Τρίτη, 16 Απριλίου, 2024

Κανείς δεν άναβε τα φώτα

» Felisberto Hernández (μτφρ. Γεωργία Ζακοπούλου, εκδόσεις Μεταίχμιο)

Το λογοτεχνικό κύμα που διέσχισε τον Ατλαντικό στις αρχές της δεκαετίας του ’60 έφερε στην Ευρώπη μια λογοτεχνία ελάχιστα ως τότε γνωστή. Είναι αυτό που ονομάστηκε «λατινοαμερικανικό μπουμ» και είχε ως αποτέλεσμα πλήθος μεταφράσεων και εκδόσεων στη Γηραιά Ήπειρο, με αιχμή του δόρατος συγγραφείς όπως ο Μάρκες, ο Γιόσα, ο Φουέντες και ο Κορτάσαρ, εκπροσώπων, δηλαδή, του «μαγικού ρεαλισμού». Όμως, το γεγονός αυτό δεν υπήρξε προϊόν παρθενογέννησης, αλλά συνέχεια μιας παράδοσης χρόνων και μιας διεργασίας στο εσωτερικό της ηπείρου. Στην παράδοση αυτή ανήκει και ο Φελισμπέρτο Ερνάντες, ο οποίος γεννήθηκε το 1902 στην Ουρουγουάη και υπήρξε αυτοδίδακτος πιανίστας και συγγραφέας. Η αλήθεια είναι πως το έργο του, αν και έχαιρε εκτίμησης στους λογοτεχνικούς κύκλους, δεν γνώρισε ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία. Αξίζει όμως να σημειώσει κανείς κάτι που, αν και μοιάζει με λεπτομέρεια, είναι ικανό να δείξει τη σημασία του έργου του, και έχει να κάνει με τα ένθερμα εισαγωγικά σημειώματα του Κορτάσαρ και του Καλβίνο στις εκδόσεις των έργων του σε Ισπανία και Ιταλία αντίστοιχα.

Μια συλλογή διηγημάτων οφείλει να διέπεται από συνοχή που να δικαιολογεί την εκδοτική πράξη. Η συνοχή αυτή δεν ικανοποιείται απλώς και μόνο με την υπογραφή του συγγραφέα σε αυτά. Η συνοχή μπορεί να είναι, μεταξύ άλλων, χρονική ή θεματική, ενίοτε ακόμα και δυσδιάκριτη, πάντοτε όμως παρούσα ως αίσθηση. Στον αντίποδα θα μπορούσε κανείς να τοποθετήσει την ανθολόγηση κειμένων. Η διάκριση αυτή δεν έχει να κάνει τόσο με την ποιότητα του περιεχομένου όσο με τη διαφορά στην αναγνωστική πρόσληψη μεταξύ ενός ενιαίου έργου και κάποιων μεμονωμένων διηγημάτων. Στην περίπτωση του Ερνάντες, η συνοχή μεταξύ των διηγημάτων της συλλογής είναι εμφανής, και μάλιστα σε βαθμό τέτοιο που κανείς νιώθει πως το Κανείς δεν άναβε τα φώτα αποτελεί ένα ιδιότυπο σπονδυλωτό αφήγημα. Δεν είναι μόνο η παρουσία του πρωτοπρόσωπου αφηγητή στο σύνολο των διηγημάτων, ενός αφηγητή που τόσο ομοιάζει με τον ίδιο τον συγγραφέα, που δημιουργεί αυτή την αίσθηση, αλλά και το σύνολο των χαρακτήρων που συγγενεύουν μεταξύ τους, σαν να είναι τα ίδια πάνω-κάτω πρόσωπα που μετακινούνται από ιστορία σε ιστορία. Τα πρόσωπα σε συνδυασμό με την κοινή πρόσληψη της πραγματικότητας διαμορφώνουν ένα ευδιάκριτο modus scribendi καθιστώντας το ύφος και την πρόζα του Ερνάντες, εκτός από ιδιαιτέρως θελκτικά, αναγνωρίσιμα.

