Από τις 5/2/23 ισχύει η απαγόρευση του Ρωσικού ντίζελ στην Ε.Ε. Το καύσιμο ντίζελ χρησιμοποιείται σε αγροτικά μηχανήματα, σε μηχανές πλοίων, σε στρατιωτικά οχήματα μηχανήματα της βιομηχανίας, των ορυχείων, των κατασκευών και στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.
H ενέργεια και η ευημερία συμβαδίζουν. Όσο πιο εύκολο είναι για μια κοινότητα, ένα χωριό ή ένα έθνος να έχει πρόσβαση στην ενέργεια, τόσο πιο ευημερούσα είναι. Αυτό συμβαίνει επειδή η ενέργεια είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από κάθε οικονομική δραστηριότητα. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) εκτιμά ότι κάθε 1 δολάριο που δαπανάται για ενεργειακές υποδομές μπορεί να αποφέρει έως και 5 δολάρια στη συνολική οικονομική δραστηριότητα. Η σχέση μεταξύ της πρόσβασης στην ενέργεια και της ευημερίας είναι ακόμη πιο προφανής όταν εξετάζουμε την ηλεκτρική ενέργεια. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, μια αύξηση 1% στην πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια οδηγεί σε αύξηση έως και 1,5% στην αύξηση του ΑΕΠ. Ταυτόχρονα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) διαπίστωσε ότι η πρόσβαση σε σταθερή ηλεκτρική ενέργεια μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της φτώχειας κατά 20-30%.
Οι τιμές του πετρελαίου ισορροπούν στο σημείο όπου η προσφορά καλύπτει τη ζήτηση. Γενικά στην οικονομία, εάν οι τιμές σε κάποιο προϊόν ανεβαίνουν, οι παραγωγοί θα διαθέσουν μεγαλύτερες ποσότητες. Από την άλλη πλευρά οι καταναλωτές αγοράζουν λιγότερες ποσότητες όταν οι τιμές ανεβαίνουν.
Η κατανάλωση πετρελαίου όμως είναι ανελαστική δηλαδή η ζήτηση δεν θα μειωθεί άμεσα ακόμα και αν ανεβαίνουν οι τιμές σε μεγάλο ύψος. Περαιτέρω αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε διαταραχή στην προσφορά θα έχει μεγάλη επίδραση στις τιμές. Και επειδή η κατανάλωση είναι ανελαστική δεν μειώνεται ζήτηση, οπότε μια έλλειψη προσφοράς εκτοξεύει τις τιμές στα ύψη.
Το καρτέλ του ΟΠΕΚ+Ρωσία, γνωρίζοντας αυτόν το μηχανισμό μπορεί να περιορίζει την παραγωγή και επειδή γνωρίζουν ότι δεν θα μειωθεί η ζήτηση, οι τιμές θα ανέβουν σημαντικά και έτσι θα αποκομίσουν περισσότερα κέρδη. Οπότε μπορούν να επηρεάζουν τις τιμές πετρελαίου, αυξομειώνοντας την παραγωγή του πετρελαίου.
Οι τιμές των καυσίμων επηρεάζονται από 4 κατηγορίες κόστους:
α) Κόστος αργού πετρελαίου,
β) Κόστος διύλισης,
γ) Κόστος διανομής: στην χονδρική και στην λιανική
δ) Φόροι: ειδικός φόρος κατανάλωσης και ΦΠΑ.
Οι περισσότερες χώρες σε όλο τον κόσμο έχουν πρόσβαση σε αργό πετρέλαιο και διυλισμένα προϊόντα στις ίδιες περίπου παγκόσμιες τιμές. Ως εκ τούτου, οι κύριες διαφορές στις τιμές μεταξύ των χωρών οφείλονται στο κόστος διανομής και στους φόρους. Το κόστος διανομής, ωστόσο, έχει μικρή συμμετοχή στην τιμή στις περισσότερες χώρες. Ως εκ τούτου, η βασική διαφορά είναι η φορολογία και ιδιαίτερα το επίπεδο των ειδικών φόρων κατανάλωσης, σε κάθε λίτρο καυσίμου που πωλείται. Για παράδειγμα, η διαφορά τιμής μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης εξηγείται σε μεγάλο βαθμό από τη διαφορά σε αυτούς τους φόρους. Το καύσιμο ντίζελ είναι βαρύτερο και λιγότερο πτητικό από τη βενζίνη, γεγονός που καθιστά απλούστερη τη διύλιση από αργό πετρέλαιο. Ως αποτέλεσμα, το ντίζελ τείνει να είναι φθηνότερο από τη βενζίνη.
Οι ευρωπαϊκές χώρες φορολογούν το ντίζελ πιο ελαφρά από τη βενζίνη. Συνήθως το ντίζελ είναι 10% φθηνότερο. Δεδομένου ότι οι φόροι συμβάλουν κατά το μεγαλύτερο ποσοστό στην τελική τιμή του ντίζελ, εξηγούν τις διαφορές των τιμών μεταξύ των κρατών. Στην χώρα μας οι φόροι αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% της τιμής του ντίζελ.
