25.1 C
Chania
Πέμπτη, 5 Ιουνίου, 2025

Η ηθική αποκατάσταση των κανόνων του διεθνούς εµπορίου

Αν υπάρχει ένα δίδαγµα από την σηµερινή συγκυρία, είναι ότι η ισχύςµια κοινωνίας δεν απορρέει από την έκταση της γης που κατέχει, αλλά από την οικονοµική, θεσµική και ηθική συγκρότηση της. Και αυτό, όσο κι αν ανατρέπεται προσωρινά, τελικά επιβεβαιώνεται από την ιστορία.

Σήµερα το παγκόσµιο εµπόριο βρίσκεται σε ανισορροπία υπό την επήρεια αθεµήτων πρακτικών τις οποίες δεν µπορεί να ανακόψει ούτε ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου. Τα τελευταία 30 έτη το παγκόσµιο ΑΕΠ τριπλασιάστηκε από τα $30 τρις ξεπέρασε τα $100 τρις. Παρόλο αυτά παραβιάζονται σωρεία ηθικών κανόνων για ένα δίκαιο διεθνές εµπόριο που δηµιουργούν παγκόσµια αναταραχή, η οποία θα πρέπει να αντιµετωπιστεί.
Το παγκόσµιο οικονοµικό σύστηµα βρίσκεται σήµερα σε µια περίοδο ριζικής αναδιάρθρωσης, ή αλλιώς, επανεκκίνησης καθώς αφήνει πίσω τον προηγούµενο µεγάκυκλο της οικονοµίας (1968-2024) και ένας νέος µεγάκυκλος ξεκινάει. Η επανεκκίνηση αυτή, όπως συµβαίνει µε κάθε θεµελιώδη µετασχηµατισµό, είναι εγγενώς επώδυνη στα πρώτα της στάδια και διακρίνεται από υψηλά επίπεδα αβεβαιότητας. Καθώς η παγκόσµια οικονοµία µεταβαίνει από τις αρχές και τις δοµές που τη χαρακτήριζαν κατά τις προηγούµενες δεκαετίες του προηγούµενου οικονοµικού µεγακύκλου, σε ένα νέο πλαίσιο, που ακόµα δεν έχει διαµορφωθεί, υπάρχει ένα πλήθος παραµέτρων και µεταβλητών που συνδυάζονται για να καθορίσουν τη µελλοντική της φυσιογνωµία.
Η περίοδος της πανδηµίας COVID-19 και ο πόλεµος στην Ουκρανία λειτούργησαν ως επιταχυντές αυτής της µεταβατικής κατάστασης. Οι εφοδιαστικές αλυσίδες, που αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά της παγκοσµιοποιηµένης οικονοµίας, διαταράχθηκαν βίαια, αναδεικνύοντας τη στρατηγική εξάρτηση πολλών χωρών από συγκεκριµένες γεωγραφικές περιοχές ή βασικές πρώτες ύλες. Η αβεβαιότητα που ακολούθησε συνοδεύτηκε από επαναξιολόγηση στρατηγικών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Ένας από τους κρισιµότερους τοµείς αυτής της νέας φάσης είναι οι εµπορικές σχέσεις. Η εποχή της απελευθέρωσης του εµπορίου, που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 και κορυφώθηκε µέσω διεθνών συµφωνιών και θεσµών όπως ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου (ΠΟΕ), φαίνεται να έχει παρέλθει. Αντίθετα, παρατηρείται µια σταδιακή επανεµφάνιση προστατευτισµού για την αντιµετώπιση του αθέµιτου ανταγωνισµού.
Οι Ηνωµένες Πολιτείες, κάποτε φανατικός υποστηρικτής της απελευθέρωσης του εµπορίου, ετοιµάζονται να αυξήσουν τους τελωνειακούς δασµούς τους σε επίπεδα που δεν είχαν παρατηρηθεί εδώ και έναν αιώνα για να προστατευθούν από την τεράστια εκροή χρηµάτων εξ αιτίας του εµπορικού ελλείµατος του $1,2 τρις και τις διαπίστωσης ότι εξαρτούνται, σε κρίσιµους τοµείς για την εθνική τους ασφάλεια, από προµηθευτές που δεν διάγοντα και τόσο φιλικά προς τις ΗΠΑ και χρησιµοποιούν αθέµιτες πρακτικές στο διεθνές εµπόριο. Παρότι ορισµένα από αυτά τα µέτρα έχουν προσωρινά ανασταλεί, η αβεβαιότητα για τη µακροπρόθεσµη κατεύθυνση παραµένει έντονη. Σήµερα η Κίνα µε εµπορικό πλεόνασµα περίπου $1,3 τρις είναι ο πιο ένθερµος υποστηρικτής της παγκοσµιοποίησης και δεν θέλει µια άλλη ηθική στους κανόνες του παγκόσµιου εµπορίου ώστε να µην δηµιουργούνται εµπορικά υπέρ-ελλείµατα ή υπέρ-πλεονάσµατα σε κάποιες χώρες.
Οι ΗΠΑ έχουν το 4% του παγκόσµιου πληθυσµού, αλλά το 25% του παγκόσµιου ΑΕΠ και το 46% των παγκόσµιων κεφαλαιαγορών που σηµαίνει ότι η οικονοµική, θεσµική και ηθική συγκρότηση της κοινωνίας τους βρισκόταν σε βέλτιστη λειτουργία τουλάχιστον µέχρι τα πρόσφατα έτη. Κοντεύουν όµως να φθάσουν στο σηµείο να δανείζονται µόνο για να πληρώνουν τόκους δανείων που σήµερα φθάνουν στο 20% των εσόδων τους. Οι ΗΠΑ είναι υπερχρεωµένες µε ένα εκρηκτικό µείγµα πληθωρισµού και χαµηλής ανάπτυξης και εξάρτησης από τις εισαγωγές.
Και η Κίνα αντιµετωπίζει σοβαρά οικονοµικά προβλήµατα. Οι τιµές των κατοικιών, ως αναλογία µέσης τιµής κατοικίας προς µέσο εισόδηµα, σε πολλές πόλεις έφτασαν στις 25 φορές έναντι 6-7 φορές στις ΗΠΑ το 2008. Η Κίνα εισάγει περίπου 13 εκατοµµύρια βαρέλια αργού πετρελαίου κάθε µέρα — είναι ο µεγαλύτερος εισαγωγέας αργού πετρελαίου στον κόσµο. Εισάγει σχεδόν 9 δισ. κυβικά πόδια υγροποιηµένου φυσικού αερίου (LNG) την ηµέρα — είναι ο µεγαλύτερος εισαγωγέας LNG παγκοσµίως. Εισάγει το 40% των τροφίµων της κάθε µέρα. Το τραπεζικό τους σύστηµα, της Κίνας είναι περίπου στο 350% του ΑΕΠ. Το τραπεζικό σύστηµα των ΗΠΑ είναι στο 100% του ΑΕΠ. Εξαρτάται από τις εξαγωγές για να προωθήσει την υπερπαραγωγή της.
Εάν δεν συζητήσουν οι δυο χώρες για µια νέα ηθική για ένα δίκαιο διεθνές εµπόριο, και οι δυο χώρες θα υποστούν τις συνέπειες, τις οποίες θα «εξάγουν» στον υπόλοιπο κόσµο.
Η ανάγκη για αλλαγή πλεύσης αντανακλάται και στις παγκόσµιες αλυσίδες παραγωγής. Η τάση «reshoring» και «friend-shoring» αντικατοπτρίζει την προσπάθεια των κρατών να ενισχύσουν την αυτάρκειά τους και να στηριχθούν σε εµπορικούς εταίρους που θεωρούνται πολιτικά και γεωστρατηγικά ασφαλείς. Όµως, αυτή η στροφή έχει ως συνέπεια τη διατάραξη της παγκόσµιας οικονοµικής ισορροπίας και προκαλεί καθυστερήσεις, ελλείψεις και αυξηµένο κόστος σε πολλούς τοµείς.
Η αβεβαιότητα αυτή δεν είναι µόνο οικονοµική. Οι γεωπολιτικές εντάσεις µεταξύ ∆ύσης και Ανατολής – µε επίκεντρο τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας, αλλά και τις συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή – εντείνουν το αίσθηµα αστάθειας. Οι εµπορικές συµφωνίες επηρεάζονται από στρατηγικές επιδιώξεις, και η παγκόσµια οικονοµία καθίσταται όλο και περισσότερο πεδίο αντιπαραθέσεων. Οι χώρες καλούνται πλέον να σταθµίσουν γεωπολιτικούς κινδύνους κατά τη διαµόρφωση των εµπορικών και επενδυτικών τους στρατηγικών. Νέες πρωτοβουλίες για εναλλακτικούς εµπορικούς διαδρόµους όπως ο Ινδικός ∆ρόµος του Μεταξιού (IMEC) εµφανίζονται, για να αναζήτηση περισσότερης ασφάλειας στις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Ακόµη και στον τοµέα των τιµών και του πληθωρισµού, οι εξελίξεις δεν είναι ενθαρρυντικές παρά τη σταθεροποίηση των τιµών πρώτων υλών και τις σφιχτές νοµισµατικές πολιτικές, η γενική τάση αποκλιµάκωσης συνεχίζεται, αλλά µε βραδύτερο ρυθµό, γεγονός που µαρτυρά τις διαρθρωτικές δυσκολίες στην επίτευξη νοµισµατικής σταθερότητας. Σε προηγούµενες οικονοµικές φάσεις, η βελτίωση των µακροοικονοµικών δεδοµένων οδηγούσε σε αύξηση της εµπιστοσύνης των καταναλωτών. Ωστόσο, παρά την ανάκαµψη του ΑΕΠ και τη σχετική σταθεροποίηση της αγοράς εργασίας, το καταναλωτικό κλίµα δεν έχει επανέλθει στα προ της πανδηµίας επίπεδα. Αυτό οφείλεται, εν µέρει, στην αυξηµένη αντίληψη κινδύνων µη οικονοµικής φύσεως – όπως οι γεωπολιτικές κρίσεις, η κλιµατική αλλαγή και οι κοινωνικές εντάσεις.
Η απουσία ενός παγκόσµιου θεσµικού πλαισίου ικανού να αντικαταστήσει αποτελεσµατικά τον ΠΟΕ εντείνει το πρόβληµα. Οι παραδοσιακοί µηχανισµοί διαιτησίας και επίλυσης εµπορικών διαφορών είτε έχουν απαξιωθεί είτε δεν λειτουργούν πλέον επαρκώς. Η έλλειψη αυτής της «παγκόσµιας διαιτησίας» ενισχύει την τάση για διµερείς και περιφερειακές συµφωνίες, οι οποίες αν και χρήσιµες, δεν µπορούν να εγγυηθούν σταθερότητα σε παγκόσµιο επίπεδο.
Η οικονοµική επανεκκίνηση, συνεπώς, δεν είναι απλώς µια περιοδική διόρθωση της παγκόσµιας οικονοµίας. Πρόκειται για µια βαθύτερη, θεσµική και συστηµική µετάβαση που συµβαίνει κάθε 5-6 δεκαετίες. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη καλούνται να προσαρµοστούν σε ένα νέο οικονοµικό περιβάλλον όπου οι σταθερές του παρελθόντος – ελεύθερο εµπόριο, παγκοσµιοποίηση, διεθνής διακυβέρνηση – αµφισβητούνται και αντικαθίστανται από έναν πιο κατακερµατισµένο, πολυκεντρικό και πιθανώς συγκρουσιακό κόσµο.
Ο δρόµος προς την οικονοµική σταθεροποίηση και την εµπέδωση µιας νέας διεθνούς οικονοµικής τάξης απαιτεί στρατηγική διορατικότητα, ενίσχυση των θεσµών και πολυµερή συνεργασία. Εάν οι κυβερνήσεις παραµείνουν παγιδευµένες σε βραχυπρόθεσµες προσεγγίσεις και εσωστρεφείς πολιτικές, το κόστος της µετάβασης αυτής θα είναι µεγαλύτερο και η διάρκεια της αβεβαιότητας παρατεταµένη.
Η επόµενη εποχή της παγκόσµιας οικονοµίας δεν έχει ακόµη καθοριστεί πλήρως. Οι επιλογές που θα γίνουν στα επόµενα χρόνια – σε επίπεδο εθνικών πολιτικών, διεθνών συµµαχιών και θεσµικής αναδόµησης – θα κρίνουν αν η επανεκκίνηση θα οδηγήσει σε µια πιο δίκαιη, ανθεκτική και ισορροπηµένη οικονοµική τάξη ή αν θα εγκλωβιστούµε σε έναν φαύλο κύκλο κρίσεων και συγκρούσεων και κυρίως ανταγωνισµών µεταξύ ∆υτικού τρόπου διακυβέρνησης µε σεβασµό στις ελευθερίες των ατόµων και από την άλλη ολοκληρωτικών καθεστώτων που αµφισβητούν τα ατοµικά δικαιώµατα και τις ελευθερίες των πολιτών.
Σε κάθε περίπτωση, η κατανόηση των προκλήσεων που φέρνει αυτή η µετάβαση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τον σχεδιασµό µακρόπνοων στρατηγικών. Το οικονοµικό σύστηµα της επόµενης γενιάς πρέπει να λάβει υπόψη του την ανάγκη για βιωσιµότητα, κοινωνική συνοχή και διακρατική συνεργασία, χωρίς να αγνοεί τις δυναµικές της αγοράς και κυρίως τις σαρωτικές αλλαγές που θα επιφέρει η τεχνητή νοηµοσύνη. Είµαστε έτοιµοι για αυτήν την µεγάλη πρόκληση της εποχής µας;

*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι oικονοµολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης ∆εδοµένων και Πρόβλεψης


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα