Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική της ονομασία είναι Majorana hortensis –συνώνυμο του Origanum majorana- (Ορίγανον η μαντζουράνα) και ανήκει στην οικογένεια των Λαμπιάτα ή Χειλανθή. Τη συναντούμε με τις κοινές ονομασίες Μαντζουράνα (σε όλη την Ελλάδα) και Σάψυχο (Κεφαλλονιά).
Είναι αυτοφυές φυτό της Κρήτης. Αυτοφυές συναντάται επίσης στην Κύπρο και την Τουρκία.
Στην κεντρική Ευρώπη το φυτό είναι μονοετές, ενώ στις παραμεσόγειες χώρες είναι πολυετές με διάρκεια 4 έως 5 χρόνια. Έχει τετραγωνισμένο και ευθύγραμμο βλαστό, λεπτό, κοκκινωπό, τριχωτό ή σχεδόν λείο και ύψους μέχρι 50 εκατοστά. Το ριζικό σύστημα δεν είναι βαθύ, είναι θυσανωτό. Τα φύλλα είναι ελαφρά μικρά, ωοειδή, μαλακά και οξύληκτα, με ελαφρό χνούδι, τοποθετημένα αντίθετα. Όλο το φυτό έχει σταχτοπράσινο χρώμα και βγάζει το καλοκαίρι έως και τις αρχές του φθινοπώρου, μικρά ασπρορόδινα άνθη σε τσαμπιά στις κορυφές των βλαστών. Οι καρποί είναι κάρυα μικρά, μήκους μέχρι 1 χιλιοστό, χρώματος ώχρας έως σκούρου καφέ και ακανόνιστου σχήματος. Το βάρος 1000 κόκκων ζυγίζει 0,2 γραμμάρια. Είναι φυτό ανθεκτικό στο κρύο και πολλαπλασιάζεται με σπόρους που φυτεύονται την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Μπορεί επίσης να πολλαπλασιαστεί με χλωρά βλαστάρια χωρίς άνθη το καλοκαίρι και με χωρισμό των φυτών το φθινόπωρο ή την άνοιξη. Η συγκομιδή γίνεται τρεις φορές τον χρόνο και η απόδοση μετά την επεξεργασία, σε καθαρό προϊόν ανέρχεται στα 160-300 κιλά ανά στρέμμα.
Υπάρχουν πολλά είδη μαντζουράνας και χρησιμοποιούνται κυρίως στην μαγειρική. Χρησιμοποιούνται ακόμη στη φαρμακευτική, στη βιομηχανία μεταποίησης κρέατος και στην αρωματοποιία.
Ιστορικά στοιχεία:
Βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Το χρησιμοποιούσαν για τις θεραπευτικές του ιδιότητες οι Έλληνες, οι Αιγύπτιοι και οι Άραβες. Ο Θεόφραστος αναφέρει την μαντζουράνα ως «αμάρακον» ενώ οι Πλίνιος, Διοσκουρίδης και Κάτουλλος το αναφέρουν ως «σάμψυχον». Ο Διοσκουρίδης το περιγράφει αποδίδοντάς και άλλες ονομασίες όπως Κρίνον βασιλικόν, Καλλείριον, κ.α. Οι αρχαίοι έλληνες που έμεναν στη σημερινή Συρία έφτιαχναν από την μαντζουράνα, ένα πολύ δυνατό άρωμα που ονόμαζαν «αμαρακίνον» ή «σαμψύχινον».Το προμηθευόντουσαν οι γυναίκες της Αθήνας και όπως αναφέρεται ήταν τόσο ευώδες και δυνατό ώστε προκαλούσε πονοκέφαλο. Το καλύτερο και πλέον περιζήτητο ήταν της Μυτιλήνης και της Κύπρου, όπου το φυτό αφθονούσε. Ο Διοσκουρίδης έγραφε για το φυτό ότι «Σάψυχον κράτιστον το Κυζικινόν και το Κύπριον». Το ίδιο αναφέρει και ο Πλίνιος, ενώ ο Βιργίλιος το επαινεί με ωραίους στίχους. Τα νεαρά ζευγάρια στεφανώνονταν στις γαμήλιες τελετές με τα φυτά μαντζουράνας γιατί πίστευαν ότι είχαν το άρωμα της Αφροδίτης.
Στην Κρήτη το βότανο αποκαλείται Μαντζουράνα ή Ματζιοράνα. Φύεται στα βουνά και τα χάλαρα (απότομοι κρημνοί) κύρια στη δυτική πλευρά του νησιού. Καλλιεργείται όμως σε όλο το νησί σε γλάστρες διότι το χρησιμοποιούν ως θεραπευτικό μέσο και στη μαγειρική. Οι κρητικοί χρησιμοποιούσαν από παλιά το βότανο σαν βρασταρικό για τις λιποθυμίες, τους πόνους της καρδιάς, στομαχόπονους, συνάχια και τους πόνους της μήτρας. Το θεωρούσαν άριστο αντιεμετικό.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Το φυτό αναδύει μία διαπεραστική και ευχάριστη μυρωδιά. Έχει γεύση θερμή και αρωματική, όπως τα περισσότερα χειλανθή. Είναι πλούσιο (το ποσοστό ποικίλει ανάλογα) σε φλαβονονικά και πτητικά έλαια, κυρίως καρβακρόλη και θυμόλη, τα οποία έχουν θεραπευτικές ιδιότητες. Το αιθέριο έλαιο του φυτού είναι κίτρινο ή κιτρινοπράσινο, με ειδικό άρωμα. Έχει γλυκιά και αρωματική γεύση και περιέχει 40% περίπου τερπίνες (ιδίως τερπινένη και τερπινεόλη). Περιέχει βιταμίνη C.
Η Μαντζουράνα διατηρεί τη γεύση και την οσμή της σε περιόδους μακράς αποθήκευσης. Κονιορτοποιημένη χρησιμοποιείται λιγότερο λόγω της μικρότερης περιεκτικότητάς της σε αιθέριο έλαιο. Το αιθέριο έλαιο σε χλωρό φυτό κυμαίνεται από 0,2-0,4% ενώ σε αποξηραμένα άνθη και φύλλα γύρω στο 1,3%.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Το φυτό ανθίζει από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα φύλλα και οι ανθισμένες κορυφές. Συλλέγεται την εποχή της ανθίσεως. Τα φυτά που ξηραίνονται πρέπει να διατηρήσουν το χρώμα τους και το άρωμα τους. Για αυτό ξηραίνονται υπό σκιάν σε αραιή διάταξη, σε μέρος ξηρό και όχι δροσερό. Το βράδυ πρέπει να σκεπάζονται με πανιά και κατά τη διάρκεια της ημέρας να αναποδογυρίζονται πολλές φορές.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Έχει τις ίδιες θεραπευτικές ιδιότητες με το θυμάρι.
Δρα ως αντισπασμωδικό, αντισηπτικό, αντινευραλγικό και αντικεφαλαλγικό.
Η μαντζουράνα με τις πτητικές, στυπτικές και πικρές ουσίες που περιέχει βοηθά και επιταχύνει την πέψη, διεγείροντας την έκκριση των στομαχικών υγρών. Εξαλείφει τον λόξυγκα, ενώ όπως έγραψε ο Κούλπεπερ στο δημοφιλέστερο βιβλίο βοτανολογίας το 1653 «σπάνια μπορεί να βρεθεί βότανο που να θεραπεύει καλύτερα τις ξινίλες του στομάχου». Για τις ανωμαλίες του πεπτικού συστήματος είναι χωνευτικό, σπασμολυτικό, εντιεμετικό, ανακουφίζει από το μετεωρισμό και τη δυσπεψία, διεγείρει το συκώτι και τη σπλήνα.
Έχει διουρητικές και εφιδρωτικές ιδιότητες.
Συνίσταται κατά των εγκεφαλικών και νευρικών παθήσεων, όπως της αποπληξίας, των παραλύσεων, των ιλίγγων, της επιληψίας, της απώλειας μνήμης κ.α.
Σημαντική είναι η ηρεμιστική και αντισπασμωδική του δράση και συνδυάζεται άριστα με το μελισσοβότανο σε ένα θαυμάσιο ρόφημα για την αντιμετώπιση της αϋπνίας.
Συνδυασμός μαντζουράνας, χαμομηλιού και δυόσμου έχουν καλά αποτελέσματα σε φλεγμονές των ούλων και της γλώσσας. Εισπνοές με ζεστό αφέψημα του φυτού ανακουφίζει από βήχα ή κοκίτη.
Για την κατάθλιψη και το άγχος συνδυάζεται καλά με το μποράγκο και το μελισσοβότανο. Στο κρυολόγημα έχει παρόμοια θεραπευτική δράση με την ρίγανη. Η μαντζουράνα επίσης είναι χρήσιμη σε μορφή ζεστών καταπλασμάτων στη θεραπεία πληγών και σε πρηξίματα που οφείλονται σε εξαρθρώσεις, σε στραμπουλίγματα και σε μυαλγίες. Το έλαιο του φυτού χρησιμοποιείται για επαλείψεις στις πονεμένες αρθρώσεις και στους ρευματισμούς. Τέλος ο χυμός του φυτού, σταματά τον πόνο και το βούισμα στα αυτιά.
Παρασκευή και δοσολογία:
Ως αφέψημα ή ως έγχυμα χρησιμοποιούμε την μαντζουράνα σε συνδυασμό με τη μαλοτίρα (σε αναλογία 1 προς 2). Ως αιθέριο έλαιο βάζουμε 3-4 σταγόνες σε μία κουταλιά μέλι, 2-3 φορές την ημέρα. Για εξωτερική χρήση κάνουμε κομπρέσες με αφέψημα του φυτού ή εντριβές με αιθέριο έλαιο. Σε αδυναμία κάνουμε τονωτικά μπάνια προσθέτοντας αφέψημα μαντζουράνας που είναι πιο αποτελεσματική από το θυμάρι.
Προφυλάξεις:
Σε υψηλές δόσεις η μαντζουράνα μπορεί να προκαλέσει ζαλάδες και παραισθήσεις. Κατά συνέπεια τα πολλά ροφήματα δεν ωφελούν.
Υ.Σ.
Όλα τα προηγούμενα άρθρα της στήλης μπορούμε να τα βρούμε στη διεύθυνση www.herb.gr.
Επίσης αν κάποιος φίλος αναγνώστης γνωρίζει οποιαδήποτε θεραπευτική ιδιότητα βοτάνου του τόπου μας που δεν είναι ευρέως γνωστή ή έχει κάποιο ερώτημα μπορεί να το απευθύνει στην ηλεκτρονική διεύθυνση skouvatsos11@gmail.com