Στις χώρες με απελευθερωμένες αγορές καυσίμων, χρειάζονται περίπου τρεις έως τέσσερις εβδομάδες για να προσαρμοστούν οι τιμές των καυσίμων σε ένα νέο επίπεδο τιμών αργού πετρελαίου, καθώς οι συμμετέχοντες στην αγορά συνεχίζουν να λειτουργούν βάσει των παλαιών συμβατικών συμφωνιών για κάποιο χρονικό διάστημα. Σε χώρες με ρυθμιζόμενες τιμές, η υστέρηση είναι λίγο μεγαλύτερη καθώς οι κυβερνήσεις αποφασίζουν πότε και πόσο από τις μεταβολές της τιμής του πετρελαίου θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές. Ο λόγος είναι ότι οι υψηλές τιμές του πετρελαίου φέρνουν έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό που επιτρέπει στην κυβέρνηση να επιδοτεί τις εγχώριες τιμές. Οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, αντίθετα, ασκούν πίεση στον προϋπολογισμό και μπορεί να ωθήσουν την κυβέρνηση να αυξήσει τις τιμές των καυσίμων
Το πετρέλαιο διαπραγματεύεται σε δολάρια ΗΠΑ. Όταν το ευρώ υποτιμάται, αυτό καθιστά τις εισαγωγές πετρελαίου ακριβότερες ακόμη και αν οι τιμές του αργού πετρελαίου παραμένουν αμετάβλητες. Το αντίστροφο συμβαίνει όταν το τοπικό νόμισμα ανατιμάται: τα εισαγόμενα προϊόντα πετρελαίου γίνονται φθηνότερα και οι τιμές των καυσίμων μειώνονται.
Στην χώρα μας με το 40% των φορολογουμένων να δηλώνει εισόδημα κάτω από το 5.000 ευρώ και τους δύο στους τρεις επαγγελματίες να εμφανίζουν ζημιές, οι φόροι εισοδήματος των φυσικών προσώπων αποδίδουν στην Ελλάδα το 15% των συνολικών φορολογικών εσόδων, (έναντι 23% κατά μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ). Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των καυσίμων καλύπτει σε μεγάλο βαθμό αυτό το κενό.
Συνήθως, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ του πραγματικού και του αναμενόμενου επιπέδου των τιμών του ντίζελ, πράγμα που σημαίνει ότι οι τιμές είναι εκεί που θα έπρεπε καθώς προεξοφλούνται οι μελλοντικές τιμές. Τους τελευταίους τρεις μήνες, ωστόσο, οι πραγματικές τιμές του ντίζελ ήταν υψηλότερες από τα επίπεδα τιμών που δικαιολογούνται από τα θεμελιώδη στοιχεία (την τιμή του πετρελαίου, τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και την εποχικότητα). Η διαφορά ήταν 0,06 % τον Οκτώβριο του 2022 και αυξήθηκε σε 3,86% τον Νοέμβριο. Ήταν 2,80% τον Δεκέμβριο και 3,87% τον Ιανουάριο. Την ίδια περίοδο, η διαφορά μεταξύ του πραγματικού και του αναμενόμενου επιπέδου των τιμών στις τιμές της βενζίνης παρέμεινε πολύ κοντά στο μηδέν.
Αυτό υποδηλώνει ότι η αγορά ντίζελ είναι σχετικά χωρίς σημαντικές εξάρσεις τιμών. Ο βασικός λόγος είναι η επικείμενη απαγόρευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις εισαγωγές ντίζελ από τη Ρωσία. Η Ευρώπη έχει αποθηκεύσει ντίζελ εν αναμονή της απαγόρευσης και αυτή η πρόσθετη ζήτηση έχει ωθήσει τις τιμές υψηλότερα.
Πριν από τρεις μήνες, οι πραγματικές τιμές ήταν υψηλότερες από τις αναμενόμενες κυρίως στην Ευρώπη. Στη συνέχεια, η διαφορά τιμής εξαπλώθηκε σε άλλες χώρες. Αυτό υποδηλώνει ότι η παγκόσμια προσφορά αναδρομολογείται σταδιακά προς την Ευρώπη δημιουργώντας ελλείψεις στην αγορά αλλού. Αλλά η αλλαγή δρομολόγησης βρίσκεται σε εξέλιξη.
Παρατηρούμε ότι ενώ οι τιμές του πετρελαίου ήταν υψηλότερες από τις αναμενόμενες, η διαφορά δεν είναι μεγάλη ή αυξανόμενη. Θα μπορούσαμε να έχουμε παρατηρήσει μια διαφορά 10% ή και υψηλότερη, αλλά η διαφορά κυμάνθηκε γύρω στο 3-4%. Αυτό δείχνει ότι η απαγόρευση πιθανότατα θα τεθεί σε ισχύ χωρίς μεγάλες αυξήσεις των τιμών για το ντίζελ. Ακόμα κι αν υπάρχουν κάποια αναστάτωση στην αγορά, πιθανότατα θα θα εξομαλυνθεί μέσα σε λίγες εβδομάδες.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι oικονομολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου
Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης