Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

Μια εκδρομή στον «Καλογέρο»

Δεν μπορώ να μην επαινέσω και να συγχαρώ την Ζηνοβία και την Φωτεινή, μαθήτριες της Γ’ τάξης του 3ου Γυμνασίου Χανίων, για το ωραίο και κατατοπιστικό δημοσίευμά τους, με τις σχετικές  φωτογραφίες στα “Χανιώτικα νέα” της 20ης Δεκεμβρίου ’16, με τίτλο “Περιβαλλοντική εκδρομή στο φαράγγι του Καλογέρου, Σάσαλο, Στροβλές, Έλος”, αλλά και τον έχοντα την ιδέα και την οργάνωση της εκδρομής καθηγητή κύριο Χορευτάκη.
Το δημοσίευμα αυτό μου έφερε θύμησες από την παιδική μου ανεπανάληπτη ηλικία, τότε που “κουζουλοκόπαιδα”, ατίθασα και ανυπάκουα, αλωνίζαμε ολημερίς τα λιόφυτα, τα πλάγια, τις κορφές και τα λιβάδια, κυνηγώντας πουλιά, λαγούς, αλλά και αρκάλους και ζουρίδες. Μαζεύαμε κούμαρα και μανίτες που αφθονούν στην περιοχή και επισκεπτόμαστε τα μιτάτα για να γευθούμε γάλα, μαλάκα και μυζήθρα που μας πρόσφεραν οι τυροκόμοι αλλά και πολύ χουμά για οικονομία.
Σαν γεννημένος και μεγαλωμένος στην περιοχή αυτή, αλλά και σαν κατεχάρη της ιστορίας, των θρύλων και του φυσικού τοπίου, πιστεύω ότι η κοιλάδα του Καλογέρου είναι μια περιοχή που όμοιά της δεν υπάρχει στον νομό Χανίων και ίσως σ’ ολόκληρη την Κρήτη, είναι όμως άγνωστη όχι μόνο στους ξένους, αλλά και στους Χανιώτες.
Αντί άλλης περιγραφής, θα παραθέσω μερικά αποσπάσματα από το σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου μου «Στροβλές, ένα χωριό διηγείται την ιστορία του».
«Ανάμεσα στα χωριά Στροβλές και Σάσαλος, στα σύνορα Κισάμου και Σέλινου, είναι μια πανέμορφη τοποθεσία που τη λένε Καλογέρο. Πρόκειται για μια καταπράσινη λαγκαδιά που τη διασχίζει ένα γραφικό ποταμάκι, δηλαδή για ένα σπάνιο τοπίο με μοναδική ομορφιά.
Τα θεριεμένα ρείκια, οι πανύψηλες κουμαριές, τα πολύκλαδα πλατάνια και γενικά η πλούσια κι ασυνήθιστη βλάστηση δημιουργούν ένα αληθινό επίγειο παράδεισο. Η ομορφιά του τοπίου δεν περιγράφεται. Μόνο όποιος περπατήσει μέσα σε κείνη την πρασινάδα τη συνειδητοποιεί. Η επίσκεψη είτε από τις Στροβλές, είτε από το Σάσαλο, αφήνει ανεπανάληπτες εντυπώσεις.
Ο επισκέπτης που θα βρεθεί σ’ εκείνο το μοναδικό στην Κρήτη κουμαρόδασος βαδίζει, όλο βαδίζει χωρίς την περισσότερη ώρα να βλέπει ουρανό. Πότε, πότε φτάνει σε κάποιο ξέφωτο, όπου το φως του ήλιου τον ξαφνιάζει. Η θαμπωτική του λάμψη παίζει χιλιάδες όμορφα παιγνίδια με τα κλαδιά, τα φύλλα και τις φτέρες.
Απόλυτη ηρεμία επικρατεί τριγύρω. Ακόμη και τα πουλιά κινούνται διακριτικά. Πετούν αθόρυβα από κλαδί σε κλαδί, λες και καταλαβαίνουν ότι τούτος ο χώρος πρέπει να μείνει έξω από τους θορύβους, προσφέροντας πλούσια την ασύγκριτη ηρεμία που τόσο αποζητούμε…
Εδώ κι εκεί παρουσιάζονται ερείπια σπιτιών κι άλλων ανθρώπινων κτισμάτων, που σήμερα βουβά στην ερημιά τους το μόνο που κάνουν είναι ότι ανακαλούν στη φαντασία το μεγαλείο της ζωής, που κάποτε υπήρχε και χάθηκε… Ο χρόνος εδώ δεν έχει τη σημασία που παίρνει σ’ άλλους τόπους. Μπορεί και να μη χρειάζεται καθόλου. Ο επισκέπτης όσο προχωρεί, τόσο απαλλάσσεται από την πιεστικότητά του. Τελικά φτάνει λευτερωμένος στο εκκλησάκι του Άι Γιώργη.
Η παράδοση, λέει, ότι    στων Καλογέρω ήταν μεγάλο χωριό. Τόσο μεγάλο, που έφτασε να ‘χει 70 τουφέκια, δηλαδή 70 παλληκάρια για τ’ άρματα και πρέπει να λογαριαζόταν ανάμεσα στα σημαντικά χωριά της περιοχής. Η εξαφάνιση των ανθρώπων από το χωριό αποδίδεται στο θανατικό της πανούκλας που θέρισε την ανθρώπινη ζωή σ’ αυτό τον όμορφο τόπο. Όσο κι αν μας φαίνεται αυτό υπερβολικό σήμερα, εκείνη την εποχή χωριά ολόκληρα ξεκληρίζονταν. Οι περιγραφές που σώζονται σε πεζό ή σε ποιητικό λόγο για τις διάφορες επιδημίες, είναι τρομαχτικές.
Έτσι χάθηκαν οι κάτοικοι και η φύση ορμητική και παράφορη εξαφάνισε τα έργα τους και ξαναπήρε το έδαφος που της είχαν αφαιρέσει…»
Το εκκλησάκι του αγίου Γεωργίου, το μόνο σωζόμενο κτίσμα του χωριού, βρίσκεται στο μέσον της κοιλάδας σε ένα ευρύχωρο επίπεδο πλάτωμα κοντά στο ρυάκι με τα θεόρατα και αιωνόβια πλατάνια.
Είναι κτίσμα, κατά τις υπάρχουσες ενδείξεις, γύρω στα 1430 με τοιχογραφίες πολύ φθαρμένες τώρα. Ο τροπαιοφόρος άγιος, είναι ο μοναδικός βιγλάτορας, φύλακας και προστάτης της όμορφης μα έρημης περιοχής.
«Από πολλά χρόνια πριν, η εκκλησία είχε εγκαταλειφθεί… Χωρίς πόρτα και τέμπλο και χρησίμευε σαν καταφύγιο των αιγοπροβάτων αλλά και των βοσκών οι οποίοι άναβαν φωτιές για να στεγνώσουν και να ζεσταθούν. Έτσι οι περισσότερες τοιχογραφίες έχουν καταστραφεί από τη μαυρίλα αλλά και από τις υγρασίες που τραβούσαν οι τοίχοι από τα θεμέλια και την οροφή. Τελευταία διαπίστωσα ότι αρχαιοκάπηλοι ή έμποροι προσπάθησαν να αφαιρέσουν τεμάχια τοιχογραφιών μαζί με το υπόστρωμα του σουβά, αλλά φαίνεται δεν τα κατάφεραν. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να καταστρέψουν μερικά κομμάτια των έστω και φθαρμένων τοιχογραφιών.
Στη δεκαετία του 1950 η εκκλησία καθαρίστηκε, κατασκευάστηκε πόρτα, τοποθετήθηκε τέμπλο και κεραμίδια στη σκεπή και άρχισε να λειτουργείται στις 23 του Απρίλη κάθε χρόνου. Τώρα τελευταία όχι μόνο λειτουργείται, αλλά γίνεται και ένα ωραίο πανηγύρι. Μαζεύεται πολύς κόσμος από τα γύρω χωριά Στροβλές, Αλιγούς, Σάσαλο, Μυλωνές αλλά και από άλλα μέρη, γίνεται η λειτουργία κατανυκτική μέσα στο επιβλητικό ανοιξιάτικο περιβάλλον και ακολουθεί προσφορά άρτων και ύστερα βραστού και ψητού κατσικιού, που προσφέρουν δωρεάν οι κτηνοτρόφοι της περιοχής, με άφθονο κρασί. Επακολουθεί και χορός με τη συνοδεία ζωντανών οργάνων, θυμάμαι κάποια φορά που ψιλόβρεχε, είχαν ανάψει μια τεράστια φωτιά κάτω από τα πλατάνια, δίπλα έβραζε το καζάνι και παραδίπλα στα κάρβουνα ψηνόταν άλλα κρέατα. Σε λίγο άρχισε και ο χορός γύρω από τη φωτιά που θύμιζε τον πυρρίχιο άλλων εποχών και τόπων».
Θα ήθελα να συστήσω στους διευθυντές των σχολείων, τους τουριστικούς πράκτορες, τους φυσιολατρικούς συλλόγους, αλλά και σε κάθε ντόπιο ή ξένο επισκέπτη να μην παραλείψει να επισκεφθεί τον Καλογέρο. Να περπατήσει κάτω από τους πλατάνους, τους αζιλάκους και τους κουμάρους, να μυρίσει το άρωμα του έρεικα και της μυρτιάς, να αναπνεύσει καθαρό αέρα και να αισθανθεί το μεγαλείο της φύσης και την απόλυτη ηρεμία.
H προσπέλαση μπορεί να γίνει από το Σάσαλο με τα πόδια ή από τον Φτερόλακκο με τα πόδια ή με αυτοκίνητο για όποιον δεν μπορεί ή δεν θέλει να περπατήσει. Υπάρχει αγροτικός δρόμος με όχι και τόσο καλή βατότητα.
Πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες γραμμένες με συναρπαστικό τρόπο μπορεί κανείς να βρει στο σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του δασκάλου, ποιητή, λογοτέχνη και Σασαλιώτη γαμπρού Βασίλη Χαρωνίτη στο βιβλίο του «Η Κρήτη των θρύλων» τόμος 1ος, 1985.
Ξέχασα να γράψω ότι, λίγο πριν τον πόλεμο (1938) η Δασική Υπηρεσία είχε φέρει εδώ αρκετούς φασιανούς οι οποίοι άρχισαν να πολλαπλασιάζονται αλλά στα επόμενα ανώμαλα χρόνια τους αφάνισαν οι κυνηγοί όπως αφάνισαν και τις πέρδικες τα τελευταία χρόνια.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα