Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Επίκαιρα θέματα Κυνηγώντας τη διάκριση

Kάνουν όνειρα πως κάποια μέρα θα σταθούν πλάι στους πρώτους σε κάποιον διαγωνισμό του γραπτού λόγου και χαίρονται αφάνταστα. Δεν λέω ότι το να ονειρεύεται κάποιος βάζοντας στόχο τη διάκριση ή οτιδήποτε άλλο ώστε να προκαλέσει τον θαυμασμό των συνανθρώπων του ότι είναι κακό. Αντίθετα πρέπει να ονειρεύεται ο άνθρωπος για να καλυτερεύσει την ζωή του, να πλουτίσει τις γνώσεις του σε όλους τους τομείς της, γιατί διαφορετικά θα παραμένει στάσιμος αρκούμενος μόνο στα απαραίτητα προς το ζην κι όχι μόνο. Και το λέω αυτό γιατί πριν από καιρό, δεν θυμάμαι πότε, άκουσα από έναν συνάνθρωπό μου που ασχολούτανε με την λογοτεχνία τα πιο κάτω ακατανόητα για μένα λόγια.
«Τι με νοιάζει εμένα αν ο Δήμαρχος της πόλης που ζω και δραστηριοποιούμαι αν είναι ντόπιος ή κάποιος από ένα άλλο κράτος. Αρκεί βέβαια
-πρόσθεσε- να είναι δίκαιος και δραστήριος και οι κάτοικοι της πολιτείας να περνάνε καλά».
Με μιας αυτός ο άνθρωπος, συλλογίστηκα, θέλει να σβήσουν τα έθνη πάνω στη Γη και να γίνουμε όλοι ένα έθνος. Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω αυτός ο άνθρωπος ποια ήταν τα πρότυπά του και τα πιστεύω του. Τον αγνόησα και έφυγα από κοντά του συλλογισμένος κι αφάνταστα προβληματισμένος. Το χειρότερο δε ήταν ότι ο άνθρωπος αυτός ασχολούτανε με την λογοτεχνία. Τα παραπέρα σχόλια δικά σας αγαπητοί μου φίλοι.
Και τώρα ερχόμαστε πάλι στην αρχή του άρθρου μου, που είναι αφιερωμένο στον αγώνα του ανθρώπου για την διάκριση στον γραπτό λόγο. Ενθουσιάζεται τόσο πολύ διαβάζοντας που θέλει σώνει και καλά όχι μόνο να γίνει αντάξιος του άλλου αλλά ονειρεύεται και να τον προσπεράσει. Κάθεται στη συνέχεια στο γραφείο του, παίρνει την πένα του κι αρχίζει να γράφει είτε μυθιστορήματα ή δοκίμια ή ποίηση κ.α. Εδώ θα τονίσω ότι ο συνάνθρωπός μας αυτός κάνει πολύ καλά και προσπαθεί ώστε να δημιουργήσει ένα γραπτό άξιο λόγου. Ποιος όμως θα είναι εκείνος ο κριτής που θα κρίνει το δημιούργημά του και πως θα αποδείξει ότι είναι άξιο λόγου ή είναι για πολλούς αναγνώστες κακό χωρίς νόημα;
Εδώ πρέπει να πω ότι οι απόψεις των ανθρώπων δύσκολα συμπίπτουν. Εκείνο όμως που πιστεύω και που είναι αλάνθαστη διάγνωση είναι η ετοιμολογία των άλλων ανθρώπων. Τώρα, γιατί το γράφω αυτό θα εξηγήσω αμέσως. Σε κάποια διάκριση ενός ποιήματός μου με πλησιάζει ένας συνάδελφός
– όπως αποδείχτηκε αργότερα ότι ήταν- και αφού μου συστήθηκε με ρωτάει αν είμαι συγγραφέας και με ποιον τρόπο γράφω κ.λπ. Του απάντησα ότι περισσότερο ασχολούμαι με την έμμετρη παραδοσιακή ποίηση και λιγότερο με τον πεζό λόγω.
«Α… -μου απαντάει- αυτός ο τρόπος που εσείς γράφετε είναι πια ξεπερασμένος, είναι ντεμοντέ» και συνέχισε:
«Τώρα οι ποιητές γράφουν σε ελεύθερο στίχο, που πρέπει ο αναγνώστης να σκάψει βαθιά ώστε να καταλάβει τι θέλει να πει ο ποιητής και ποιο μήνυμα θέλει να στείλει προς τα έξω» και δίχως να προλάβω να του απαντήσω συνέχισε:
«Άλλαξαν πια οι καιροί και δεν αξίζει να γράφονται λογοτεχνικά έργα με τον παλιό τρόπο και περισσότερο να διδάσκονται στα σχολεία. Πχ. “αρνάκι άσπρο και παχύ της μάνας του καμάρι” και άλλα παρόμοια».
Προσπάθησα να του αποδείξω ότι δεν έχει δίκιο και να του εξηγήσω ότι αν ο αναγνώστης δεν μπορεί να καταλάβει τι θέλει να πει ο συγγραφέας, σε οποιοδήποτε είδος του γραπτού λόγου, τότε θα αφήσει την μελέτη του πριν ακόμα καλά – καλά την αρχίσει. Η ποίηση εάν δεν συγκινεί δεν είναι ποίηση και αυτό το είπε ο σοφός Αριστοτέλης πριν από πολλούς αιώνες. Το ίδιο συμβαίνει και με τον πεζό γραπτό λόγο.
Η αλήθεια είναι ότι είπαμε πολλά γύρω από την λογοτεχνία και δεν συμφωνήσαμε σχεδόν πουθενά. Κατάλαβα ότι δεν είχε νόημα να συνεχίσω την κουβέντα μαζί του και διακριτικά αποχώρισα από κοντά του. Πριν φύγω όμως του είπα:
«Εάν είναι ντεμοντέ, που εσείς υποστηρίζετε συνάδελφε, η ποίηση του Παλαμά, του Σικελιανού, του Δροσίνη και τόσων άλλων ποιητών, εγώ θα συνεχίσω να γράφω όπως εκείνοι έγραφαν και που με αυτόν τον τρόπο ποίησης γαλουχήθηκαν πάρα πολλές γενιές».
Βέβαια του είπα ότι ο καθένας μπορεί να γράφει ότι εκείνος θέλει. Ελευθερία του λόγου έχουμε. Δεν μπορεί όμως να κατηγορεί τον όποιο τρόπο γραφής. Αυτό είναι – του είπα – πάρα πολύ εγωιστικό και παράλογο. Εγώ πιστεύω ότι πολλοί συνάνθρωποί μου θα συμφωνήσουν μαζί μου αλλά μπορεί να διαφωνήσουν και πάρα πολλοί. Και είναι αλήθεια, σήμερα πολύ περισσότερα από χθες, οι συγγραφείς και το μεγαλύτερο μέρος των ποιητών γράφουν με τον σύγχρονο τρόπο. Έτσι τον βάπτισαν τώρα τον ελεύθερο λόγο. Καλά κάνουν. Εγώ ο φτωχός συγγραφέας, που ο Θεός μου χάρισε αυτό το δώρο έ,χω να πω τα πιο κάτω. Η ποίηση δεν πιέζεται. Αντίθετα η ποίηση πιέζει τον δημιουργό να γράψει. Αυτή τη γνώμη έχω εγώ. Μπορεί όμως να έχω άδικο. Αυτό θα το κρίνετε εσείς αγαπητοί μου. Αυτή είναι η γνώμη μου, η πρώτη μου παρατήρηση, και που πολύ απλά μπορείτε να μου πείτε ότι δεν σας ενδιαφέρει η γνώμη μου και έχετε δίκιο. Ποιος είμαι εγώ που θα κρίνω το έργο σας.
Το δεύτερο που παρατηρώ σε διάφορα γραπτά και θέλω να το επισημάνω είναι ότι πολλοί συγγραφείς ή ποιητές βιάζονται να γράψουν ένα ποίημα ή ένα μυθιστόρημα, αγωνιούν να το τελειώσουν γρήγορα τοποθετώντας διάφορες λέξεις που μήτε έμμετρο μοιάζει το έργο τους μήτε πεζό. Η ποίηση, ειδικότερα η έμμετρη ποίηση, χρειάζεται να είναι προικισμένος ο δημιουργός της με ιώβεια υπομονή και θέληση. Τώρα ίσως και αυτή μου η παρατήρηση να είναι λάθος για πολλούς.
Τέλος, για να φθάσει η έμμετρη ποίηση σε αυτόν τον τρόπο γραφής, ομοιοκαταληξία, αποφυγή της χασμωδίας και άλλα πολλά κατά τη γνώμη μου μυστικά της, χρειάστηκαν πάρα πολλά χρόνια παρατηρώντας την. Είδαν οι σοφοί λόγιοι ότι, όταν μια λέξη ενός στίχου τελειώνει σε φωνήεν και η επόμενη αρχίζει με το ίδιο φωνήεν, δεν έδινε ωραίο αποτέλεσμα. Βέβαια δεν είμαι άξιος εγώ να κάνω μάθημα σε κανέναν ποιητή. Όμως είχα την τύχη να έχω δάσκαλό μου τον αείμνηστο ακαδημαϊκό καθηγητή της φιλολογίας, συγγραφέα και ποιητή, που πολλά από τα συγκράματά του διδάσκονται στα Πανεπιστήμια της χώρας μας, Νίκο Μαραγκουδάκη.
Με αυτό που γράφω θέλω να επισημάνω ότι δεν μπορεί ο ανερχόμενος συγγραφέας να γνωρίζει όλα τα μυστικά της ποίησης και γενικότερα του γραπτού λόγου.
Ας μη βιάζονται, αυτό προτείνω εγώ στους νέους ποιητές, ώστε να φθάσουν αμέσως στην κορυφή της πυραμίδας. Τίποτα δεν γίνεται ωραίο με βιασύνη.
Έχω να τους πω και κάτι ακόμα. Να ξέρουν ότι πίσω από το πέπλο του καλού υπάρχει πάντα του καλύτερου. Πρέπει λοιπόν να ψάξουν να το βρουν για να το φέρουν στο φως της δημοσιότητας με το όποιο γραπτό τους. Αγάλι – αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι.
Τέλος, κι εγώ ήθελα να είμαι Παπαδιαμάντης! Δεν είμαι όμως μήτε θα γίνω ποτέ. Είναι άλλο πράγμα το τι ήθελα να είμαι και άλλο τι στην πραγματικότητα είμαι.

* συγγραφέας – ποιητής
μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος των Πνευματικών Δημιουργών νομού Χανίων
και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα