28.4 C
Chania
Παρασκευή, 18 Ιουλίου, 2025

Η µάχη του ∆ροµονέρου

129 χρόνια πριν, 14/6/1896. Σε αυτή εδώ την πανέµορφη περιοχή, διεξήχθη µία από τις πιο αποφασιστικές µάχες, η έκβαση της οποίας απετέλεσε το κύκνειο άσµα των Τουρκικών δυνάµεων της Κρήτης.

Η µάχη του ∆ροµονέρου ήταν ιστορικό ορόσηµο, σαν τελευταία από τις αµέτρητες που έδωσαν οι Κρήτες για την ελευθερία, η οποία απέτρεψε την απελευθέρωση των εν Κανδάνω πολιορκούµενων µουσουλµάνων, που ήταν οι πιο αιµοβόροι της Κρήτης. Επίσης ανέδειξε την αδυναµία της Οθωµανικής αυτοκρατορίας να επιβληθεί, και να πατάξει την εξέγερση του λαού της Κρήτης. Οι εποχές του σκληρού γιανιτσαρισµού, των δολοφονιών, των αρπαγών, των ανελέητων εµπρησµών άρχισαν πλέον να περνούν. Η εποχή των απαίσιων και αιµοβόρων Κρητότουρκων, όπως του Γετήµ Αλή, του Εµίν Μπέη, του Αφεντουλάκη, των Βεργέρηδων, του Τζιναλή, του Καούρη, του Αγρολίδη, των Γρυµπίλων, του Αληδάκη και πολλών άλλων κακούργων, οι πιο βάρβαροι των οποίων ήταν εξωµότες Ενετικής καταγωγής, είχε παρέλθει πλέον, και οι ιστορικές εξελίξεις είχαν δροµολογηθεί µέσα από µακρά πορεία καταστροφών και δακρύων.
Αλλά ας έλθουµε στα γεγονότα λίγο πρίν τη µάχη. Στις 20 Μαίου ξεµπάρκαρε ο Αβδουλάχ πασάς στην παραλία του Ταυρωνίτη µε 2000 στρατιώτες, και προχώρησε προς τις Βουκολιές, λεηλατώντας και πυρπολώντας σπίτια, οι ένοικοι των οποίων κατέφυγαν στα ορεινά. Με τον στρατό συµπαρατάχτηκαν 1000 περίπου Κρητότουρκοι, φανατισµένοι, και άριστοι πολεµιστές. Η άφιξη του στρατού, και διάφορες αψιµαχίες, µικροσυµπλοκές και σκοτωµοί οι οποίες έλαβαν χώρα σε περιοχές και χωριά γύρω από την περιοχή του ∆ροµονέρου, ως επίσης και από απειλές που ξεστόµιζαν οι Τούρκοι των Βουκολιών, έβαλαν σε υποψίες τους παλαίµαχους οπλαρχηγούς της επαναστάσεως του 1866, ότι στόχος των Τούρκων άµεσα ήταν τα χωριά Ζυµβραγου, Φωτακάδω, Κακόπετρος και Ρούµατα. Η οξυδέρκεια και η πείρα την οποία είχαν αποκτήσει µέσα από αγώνες µιας ολόκληρης ζωής, τους έκαναν να συµπεράνουν ότι ο Τουρκικός στρατός ετοιµάζεται να βαδίσει προς απελευθέρωση των πολιορκουµένων της Κανδάνου. Ακολούθησε σύσκεψη των οπλαρχηγών και σωµαταρχών των περιοχών Ανατολικής Κισάµου, περί του πρακτέου στο χωριό Πανέθηµος (σ.σ), στην οποία αποφασίστηκε εκτός άλλων, να στηθεί καρτέρι στην Αγριµοκεφάλα, προκειµένου να συλλάβουν τους ταχυδρόµους των Τούρκων και να αποκτήσουν έτσι άµεση πρόσβαση περί των προθέσεών τους. Επίσης αποφασίστηκε ο γέρο οπλαρχηγός των Ρουµάτων Μαρκουλάκης, όπως µεταβεί στην Αθήνα, προκειµένου να ζητήσει βοήθεια. Πράγµατι ο Μαρκουλάκης επέστρεψε µε 450 κιβώτια φυσιγγίων. Εκτός αυτών των φυσιγγίων, ο προνοητικός καπετάνιος είχε κρύψει αρκετά κιβώτια, περισσεύµατα της επαναστάσεως του 1878, σε τάφους του Αγ. Σπυρίδωνα, διότι απειλούσαν ότι µε βία θα τα πάρουν ορισµένοι ζωηροί αλλά κρανιόκενοι επαναστάτες. Ήνεγκεν λοιπόν η ώρα για να χρησιµοποιηθούν!

Όπως είχε εξιστορήσει ο ήρωας Ν. Καλογεράκης, ήταν περασµένα µεσάνυχτα της 13ης προς 14ης Ιουνίου 1896. «Άνδρας δεν κοιµόταν µέσα στο σπίτι του» Όλοι στο ύπαιθρο, στα δώµατα των σπιτιών, στ΄αλώνια στα περάσµατα. Σπάνια έβγαζαν τα υποδήµατά τους, αλλά συνέντυτοι έγερναν το κορµί τους, και µαξιλάρια τους ήταν οι πέτρες Όταν µια παρέα Ζυµβραγιανών στην πλακούρα του χωριού το΄χε ρίξει στη κουβέντα, ένας απ΄αυτούς είπε: « Ήντα καλιώρα καθούµαστε επαέ και δεν αντιτέρνουµε στη πέρα µπάντα για καλό κακό…..» Έτσι ξεκίνησαν οι Εµ. Καλογεράκης, Ν. Γιανναράκης, Στυλ. Πρωιµάκης, και ο Εµ. Ρεµπουλάκης προς τον λόφο που δεσπόζει του χωριού Ανώσκελη όπου υπήρχε σχεδόν µόνιµα εγκατεστηµένη βάρδια Οι παραπάνω βαρδιάνοι, κάποια στιγµή άκουσαν πατήµατα από άλογο, και στο µισοσκόταδο διέκριναν έναν καβαλάρη που µόλις τους πλησίασε τον ρώτησαν: «Ποιός είσε µωρέ»? «Αχµέτ Ζουφάκης από τσοι Ψείρες» απάντησε ο καβαλάρης νοµίζοντας ότι ήταν οµόφυλοί του αυτοί που τον ρωτούσαν. Οι νυχτοπάτηδες κινήθηκαν για να τον συλλάβουν, αλλά αυτός όµως το υποπτεύθηκε και τράπηκε σε φυγή. Του ρίξαν µια οµοβροντία µα αστόχησαν. Τον κυνήγησαν, µα µόλις έφθασαν στο φρύδι του λόφου αντίκρυσαν θέαµα τροµερό. Το λόφο ανέβαιναν εκατοντάδες Τούρκοι, που άρχισαν να τους πυροβολούν. Υποχώρησαν και γύρισαν Ν∆ του ∆ροµονέρου. Ως τόσο οι τουφεκιές αυτές αποτέλεσαν το εγερτήριο κινητοποίησης των αγωνιστών των γύρω χωριών. Μέσα σε λίγη ώρα οι καµπάνες ηχούσαν το σύνθηµα του συναγερµού και η φράση «πιαστήκαν στο ∆ροµόνερο», αντιλαλούσε σαν πανάρχαια ιαχή: «Ίτε παίδες Ελλήνων ελευθερούτε πατρίδα….». Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν. Από τους πρώτους που φθάσανε προς την βρύση του ∆ροµονέρου, ήταν ο Νικόλαος Καλογεράκης ακολουθούµενος από δύο αγωνιστές Σελινιώτες, τον Ν. Σαρτζετάκη, και τον Αντώνη Καλαϊτζάκη. Ο Καλογεράκης προχώρησε προς τον βατό δρόµο, που βρισκόταν τότε λίγο Ανατολικότερα του παλαιού ελαιουργείου, καλυπτόµενος από πυκνό δάσος βαλανιδιών. Οι άλλοι δύο τράβηξαν βορεινά, προς την βρύση που τότε έτρεχε κάτω από τον σηµερινό αυτοκινητόδροµο. Καθηλώθηκαν όµως εκεί προκαλυπτόµενοι στις βελανιδιές, και εξ αιτίας ενός ποδοβολητού. Μπροστά πήγαινε ένας ασπροσαρικάς µε το