Σάββατο, 7 Δεκεμβρίου, 2024

Μνήµη Γιώργου Μαρουλοσηφάκη

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ

Σαράντα ηµέρες χωρίς εσένα εδώ µπαµπά µου. Η µνήµη σου άσβεστη. Όπως άσβεστα θα µείνουν και όλα εκείνα που συζητούσαµε, για τις αναµνήσεις σου από τα Χανιά που τόσο αγαπούσες. Ιστορίες για ανθρώπους και γεγονότα που πολλές φορές είχες αποτυπώσει στο χαρτί, καθώς όπως έλεγες, το δηµοσιογραφικό “σκουλήκι” -ακόµη και ως συνταξιούχος (απόµαχος δηµοσιογράφος – τυπογράφος όπως υπέγραφες τα κείµενά σου)- δεν έλεγε να σε αφήσει.
Λίγους µήνες πριν το φευγιό σου, είχες ξεκινήσει να γράφεις για τις γειτονιές των Χανίων. Αναφορές στα παλιά χρόνια, µε ιστορίες για τις όµορφες συνοικίες της πόλης µας. Γέννηµα – θρέµµα του Αγίου Ιωάννη, ξεκίνησες από εκεί. Τα τελευταία σου χειρόγραφα. ∆εν πρόλαβες όµως να ολοκληρώσεις τη σειρά και µε τις υπόλοιπες γειτονιές…
Στη µνήµη σου ακολουθεί η δηµοσίευση -που τόσο πολύ επιθυµούσες- του τελευταίου κειµένου σου που αναφέρεται στη γειτονιά του Αγίου Ιωάννη. Έστω και χωρίς να είναι πλήρως ολοκληρωµένο…

«ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΩΝ ΧΑΝΙΩΝ – ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ

Πολλές οι γειτονιές των Χανίων, κάθε µία όµως έχει το δικό της χρώµα και τις δικές της ιδιαιτερότητες.
Ο Άγιος Ιωάννης, η Χαλέπα, το Κουµ Καπί, η Σπλάντζια, ο Τοπανάς (το Κολόµπο), η Νέα Χώρα, τα Παχιανά, τα Λενταριανά, ο Κουµπές….
Παλιότερα ο Άγιος Ιωάννης λεγόταν Αυγερινός, διότι το άστρο ‘‘Αφροδίτη’’, φαινόταν πρώτα από την περιοχή.
Όταν όµως οι κάτοικοι έκτισαν την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη (φωτ.), η συνοικία πήρε το όνοµα του Αγίου.
Οι παλιοί Αϊγιαννιώτες ήταν πολλοί. Οι Μπολάνηδες, οι Ζουµαδάκηδες, οι Καλιοτζήδες, οι Μαυροδηµήτρηδες.
Σιγά-σιγά άρχισαν να έρχονται στον Άγιο Ιωάννη πολλοί από τον Αποκόρωνα. Έρχονταν από τη µακρινή Ασή-Γωνιά ο Αγγελάκης, ο Σπυριδογιάννης, οι Κουντουράκηδες, ο Μπαρµπούνης. Όλοι αυτοί είχαν την ονοµασία Γωνιώτες.
Ακόµη έρχονταν και από το Αρολίθι οι Κυριακοµανώληδες. Άνοιξαν µαγαζιά και ορισµένοι εργάστηκαν στα λατοµεία του Αγίου Ιωάννη. Τα λατοµεία ήταν κοντά στη συνοικία. Με φουρνέλο έβγαζαν τις πέτρες που χρειάζονταν για να χτίζουν τα καινούργια σπίτια των Χανιωτών. Ένας από τους καλύτερους γεµιστές φουρνέλων ήταν ο Άγιος (παρατσούκλι).
Ήθελε πολλή προσοχή και επιδεξιότητα η γέµιση των φουρνέλων.
Έπρεπε εκείνος που ασχολούνταν, να υπολογίσει την ποσότητα του δυναµίτη, να βάλει το καψίλι, να υπολογίσει το φιτίλι που χρειαζόταν βραδύκαυστο και ταχύκαυστο και να πυροδοτήσει.
Πριν την πυροδότηση ακούγονταν οι φωνές «βάρδα φουρνέλο», για να µην κυκλοφορήσουν άνθρωποι στον δρόµο (σηµερινή οδός ∆εληγιαννάκηδων) και να κλειστούν στα σπίτια τους οι κάτοικοι που είχαν σπίτια στα Λιβάδια.
Οι Μπολάνηδες, και ήταν πολλοί, είχαν κάρα για τη µεταφορά υλικών, άµµο, πέτρα, χαλίκια.
Το κάθε κάρο έσερναν δύο ουγγαρέζικα, όπως τα έλεγαν, µεγαλόσωµα άλογα και έκαναν τη µεταφορά των µεγάλων φορτίων από τα καραβάκια τους που τα άραζαν στο λιµάνι των Χανίων και τα µετέφεραν στους εµπόρους.
Την εποχή εκείνη στα Λιβάδια έµεναν πρόσφυγες, οι οικογένειες Χατζησάββα και Χανιώτες οι Σπανουδάκηδες, Πεντάρηδες, Παπαδοµανωλάκηδες, Καλογερήδες και από πέρα ο Κανάκης µε το µαγκανοπήγαδο και το µποστάνι του.
Πολλές φορές νεαροί Χανιώτες πήγαιναν στο µαγκανοπήγαδο του Κανάκη για να πιουν παγωµένο νερό.
∆ίπλα από τον Βασιλοδηµήτρη έµεναν οι Κασιώτηδες, που ήταν όλοι υδραυλικοί. Ακόµα ένας υδραυλικός στη σηµερινή οδό ∆ηµακοπούλου ήταν ο Κατσιάς ο Μανούσος. Είχε χάσει τρία δάχτυλα του δεξιού χεριού του, είχε µόνο αντίχειρα.
Όµως, παρόλα αυτά ήταν πολύ καλός υδραυλικός.
Μαγαζιά στον Άγιο Ιωάννη ήταν πολλά: Καφενεία, ένα µεγάλο του Κογχειλά και λίγο παραπάνω του Μπαρµπούνη. Στη γωνία Κ. Μαλινού και Ξανθουδίδου το καφενείο του Σήφη του Ζουµά.
Και παντοπωλεία -µπακάλικα τότε- ήταν πολλά. Του Αγγελάκη, του Γωνιώτη, του Χοντρογιάννη, του Κοντόγιωργα, του Κοντογιάννη, του Ρούσσου, του Λαµπρινού και το µεγαλύτερο του Μιχαλά στη γωνία Ηγουµένου Γαβριήλ και ∆ηµακοπούλου.
Ο Χοντρογιάννης δεν έδινε ούτε µία δραχµή βερεσέ (επί πιστώσει), ενώ όλοι οι άλλοι είχαν τα βιβλιαράκια τους και έγραφαν τα βερεσέδια…
Στη γωνία της διασταύρωσης των δρόµων Ηγουµένου Γαβριήλ και Κ. Μάνου λειτουργούσε τα καλοκαίρια στο τέλος της δεκαετίας του 1940 και αρχές της δεκαετίας 1950 η ταβέρνα του Νικολακάκη. Είχε µια µεγάλη αυλή σκεπασµένη µε ποικιλία κληµαταριές και στο πλάι γεµάτη αγιοκλήµατα και ρολόγια (πασιφλόρες).
Τι να πρωτοθυµηθεί κάποιος. Άνθρωποι µοναδικοί, όλοι τους µε τη δική τους ιστορία, το δικό τους στίγµα στον Αη Γιάννη. Με χαµόγελο και φιλότιµο, παρά τις δύσκολες εκείνες εποχές. Και µε την αγάπη τους για τη γειτονιά τους. Να τη βλέπουν να αναπτύσσεται και να οµορφαίνει…».

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα