Η Πολυρρήνια, µια από τις ισχυρότερες δωρικές πόλεις της Κρήτης, υπήρξε τόπος λατρείας, στρατηγικό οχυρό και κέντρο ακµής από τους αρχαϊκούς έως και τους βυζαντινούς χρόνους. Τα τείχη, το υπόσκαφο υδραγωγείο και οι πολυάριθµες επιγραφές της αποκαλύπτουν έναν διαχρονικό κόσµο εξουσίας, θρησκείας και καθηµερινότητας που συνεχίζει να µιλά µέσα από το αρχαιολογικό τοπίο.
Με αφορµή τη διάλεξη της αρχαιολόγου – Επίτηµης Προϊσταµένης Αρχαιοτήτων κας Σταυρούλα Μαρκουλάκη µε θέµα «Η Πολυρρήνια στους αιώνες» η οποία πραγµατοποιήθηκε το προηγούµενο διάστηµα στην Πολυρρήνια, τα “Χανιώτικα νέα” είχαν την ευκαιρία να επικοινωνήσουν µε την αρχαιολόγο για αυτή την τόσο γνωστή αλλά και τόσο… “άγνωστή” πόλη ταυτόχρονα.
• Πείτε µας αρχικά για κάποιον που δεν γνωρίζει την περιοχή και την πόλη κάποια βασικά στοιχεία για την Πολυρρήνια.
Αφού σας ευχαριστήσω για το ενδιαφέρον σας για την Πολυρρήνια, θα προσπαθήσω να δώσω όσο πιο σύντοµα γίνεται το προφίλ αυτής της αρχαίας πόλης. Βρίσκεται στην ηµιορεινή ενδοχώρα της δυτικής Κρήτης, περί τα 7 χιλ. νότια της Κισάµου (του γνωστού Καστελλιού), σε υψόµετρο 430 µ. Ο τίτλος της διάλεξης που κάναµε µε διοργάνωση του Πολιτιστικού Συλλόγου Πολυρρήνιας το φετινό καλοκαίρι, ήταν «η Πολυρρήνια στους αιώνες» διότι πρόκειται πραγµατικά για ένα τόπο διαχρονικό που κουβαλά µνήµες αιώνων, αιώνων ακµής και παρακµής.
Από την ίδρυσή της κάπου στους αρχαϊκούς χρόνους, µέχρι σήµερα που αγκαλιάζει µέσα στα τείχη της έναν φθίνοντα παραδοσιακό οικισµό, περιβάλλεται από την ίδια ζωοδότρα γη µε τους εύφορους χωµάτινους λόφους που της προσφέρουν πλούσια καλλιεργήσιµη γη.
Ταυτόχρονα η κωνική διαµόρφωση της ακρόπολης της εξασφάλιζε µια στρατηγική θέση για τον έλεγχο των περασµάτων από τον βορρά προς το νότο καθιστώντας την µια από τις ισχυρότερες δωρικές πόλεις της Κρήτης.
Η διοικητική επικράτειά της σύµφωνα µε τους αρχαίους συγγραφείς (Σκύλαξ) εκτεινόταν από τη βόρεια ως τη νότια ακτή του νησιού. Σε αυτήν συγκαταλεγόταν το αρχαίο λιµάνι της Κισάµου, µικρής πόλης στην εποχή της ακµής της Πολυρρήνιας και εξαρτηµένης διοικητικά απ΄ αυτήν και οι σχέσεις της µε το κοινό των Ορείων, µια συνοµοσπονδία των πόλεων του νότου.
Η Πολυρρήνια είχε όλα τα χαρακτηριστικά της πόλης κράτους της εποχής. Έκοψε δικό της νόµισµα, είχε διοίκηση από αριστοκρατικό πολίτευµα όπως και η υπόλοιπη Κρήτη µε τις εκατό τόσες πόλεις της, µε ανώτατους άρχοντες (τους κόσµους) που κατάγονταν από ονοµαστά γένη, αλλά και µε βουλή και εκκλησία του δήµου (γενική συγκέντρωση του λαού)- στοιχεία δηµοκρατικά.
Για την τήρηση των νόµων υπήρχε επίσης το σώµα της ευνοµίας.
Ο πλούτος της πόλης βασιζόταν επίσης στην κτηνοτροφία όπως δηλώνει το ίδιο το όνοµά της (από του πολλά ρήνεα= πρόβατα έχειν) αλλά και στο «συνάλλαγµα» των µισθοφόρων σε ξένους στρατούς. Πολλοί από αυτούς τάφηκαν µακριά από τον τόπο τους (συχνά στην Αίγυπτο) µε µια επιγραφή δηλωτική της καταγωγής τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει µια άλλη δραστηριότητα µετανάστη Πολυρρήνιου στη ∆ήλο, αρεταλόγος, ονειροκρήτης και αφηγητής θαυµάτων!
Η ακµή της πόλης εντοπίζεται στον 4ο αιώνα π. Χ και στους κατοπινούς ελληνιστικούς χρόνους. Τότε κτίζονται τα τείχη της, κατασκευάζεται πιθανότατα το θαύµα τεχνικής της εποχής, το υπόσκαφο υδραγωγείο της µε δύο σκέλη µε τις λαξευτές δεξαµενές τους, που λειτουργεί ως τις µέρες µας, ελέγχει το ∆ικτυναίο Ιερό στις Μένιες που αποτελούσε πρόσθετη πηγή πλουτισµού. Παράλληλα η πόλη αναπτύσσει διακρατικές σχέσεις µε τη σύναψη συνθηκών και διαδραµατίζει σηµαντικό ρόλο σε ιστορικά γεγονότα της εποχής.
Από τον 2ο προχριστιανικό αιώνα οπότε αρχίζει η επεκτατική πολιτική των ρωµαίων στη µεσόγειο, η Πολυρρήνια ακολουθεί φιλορωµαϊκή πολιτική και εξασφαλίζει την εύνοια της Ρώµης µετά την κατάκτηση της Κρήτης. Ωστόσο η µεγάλη ανάπτυξη θα µετατοπιστεί τότε πλέον στο επίνειό της, την Κίσαµο. Η Πολυρρήνια έρχεται ξανά στο προσκήνιο στα βυζαντινά χρόνια οπότε κτίζεται µια καστροπολιτεία πάνω στην ελληνιστική ακρόπολη, στα πλαίσια της ανάκτησης της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά που έθεσε τέρµα στην αραβική κατοχή.
• Πώς θα χαρακτηρίζατε την Πολυρρήνια µε βάσει τα όσα γνωρίζετε και την έρευνα σας;
Η Πολυρρήνια στην αρχαιότητα είχε τον δικό της χαρακτηρισµό. Ήταν ο τόπος ένθα τοις θεοίς έθυον. Αποτελούσε τάµα ζωής για τους πιστούς της εποχής να µεταβούν στην Πολυρρήνια και να τελέσουν θυσία. Αυτό το τελεστήριο αποκαλύφτηκε µε τις ανασκαφές του Θεοφανείδη πριν τον πόλεµο. Πάνω σε αυτό έχει κτιστεί η εκκλησία των 99 Αγίων Πατέρων µε αρχαίο οικοδοµικό υλικό στην πλειονότητά του µε επιγραφές. Έτσι η πέτρινη εκκλησία του 1834 έγινε ένα είδος επιγραφικού Μουσείου (sic), αλλά δυστυχώς συνυπάρχει µε το σύγχρονο νεκροταφείο πράγµα ιδιαίτερα προβληµατικό. Πως θα χαρακτήριζα σήµερα µια αρχαία πόλη µακριά από το θορυβώδη µαζικό τουρισµό; Πάντως όχι ξεχασµένη αλλά πολλά υποσχόµενη στον ψαγµένο επισκέπτη. Προσφέρει παράλληλα µε τη γνώση για τον αρχαίο τρόπο ζωής, την απόδραση στη φύση και τη γνωριµία µε την παράδοση, παράδοση αιώνων, φορείς της οποία είναι οι σηµερινοί φιλόξενοι κάτοικοι της Πολυρρήνιας.
• Γνωρίζουµε πώς λειτουργούσε αυτή η κραταιά πόλη της Κρήτης;
Αν εννοείτε τον τρόπο διοίκησής της, αναφέρθηκα ήδη στους θεσµούς της προηγουµένως. Να προσθέσω ακόµη τον θεσµό της αγέλας στον οποίο εντάσσονταν οι νέοι της εφηβικής ηλικίας. Αρκετά ονόµατα αρχόντων (κόσµων ή δαµιουργών) έχουν σωθεί σε ψηφίσµατα- επίσηµα έγγραφα της πόλης που αναρτούσαν συνήθως σε λίθους των ναών.
∆ίπλα στα επίσηµα όµως έγγραφα έχουµε και άλλο είδους επιγραφές. Ονόµατα προσκυνητών σε στυλ γκράφιτι, στους τοίχους ή τις κολόνες αλλά και ποιητικά κείµενα, έµµετρα επιτύµβια επιγράµµατα που θρηνούν την απώλεια νέων συνήθως ανθρώπων. Μέσα από αυτά αποκαλύπτεται ένας ανθρώπινος κόσµος µε συναισθήµατα και µια καθηµερινότητα δίπλα-δίπλα στη ζωή και το θάνατο.
Αξίζει εξ άλλου να σταθεί κανείς στον τρόπο που είχε δοµηθεί αυτή η ορεινή πόλη.
Οι έντονες κλίσεις του εδάφους δεν επέτρεπαν την υιοθέτηση ενός ιπποδάµειου συστήµατος.
Έτσι µικρά πλατώµατα-ταράτσες δηµιουργούσαν οικιστικές µονάδες και γειτονιές στις παρυφές, µε στενά περάσµατα ή σκάλες.
Η βραχώδης σύσταση του τοπίου από την άλλη έδινε άφθονο έτοιµο οικοδοµικό υλικό, τον ίδιο το βράχο µε την κατάλληλη λάξευση.
Ο λαξευµένος βράχος συνήθως αποτελούσε το ήµισυ περίπου ενός οικοδοµήµατος, ενώ το υπόλοιπο χτιζόταν µε δόµους και κλασικίζοντα αρχιτεκτονικά στοιχεία τα οποία βέβαια έχουν καταρρεύσει. Έτσι τα λαξευτά σπίτια της Πολυρρήνιας µοιάζουν σήµερα µε σπηλιές.
Ο τρόπος αυτός δόµησης πάντως δεν αποτελεί χαρακτηριστικό µόνο της Πολυρρήνιας.
Έχει υιοθετηθεί σε πολλούς αρχαίους βραχώδεις και επικλινείς οικισµούς για παράδειγµα στη Ρόκκα.
Αξιοµνηµόνευτα για το πλήθος τους στις ανασκαφές είναι τα υφαντικά βάρη, κοινότατα αντικείµενα σε όλους τους αρχαιολογικούς χώρους. Εδώ όµως είναι φανερή η κατ’ εξοχήν άσκηση της υφαντικής τέχνης από τις γυναίκες που αξιοποιούσαν το µαλλί των πολυρρηνιακών προβάτων.
Μπορεί κανείς να φανταστεί την αυτάρκεια όλης της γραµµής παραγωγής από το κλώσιµο έως τη δηµιουργία των ενδυµάτων. Η ύδρευση των σπιτιών γινόταν µε λαξευτές επίσης στέρνες στον ελεύθερο χώρο κάθε οικιστικής µονάδας, ενώ η ακρόπολη υδρευόταν στα ρωµαικά χρόνια από συγκροτήµατα κτιστών δεξαµενών.
Ο τόπος µας είναι κλειστός , όλο βουνά
Που έχουν σκεπή το χαµηλό ουρανό µέρα και νύχτα.
∆εν έχουµε ποτάµια δεν έχουµε πηγάδια δεν έχουµε πηγές,
µονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές, που ηχούν και που
τις προσκυνούµε.
(Γ. Σεφέρης, Μυθιστόρηµα)
Θα έλεγε κανείς ότι ο Σεφέρης έγραψε αυτό το ποίηµα για την Πολυρρήνια που µάλλον δεν είχε δει ποτέ.
• Ποια είναι τα νεότερα στοιχεία που έχετε στην διάθεσή σας οι αρχαιολόγοι σχετικά µε την αρχαία Πολυρρήνια;
Η δουλειά µας είναι να επικαιροποιούµε και να ερµηνεύουµε και τα παλιά στοιχεία µαζί µε τα καινούργια. Για παράδειγµα οι γνωστές επιγραφές της πόλης µαζί µε τις νέες αποκαλύψεις έχουν συγκεντρωθεί όλες και έχουν εκδοθεί σε ένα τόµο από τον Ισπανό ελληνιστή καθηγητή στο Πανεπιστήµιο της Τενερίφης Angel Martinez. Οµοίως µε τα νοµίσµατα από τον νοµισµατολόγο καθηγητή στο Πανεπιστήµιο του Αιγαίου Μανόλη Στεφανάκη.
Η τοπογραφία και τα ορατά κατάλοιπα όπως τα τείχη, τα σπίτια και τα νεκροταφεία από την ταπεινότητά µου και η µελέτη του αρχαίου υδραγωγείου από τον αρχιτέκτονα Γιάννη Χριστοδουλάκο (στην ίδια έκδοση).
Το στερεωτικό έργο που πραγµατοποιήσαµε ως Εφορεία Αρχαιοτήτων, στα πλαίσια του ΕΣΠΑ 2007-2013 µας έδωσε τη δυνατότητα να µελετήσουµε το αµυντικό σύστηµα των τειχών, να αποτυπώσουµε ορισµένους πύργους στη βόρεια γραµµή άµυνας, να µελετήσουµε τα κονιάµατα.
Παράλληλα διαµορφώσαµε την απόληξη του λαξευτού υδραγωγείου και τον περιβάλλοντα χώρο του, ενώ προστατεύσαµε µια αρχαία σκάλα δίπλα του µε µεταλλική κατασκευή που χρησιµοποιούταν ακόµη από τους κατοίκους.
Το σήµα κατατεθέν του χώρου, ένας ρωµαϊκός ηµικυκλικός πύργος που ορθώνεται στην είσοδο του υδραγωγείου οι πέτρες του οποίου είχαν αλιευτεί στο παρελθόν από τους κατοίκους για το χτίσιµο του δηµοτικού σχολείου, αναστηλώθηκε µέχρι ένα ύψος µε υλικά συµβατά µε την αρχαία τοιχοποιία. Ανάµεσα στην λαξευτή αποθηκευτική δεξαµενή του υδραγωγείου και στον πύργο ανακαλύψαµε την ύπαρξη εξωτερικής κτιστής δεξαµενής και αγωγού που περνά κάτω από αυτήν και κάτω από τον πύργο.
Περισυλλέξαµε παράλληλα ένα πλήθος πληροφοριών µε ειδικότερο επιστηµονικό ενδιαφέρον. Προσπαθήσαµε να ξεδιαλύνουµε τον γρίφο της παρουσίας του πύργου εδώ αφού βεβαιώσαµε τη χρονολόγησή του στους ρωµαϊκούς χρόνους, ενδεχοµένως στα χρόνια του αυτοκράτορα Αδριανού (117- 138 µ Χ.) σε συσχέτιση µε σπαράγµατα λατινικής επιγραφής.
Είναι πιθανό, εκτός από την ενίσχυση της οχύρωσης στα χρόνια αυτά, ο πύργος να συνδέεται µε τη φύλαξη του νερού αφού γνωρίζουµε ότι στην αρχαία Αθήνα υπήρχε ο δηµόσιος θεσµός του επιστάτη των υδάτων και του κρηνοφύλακα. Γιατί όχι κι εδώ;
• Πιστεύετε ότι έχουν να αποκαλυφθούν και άλλα στοιχεία σχετικά µε την πόλη στο µέλλον ή ότι κατά µία έννοια έχουν γίνει γνωστά τα περισσότερα δεδοµένα;
Πιστεύω ότι τα µεγαλύτερα µυστικά της Πολυρρήνιας είναι ακόµη θαµµένα. Ναοί διακρίνονται στην ακρόπολη, το τέµενος στους 99 Πατέρες χρειάζεται σειρά συµπληρωµατικών ανασκαφών, αναρίθµητα λαξευτά σπίτια µε την οικοσκευή και τα σύνεργα του αργαλειού, τάφοι και ιερά, περιµένουν να έρθουν στο φως.
