Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Η φωνή της συνείδησης

Καθισμένος στην μικρή βεράντα του σπιτιού μου, πολύ σκεπτικός και προβληματισμένος όσο ποτέ άλλοτε, αγνάντευα πέρα μακριά τον σταχτί ορίζοντα, πετώντας συγχρόνως με τα φτερά της σκέψης μου στου αγαπημένου μου χωριού τα σοκάκια, στις λιόφωτες τις πουρναροσκέπαστες ραχούλες του και στα καταπράσινα λιβάδια του.

«Xρονιάρες μέρες…» έλεγα ενδόμυχα. Δίχως να γνωρίζω το γιατί, πάρα πολλές εικόνες ερχότανε ολοζώντανες μπροστά μου και ας τις έζησα πριν από πολλά – πολλά χρόνια. Τυπωμένες δε με ανεξίτηλα γράμματα στις σελίδες της σκέψης μου, ο άνεμος της ανάμνησης τις ξεφύλλιζε ανάλαφρα και με τα μάτια της ψυχής μου – αν και τα ένοιωθα να είναι δακρυσμένα από συγκίνηση – τις έβλεπα καθαρές και αξεθώριαστες!
«Χρονιάρες μέρες…» έλεγα και ξανάλεγα ενδόμυχα, ενώ η σκληρή σημερινή πραγματικότητα ορθωνόταν μπροστά μου παραμερίζοντας με βία τις παλιές όμορφες εικόνες, δείχνοντας της σημερινής, της τωρινής ζωής εικόνες, γελώντας ειρωνικά. Μου έδειχνε στον πίνακα τις δικές της εικόνες, καθάριες, επίσης με ανεξίτηλα χρώματα, που βλέποντας τις ένιωθα τρόμο στην ψυχή μου και μια κρύα ανατριχίλα απλωνότανε απ’ άκρη σ’ άκρη στο κορμί μου.
Κι ενώ προσπαθούσα να διώξω, ή καλύτερα να σβήσω τον πίνακα του τρόμου από μπροστά μου, να μην βλέπω την σημερινή πραγματικότητα, μια μυστική φωνή γνώριμη κι αδέκαστη μου έλεγε τόσο καθαρά κι επίμονα:
«Δεν έκανες όσα έπρεπε να κάνεις… ω άνθρωπε… για να κρατήσεις αυτά που κληρονόμησες από τους προγόνους σου ανόθευτα κι ολοζώντανα. Άφησες ξένες συνήθειες και ξένα ψυχοφθόρα ήθη και έθιμα, που καμιά σχέση δεν έχουν με τα δικά σου πατροπαράδοτα και παραμέρισαν την γνήσια δική σου πολιτιστική κληρονομιά. Ώ άνθρωπε… θυμήσου πως περνούσες κείνες τις εποχές τις χρονιάρες μέρες, τότε που ήσουνα παιδί! Θυμήσου, ω άνθρωπε… την φιλοξενία κείνων των ανθρώπων, πόσο εγκάρδια ήταν και πόσο αληθινή και άδολη, θυμήσου τους χορούς και τα πανηγύρια που γινότανε στ’ απομακρυσμένα χωριά της πολύπαθης πατρίδας σου…» και συνέχισε με αμείωτη ένταση και παράπονο:
«Γιατί άφησες τις παλιές όμορφες κείνες συνήθειες… γιατί λοξοδρόμησες…» και χίλια άλλα ‘’γιατί’’ μου έλεγε επίμονα.
«Ευθύνεσαι, ω άνθρωπε, για την ερήμωση του χωριού σου και την ερήμωση της υπαίθρου της χώρας σου. Ευθύνεσαι άνθρωπε, γιατί κρύβεις την αλήθεια και την ευθύνη που σε βαραίνει πίσω από το ‘’δήθεν’’ ότι έφυγες από το χωριό σου γιατί δεν άντεχες την φτώχια και τη μιζέρια. Έστω κι αν είναι έτσι…» μου έλεγε εκείνη η μυστική φωνή, «…έφυγες γιατί δεν φρόντισαν οι πριν από σένα να σου εξασφαλίσουν την προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον. Εσύ όμως, ω άνθρωπε, τι έκανες για να μείνουν τα ήθη και έθιμα του τόπου σου ζωντανά; Γιατί τα άφησες αβοήθητα να ψυχορραγούν στην αδυσώπητη στράτα του καταλύτη χρόνου; Αν έκανες εκείνο που έπρεπε να κάνεις, δεν θα βρισκόσουνα σήμερα καθισμένος στην βεράντα του σπιτιού σου να αναμοχλεύεις το παρελθόν και να θλίβεσαι για ότι όμορφο έχασες και δεν το ζεις τώρα. Αν τις παλιές όμορφες κείνες συνήθειες τις μεταλαμπάδευες στους απογόνους σου θα τις ζούσες και τις σημερινές χρονιάρες μέρες… όπως τότε. Μπορείς όμως και τώρα… δεν είναι πολύ αργά. Κι ας λες πως ο ήλιος σου πλησιάζει προς την δύση του. Μπορείς, ω άνθρωπε, να τις διδάξεις ή να τις γράψεις, ώστε να τις βρούνε και να τις μάθουν οι ερχόμενες γενιές, να ζωντανέψουν έστω και μέσα από τις στάχτες τους».
Αυτά κι άλλα πολλά μου έλεγε κείνη η μυστική φωνή. Η μυστική φωνή της συνειδήσεως, που σε όλων τα μύχια της ψυχής μας φωλιάζει κα που συνέχεια μας λέει την αλήθεια και που ποτέ δεν λέει ψέματα και υπερβολές. Αρκεί μόνο να σκύψουμε και να την αφουγκραστούμε με σοβαρότητα και προσοχή. Αν θέλουμε δε να επιβιώσουμε ως έθνος, επιβάλλεται να γυρίσουμε στις παλιές συνήθειες του τόπου μας και στις ρίζες μας. Υπάρχει χρόνος… αρκεί να το θελήσουμε. Μπροστάρηδες όμως πρέπει να γίνουμε εμείς οι μεγαλύτεροι στην ηλικία όσο επώδυνο κι αν φαντάζει να πραγματοποιηθεί αυτό. Δεν είναι ακατόρθωτο.
Τέλος, αφουγκραζόμενος κείνη τη μυστική φωνή, καθισμένος κείνο το πεντάμορφο σούρουπο στην μικρή βεράντα του σπιτιού μου, η μάγισσα νύχτα άπλωνε ανάρια – ανάρια το αραχνοΰφαντο μαγνάδι της πάνω από την πολιτεία δίνοντας μια ξεχωριστή σε ομορφιά εικόνα! Χρόνια πολλά!

*Ο Δημήτρης Τυραϊδής είναι συγγραφέας – ποιητής, μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος των Πνευματικών Δημιουργών νομού Χανίων
και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα