«Τα χελιδόνια του μοναχού» άνοιξαν τις μικροσκοπικές τους φτερούγες στον σκοτεινό ουρανό της καραντίνας του κορονοϊού στην καρδιά της άνοιξης.
Oι ψαλιδωτές ουρές τους χάραξαν στο απέραντο γαλάζιο τον σολωμικό στίχο «Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη» για τις ελεύθερες πολιορκημένες ψυχές όλων των πολιτών της χώρας μας, υμνώντας το Θεό και τη φύση, το άκτιστο μαζί με το κτιστό, στη νέα ποιητική συλλογή του Βαγγέλη Κακατσάκη. Ο θείος έρωντας δοξολογείται μέσω της ορθόδοξης πίστης και της λατρείας. Οι αφιερώσεις ποιημάτων στους μητροπολίτες και στον αρχιεπίσκοπο Κρήτης υπενθυμίζουν την αποστολική διαδοχή που εδώ και 2000 χρόνια συνεχίζεται αδιάλειπτα. Ταυτόχρονα, οι μνήμες αγίων φανερώνουν τους οδοδείκτες της ορθόδοξης πίστης, καθώς και το τριπλό μονοπάτι, το οποίο ξεκινά με τη νίκη στα πάθη, συνεχίζει με τη φώτιση και καταλήγει στη θέωση. «Η πίστη στο σπίτι», «Οι μοναχοί και τα περιστέρια» και όχι μόνο μαρτυρούν του λόγου το αληθές, ενώ ο ποιητής μνημονεύει και τον άγιο της λογοτεχνίας Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη: «[…]Στο καλό, κυρ Αλέξανδρε, ψιθύρισε αποχαιρετώντας τον[…]».
Το τιτίβισμα, όμως, των «χελιδονιών του μοναχού» αφηγείται και την νεώτερη ελληνική ιστορία με το «Χαμόγελο του Διάκου» στην Αλαμάνα και τον «Μακρυγιάννη στην οδό του». Από την Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα των ηρώων του 1821 τα μικρά πλάσματα του ουρανού φτάνουν στην Κρήτη, στον Ψηλορείτη, και συναντούν την «κρητική ματιά», δίνοντας «Αναφορά στον Καζαντζάκη». Δεν ξεχνούν, βέβαια, να κάνουν μια στάση και στην αυλή του σπιτιού της καρδιάς του Βαγγέλη Κακατσάκη, τα “Χανιώτικα Νέα”, που έχει «Aρωμα αροσμαρή». Μερικές μελωδίες τους είναι αφιερωμένες και σε φίλους, όπως ο Γιάννης Γαρεδάκης, ο Σταύρος Νικηφοράκης και ο Νίκος Παπαδάκης.
Μα δε βλέπουν και τους πρόσφυγες από κει ψηλά; Τους βλέπουν και σκέφτονται μελαγχολικά τα “Χριστούγεννα” για τα μικρά προσφυγόπουλα, γιατί και ο Χριστός προσφυγόπουλο γεννήθηκε. Από εδώ πετούν και κουρνιάζουν στο μπράτσο του Μαρκ Ζάκεμπεργκ, ιδρυτή του Facebook για να εκφράσουν τον υπαρξιακό προβληματισμό του σύγχρονου ανθρώπου με δυο λεξούλες, «εκτός εάν…», σύμφωνα με «Τα κατά Μαρκ». Τα χελιδόνια, αλήθεια, δε σταματούν, συνεχίζουν να πετούν, διότι «Η ζωή συνεχίζεται» με τις απαραίτητες τρεις τελείες στο τέλος (η ζωή συνεχίζεται…), καθώς κανείς δεν ξέρει το παρακάτω.
«Τα χελιδόνια του μοναχού» είναι ένα βιωματικό σεργιάνι στον κήπο της καρδιάς του Βαγγέλη Κακατσάκη. Ο αναγνώστης έχοντας πυξίδα τη γνώριμη φωνή του ποιητή περιδιαβαίνει στα σοκάκια της ζωής του.
Ο ρομαντισμός αλλοτινών εποχών συνοδοιπορούν με τη λυρική νοσταλγία, αποκαλύπτοντας τις διαχρονικές αξίες της φιλίας, της ορθοδοξίας και της ελευθερίας, καθώς και την υπαρξιακή αναζήτηση του ανθρώπου στον 21ο αιώνα. Πάνω απ’ όλα, όμως, αναδεικνύουν την αγάπη για τον συνάνθρωπο και τη Ζωή. Με τον τρόπο αυτό ταυτίζονται οι ψυχές των αναγνωστών και του ποιητή, καθώς ψιθυρίζουν: «Λευκό ονειρεύεται τα βράδια το ράσο του ο μοναχός/Μόνοι μάρτυρες τα πρώτα χελιδόνια της άνοιξης/Άλλο το σπίτι της πίστης κι άλλο η πίστη στο σπίτι/Ένθεος άθεος και άθεος ένθεος ο Αετός της αβύσσου/Όπως τα σύννεφα οι άνθρωποι/Μια προσφυγοπούλα η μάνα του./Καρπός συνεύρεσης σε μια παλιόβαρκα».