Οι αρχαιολογικοί µας χώροι είναι αναρίθµητοι, δεν είναι δυνατόν βέβαια να ανασκαφτούν όλοι στις µέρες µας. Χρέος µας όµως είναι να τους προστατεύσουµε και να τους συντηρήσουµε τουλάχιστον στην κατάσταση που τους έχουµε παραλάβει.
Ελπίζω σε ένα µέλλον καλύτερο για τον τόπο µας όπου τα χρήµατα δεν θα κατασπαταλώνται µε τον τρόπο που παρακολουθούµε όλοι σήµερα αλλά θα στοχεύουν στην έρευνα, την παιδεία, την υγεία βέβαια και τον πολιτισµό.
• Κλείνοντας, θα θέλαµε την άποψή σας γιατί πιστεύετε ότι τα Φαλάσαρνα είναι περισσότερο γνωστά στο ευρύ κοινό από ότι η Πολυρρήνια;
Η Πολυρρήνια και η Φαλάσαρνα, αγαπηµένοι τόποι και οι δύο σήµερα αλλά µε διαφορετικά χαρακτηριστικά καθένας τους, υπήρξαν γειτονικές πόλεις στην αρχαιότητα µε κοινά εδαφικά σύνορα και συχνές προστριβές.
Αυτό προκύπτει ακόµη και από την περίφηµη συνθήκη συµµαχίας που συνήψαν στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. όπου διατυπώνονται µε σαφήνεια οι σχέσεις υποχρεωτικής συµµαχίας ανάµεσά τους και τα δικαιώµατα του καθενός όπως και ο διαχωρισµός αρµοδιοτήτων κατά ξηράν και κατά θάλασσαν. Είναι ευνόητο ποια ήταν χερσαία και ποια ναυτική δύναµη. Ο διαχωρισµός σήµερα λοιπόν προκύπτει ανάλογος: βουνό ή θάλασσα; Αστειεύοµαι αλλά πραγµατικά δεν θα ήθελα να µπω σε τέτοια διλήµµατα.
Ο σηµαντικότατος αρχαιολογικός χώρος της Φαλάσαρνας, περισσότερο γνωστός και προσιτός πράγµατι στο ευρύ κοινό, σφραγίστηκε από µια µεγάλη καταστροφή, τον σεισµό του 365 µ. Χ. που ανύψωσε την ξηρά 6-8 µέτρα και µετέτρεψε το λιµάνι σε χερσαίο. Αυτή ακριβώς η καταστροφή συντελεί στη σηµερινή εντυπωσιακή ανάδειξη του λιµανιού µε τις συνεχιζόµενες ανασκαφές από τη συνάδελφο Ελπίδα Χατζηδάκη.
Τα τελευταία χρόνια εξ άλλου ήλθε στο φως και το εξαιρετικό εύρηµα του ιερού της ∆ήµητρας στην κορυφή της ακρόπολης όπως το περιέγραψε πρόσφατα στην εφηµερίδα σας η ανασκαφέας. Για την ναυτική Φαλάσαρνα λοιπόν αφηγούνται εντυπωσιακά πράγµατα οι ανασκαφές, για την ορεινή Πολυρρήνια µιλούν το αρχαιολογικό τοπίο και η φύση και κυρίως οι πολλές επιγραφές της.
Η επιγραφική είναι µια ιδιαίτερη επιστήµη και το βασικότερο αν θέλετε εργαλείο για την κατανόηση του αρχαίου κόσµου. Απαιτεί πολύ καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της εξέλιξης και των ιδιωµάτων των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων, όπως και της γραφής.
Οι επιγραφολόγοι είναι οι άνθρωποι που αποκρυπτογραφούν και αφουγκράζονται καλύτερα απ’ όλους τα γραπτά «µηνύµατα» των προγόνων µας που διέσωσε η ελληνική γη και συµβάλλουν τα µέγιστα στην συγγραφή της αρχαίας ιστορίας.