Ένας συγγραφέας που διαβάζει τις ιστορίες του ενώπιον ενός κοινού, ένα μπαλκόνι που η ζήλια το ωθεί στην αυτοκτονία, μια κυρία που θρηνεί για τον εραστή που την εγκατέλειψε, η αγωνία ενός πιανίστα πριν από την πρώτη του συναυλία, οι περιπέτειες ενός αλόγου που κάποτε ήταν άνθρωπος, μια πράσινη πέτρα, έπιπλα και αντικείμενα, μυστηριώδη και σκοτεινά σπίτια αποτελούν, μεταξύ άλλων, τον κόσμο των ιστοριών του Ερνάντες. Στις περισσότερες από τις ιστορίες αυτές ο αφηγητής λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας έχει τη δυνατότητα να επισκέπτεται διάφορα σπίτια και να έρχεται σε επαφή με τη ζωή των ενοίκων τους, αυτό είναι άλλωστε ένα από τα προτερήματα της δουλειάς αυτής, που κατά τα άλλα είναι κακοπληρωμένη και αβέβαιη, και που τη μια μέρα μπορεί να σε κοιμίζει στα καλύτερα δωμάτια ενός πολυτελούς ξενοδοχείου ενώ την επόμενη κιόλας σε αναγκάζει να στρώνεις φύλλα εφημερίδων μήπως και προστατευτείς από το κρύο. Οι ιστορίες διακρίνονται από μια διάχυτη μελαγχολία. Το μαγικό και το παράδοξο χρησιμεύουν ως καταφύγιο απέναντι στην ανία και την σκληράδα της  πραγματικότητας. Τα στοιχεία εκείνα που καθιστούν τον Ερνάντες ως έναν από τους βασικούς προγόνους του «μαγικού ρεαλισμού» είναι ορατά, όπως ορατή είναι και η επιρροή του στο έργο μεταγενέστερων συγγραφέων. Ο τρόπος με τον οποίο ο Ερνάντες προσλαμβάνει και αποτυπώνει την πραγματικότητα διαθέτει την αυθεντικότητα του βιώματος, και αυτό, μολονότι δεν είναι το ζητούμενο σε μια γραφή όπως αυτή, επιτείνει την αναγνωστική απόλαυση. Αν εξαιρέσει κανείς κάποια πραγματολογικά στοιχεία που μαρτυρούν κυρίως την χρονική περίοδο κατά την οποία οι ιστορίες λαμβάνουν χώρα, τα διηγήματα του Ερνάντες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν άτοπα και άχρονα. Και όμως, παρότι αποκομμένα από τη ρεαλιστική απεικόνιση της γύρω πραγματικότητας, την περιγράφουν, με τον τρόπο τους, λεπτομερώς, πετυχαίνοντας να συμπεριλάβουν ακόμα και τον πολιτικό χαρακτήρα της εποχής.

Για τους βιαστικούς, η σχετικά πρόσφατη κυκλοφορία της παρούσας συλλογής διηγημάτων δεν αποτέλεσε τίποτα άλλο πέρα από μια απλή επανέκδοση ενός από χρόνια εξαντλημένου βιβλίου. Όμως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Η έκδοση του 2003 περιελάμβανε μόλις έξι από τα δέκα διηγήματα της ομώνυμης, πρωτότυπης συλλογής, μαζί με δύο διηγήματα της έτερης διάσημης συλλογής τους Ερνάντες, La casa inundada y otros cuentos. Στην παρούσα έκδοση περιλαμβάνεται το σύνολο των διηγημάτων της συλλογής για πρώτη φορά στα ελληνικά, ενώ ως αντίδωρο ο αναγνώστης πληροφορείται την πρόθεση της μεταφράστριας και του εκδοτικού οίκου την έκδοση αυτή να ακολουθήσει σύντομα και εκείνη του La casa inundada!


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα