής έντασης µε την Κίνα και την αυξανόµενη απειλή για την Ταϊβάν, οι ΗΠΑ ενδέχεται να αποτελούν πλέον ένα νέο είδος αποτροπής, βασισµένο όχι µόνο στη στρατιωτική τους ισχύ, αλλά και στην τεχνολογική και οικονοµική τους υπεροχή. Αν οι ΗΠΑ καταφέρουν να στείλουν επαρκώς σαφή και πειστικά σήµατα αποτροπής προς την Κίνα, κάνοντας ξεκάθαρο ότι µια επίθεση στην Ταϊβάν θα έχει τεράστιο κόστος σε όλα τα επίπεδα — στρατιωτικό, οικονοµικό, στον κυβερνοχώρο και στο διάστηµα — τότε ίσως η Κίνα επιλέξει να µην προχωρήσει σε εισβολή στην Ταϊβάν. Αυτό θα µπορούσε να είναι το αποτέλεσµα εάν οι Αµερικανοί αλλά και άλλες δυτικές χώρες έχουν στρατηγική και σκέφτονται σε βάθος.
Αν η Κίνα εγκατέλειπε τα επεκτατικά της σχέδια έναντι της Ταϊβάν, η διεθνής κοινότητα θα είχε την ευκαιρία να επιστρέψει στη σταθερότητα µιας και το Ιράν είναι ήδη αποδυναµωµένο και η Ρωσία έχει τελµατώσει σε ένα τριετή πόλεµο χωρίς διέξοδο. Η Τουρκία βλέπει τι µπορεί να τις συµβεί από το παράδειγµα του Ιράν. Ένας τέτοιος κόσµος θα ήταν βαθιά διαφορετικός. Η απουσία της απειλής ενός πυρηνικού πολέµου µεταξύ δύο υπερδυνάµεων θα επέτρεπε στην ανθρωπότητα να εστιάσει σε πρόοδο και ειρήνη. Ίσως τότε να µπορούσαµε όλοι να κοιµόµαστε πιο ήσυχοι τα βράδια.
*Ο Ατσαλάκης Γιώργος είναι οικονοµολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστηµονικών ∆εδοµένων