δάχτυλο στην σκανδάλη. Ο Καλογεράκης σκοπεύοντας τον ρωτά: «Ποιός είσαι µωρέ»? «Άνοιξε τα µάτια σου»! η παραπλανητική απάντηση, που την συνόδεψε ταχύτατη κίνηση του τουφεκιού. Τα αντανακλαστικά του Ν. Καλογεράκη, λειτούργησαν ακαριαία! Ένα κρότος ακούστηκε από τα δύο αντίπαλα τουφέκια. Ο σαρικοφόρος δέχτηκε την σφαίρα του Νικολ. Καλογεράκη ή Τσαγκαρονικόλα όπως ήταν το ψευδώνυµό του, και σε λίγο εξέπνευσε. Στην συνέχεια ο Τσαγκαρονικόλας έριξε αρκετές βολές κατά των Τούρκων, αλλά ξαφνικά κατάλαβε ότι στο πρόσωπό του κυλούσε αίµα! Κατέβηκε λίγο παρακάτω στην παλαιά εκκλησία της Αγ. Κυριακής όπου στην παρακείµενη πηγή έπλυνε και έδεσε το τραύµα του. Η σφαίρα του σαρικοφόρου τον είχε πάρει ξυστά δεξιά στο µέτωπο. Στο διάβα του προς την πηγή, συνάντησε τον Σταυρ. Χαραλαµπάκη από την Πανέθυµο, που βλέποντας την πληγή του τον ρώτησε: «Εβαρύστηκες µωρέ Νικολή»? Για να λάβει την Ελληνικότατη και µετριόφρονα Οµηρική απάντηση «Ένας βάτος µε τσαφούνησε»! Έν τω µεταξύ, άλλα συµβαίνουν στη βρύση του ∆ροµονέρου. Ο ασπροσαρικάς που σκότωσε ο Καλογεράκης, ήταν ο Αχµέτ Αγάς ή Αµέντηγές όπως τον καλούσαν, εξωµότης από τις Βουκολιές. Ήταν ο καλύτερος στην παλληκαριά, στην εξυπνάδα και στην στρατηγικότητα στην περιοχή, γι΄αυτό και ανέλαβε τον ρόλο του ανιχνευτή και Μπαϊρακαγασή, οδηγού δηλαδή του στρατού στο δρόµο προς την Κάνδανο. Ο θάνατος του Αχµέτ Αγά έκοψε κυριολεχτικά το θάρρος των Τούρκων. Από τα ριέλια όπως λέγονται οι λόφοι Νότια της Ανώσκελης µέχρι το ∆ροµόνερο, οι Τούρκοι είχαν προχωρήσει χωρίς να τους ενοχλήσει κανείς. Όταν όµως σκοτώθηκε ο οδηγός τους, οι Τούρκοι ανέκοψαν την πορεία τους και άλλαξαν τον σχεδιασµό της µάχης. Έν τω µεταξύ σε άλλα µέρη οι συµπλοκές είχαν φουντώσει. ∆υτικά του ∆ροµονέρου, όπου ευρίσκονται τα Χωριά Καρρές και Άγ. Αντώνιος, µια πλαγιοφυλακή από Κρητότουρκους υπό τον Χατζή Μπακαλάο, προσπάθησε να πλευροκοπήσει τους µαχητές του ∆ροµονέρου, να καταλάβει και να κάψει τα προαναφερθέντα χωριά και τα Ζυµβραγού. Μαχητές όµως από τα χωριά Σπηλιά, Καρρές, Αγ. Αντώνιος, Βασιλιανά, Γλώσσα κ.λ.π ανέκοψαν την πορεία τους. Άλλο παροµοίου συνθέσεως τµήµα Τούρκων, υπό τον Κεφαλιανό εξωµότη Ιµπραήµ Νταϊδάκη, προχωρώντας προς το Φωτακάδο σχεδίαζε να κατέβη στο ποτάµι µετά από το Φωτακάδο, και να κτυπήσει τους Ρουµατιανούς εκ των όπισθεν, οι οποίοι είχαν οχυρωθεί και µάχονταν στην κορυφογραµµή πάνω από το οικισµό Περδικιανά προς το ∆ροµόνερο, όπως λέγονται σήµερα ∆ώµατα. Τα δύο αυτά σώµατα, αφού ανακόπηκε η πορεία τους, συνέκλιναν προς το ∆ροµόνερο, όπου περίµενε αψιµαχώντας το κύριο σώµα του στρατού, µε σκοπό να τεθεί επικεφαλής οδηγός του στρατού ο Χατζη Μπακαλάος. Όταν ενώθηκαν τα τρία τµήµατα, κτύπησαν τους Ρουµαθιανούς, Σπινιανούς, Σελινιώτες κ.λ.π. που µάχονταν στα ∆ώµατα, οι οποίοι είχαν προλάβει να οχυρωθούν εκεί εκµεταλλευόµενοι την απραξία του τουρκικού στρατού µετά τον θάνατο του Αµεντηγέ. Το Τουρκικό πυροβολικό έβαλε κατά των θέσεων αυτών ανεπιτυχώς. Προκάλεσε όµως πολλές ζηµιές σε κτίρια, κυρίως στο χωριό Ζυµβραγού. Οι Τούρκοι δεν µπόρεσαν να προχωρήσουν ούτε στον τοµέα αυτό, στράφηκαν ∆υτικά, και άρχισε νέα συµπλοκή στην περιοχή του παλαιού ελαιουργείου. Εδώ η µάχη ήταν λυσσώδης, διότι οι αγωνιστές ήταν πολύ λίγοι και οι Τούρκοι πολλοί. Οι αµυνόµενοι Περβολακιανοί, Πανεθηµήτες, και όλοι οι Ζυµβραγιανοί, δέχτηκαν µια επίθεση αφάνταστα σφοδρή. Όλοι πολέµησαν ηρωικά, ιδιαίτερα ο δάσκαλος Μαθιός Καλογεράκης, ο Γ. ∆ασκαλογιάννης, ο Κουκουλάς, ο Ματθ. Χαραλαµπάκης, και ο Μπονατόγιαννης. Κατά σύµπτωση αντικρύζονται ο Γ. ∆ασκαλογάννης µε τον Χατζή Μπακαλάο, και σαν παλιοί γνώριµοι αντροκαλιούνται να χαιρετιστούν µε τα όπλα! Ο ∆ασκαλογιάννης µε προτεταµένο το τουφέκι του τον καλεί λέγοντας: «Έ Χατζή Μπαµπά να παίξουµε διό µπαλλωτές». Τα δύο όπλα εκπυρσοκρότησαν ταυτόχρονα. Ο Χατζή Μπακαλάος τραυµατίστηκε από αυτόν στο γόνατο, και έκτοτε ήταν αδύνατο να βαδίσει και να οδηγήσει το στρατό. Σ΄αυτή την συµπλοκή συµµετείχε και διακρίθηκε και ο 80χρονος παλαίµαχος οπλαρχηγός του 1866 Πρωιµοσήφης, ο οποίος φαίνεται ότι είχε το γενικό πρόσταγµα των Ζυµπραγιανών όπλων, όπως και ο παλαίµαχος αγωνιστής του 66 Καρτσωνάκης από την Μαλάθυρο. Κατά την διάρκεια της µάχης µεταγωγοί, κυρίως Ρουµαθιανοί, προµήθευαν τους αγωνιστές µε διάφορα απαραίτητα εφόδια. Παιδιά και γυναίκες από τα Ζυµβραγού, µετέφεραν µε φλασκιά και στάµνες νερό για τους αγωνιστές Βορειοδυτικά του οικισµού Περδικιανά. Την δεύτερη µέρα της µάχης, κατέφθασε ο οπλαρχηγός Σκαλίδης από τα Εννιά Χωριά µε τους οπλοφόρους του. Επίσης µε οπλοφόρους κατέφθασε και ο οπλαρχηγός Φιωτογιάννης από την Αγιά Ειρήνη, πυκνώνοντας έτσι τις γραµµές των αγωνιστών. Οι Τούρκοι τέλος υποχώρησαν στην περιοχή του Πύργου και της βρύσης, και η σφοδρή µάχη αδράνησε. Οι επαναστάτες παρέµειναν στις θέσεις τους έως τις 10 Ιουλίου. Σ΄αυτό το διάστηµα γίνονταν σποραδικές αψιµαχίες. Τελικά οι Τούρκοι υποχώρησαν στον Πύργο των Βουκολιών και η µάχη ουσιαστικά έληξε. Στη µάχη αυτή συµµετείχαν και διακρίθηκαν όλοι οι οπλαρχηγοί και οι σωµατάρχες των γύρω χωριών ακόµη και του κάµπου. Από µεριάς των Κρητικών, είχαµε 7 νεκρούς και 25 τραυµατίες, ενώ οι Τούρκοι είχαν περί τους 225 νεκρούς και τραυµατίες.
Η σηµερινή επέτειος έχει βαρύνουσα σηµασία, διότι τα σύννεφα από την Ανατολή και πάλι πυκνώνουν. Οι πρόγονοί µας τόλµησαν! Οι νεοελληνικές κυβερνήσεις δεν τολµούν ούτε να επεκτείνουν τα θαλάσσια σύνορά µας τουλάχιστον στην Κρήτη στα 12 µίλια, και παράλληλα µε αυτά ο λαός µας βιώνει µεγάλη οικονοµική ανέχεια, και µία πρωτοφανή ηθική κατάπτωση.
Οι πρόγονοί µας µέσα σε µία µακραίωνη και απάνθρωπη δουλεία, «Ρέµπελοι», «Κάζαλοι», όπως τους αποκαλούσαν οι κατακτητές (ανυπότακτοι δηλ.,) ζούσαν στα βουνά. Ήταν οι περήφανοι και σκληροτράχηλοι «Λευκορήτες», γνήσιοι απόγονοι των ∆ωριέων. Κατοικoύσαν σε πρόχειρα «καταλύµατα», στις σπηλιές και στα φαράγγια µε µόνιµη συντροφιά το κρύο και την πείνα, αλλά πάντα µε το σπαθί ζωσµένοι, ή µε το όπλο στον ώµο τους, εργάζονταν σκληρά αποµονωµένοι σ΄αυτά. Εκεί, έσπερναν τα µικρά «πεζούλια» της γής, θέριζαν τους καρπούς της, πλήθαιναν τα κοπάδια τους, αντάλλαζαν τα λιγοστά προϊόντα τους µε τους καµπίσιους, Ενετούς, Τούρκους και υποταγµένους Ρωµιούς, παντρεύονταν, έκαναν πολλά παιδιά, τα βάφτιζαν, έκτιζαν µοναστήρια. Όταν στις εορτές διασκέδαζαν, αντιβοούσαν τα φαράγγια από την επωδό των ριζίτικων, και….. «όταν χορεύαν στις πλατείες µέσα στα σπίτια τρέµαν τα ταβάνια, και τσουγκρίζανε τα γυαλικά στα ράφια» όπως λέει και το Ελληνικό τραγούδι. Μα πώς µπορούσε αυτοί να µη γίνουν ανδρείοι, άριστοι πολεµιστές, και φλογεροί λάτρες της ελευθερίας, επιβεβαιώνοντας την ρήση του Ιπποκράτη: «Από µέν ησυχείης και ραθυµίης η δειλίη αύξεται, από δε ταλαιπωρίης και των πόνων αι ανδρείαι»
∆υστυχώς, είναι λυπηρό το φαινόµενο πού βλέπουµε σήµερα σε µεγάλο µέρος της νεολαίας. Αποχαύνωση. Άρνηση των πάντων. Μηδενισµός και απαξίωση των πάντων. Υποκουλτούρα. Σχεδόν παντελή άγνοια της ιστορίας. Υπερφίαλο «Εγώ», και µία τραγική, πολύ τραγική µονόπλευρη µόρφωση!! Τέτοιοι χαρακτήρες ανθρώπων, που εκτός από τα παραπάνω, η µισή τους ζωή περνάει µπροστά στις οθόνες των υπολογιστών, µόνο δεινά µπορεί να προκαλέσουν στην Ελλάδα αλλά και στους εαυτούς τους! Αυτά είναι προµηνύµατα παρακµής και κατάρρευσης! «Του κύκλου τα γυρίσµατα π΄ ανεβοκατεβαίνουν σαν του τροχού π΄ώρες ψηλά, κι΄ώρες στα βάθη π(χ)αίνουν, και του καιρού τ΄αλλάµατα π΄αναπαηµό δεν έχουν, µια στο καλό, µια στο κακό περιπατούν και τρέχουν»…Έτσι µας λέει ο Βιντσέτζος Κωρνάρος στον Ερωτόκριτο. Πράγµατι, ποτέ η ιστορία δεν υπήρξε στατική. Πάντα ήταν δυναµική! Ας το γνωρίζουν καλά, όσοι ευθύνονται για τα προαναφερθέντα αρνητικά φαινόµενα, και ας έχουν υπ΄ όψιν τους τον παρακάτω διάλογο του Βασιλιά των Περσών Κύρου, µε το γαµβρό του Αρτεβάρη, όπως τον αναφέρει ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος, Αρτεµβάρης: «Υπάρχουν πολλαί και καλαί γαϊαι πλησίον µας…….µία έκ τούτων αν λάβοµε θα µας θαυµάζουσι περισσότερο…» Κύρος: «….να ετοιµαστείτε όχι να κυβερνάτε πλέον αλλά να σας κυβερνούν, καθότι εκ µαλακών χωρών συνήθως γίνονται άνδρες µαλακοί…»!

*Ο Ανδρέας Καλογεράκης
είναι συνταξιούχος
µηχανικός ∆ηµοσίων Έργων

Υ.Γ. Το χωριό Πανέθυµος από το 1204 µ.Χ. αποτελούσε τόπο διαµαρτυρίας και λήψης αποφάσεων των προγόνων µας! Εκεί στα πλατάνια από κάτω οι πρόγονοί µας, ΑΝ ΚΑΙ ΑΚΟΜΗ ∆ΕΝ ΕΙΧΑΝ ΦΥΓΕΙ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ, διαµαρτυρήθηκαν για το πραξικόπηµα της Ανατολικής Ρωµυλίας!!!!!!!!
Το όνοµα Πανέθηµος, ετυµολογείται από το ρήµα θηµιαίω – θηµιώ πού σηµαίνει συγκεντρώνω σε µικρό χώρο (κάτω από τα πλατάνια), εξ’ ού και θηµωνιά (πολλά στάχια µαζί πυκνά συγκεντρωµένα) …….Όλοι οι γύρω (παν) + θηµιώ. Γι΄αυτό τα παλαιά βιβλία ανέγραφαν την Πανέθηµο µε η και όχι µε υ. Σήµερα γράφεται µε υ και µε η. Το σωστό εποµένως είναι µε η.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα